Ο αυξανόμενος αλλά παραγνωρισμένος από τις κυβερνήσεις αριθμός των θανάτων που σχετίζονται με την υπερθέρμανση του πλανήτη θα ξεπεράσει πολύ σύντομα τον συνολικό αριθμό των θυμάτων όλων των επιδημιών (όλων, αθροιστικά) που μαστίζουν αυτή τη στιγμή τον πλανήτη.
Αυτό είναι το τρομακτικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει νέα παγκόσμια έρευνα που διεξήγαγε το Πανεπιστήμιο του Σικάγο κατόπιν παραγγελίας του Εθνικού Ταμείου Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ.
Η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, θα πλήξει κυρίως τις φτωχότερες και θερμότερες περιοχές του πλανήτη. Τις χώρες που -σύμφωνα με τους υπολογισμούς- δεν θα καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις αφόρητες κλιματικές συνθήκες που θα διαμορφωθούν μέσα στις επόμενες δεκαετίες και που σταδιακά θα αποτελούν την αιτία για τον αφανισμό όλο και περισσότερων ανθρώπων.
Οι οικονομικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης, όμως, θα γίνουν άμεσα αισθητές από όλες τις χώρες του κόσμου, ακόμα και τις ευπορότερες, αφού όλες θα χρειαστεί να δαπανήσουν σημαντικά ποσά προκειμένου να προσαρμοστούν στις νέες περιβαλλοντικές συνθήκες.
Το χειρότερο σενάριο που καταγράφεται στην έκθεση του Πανεπιστημίου του Σικάγο αναφέρει ότι αν δεν γίνουν σύντομα συντονισμένες προσπάθειες που θα καθυστερήσουν τον ρυθμό αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη, ως το τέλος του 21ου αιώνα, οι θάνατοι που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή θα αυξηθούν κατά 73 ανά 100.000 ανθρώπους. Σ’ αυτό το σημείο, ο αριθμός των νεκρών της υπερθέρμανσης του πλανήτη θα είναι πλέον μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο αριθμό των ανθρώπων που πεθαίνουν κάθε χρόνο από όλες τις μολυσματικές ασθένειες αθροιστικά, συμπεριλαμβανομένης της φυματίωσης, του HIV/Aids, της ελονοσίας, του δάγκειου και του κίτρινου πυρετού.
Για την εξαγωγή των συμπερασμάτων τους, οι ερευνητές του πανεπιστημίο του Σικάγο μελέτησαν ένα τεράστιο όγκο στοιχείων από ιατρικές και νοσοκομειακές βάσεις δεδομένων σε ολόκληρο τον κόσμο, προκειμένου να εντοπίσουν όχι μόνο τους θανάτους που συνδέονται ευθέως με την αλλαγή της θερμοκρασίας, αλλά κι αυτούς που συνδέονται εμμέσως με το φαινόμενο της υπερθέρμανσης (τα καρδιακά επεισόδια, πχ, που αυξάνονται δραματικά σε περιόδους καύσωνα).
“Πολλοί ηλικιωμένοι χάνουν τη ζωή τους από αιτίες που σχετίζονται με την αύξηση της θερμοκρασίας”, εξηγεί ο Αμίρ Τζίνα, περιβαλλοντικός οικονομολόγος και μέλος της ερευνητικής ομάδας του πανεπιστημίου του Σικάγο. “Είναι κάτι αντίστοιχο με τον Covid-19: οι πάσχοντες από υποκείμενο νόσημα και οι ηλικιωμένοι αποτελούν αυτομάτως ευπαθείς ομάδες. Ένας άνθρωπος που πάσχει από κάποια καρδιακή νόσο, αν εκτεθεί για σειρά ημερών σε συνθήκες καύσωνα, είναι βέβαιο ότι θα καταρρεύσει”.
Αυτοί που θα υποφέρουν περισσότερο, φυσικά, είναι οι φτωχότεροι πληθυσμοί, που έτσι κι αλλιώς βρίσκονται εγκατεστημένοι στις θερμότερες περιοχές του πλανήτη. Στην Γκάνα, στο Μπαγκλαντές, στο Πακιστάν και στο Σουδάν, μέχρι το τέλος του αιώνα που διανύουμε, θα πεθαίνουν από τη ζέστη 200 επιπλέον άνθρωποι ανά 100.000 πληθυσμού. Στις ψυχρότερες και πλουσιότερες χώρες, αντίθετα, ο αριθμός των θανάτων που σχετίζονται με τη θερμοκρασία θα μειώνεται, αφού θα ελαττωθούν σημαντικά οι περίοδοι ακραίου ψύχους στον πλανήτη.
“Οι πραγματικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα γίνουν αισθητές στους τροπικούς”, υπογραμμίζει ο Αμίρ Τζίνα. “Οι πλουσιότερες χώρες, ακόμα κι αν αυξηθεί η θνησιμότητα του πληθυσμού τους, διαθέτουν τα χρήματα για τις επενδύσεις που θα τους επιτρέψουν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι θα υποφέρουν περισσότερο αυτοί που ευθύνονται λιγότερο ή και καθόλου για την κλιματική αλλαγή”.
Τα τελευταία χρόνια, κύματα καύσωνα έχουν σαρώσει τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Αυστραλία, την Ινδία, ακόμα και τις αρκτικές περιοχές. Με βάση τα ως τώρα στοιχεία, το 2020 θα γίνει το θερμότερο ή το δεύτερο θερμότερο έτος από τότε που η ανθρωπότητα άρχισε να συλλέγει ακριβείς μετεωρολογικές πληροφορίες. Πολύ σύντομα, ειδήσεις όπως ο θάνατος 1.500 ανθρώπων από τον καύσωνα που χτύπησε τη Γαλλία το περασμένο καλοκαίρι, θα είναι στην ημερήσια ατζέντα.
“Εννοείται ότι ακόμα και στις πλουσιότερες κοινωνίες θα δημιουργηθούν ανισότητες”, προειδοποιεί ο Μπομπ Κοπ, κλιματολόγος στο πανεπιστήμιο Ρούτγκερς, που συμμετείχε στην εν λόγω έρευνα. “Μια καυτή μέρα στο Σιάτλ θα προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από μια αντίστοιχη μέρα στο Χιούστον, αφού το Σιάτλ δεν είναι συνηθισμένο σε τέτοιες θερμοκρασίες και οι κάτοικοί του δεν είναι οχυρωμένοι με air conditions όπως οι κάτοικοι του Χιούστον. Το Σιάτλ και το κάθε Σιάτλ θα ματώσει οικονομικά μέχρι να φτάσει στα επίπεδα ετοιμότητας του Χιούστον. Προσπαθήστε να φανταστείτε τι θα συμβεί κατ’ αναλογία στις φτωχότερες χώρες. Η κλιματική αλλαγή δεν είναι μόνο ζήτημα δημόσιας υγείας, αλλά και οξύ κοινωνικό πρόβλημα”.
Από τις πρώτες μέρες της βιομηχανικής επανάστασης μέχρι σήμερα, η μέση θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί κατά 1 βαθμό Κελσίου – κι αυτός είναι αρκετός για να προκαλέσει τους καύσωνες, τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες και τους τυφώνες που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των επιστημόνων, μέχρι το 2100, η μέση θερμοκρασία θα έχει αυξηθεί κατά 3 ακόμα βαθμούς Κελσίου. Αν αφήσουμε κάτι τέτοιο να συμβεί, οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες, χειρότερες και από την πιο δυσοίωνη πρόβλεψη.
“Φανταστείτε μόνο τις μετακινήσεις πληθυσμών και τα μεταναστευτικά ρεύματα που θα προκληθούν όταν φτάσουμε σε μόνιμες συνθήκες ακραίου καύσωνα στην Αφρική”, αναφέρει ο Τζίνα. “Όταν μια επιδημία όπως αυτή του Covid-19 μπορεί πολύ εύκολα να οδηγήσει ένα σύστημα υγείας σε κατάρρευση, κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει την πίεση που θα προκαλέσουν στα κοινωνικά συστήματα αυτές οι μετακινήσεις”.
Υπάρχει καλό σενάριο; Μάλλον όχι, αλλά τουλάχιστον υπάρχει ένα καλύτερο σενάριο. Σύμφωνα πάντα με τους ερευνητές του πανεπιστημίου του Σικάγο, αν άμεσα η ανθρωπότητα περιορίσει αισθητά τις εκπομές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα της Γης, στο τέλος του αιώνα, η αύξηση του αριθμού των θανάτων και οι οικονομικές συνέπειες της προσδοκώμενης υπερθέρμανσης θα είναι μειωμένες κατά τα 2/3.
Με πληροφορίες από TheGuardian.com.