ΑΘΗΝΑ
12:31
|
17.11.2024
Eδώ και καιρό το φάσμα ενός νέου αμερικανικού εμφυλίου, έχει αρχίσει να απειλεί τις ΗΠΑ ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η Αμερική βρίσκεται σε κατάσταση γενικευμένης αναταραχής, ο Πρόεδρος Τραμπ μοιάζει να προετοιμάζει ένα σενάριο όπου δεν θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου, και εδώ και αρκετό καιρό η συζήτηση για έναν νέο αμερικανικό εμφύλιο, κυριολεκτικά, με όπλα, έχει αρχίσει να εξαπλώνεται στις ΗΠΑ όλο και συχνότερα και από Μέσα και ανθρώπους που δεν είναι καθόλου επιρρεπείς στην υπερβολή ή στη συνωμοσιολογία.

Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Ένα εξαιρετικά πιθανό σενάριο την ημέρα των προεδρικών εκλογών είναι αυτό που περιγράφει ο (συντηρητικότατος αλλά όχι τραμπικός) Φαρίντ Ζακαρία:

Σε αυτό το σενάριο ο Τραμπ την ημέρα των εκλογών, με τις ψήφους όσων πήγανε στις κάλπες, μοιάζει να κερδίζει. Αλλά καθώς τις επόμενες ημέρες μπαίνουν στο σύστημα οι ταχυδρομικές ψήφοι (που λόγω πανδημίας θα είναι ακόμα περισσότερες από ότι συνήθως) η εικόνα θα ανατραπεί και στο τέλος αυτής της διαδικασίας ο Τζο Μπάιντεν θα είναι ο νέος εκλεγμένος Πρόεδρος των ΗΠΑ. Δεν πρόκειται για αβάσιμη υπόθεση, γνωρίζουμε πως – μεταξύ άλλων επειδή η ανησυχία για τον κορονοϊό είναι μεγαλύτερη ανάμεσα στους δημοκρατικούς παρά ανάμεσα στους Ρεπουμπλικάνους – οι πιθανοί ψηφοφόροι του Μπάιντεν είναι δυο φορές πιθανότερο να ψηφίσουν ταχυδρομικά από ότι οι ψηφοφόροι του Τραμπ. Σε ένα τέτοιο σενάριο ο Ντόναλντ Τραμπ είναι σχεδόν σίγουρο πως θα αμφισβητήσει την εγκυρότητα της ταχυδρομικής ψήφου, μια και επανειλημμένως ο Τραμπ έχει διατυπώσει αυτήν την αβάσιμη αμφισβήτηση της θεμιτότητας της ταχυδρομικής ψήφου, και πολύ πρόσφατα μάλιστα…

Unsolicited: αποστολή του επιστολικού ψηφοδελτίου χωρίς αίτημα του ψηφοφόρου

Ο Τραμπ άλλωστε έχει παραδεχθεί πως ο πόλεμος διάλυσης των Αμερικανικών Ταχυδρομείων που αποπειράθηκε προ μηνών είχε ακριβώς σαν στόχο το σαμποτάζ της επιστολικής ψήφου.

Σε μια τέτοια περίπτωση λοιπόν, και με δεδομένο τον πρόσφατο θάνατο της δικαστού του Ανώτατου Δικαστηρίου Ρουθ Μπέιντερ Γκίνζμπεργκ και την μάχη για την αναπλήρωσή της, λίγες ημέρες πριν τις εκλογές, με κάποιον ή κάποια από τους πάρα πολλούς υπερσυντηρητικούς δικαστικούς των ΗΠΑ, ο δικαστικός δρόμος που θα στήριζε μια τέτοια πραξικοπηματική ενέργεια από τον Τραμπ, θα άνοιγε. Και με τη νέα συντηρητική σύνθεση δεν είναι καθόλου βέβαιο πως δεν θα στήριζε τον Τραμπ.

Μια πρόσφατη ανάρτηση του Mike Selniker, σχεδιαστή ηλεκτρονικών παιχνιδιών πολέμου (π.χ. είχε αναπτύξει την πρώτη βερσιόν του Axis & Allies), εξέταζε τέσσερα πιθανά σενάρια των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου και διαγίγνωσκε εμφύλιο πόλεμο, γενικευμένη πολιτική αναταραχή ή κάποιου είδους κατάλυση της δημοκρατίας σε όλα. Με εμπλοκή του στρατού σε δύο από τα τέσσερα σενάρια.

Σε περίπτωση που θεωρήσει κανείς πως αυτά είναι πολεμικές φαντασιώσεις κάποιου gamer, υπάρχει η ανάλυση του Transition Integrity Project (TIP), μιας ad hoc δεξαμενής σκέψης για τη διασφάλιση της νομιμότητας των ερχόμενων εκλογών, που την απαρτίζουν επιφανείς Αμερικανοί ακαδημαϊκοί, έμπειρα στελέχη και των δύο κομμάτων των ΗΠΑ και δικαστικοί. Στην ανάλυση αυτή το TIP εξετάζει τέσσερα πιθανά σενάρια όσον αφορά τα εκλογικά αποτελέσματα και καταλήγει πως η μόνη περίπτωση ομαλής κυβερνητικής μετάβασης στις ΗΠΑ θα ήταν μια ευρεία νίκη του Μπάιντεν (o Σέλνικερ το αμφισβητεί και αυτό πάντως).

Η ανησυχία για επικείμενο εμφύλιο φυσικά δεν είναι καινούρια και αφορά γενικότερα την ανησυχία για την διαφαινόμενη απροθυμία του Τραμπ να αποδεχθεί οποιαδήποτε εκλογική ήττα, αλλά και γενικά με την κλιμακούμενη επίθεση των ρεπουμπλικανών στη λαϊκή ψήφο και στην καθολικότητά της.

Ένας νέος αμερικανικός εμφύλιος είχε προβλεφθεί, ανεπιτυχώς, και τη δεκαετία του 60, καθώς τα μαζικά κινήματα και οι εξεγέρσεις των μειονοτήτων, ένοπλα ορισμένες φορές, δημιουργούσαν ένα κλίμα πολιτειακής ανησυχίας. Όμως οι ΗΠΑ έχουν μπει σε ένα δρόμο οξύτατης κοινωνικής και οικονομικής πόλωσης εδώ και πολύ καιρό. Ήδη από το 2010, κοινωνιολογικά μοντέλα προέβλεπαν την κορύφωση της κοινωνικής αναταραχής “γύρω στο 2020”. (βλ. και την συνέντευξη του ρωσικής καταγωγής ερευνητή Πέτερ Τούτσιν με τίτλο: “Το 2012 είναι τρίχες. Το 2020 είναι που θα αρχίσουμε να έχουμε μεγάλα προβλήματα,” αλλά και την επιστολή του στο επιστημονικό περιοδικό Nature).

Η ανησυχία για την ακραία πόλωση προϋπήρχε της πανδημίας πάντως, και ενώ σοβούσε επί δεκαετίες, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ την εκτόξευσε. Καθώς το 2017 στον New Yorker αναρωτιόντουσαν αν οι ΗΠΑ πηγαίνουν σε έναν εμφύλιο πόλεμο νέου τύπου, ένα μυθιστόρημα περιέγραφε και αναστοχαζόταν για αυτόν ακριβώς τον νέο τύπου εμφύλιο πόλεμο. Το 2018, τα σημάδια της κοινωνικής ρήξης στις ΗΠΑ καταγράφονταν σε Καναδέζικο περιοδικό, δυο χρόνια αργότερα ένας άλλος Καναδός αρθρογράφος μελετούσε το πώς θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο στη γειτονική του χώρα, και κατέληγε αναλογιζόμενος τα μέτρα που θα έπρεπε να πάρει ο Καναδάς για να προστατευτεί από τα παρεπόμενά του. Ήδη τον Οκτώβριο του 2019, δημοσκόπηση του Georgetown Institute of Politics and Public Service, έδειχε πως 7 στους 10 Αμερικανούς ανησυχούσαν για την πιθανότητα ενός εμφυλίου πολέμου, και πως κατά μέσο όρο οι ερωτώμενοι θεωρούσαν πως οι ΗΠΑ βρίσκονταν στα δύο τρίτα του δρόμου για εμφύλιο πόλεμο. Τον Δεκέμβριο του 2019 το περιοδικό Atlantic προειδοποιούσε πως η δημογραφικά συντελούμενη μετατόπιση της Αμερικής από έθνος πλειοψηφικά λευκών σε μια πολυπολιτισμικότερη κοινωνία, δημιουργεί τις συνθήκες ώστε μεγάλο μέρος του ακροατηρίου του Ντόναλντ Τραμπ να νοιώθει εξαιρετικά άβολα αναμένοντας ένα δημοκρατικό μέλλον στο οποίο θα είναι μειονότητα. Οι εμφυλιοπολεμικές αναλογίες έδιναν και έπαιρναν.

Η ήδη τεταμένη και πολωμένη κατάσταση από τις εκλογές του 2016 και μετά βρίσκεται λοιπόν σε κρίσιμο σημείο. Σήμερα μιλάμε για μια κοινωνία που γίνεται όλο και πιο άνιση, όπου οι δολοφονίες μαύρων Αμερικανών από την αστυνομία σε ζωντανή μετάδοση ή μαγνητοσκοπημένες, οδήγησαν στην έκρηξη των διαδηλώσεων του Black Lives Matter και σε ένα πρωτοφανώς μεγάλο κίνημα διαμαρτυρίας εναντίον της κτηνώδους αστυνομικής αυθαιρεσίας και του ρατσισμού, και στην οποία η δολοφονική ακροδεξιά βία έχει γιγαντωθεί.

Η κοινωνική και πολιτική όξυνση που υπήρχε στις ΗΠΑ πάτησε γκάζι το 2020. Εν μέσω της πανδημίας, με πυροβολημένους φονταμενταλιστές και ρατσιστές χωρικούς με ισχυρά πυροβόλα να κατεβαίνουν και να πολιορκούν ανενόχλητοι κυβερνεία σε πολιτείες όπου ο κυβερνήτης ήταν Δημοκρατικός, και ενώ παράλληλα οι διαδηλωτές του BLM ζητούσαν την κατάργηση της αστυνομίας, εν μέσω θανατικού και πείνας τα πράγματα αγρίεψαν περαιτέρω και ο Τραμπ ήταν εγγύηση πως καμία θεσμική διαδικασία δε θα γινόταν σεβαστή.

Έτσι τα άρθρα και οι αναλύσεις που ανέφεραν την προοπτική εμφυλίου πολέμου ή/και διάλυσης των ΗΠΑ στα αμερικανικά ΜΜΕ αλλά και στα ΜΚΔ πολλαπλασιάστηκαν αυτό το καλοκαίρι. Ακολουθεί μια δειγματοληπτική και όχι εκτεταμένη καταγραφή από τους προηγούμενους μήνες (όλα τα άρθρα στα Αγγλικά):

Πριν φτάσουμε σε σενάρια εμφυλίου, όμως, πριν φτάσουμε ακόμα και σε λιγότερο ακραία ενδεχόμενα, θα πρέπει να δούμε τις ερχόμενες αμερικανικές προεδρικές εκλογές σαν ένα πεδίο όπου θα διακυβευθεί η αστικοδημοκρατική λειτουργία της χώρας και η ίδια της η σταθερότητα. Το Atlantic σε τελευταίο του άρθρο έχει μια εξαιρετικά μεστή ανάλυση για την στάση του Τραμπ, τα διλήμματα και τα κρίσιμα σημεία που θα προκύψουν μετά τις εκλογές, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα. Το σενάριο της στρατιωτικής εμπλοκής και της θερμής εμφύλιας σύγκρουσης δεν νομίζω, παρ’όλους τους φόβους και την αρθρογραφία που παρέθεσα, πως είναι εν τέλει πιθανό. Αλλά είναι βέβαιο πως ο Ντόναλντ Τραμπ εκτός απροόπτου, ή συντριπτικής ήττας, θα εξαντλήσει όλες του τις δυνατότητες, θεσμικές και μη, για να παραμείνει στον προεδρικό θώκο. Θεσμικά οι ΗΠΑ θα βγουν τραυματισμένες από την εκλογική αυτή αναμέτρηση και με ανοιχτά πολύ σκληρά κοινωνικά μέτωπα στο μέλλον.

Υπάρχει πάντως μια πολιτική ασυμμετρία στις δύο πλευρές. Από τη μια ο Τραμπ συσπειρώνει όλη τη ρατσιστική και βίαιη βάση της ακροδεξιάς (που το κόμμα του εκτρέφει εδώ και δεκαετίες) και την αστυνομία, αλλά από την άλλη ο Τζο Μπάιντεν δεν είναι με κανέναν τρόπο ικανός να εμπνεύσει την πιο ριζοσπαστική πλευρά της αμερικανικής κοινωνίας για κάποιου είδους σύγκρουση αρχών. Απέναντι στην υπονόμευση των εκλογών, ακόμα και στη φασιστική απειλή, αμφιβάλλω αν το Δημοκρατικό κόμμα θα προχωρήσει σε δραστικές επιλογές. Το ένστικτο του κατεστημένου των Δημοκρατικών όταν βρίσκονται σε συστημικά ριψοκίνδυνα μονοπάτια είναι να παραιτούνται: το είδαμε με την κλοπή των εκλογών του 2000 από τον Τζορτζ Μπους, όταν ο Αλ Γκορ αποδέχθηκε το αποτέλεσμα στη Φλόριντα παρά τις τεράστιες ανωμαλίες στην εκλογική διαδικασία, χωρίς καμία μάχη. Οι Δημοκρατικοί δείχνουν ήδη σημάδια υποταγής: τόσο η ηγέτης των Δημοκρατικών στο κογκρέσο Πελόσι που προκαταβάλλει την αποδοχή μιας νίκης του Τραμπ, όσο και ο Μπάιντεν που αποκλείει τη διεύρυνση της σύνθεσης του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ αν ο Τραμπ ορίσει πραξικοπηματικά λίγες ημέρες πριν τις εκλογές Ανώτατο Δικαστή. Το ότι φυσικά τα δύο κόμματα συγκλίνουν σε πολλές κεντρικές γεωπολιτικές και οικονομικές πολιτικές (οι δημοκρατικοί π.χ. υπερψήφισαν τον τερατώδη αμυντικό προϋπολογισμό, και εν μέσω πανδημίας αρνήθηκαν να τον περικόψουν) είναι ένα επίσης κρίσιμο δεδομένο για να σκεφτεί κανείς μέχρι πού μπορεί να φτάσει η σύγκρουση…

Όπως και να έχει οι φετινές εκλογές στις ΗΠΑ δε θα είναι σαν τις προηγούμενες. Μια βαθιά συστημική και θεσμική κρίση στις ΗΠΑ, θα έχει οικονομικό και γεωπολιτικό αντίκτυπο. Ο κόσμος όλως και όχι μόνο οι πολίτες των ΗΠΑ, δικαίως θα παρακολουθήσει τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου με μια κάποια αγωνία…

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα