ΑΘΗΝΑ
06:39
|
22.11.2024
Οι Γερμανοί πολιτικοί αντιμετώπισαν την πανδημία με ψυχραιμία και ειλικρινείς τοποθετήσεις, αλλά η χώρα δεν απέφυγε ούτε τον λαϊκισμό ούτε τα fake news.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Στον πόλεμο, λέει ένα ρητό, το πρώτο θύμα είναι η αλήθεια. Πολλές ηγεσίες κρατών επέλεξαν μια πολεμική ρητορική στις αρχές της πανδημίας ώστε να περιγράψουν το μέγεθος του κινδύνου και τη σοβαρότητα της περίστασης, να εγκαλέσουν τους πολίτες προκειμένου να τηρήσουν μέτρα αυτοπροστασίας, να κινητοποιήσουν κοινωνικές δυνάμεις και να επιβάλλουν αυστηρούς περιορισμούς της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής. “Δεχόμαστε επίθεση από αόρατο εχθρό και βρισκόμαστε σε πόλεμο” και “Δίνουμε μάχες”, είναι φράσεις που ακούστηκαν σε πολυάριθμα διαγγέλματα, δηλώσεις, συζητήσεις ανά την υφήλιο. Η πολεμική ρητορική φέρνει στο νου ανάμεσα στα άλλα και τη φράση σχετικά με την αλήθεια ως πολεμικό θύμα.

Μια μισή αλήθεια είναι ψέμα, λέει ένα άλλο ρητό. Και σε μια στιγμή πανδημίας κατά την οποία διεξάγεται ένας παγκόσμιος αγώνας για την εξεύρεση μιας αποτελεσματικής θεραπείας ενάντια σε έναν επιθετικό ιό, η προχειρότητα, η βιασύνη που προκύπτει από την ανάγκη για δημοσιότητα, καταξίωση, δόξα αλλά και οικονομικό κέρδος μπορεί να έχει τραγικά αποτελέσματα σχετικά με τις ζωές ανθρώπων. Αυτή είναι η περίπτωση της εταιρείας Surgisphere στις ΗΠΑ. Δυο δημοσιεύσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις θεραπειών σε ασθενείς με Covid οδήγησαν σε σοβαρές καθυστερήσεις στη σχετική έρευνα που γίνεται διεθνώς. Και οι δύο δημοσιεύσεις στηρίχτηκαν σε ηλεκτρονικά δεδομένα που επεξεργάστηκε η συγκεκριμένη εταιρεία και έδωσε για δημοσίευση στο μεγάλο περιοδικό Lancet.

Η δημοσίευση ανέφερε πως οι επιπτώσεις από τη χρήση υδροξυχλωροκίνης και χλωροκίνης οδηγεί σε καρδιακά προβλήματα και οδήγησε πλήθος ερευνητών να σταματήσουν τις σχετικές έρευνες με τις συγκεκριμένες ουσίες. Άλλη δημοσίευση, στο περιοδικό New England Journal of Medicine, γνωστοποιούσε ανάλυση δεδομένων που υποστήριζαν ότι οι αγγειοδιασταλτικοί παράγοντες δεν έχουν αρνητική επίπτωση σε ασθενείς με Covid. Πηγή ήταν πάλι η Surgisphere. Τελικά καταδείχτηκε ότι και οι δυο δημοσιεύσεις στερούνταν επαρκούς βάσης δεδομένων και δεν μπορούν να ληφθούν σοβαρά υπόψιν. Εντωμεταξύ οι συντάκτες των δύο δημοσιεύσεων έχουν ζητήσει να αποσυρθούν αυτές από τα περιοδικά. Το κόστος σε χρόνο, άρα και σε ζωές, όμως, είναι ήδη μεγάλο.

Σε δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Süddeutsche Zeitung ο ερευνητής επιδημιολόγος του Χάρβαρντ, Μιγκέλ Χερνάν αναδεικνύει το πρόβλημα της έγκυρης ενημέρωσης σε αντίστιξη με την ανάγκη κάποιων για δημοσιότητα, για εξυπηρέτηση οικονομικών ή πολιτικών στόχων. “Κάποιοι οδηγούν σε καθυστερήσεις τις έρευνες δημοσιεύοντας κάτι εντυπωσιακό που όμως στερείται στέρεης βάσης”, λέει ο Χερνάν, ενώ ο επιστήμονας υγείας από τη Βαρκελώνη, Κάρλος Τσακούρ, εκφράζει αγανάκτηση για το ότι δύο καταξιωμένα επιστημονικά περιοδικά οδήγησαν σε τέτοιου είδους καθυστερήσεις την έρευνα. Καθώς η έρευνα διεξάγεται από πάρα πολλά εργαστήρια διεθνώς και δεδομένου του ανταγωνισμού, καθώς όλοι θα ήθελαν να είναι αυτοί που θα ανακαλύψουν την πετυχημένη θεραπεία και σε επόμενη φάση το εμβόλιο εξασφαλίζοντας έτσι αφ’ ενός την πατέντα και αφ’ ετέρου τη δόξα και το κύρος, η πληροφόρηση και συζήτηση ανάμεσα στους επιστήμονες γίνεται, όπως πάντα, μέσα από τις δημοσιεύσεις στα επιστημονικά περιοδικά και η όποια στρέβλωση έχει συνέπειες.

Ξεκινήσαμε αναφέροντας την χρήση πολεμικής ρητορικής. Εξαίρεση σε αυτό, αποτέλεσαν και αποτελούν οι Γερμανίδες και Γερμανοί πολιτικοί. Η Γερμανία δεν “βρίσκεται σε πόλεμο” και δεν “δίνει μάχες”. Το πολύ πολύ αντιμετωπίζει μια πρωτόγνωρη κρίση, μια πρωτοφανή πρόκληση. Η πρόκληση είναι μια συνολική εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση που διαμορφώνεται στη σκιά της πανδημίας με τις βαθιές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες και με τις ανυπολόγιστες επιπτώσεις σε επίπεδο υγείας των πολιτών. Και εδώ όμως η αλήθεια μπαίνει στο στόχαστρο της αμφισβήτησης καθώς το πρωτοφανές των ληφθέντων μέτρων, ο φόβος μπροστά στην εξελισσόμενη υγειονομική κρίση, αλλά κυρίως μπροστά στην επαπειλούμενη οικονομική ύφεση που μπορεί να είναι καταστροφική για σημαντικά κομμάτια του πληθυσμού δίνει χώρο στους αμφισβητίες.

Tο πρόβλημα στο σύστημα υγείας της Γερμανίας είναι ότι μετά από δεκαετίες μεταρρυθμίσεων νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα, δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την πανδημία εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τις θεραπείες ασθενών με άλλα νοσήματα.

Το “κόμμα του Τραμπ” σχετικά με τον κορονοϊό είναι υπαρκτό στη Γερμανία και με το παιχνίδι σχετικά με την αλήθεια και το ψέμα συνδιαμορφώνει την πολιτική πραγματικότητα.

Μια λαθροχειρία στα μέσα του προηγούμενου μήνα ήρθε να αναστατώσει λοιπόν τη γερμανική και διεθνή κοινή γνώμη. Ο ανώτατος υπάλληλος του γερμανικού υπουργείου Εσωτερικών Στέφαν Κον, στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, συνέταξε για τους ανωτέρους του και μια μακροσκελή ανάλυση σχετικά με τις συνέπειες που έχει ο τρόπος αντιμετώπισης της πανδημίας στη Γερμανία και παγκοσμίως. Παράλληλα φρόντισε να τη διοχετεύσει στη δημοσιότητα. Το κείμενο γράφτηκε από αυτόν αποκλειστικά και συνέπεια είχε την απόλυσή του από τη θέση στο υπουργείο. Η λαθροχειρία έγκειτο στο ότι παρουσίασε ένα προσωπικό κείμενο ως επίσημη εσωτερική ανάλυση της κατάστασης χρησιμοποιώντας την κεφαλίδα του υπουργείου στο οποίο υπηρετούσε.

Το κείμενο του Κον ήρθε σε μια στιγμή κατά την οποία κορυφωνόταν ο διάλογος στη Γερμανία σχετικά με τους ρυθμούς άρσης των περιοριστικών μέτρων, ενώ δυο μέρες πριν βγει στη δημοσιότητα, σε πολλές πόλεις της χώρας είχαν σημειωθεί διαδηλώσεις από ένα ετερόκλητο πλήθος που ζητούσαν άρση των περιοριστικών μέτρων. Η αναφορά, συνοπτικά, παρουσιάζει την πανδημία ως κάτι που θεωρήθηκε υπερβολικά επικίνδυνο, χωρίς να είναι, και τη ζημιά που προκαλείται από τα μέτρα αντιμετώπισής της ως μεγαλύτερη από το όποιο όφελος. Πέρα από τις επιπτώσεις στην οικονομία ο συγγραφέας τονίζει τις επιπτώσεις που έχει η καθυστέρηση στη διεξαγωγή θεραπειών ασθενών με άλλα νοσήματα, πέραν του Covid. Αυτό εδώ το σημείο έχει την αξία του, καθώς αναδεικνύει το πραγματικό πρόβλημα που υπάρχει ούτως ή άλλως στο σύστημα υγείας στη Γερμανία, το οποίο μετά από δεκαετίες μεταρρυθμίσεων νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα, δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την πανδημία εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα τις θεραπείες ασθενών με άλλα νοσήματα. Διαβάζοντας όμως την αναφορά ξενίζει τον αναγνώστη η μεγάλη απόσταση από τη συνηθισμένη γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως σε τέτοιου είδους κείμενα, η χρήση θαυμαστικών, η αναφορά σε δημοσιεύσεις πηγών αμφιβόλου αξιοπιστίας, ακόμα και ορθογραφικά λάθη που πολύ δύσκολα θα έκανε ένας στοιχειώδης γνώστης της γερμανικής ορθογραφίας. Την έγραψε άραγε μόνος του;

Η διαχείριση μέχρι τώρα της κατάστασης σε χρηματοοικονομικό επίπεδο δημιουργεί αλλαγές και προηγούμενα όσον αφορά την ευρωζώνη.

Στο πλευρό του Κον τάχθηκαν μια σειρά από γνωστές προσωπικότητες, όπως ο ομότιμος καθηγητής μικροβιολογίας Ζουχαρίτ Μπαγκντι, ο οποίος με την ανοιχτή του επιστολή προς τη Μέρκελ στα τέλη Μάρτη, αμφισβήτησε τα περιοριστικά μέτρα επικαλούμενος επιστημονικά δεδομένα και προτάσσοντας τις αστικές ελευθερίες. Κοντά σ’ αυτόν εμφανίστηκε και ο γνωστός για τις ακραίες θέσεις του συνταξιούχος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βρέμης, Γκούναρ Χάινζον προκειμένου να υπερασπιστεί τον Κον. Ο Χάινζον, πολυγραφότατος, είχε συγκεντρώσει το ενδιαφέρον το 2010 όταν είχε προτείνει δημόσια να καταργηθεί το γονεϊκό επίδομα (το ονόμαζε “μπόνους αναπαραγωγής”) γιατί έτσι αναπαράγεται η τάξη των φτωχών με χρήματα των πιο ευκατάστατων τάξεων.

Χαρακτηριστικό είναι ότι η ταμπλόιντ εφημερίδα Bild, παρουσίαζε για όσο χρόνο μπορούσε το κείμενο του Κον ως επίσημο κείμενο του υπουργείου Εσωτερικών. Η υπόθεση αγκαλιάστηκε από το “κόμμα Τραμπ” μέσα στη Γερμανία, από όσους δηλαδή βλέπουν με μεγάλη δυσαρέσκεια τα περιοριστικά μέτρα καθώς αυτά επιφέρουν μεγάλη πτώση στον κύκλο εργασιών και οδηγούν σε κρατικά ελλείμματα ή που βλέπει συνωμοσίες ή και που θεωρεί ότι οι προσωπικές ελευθερίες είναι πάση θυσία υπέρτερες της δημόσιας υγείας.

Εξάλλου, η διαχείριση μέχρι τώρα της κατάστασης σε χρηματοοικονομικό επίπεδο δημιουργεί αλλαγές και προηγούμενα όσον αφορά την ευρωζώνη, τα οποία κάθε άλλο παρά αρεστά είναι σε ακραίους κύκλους της γερμανικής πολιτικής και οικονομίας, όπως για παράδειγμα η μεταβίβαση πόρων από τον πλούσιο Βορρά στον φτωχότερο Νότο.

Όταν βγήκε στη δημοσιότητα η αναφορά του Κον και ξέσπασε θόρυβος, ο βουλευτής της Χριστιανοδημοκρατίας, Άξελ Φίσερ από την Καρλσρούη, ζήτησε να συζητηθεί η αναφορά στο κοινοβούλιο με το επιχείρημα ότι η αποφυγή συζήτησης δίνει την εντύπωση πως οι πολιτικοί δεν παίζουν με ανοιχτά χαρτιά και αυτό από την πλευρά του ενισχύει την αμφισβήτηση και τη συνωμοσιολογία. Mπορεί η θέση του βουλευτή να θεωρηθεί ως τακτικισμός και κλείσιμο του ματιού στους υποστηρικτές του Κον, όμως έθεσε με αυτόν τον τρόπο το σημαντικό ζήτημα της δημόσιας συζήτησης. Αυτό που μένει είναι ότι οι “αρνητές της πανδημίας” έχουν να λένε, πως ένας ανώτατος κρατικός υπάλληλος είπε την “αλήθεια” του και απολύθηκε γι’ αυτό. Ταυτόχρονα αναρωτιέται κανείς για τη χρονική στιγμή που βγήκε στη δημοσιότητα η αναφορά του Κον: ήταν η στιγμή των διαδηλώσεων ενάντια στα μέτρα περιορισμού.

Ο βομβαρδισμός με πληροφορίες, με μη διασταυρωμένες ειδήσεις, με fake news, ο έλεγχος που ασκείται στα κανάλια της πληροφόρησης από κυβερνήσεις και από ιδιώτες όπως π.χ. εταιρείες που διαχειρίζονται μέσα κοινωνικής δικτύωσης οδηγεί σε μια πρωτοφανή δυσκολία στο να ξεχωρίσει κανείς τι ισχύει και τι όχι. Είτε πρόκειται για την πλασαρισμένη από διάφορους κύκλους αναφορά του Κον, είτε για την επιπολαιότητα που αντιμετώπισαν πρόχειρες αναλύσεις δυο μεγάλα επιστημονικά περιοδικά, αναδεικνύεται η ανάγκη για κριτική στάση απέναντι στο τι διαβάζει κανείς. Ποιος το λέει, τι λέει, ποιον εξυπηρετεί αυτό που λέγεται, τι ρόλο παίζει η δίψα για κλικ στο κάθε δημοσίευμα, είναι παράγοντες που είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει υπόψιν του κάθε αναγνώστης, πολίτης, ερευνητής.

Αν η κρίση ομοιάζει κατά τη ρητορική πολλών ηγετών με πόλεμο, τότε ισχύει κι εδώ το αξίωμα ότι “στον πόλεμο το πρώτο θύμα είναι η αλήθεια”;

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα