ΑΘΗΝΑ
05:51
|
26.04.2024
Η Αίγυπτος βασίζεται στις μεγάλες δυνατότητές της σε στρατιωτικό επίπεδο για να πετυχαίνει τις επιδιώξεις της σε κάθε άλλο πεδίο των συμφερόντων της.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η πορεία του εδώ και μια εξαετία προέδρου της Αιγύπτου, Αμπντ-ελ-Φάταχ αλ Σίσι, έμοιαζε μέχρι και πέρυσι σχετικά επιτυχημένη. Το αιματηρό καθεστώς του πρώην στρατάρχη κατόρθωσε να βελτιώσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τα κράτη του Κόλπου (εκτός του Κατάρ). Η αιγυπτιακή οικονομία είχε καταφέρει να ξεπεράσει την ύφεση του 2017-2018, μπαίνοντας εκ νέου σε φάση ποσοτικής μεγέθυνσης και έφτασε να θεωρείται μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στον κόσμο και ελκυστικός επενδυτικός προορισμός, κερδίζοντας επαίνους από τον πρόεδρο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ έως τους Financial Times. Όσο για το στοίχημα της στήριξης από το Κάιρο του πολέμαρχου και επικεφαλής του Εθνικού Στρατού της Λιβύης (LNA), Χαλίφα Χαφτάρ, φαινόταν να αποδίδει, με τις δυνάμεις του τελευταίου να έχουν υπό τον έλεγχό τους τη μισή χώρα και να πλησιάζουν την Τρίπολη, έδρα της αναγνωρισμένης από τον ΟΗΕ Κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας με επικεφαλής τον ηγέτη του προεδρικού συμβουλίου της Λιβύης και πρωθυπουργό, Φαγέζ αλ-Σάρατζ.

Και όμως: τους τελευταίους μήνες η Αίγυπτος βιώνει μια πολλαπλή πολιορκία κρίσεων εσωτερικού και εξωτερικού χαρακτήρα, που απειλούν όχι μόνο τη μακροημέρευση του καθεστώτος Σίσι αλλά την ευημερία και την επιβίωση εκατομμυρίων Αιγυπτίων.

Στο λυβικό μέτωπο, η εμπλοκή της Τουρκίας υπέρ της πλευράς Σάρατζ αποδείχτηκε καθοριστική, αρχικά για την αναχαίτιση των δυνάμεων του Χάφταρ και ύστερα για την συνεχόμενη οπισθοχώρηση τους, ανατρέποντας πλήρως την ισορροπία δυνάμεων. Ως σήμερα, τα στρατεύματα της κυβέρνησης της Τρίπολης έχουν προωθηθεί 140 χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα και ελέγχουν απόλυτα ολόκληρη τη δυτική ακτογραμμή, κερδίζοντας σημαντικές μάχες, με τη βοήθεια όχι μόνο τουρκικού πολεμικού εξοπλισμού ή εμπειροπόλεμων από τον Εμφύλιο Πόλεμο της Συρίας μισθοφόρων μαχητών, αλλά και Τούρκων στρατιωτών στο πεδίο της μάχης. Και αν η ανατροπή των στρατιωτικών δεδομένων σε βάρος του Χάφταρ κάνει τους μέχρι πρότινος συμμάχους του, όπως η Γαλλία, η Ρωσία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να επανεκτιμήσουν την στήριξή τους, για την αιγυπτιακή ηγεσία η ιδέα και μόνο της επικράτησης σε όλη την επικράτεια της γειτονικής χώρας μιας κυβέρνησης με δεσμούς με την Μουσουλμανική Αδελφότητα προκαλεί πραγματικό ρίγος σε επίπεδο πολιτικής νομιμοποίησης, αλλά και εσωτερικής ασφάλειας.

Ρίγος σε πολιτικό επίπεδο γιατί η προεδρία Σίσι προέκυψε ακριβώς ως απότοκο ενός πραξικοπήματος των Ενόπλων Δυνάμεων ενάντια σε μια κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και είναι δεσμευμένη στην υπόθεση της συντριβής του πολιτικού Ισλάμ, το οποίο θεωρεί (από κοινού με τις απόλυτες μοναρχίες του Κόλπου, πλην Κατάρ) υπαρξιακή απειλή. Συνιστά άλλωστε την μόνη ουσιαστική αντιπολίτευση απέναντί τους και οι δυνάμεις του παρουσιάζουν αξιοθαύμαστη αντοχή.

Ως προς δε την εσωτερική σταθερότητα, η προοπτική να μοιράζεται η Αίγυπτος μια συνοριογραμμή 1115 χιλιομέτρων με φυλές ισλαμιστικής επιρροής, την ίδια ώρα που ο αιγυπτιακός στρατός είναι απασχολημένος εδώ και περίπου μια δεκαετία στη σύγκρουση με το Ισλαμικό Κράτος στην χερσόνησο του Σινά, δεν φαντάζει καθόλου δελεαστική.

Ο ίδιος άλλωστε ο Σίσι έσπευσε να ξεκαθαρίσει το πόσο σημαντική είναι η Λιβύη για την Αίγυπτο, όταν κατά τη διάρκεια επιθεώρησης αιγυπτιακών στρατευμάτων προειδοποίησε την κυβέρνηση της Τρίπολης να μην περάσει τον άξονα Σύρτη-Γιούφρα, υποστηρίζοντας πως η αιγυπτιακή πλευρά έχει κάθε δικαίωμα επέμβασης, αν θεωρήσει πως απειλείται “από τρομοκρατικές πολιτοφυλακές που έχουν στήριξη ξένων δυνάμεων” (ευθεία αναφορά σε ένοπλες ομάδες πιστές στον Σάρατζ και υποστηριζόμενες από την Άγκυρα). Η επιλογή των δύο σημείων του άξονα μόνο τυχαία δεν είναι, καθώς ο Κόλπος της Σύρτης είναι “το πετράδι του στέμματος” της εγχώριας πετρελαϊκής βιομηχανίας, περιλαμβάνοντας ένα σύμπλεγμα αγωγών, διυλιστηρίων και τερματικών αγωγών που συνεισφέρουν τα μάλα στον λιβυκό εθνικό προϋπολογισμό, ενώ στην πόλη της Γιούφρα εδρεύει αεροπορική βάση που χρησιμεύει ως βασικός αεροπορικός και εφοδιαστικός κόμβος για την προώθηση του LNA στην δυτική Λιβύη, εντός της οποίας φιλοξενούνται ρωσικά αεροσκάφη, αντιαεροπορικά συστήματα και ο μισθοφορικός στρατός της ρωσικής Wagner.

Παρά ωστόσο τις ηχηρές προειδοποιήσεις είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι σχεδιασμοί της αιγυπτιακής ηγεσίας αντανακλούν την ειλικρινή διάθεση για ενεργότερη εμπλοκή στα λιβυκά πράγματα. Αυτό που επιχειρείται είναι οι “κόκκινες γραμμές” του Καΐρου να συμπέσουν με εκείνες της Μόσχας και του Παρισιού, υπενθυμίζοντας στην φιλόδοξη Τουρκία (η οποία βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία ναυτικής βάσης στη Μισράτα) πως πρέπει να προσπαθήσει πολύ περισσότερο για να ικανοποιήσει τις ηγεμονικές της φιλοδοξίες. Παράλληλα, δίνεται μια επίφαση νομιμότητας σε ενδεχόμενη (όποτε κι αν κριθεί αναγκαίο) αεροπορική επιδρομή “χειρουργικού χαρακτήρα” της αιγυπτιακής Αεροπορίας όπως συνέβη το 2015. Εκτιμάται δε, πως παρά την όλη συζήτηση περί παραγκωνισμού του Χαφτάρ και ερχομού στο προσκήνιο άλλων ηγετών, με σημαντικότερο όνομα εκείνο του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων με έδρα το Τομπρούκ, Αγκίλα Σάλεχ Ίσα, η Αίγυπτος θα συνεχίσει να παρέχει υλική υποστήριξη στον LNA και όποια ένοπλη ομάδα αντιμάχεται την κυβέρνηση της Τρίπολης, με το σενάριο της δημιουργίας ενός προτεκτοράτου της Κυρηναϊκής, εν είδει νεκρής ζώης απέναντι σε μια κυβέρνηση Σάρατζ και εξτρεμιστικές ομάδες σε περίπτωση ολοκληρωτικής ήττας του Χάφταρ ή των διαδόχων του, να επανέρχεται στην επιφάνεια. Και σαν να μην έφτανε η ισλαμιστική απειλή, ένα πολύ οξύτερο πρόβλημα γυρεύει επίλυση στα νότια της χώρας.

Το Μεγάλο Φράγμα της Αιθιοπικής Αναγέννησης (GERD), που ξεκίνησε να κατασκευάζεται (συνδυάζοντας κρατική χρηματοδότηση και ιδιωτικές δωρεές) στον Μπλέ Νείλο το 2011, πρόκειται να καταστεί το μεγαλύτερο το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό έργο της Αφρικής και αναμένεται να δώσει ένα πραγματικό “φιλί ζωής” στην αιθιοπική οικονομία και κοινωνία (της οποίας τα δύο τρίτα ζουν χωρίς πρόσβαση σε ηλεκτρικό ρεύμα). Την ίδια στιγμή όμως η Αίγυπτος (χώρα κατά 90% ερημική και εξαιρετικά άνυδρη) το αντιμετωπίζει περισσότερο ως θανάσιμο κίνδυνο. Και αυτό γιατί αφενός ο ρυθμός με τον οποίο η αιθιοπική πλευρά θα γεμίσει τον ταμιευτήρα του φράγματος επηρεάζει τη ροή του ποταμού και καθορίζει τα (δισεκατομμύρια) κυβικά μέτρα νερού που θα είναι διαθέσιμα για τους βόρειους γείτονές της. Το πόσο γρήγορα θα γεμίσει ο ταμιευτήρας έχει άμεση επίπτωση στους διαθέσιμους υδάτινους πόρους της Αιγύπτου, με το σενάριο των 6 ετών που προτείνει η Αντίς Αμπέμπα να στερεί το 20% των συνολικά διαθέσιμων υδάτων και κατ’επέκταση το 30% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων.

Η παρέμβαση των ΗΠΑ από κοινού με την Παγκόσμια Τράπεζα οδήγησαν τον Νοέμβριο του 2019 στην τριμερή Αιγύπτου-Αιθιοπίας-Σουδάν και στους γύρους διαπραγματεύσεων που ακολούθησαν σημειώθηκε πρόοδος, με την Αντίς Αμπέμπα να συμφωνεί και στην απελευθέρωση προκαθορισμένων ποσοτήτων ακόμη και σε έτη ξηρασίας. Αυτό όμως που παρέμεινε άλυτο πρόβλημα και οδήγησε στην κατάρρευση των συνομιλιών δεν είναι άλλο από τις εγγυήσεις που μπορεί να δώσει η αιθιοπική πλευρά για τις περιόδους μακροχρόνιας ξηρασίας, με την Αίγυπτο να ζητάει εν είδει αποζημίωσης την επιπλέον προμήθεια υδάτων, μια αξίωση που η αιθιοπική πλευρά δεν είναι καθόλου διατεθειμένη να ικανοποιήσει.

Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο που υπό αυτές τις συνθήκες οι ενέργειες από πλευράς Αιγύπτου ακολουθούν η μια την άλλη, με την στήριξη των χωρών του Αραβικού Συνδέσμου να διαδέχονται απειλητικές αναρτήσεις Αιγύπτιων αξιωματούχων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το κάλεσμα του Προέδρου Σίσι για την επίτευξη πολιτικής και διπλωματικής λύσης και η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Στην παρούσα φάση η σύσκεψη της Συνόδου της Αφρικανικής Ένωσης στις 26 Ιουνίου πέτυχε την αναβολή τουλάχιστον για δυο εβδομάδες της εκκίνησης πλήρωσης του φράγματος, ενώ ανακοινώθηκε και η σύσταση επιτροπής από αντιπροσώπους των τριών χωρών, της Νότιας Αφρικής και τεχνικών του περιφερειακού οργανισμού, με στόχο τη συνεισφορά στην επίλυση τεχνικών και νομικών ζητημάτων. Κρίσιμο επίσης μεσολαβητικό ρόλο καλείται να παίξει το Σουδάν, το οποίο αν και επωφελείται της κατασκευής του φράγματος μιας και η ολοκλήρωσή του που θα σταθεροποιήσει τη ροή του Νείλου, με επακόλουθο τον περιορισμό των πλημμυρών και την εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ως απάντηση στο έλλειμμα που βασανίζει τη χώρα, είναι εξίσου επιφυλακτικό και συντάσσεται με την σταθερή σύμμαχο Αίγυπτο ανησυχώντας για τις παραμέτρους ασφαλείας. Μέχρι τώρα ο σουδανικός παράγοντας, συνεπικουρούμενος από την έντονη δραστηριότητα της νοτιοαφρικανικής προεδρίας της στο πλαίσιο της Αφρικανικής Ένωσης λειτουργούν θετικά για την συνέχιση των συνομιλιών και ως ανάχωμα στο ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής κλιμάκωσης. Μιας κλιμάκωσης εξάλλου που λόγω της μεγάλης απόστασης που θα έπρεπε να καλυφθεί σε περίπτωση σύρραξης (με μοναδική πολεμική δίοδο την Ερυθρά Θάλασσα) θα εκτίνασσε το επιχειρησιακό κόστος σε μια συγκυρία που η χώρα πρέπει να δώσει μια τρίτη “μάχη”, αυτή στο μέτωπο της οικονομίας.

Τα νέα ήταν δυσάρεστα για τη χώρα πριν τη εμφάνιση του κορονοϊού, με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες (εκτός του πετρελαϊκού κλάδου) να συρρικνώνονται επί σειρά μηνών και την κατάρρευση των τιμών των πρώτων υλών να στερεί τη χώρα από έσοδα τόσο της εγχώριας πετρελαιοβιομηχανίας όσο και από εμβάσματα Αιγυπτίων που δουλεύουν σε χώρες εξαρτώμενες αποκλειστικά από την εξαγωγή πετρελαίου, όπως οι μοναρχίες του Κόλπου, και υπολογίζονται σε 26,4 δισ. δολάρια. Αλλά είναι η κατάρρευση του τουριστικού κλάδου λόγω της πανδημίας, ο οποίος αποτελεί το 12% του ΑΕΠ της χώρας, που συμπληρώνει την ζοφερή εικόνα της οικτρή οικονομική κατάσταση της χώρας, επιταχύνοντας τις αρνητικές εξελίξεις. Μια ακόμη συνέπεια της πανδημίας, η επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, δημιούργησε προβλήματα τόσο στα έσοδα από την διέλευση των πλοίων στη Διώρυγα του Σουέζ, όσο και στον κλάδο του φυσικού αερίου που λειτουργούσε ως ελκτική δύναμη για επενδύσεις και επέτρεπε στην κυβέρνηση να εξασφαλίζει σημαντικές ποσότητες ξένου συναλλάγματος. Η κατάσταση είναι τέτοια που το Κάιρο απευθύνθηκε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (για δεύτερη φορά μετά το 2016) το οποίο ενέκρινε δάνειο ύψους 5,2 δισ. δολαρίων για την τόνωση της εγχώριας οικονομίας.

Η σπάνις κεφαλαίων υπαγορεύει επίσης και την στάση της χώρα απέναντι στο ζήτημα της προσάρτησης της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ. Η Αίγυπτος επί των ημερών Σίσι αποκατέστησε πλήρως τις σχέσεις της με το εβραϊκό κράτος και το τελευταίο μεσολάβησε για την αναγνώριση της νέας αιγυπτιακής κυβέρνησης από την διακυβέρνηση Ομπάμα, ενώ οι δύο χώρες συνεργάζονται στενά για την κατάπνιξη του αντάρτικου της Αλ-Κάιντα στην χερσόνησο του Σινά και την καταστολή του φιλο-παλαιστινιακού ακτιβισμού. Η προοπτική, όμως, η Αίγυπτος να δει να αυξάνεται η αμερικανική ανθρωπιστική βοήθεια σε περίπτωση εφαρμογής του αμερικανικού σχεδίου προσάρτησης είναι που εξηγεί την εν πολλοίς άνευρη στάση του Καΐρου, που περιορίστηκε σε μια ανακοίνωση από κοινού με άλλα τρία κράτη (Γαλλία, Γερμανία, Ιορδανία) και με παρότρυνση περισσότερο των Ευρωπαίων, ώστε να διασωθεί “η τιμή των όπλων”.

Με όλα τα παραπάνω ως δεδομένα δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς πως η Αίγυπτος βασίζεται στις μεγάλες δυνατότητές της σε στρατιωτικό επίπεδο για να πετυχαίνει τις επιδιώξεις της σε κάθε άλλο πεδίο των συμφερόντων της. Ωστόσο, τα δομικά οικονομικά προβλήματα , όπως η τάση αποεπένδυσης, η εκτεταμένη διαφθορά σε συνδυασμό με τις αυξημένες ανάγκες ενός εξαιρετικά νεανικού πληθυσμού και την (παρά την σκληρή καταστολή) διαρκή παρουσία του πολιτικού Ισλάμ από τη μια πλευρά και του αραβικού εθνικισμού από την άλλη, ρεύματα στα οποία η χώρα έδωσε επανειλημμένα τα φώτα της, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα πολύ δύσκολο να τιθασευτεί, όπως απέδειξαν οι διαδηλώσεις των τελευταίων ετών. Υπό αυτή την έννοια δεν θα είναι εύκολο για την κυβέρνηση και την στρατιωτική ηγεσία να διαχειριστεί μακροπρόθεσμα τις απειλές που συνηθίζει να εκστομίζει με τον αέρα της μεγάλης αραβικής δύναμης του παρελθόντος, όσο αναζητεί ισχυρές συμμαχίες ικανές να συναντούν τις επιδιώξεις της. Και παραφράζοντας την διαπίστωση ενός Βέλγου διπλωμάτη για την Ε.Ε. η Αίγυπτος μπορεί να είναι ένας (για τα αφρικανικά δεδομένα) στρατιωτικός γίγαντας, αλλά θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί ένας οικονομικός και πολιτικός νάνος.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα