Εβδομήντα χρόνια μετά την είσοδο των κινεζικών στρατευμάτων στον Πόλεμο της Κορέας για να πολεμήσουν εναντίον των δυνάμεων των ΗΠΑ, ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δηλώνει, στην επετειακή του ομιλία, πως η Κίνα δεν θα επιτρέψει ποτέ να υπονομευθούν η κυριαρχία της, η ασφάλειά της και τα αναπτυξιακά της συμφέροντα.
Παρ’ ότι δεν αναφέρθηκε ρητά στις ΗΠΑ του σήμερα, το μήνυμά του απευθύνεται προφανώς στην Ουάσινγκτον με την οποία οι σχέσεις βρίσκονται στο χειρότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.
“Ας μάθει ο κόσμος ότι ο λαός της Κίνας είναι τώρα οργανωμένος και δεν μπορεί κανένας να παίζει μαζί του’, διεμήνυσε ο Σι, μιλώντας στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού και επικαλούμενος τον ιδρυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Μάο Τσετούνγκ.
“Η μονομέρεια, ο προστατευτισμός και ο εκφοβισμός θα αποτύχουν”, συνέχισε, επαναλαμβάνοντας την έκκλησή του να επισπευσθεί ο εκσυγχρονισμός της άμυνας και των ενόπλων δυνάμεων της χώρας.
“Χωρίς έναν ισχυρό στρατό, δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή μητέρα πατρίδα”, υπογράμμισε.
“Έπειτα από επίπονες μάχες, κινεζικά και κορεατικά στρατεύματα, οπλισμένα μέχρι τα δόντια, νίκησαν τους αντιπάλους τους, διαλύοντας τον μύθο του αήττητου των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων και υποχρεώνοντας τους εισβολείς να υπογράψουν τη συμφωνία εκεχειρίας στις 27 Ιουλίου 1953”, τόνισε ο Σι.
Σημειώνεται ότι οι εντάσεις με την Ουάσινγκτον έχουν αυξηθεί κάθετα τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα για το φλέγον θέμα της Ταϊβάν, καθώς αυξάνονται οι πωλήσεις στρατιωτικού υλικού στο νησί. Αυτή την εβδομάδα, η Ουάσινγκτον, προκαλώντας την Κίνα, ενέκρινε την πώληση οπλικών συστημάτων αξίας έως 1,8 δισεκατομμυρίου δολαρίων.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας είχε τονίσει την περασμένη εβδομάδα ότι κάθε παράδοση όπλων στην Ταϊβάν από μέρους της Ουάσινγκτον πλήττει την εθνική κυριαρχία και την εθνική ασφάλεια της ασιατικής χώρας, καλώντας την αμερικανική κυβέρνηση να ακυρώσει τις σχεδιαζόμενες πωλήσεις και προειδοποιώντας πως το Πεκίνο, “ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση”, θα μπορούσε να προχωρήσει σε μια “νόμιμη αντίδραση”.
Υπενθυμίζεται ότι η Βόρεια Κορέα συγκρούσθηκε το 1950 με τη Νότια Κορέα, η οποία υποστηριζόταν από δυνάμεις του ΟΗΕ που περιλάμβαναν κυρίως αμερικανικά στρατεύματα. Τον Οκτώβριο του 1950, κινεζικά στρατεύματα διέσχισαν τον ποταμό Γιαλού στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα, για να βοηθήσουν τη Βόρεια Κορέα να πολεμήσει εναντίον των υπό τις ΗΠΑ δυνάμεων του ΟΗΕ, ενώ οι Σοβιετικοί παρείχαν αεροπορική κάλυψη. Είχαν αναπτυχθεί πάνω από 2 εκατ. κινέζοι στρατιώτες.