ΑΘΗΝΑ
23:34
|
23.04.2024
Είναι προφανές ότι το Υπουργείο παιδείας αναφέρεται μόνο στα ευνοημένα παιδιά, αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Στις 18 Μάη, η Υπουργός Παιδείας δήλωνε σε συνέντευξή της στα ‘Νέα’: “Δεν θα συμπεριληφθούν στο νομοσχέδιο οι διατάξεις που αφορούν [τον] αριθμό των μαθητών ανά τάξη στο δημοτικό σχολείο”. Δέκα ημέρες αργότερα, στις 28 Μάη, καταθέτει το νομοσχέδιο με τίτλο ‘Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις’, το οποίο, στο άρθρο 50 προβλέπει αύξηση του μέγιστου αριθμού παιδιών ανά τμήμα, από 22 στα 25 παιδιά για τα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά σχολεία. Πρόκειται για ένα ακόμα δείγμα γραφής για το είδος της εκπαιδευτικής πολιτικής που ασκεί το Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη γνώση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας για να κατανοήσει κανείς ότι, σήμερα ειδικά, απαιτείται μικρός αριθμός μαθητών ανά τμήμα, ώστε να αναβαθμιστεί η εκπαιδευτική διαδικασία, να αντιμετωπιστούν πιο αποτελεσματικά τα μορφωτικά ελλείμματα της μακρόχρονης αναστολής των σχολείων και να διασφαλιστούν οι κανόνες υγιεινής και τήρησης των αποστάσεων στις σχολικές αίθουσες στην περίοδο της πανδημίας. Ωστόσο, οι κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ για δραστικές περικοπές και μείωση του κόστους των δημοσίων δαπανών έχουν απόλυτη προτεραιότητα για το Υπουργείο Παιδείας.

Το νομοσχέδιο στο σύνολό του αποτελεί την πιο αντιδραστική τομή στο χώρο της εκπαίδευσης μετά το νόμο 2525/97 του Αρσένη. Ακριβώς γιατί, ως ένα ιδιόμορφο μείγμα νεοσυντηρητισμού και νεοφιλελευθερισμού, περιλαμβάνει αναδιαρθρώσεις που αλλάζουν ριζικά τους όρους, την οργάνωση και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης: Αξιολόγηση, πειθάρχηση, ανταγωνισμός, κατηγοριοποίηση, αριστεία, απόρριψη, περικοπές, ταξικοί φραγμοί.

Το εξεταστικό πλέγμα στο Γυμνάσιο και η επαναφορά της τράπεζας θεμάτων στο Λύκειο από τη μία πλευρά και η θεσμοθέτηση της αξιολόγησης από την άλλη, ως διαδικασίας που θα εξασφαλίσει την πειθάρχηση των εκπαιδευτικών στις αντιεκπαιδευτικές επιλογές είναι οι βασικοί άξονες του νομοσχεδίου. Η αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών και η έμφαση στις αποβολές ως “παιδαγωγικό μέτρο” στη δευτεροβάθμια απλώς αποδεικνύουν ότι το αόρατο χέρι της εκπαιδευτικής αγοράς προϋποθέτει τη σιδερένια φτέρνα του κράτους. Ένα μεγάλο μέρος του μαθητικού πληθυσμού οδηγείται, με εργαλείο τη σχολική αποτυχία και την απόρριψη, στα ιδιωτικά ΙΕΚ και κολέγια.

Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για να καταλάβουμε πώς θα λειτουργήσει η αξιολόγηση. Ενώ τα σχολεία είναι κλειστά σχεδόν τρεις μήνες, δηλαδή έχει χαθεί όλο το τρίτο τρίμηνο, με πρόσφατη εγκύκλιο με θέμα “Συμπληρωματικές Οδηγίες για τη διδασκαλία των μαθημάτων”, το Υπουργείο Παιδείας, αντί να αντιμετωπίσει τα μορφωτικά ελλείμματα της περιόδου και να προχωρήσει σε οργανωμένη αναδιάταξη της ύλης, επιδεικνύει πρωτοφανή αδιαφορία για τα δεδομένα που διαμορφώνουν οι συνθήκες της πανδημίας και η μακρόχρονη αναστολή λειτουργίας των σχολείων. Π.χ. τα παιδιά της Ε΄ και της Στ΄ Δημοτικού καλούνται να καλύψουν κανονικά όλη την ύλη των μαθηματικών του τρίτου τριμήνου!

Είναι προφανές ότι το Υπουργείο αναφέρεται μόνο στα παιδιά από εξαιρετικά ευνοημένα κοινωνικά, οικονομικά και μορφωτικά περιβάλλοντα, αδιαφορώντας πλήρως για όλα τα υπόλοιπα, δηλαδή για τη μεγάλη πλειοψηφία του μαθητικού πληθυσμού. Εάν ίσχυε η αξιολόγηση που θεσμοθετεί σήμερα το Υπουργείο Παιδείας, οι εκπαιδευτικοί θα έπρεπε να λογοδοτήσουμε στις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης σε ποιο βαθμό εφαρμόσαμε αυτή την (ανεφάρμοστη) οδηγία και να αξιολογηθούμε για αυτό, άρα, εκ των πραγμάτων, θα “όφειλε” κάθε εκπαιδευτικός να καλύψει την ύλη όπως-όπως, αδιαφορώντας αν την κατανόησε έστω και ένας μαθητής. Επομένως, η αξιολόγηση όχι μόνο δεν θα βελτιώσει τη λειτουργία του σχολείου, αλλά θα υποχρεώσει τους εκπαιδευτικούς να συμμορφωθούν με κάθε αντιεκπαιδευτική επιλογή, όσο καταστροφική κι αν είναι για τους μαθητές του.

Απέναντί μας έχουμε μια νέα Ιερή Συμμαχία: Φανατικοί της αξιολόγησης και του νεοεπιθεωρητισμού, συνεργάτες του ΟΟΣΑ και στελέχη μη κυβερνητικών οργανώσεων, μνημονιακοί λογιστές των εκπαιδευτικών περικοπών, θαυμαστές των θατσερικών μοντέλων, ζηλωτές του επιχειρηματικού σχολείου της αγοράς, μυστικοσύμβουλοι των σχολαρχών και των ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων και ΙΕΚ, θρησκόληπτοι και εθνικιστές, νοσταλγοί της εποχής του ηθικού πανικού, του νόμου 4000 και των κουρεμένων κεφαλιών, Ιαβέρηδες των ποινών, της ιεραρχίας και της πειθάρχησης – όλοι τους ορκισμένοι εχθροί του δημόσιου σχολείου.

Ωστόσο, η εκτίμηση της κυβέρνησης ότι θα κάνει περίπατο προωθώντας την αντεκπαιδευτική ατζέντα της εν μέσω πανδημίας έπεσε στο κενό. Οι μεγάλες διαδηλώσεις της 13ης και της 19ης Μάη και η κοινωνική κατακραυγή για τις κάμερες στις τάξεις έδειξαν ότι το εκπαιδευτικό κίνημα ούτε φιμώνεται ούτε αιφνιδιάζεται.

Η επόμενη μεγάλη διαδήλωση οργανώνεται ήδη, τη Δευτέρα 1 Ιουνίου, στις 19.00 στα Προπύλαια, ενώ προετοιμάζονται γενικές συνελεύσεις, εκδηλώσεις, απεργίες και συγκεντρώσεις για τις ημέρες ψήφισης. Το βέβαιο είναι πρόκειται για μια σκληρή αναμέτρηση που θα κρατήσει καιρό…

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα