ΑΘΗΝΑ
15:17
|
23.04.2024
Η άνοδος και η πτώση του Δημοκρατικού κυβερνήτη, Άντριου Κουόμο καταποντίζει και τους μηχανισμούς κατασκευής πολιτικών ειδώλων.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Πριν από έναν περίπου χρόνο, ο 63χρονος Δημοκρατικός κυβερνήτης της Νέας Υόρκης, Άντριου Κουόμο αναδεικνυόταν σε έναν σύγχρονο ήρωα της Αμερικής. Διθυραμβικά δημοσιεύματα στον συστημικό και φιλικό προς τους Δημοκρατικούς Τύπο τόνιζαν την αποφασιστικότητα και την αποτελεσματικότητα του πολιτικού άνδρα που υποτίθεται ότι είχε προβλέψει τη σοβαρότητα της πανδημίας του κορονοϊού και είχε προχωρήσει σε σειρά μέτρων που προστάτευαν τον πληθυσμό στο “Μεγάλο Μήλο” και περιόριζαν τις συνέπειες της πρωτοφανούς και δραματικής υγειονομικής κρίσης. Ο Κουόμο αντιπαραβαλλόταν ευθέως στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ που είχε υποτιμήσει τον ιό, είχε παραπλανήσει το κοινό και είχε καταφύγει σε θεωρίες συνωμοσίας για να ερμηνεύσει τις ρίζες και τις συνέπειες της υγειονομικής κρίσης, αφήνοντας την τραγωδία να καλπάζει ανεξέλεγκτη.

Στο CNN η συστημική δημοσιογραφία με τις κατάλληλες δόσεις νεποτισμού ξεπερνούσε τον εαυτό της. Στις 30 Μαρτίου 2020, ο 50χρονος δημοσιογράφος και παρουσιαστής, Κρις Κουόμο καλούσε τον μεγάλο του αδερφό, Άντριου στην εκπομπή του, Cuomo Prime Time για μια χαλαρή, γλυκανάλατη και προκατασκευασμένη συνέντευξη που περιστράφηκε γύρω από το φαινομενικά αθώο ερώτημα αν ο “πετυχημένος” και “δημοφιλής” κυβερνήτης που είχε “καταπολεμήσει” τον κορονοϊό ήθελε να κατέλθει για πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Πού σταματούσαν οι πολιτικές φιλοδοξίες του “ασυναγώνιστου” κυβερνήτη όλων (πλην των τραμπικών…) των Νεοϋορκέζων; Ο Άντριου Κουόμο χασκογελούσε μπροστά στην κάμερα εμφανώς κολακευμένος αλλά αρνιόταν κατηγορηματικά πως ήταν στις προθέσεις του η κάθοδος στον εκλογικό στίβο με έπαθλο το ανώτατο πολιτικό αξίωμα της χώρας. Ο αδερφός του, από την άλλη πλευρά, τον πίεζε τάχα φορτικά να δώσει τη μόνη πρέπουσα για το CNN και το κόμμα των Δημοκρατικών απάντηση : ναι, το 2024. Ή μήπως και νωρίτερα;

Ο σχολιογράφος στην ιστοσελίδα του καναλιού, Κρις Γκίλιζα υπογράμμιζε την επόμενη μέρα ότι “η άρνηση του Κουόμο να διεκδικήσει την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών είναι ένα τεράστιο πολιτικό λάθος για τον ίδιο και την Αμερική. Τα έχει πάει περίφημα στην πανδημία. Το 87% των πολιτών της Νέας Υόρκης διάκειται θετικά στην καταπληκτική δουλειά που έχει κάνει στη διάρκεια της κρίσης (σ.σ. τον πρώτο μήνα της) ενώ η προσωπική του δημοφιλία ξεπερνά το 70%. Βέβαια, και ο Μπαράκ Ομπάμα έλεγε αρχικά ότι δεν ενδιαφέρεται για το Οβάλ Γραφείο, αλλά στη συνέχεια άλλαξε γνώμη. Γενικά, οι πολιτικοί και ειδικά οι πραγματικά πετυχημένοι πολιτικοί δεν θα έπρεπε να κλείνουν την πόρτα στις προοπτικές και τη διεκδίκηση ενός υψηλότερου αξιώματος. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν έχουν το προφίλ και την καριέρα του Άντριου Κουόμο”.

Μερικές αράδες πιο κάτω, ερχόταν η “απροειδοποίητη” βόμβα διά χειρός του ανοικονόμητου αρθρογράφου: “Αυτή τη στιγμή (σ.σ. 31 Μαρτίου 2020) ο Κουόμο είναι 62 ετών. Δεν είναι απαγορευτική ηλικία για να διεκδικήσει κανείς την προεδρία της Αμερικής. Εξάλλου, στην κούρσα των Δημοκρατικών έχουν απομείνει ο Τζο Μπάιντεν και ο Μπέρνι Σάντερς που και οι δύο είναι μεγαλύτεροι στην ηλικία από τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης. Βέβαια, ο Κουόμο δύσκολα θα έμπαινε στην κούρσα του χρίσματος σήμερα (!), καθώς και μεταξύ άλλων έχει δηλώσει την υποστήριξη του προς τον Μπάιντεν και οι δύο τους είναι σύμμαχοι από παλιά και έχουν παραπλήσιες ιδέες για τον τρόπο διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, θα υπάρχει μια μελλοντική ευκαιρία για τον Κουόμο να διεκδικήσει την προεδρία”.

Η υπόγεια ενθάρρυνση του CNN να κατέβει ο Κουόμο ουσιαστικά ως υποψήφιος πρόεδρος έκτακτης ανάγκης των Δημοκρατικών, απέναντι στον Τραμπ και με τις φρέσκες δάφνες της “αποτελεσματικής αντιμετώπισης” της πανδημίας ως πολιτικό όπλο έβαλε φωτιά στο πολιτικό και ειδησεογραφικό παρασκήνιο των Ηνωμένων Πολιτειών για έναν ολόκληρο μήνα. Στις 6 Απριλίου, ο Γκρεγκ Σνάιντερ, αρχισυντάκτης της εφημερίδας Philadelphia Inquirer παρότρυνε ανοιχτά τον Μπάιντεν να αποσυρθεί από την κούρσα για το προεδρικό χρίσμα και να δώσει γραμμή στους οπαδούς και αντιπροσώπους του να ψηφίσουν Κουόμο πρώτα για το χρίσμα των Δημοκρατικών και κατόπιν για τον Λευκό Οίκο. Στις 13 Απριλίου, οι New York Times, με ένα μάλλον διφορούμενο άρθρο, τόνιζαν ότι “ο Μπάιντεν με τον Κουόμο είναι αδιαμφισβήτητα οι δύο σταθεροί πυλώνες στους οποίους βασίζεται η Αμερική μέσα στη χειρότερη στιγμή της εθνικής κρίσης. Αλλά οι δύο τους κάποτε ήταν σύμμαχοι, ήταν φίλοι και ήταν έως πρότινος αλληλοσυμπληρούμενοι παίκτες”. Με άλλα λόγια, ο παρελθοντικός χρόνος των ρημάτων υποδήλωνε ότι η τυπική υποστήριξη του Κουόμο προς τον Μπάιντεν δεν μπορούσε να σβήσει την επαμφοτερίζουσα στάση του πρώτου, ο οποίος τις προηγούμενες δύο δεκαετίες ήταν πολιτικός φίλος και συμπαραστάτης καταρχάς της οικογένειας Κλίντον, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν στη συγκυρία.

Η ενδεχόμενη “ουρανοκατέβατη” υποψηφιότητα του Κουόμο για την προεδρία της Αμερικής είχε ιντριγκάρει και τον Τραμπ που φερόταν να επιζητά μια τέτοια σύγκρουση. “Οι Δημοκρατικοί πρέπει να σκεφθούν την υποψηφιότητα Κουόμο. Εξάλλου είναι πολύ καλύτερος πολιτικός από τον Υπναρά Τζο (σ.σ. παρατσούκλι του Μπάιντεν)” έλεγε ο πρόεδρος σε συνεργάτες του, πάντα σύμφωνα με τους New York Times που προσπαθούσαν να συμμαζέψουν την κατάσταση προτού εξελιχθεί σε αυτοκαταστροφικό “εμφύλιο” της τελευταίας στιγμής για τους Δημοκρατικούς, υποδεικνύοντας εμμέσως πλην σαφώς πως μια υποψηφιότητα Κουόμο θα μπορούσε να ευνοήσει εντέλει την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Ίσως η εφημερίδα-ναυαρχίδα του αμερικανικού κατεστημένου να ήξερε κάτι περισσότερο ήδη από τότε.

Τις τελευταίες εβδομάδες, ο Άντριου Κουόμο είναι ένας εκπεσών άγγελος της Αμερικής. Ο ήρωας έχει δώσει τη θέση του πρώτα στον απατεώνα και παραχαράκτη της πανδημίας και εν συνεχεία στον σεξουαλικό παραβάτη και ακραία επιθετικό αρσενικό. Ο κυβερνήτης και εκλεκτός πολλών μέσων ενημέρωσης, με πρώτο το “οικογενειακό” CNN, βλέπει το ‘’πετυχημένο’’ προφίλ του να καταρρακώνεται σε ζωντανή μετάδοση και σε καθημερινή ανάγνωση.

Εν αρχή, ήταν η αναδρομική έρευνα της εισαγγελίας της Νέας Υόρκης, με επικεφαλής την δικηγόρο Λετίσια Τζέιμς για τα πραγματικά και όχι εικονικά στοιχεία της πανδημίας στην πολιτεία. Το συμπέρασμα ήταν κανονικός κόλαφος για τον Κουόμο. Η πολιτεία της Νέας Υόρκης έχει αποκρύψει τους μισούς τουλάχιστον θανάτους από Covid-19 που έχουν υπάρξει. Πέτρα του σκανδάλου και μαύρη τρύπα στις στατιστικές και πραγματικές καταγραφές είναι τα ιδρύματα ευγηρίας που ανήκουν στη δικαιοδοσία και την εποπτεία των πολιτειακών αρχών. Τα επίσημα στοιχεία έως τις 30 Δεκεμβρίου έκαναν λόγο για 7.500 θανάτους, η αναδρομική επανεξέταση απέδειξε πως έχουν καταλήξει τουλάχιστον 15.000 ηλικιωμένοι μέσα στα ιδρύματα φροντίδας.

Στις 17 Φεβρουαρίου, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI) ανακοίνωσε πως ξεκινά τη δική του ανεξάρτητη έρευνα για τους πραγματικούς θανάτους από κορονοϊό με επίκεντρο τα γηροκομεία αλλά και τα νοσηλευτικά ιδρύματα στο Μπρούκλιν. Αντικείμενο της έρευνας είναι μεταξύ άλλων η απόδοση ποινικών ευθυνών στον κυβερνήτη Κουόμο για αλλοίωση και απόκρυψη στοιχείων εν γνώση του και κατ’ εντολή του, προκειμένου οι θάνατοι στα ιδρύματα να μην περιλαμβάνονται στον γενικό απολογισμό της πολιτείας που ανακοινωνόταν καθημερινά από το Γραφείο Δημοσίων Σχέσεων και Τύπου. Μόλις το FBI ανακοίνωσε την έναρξη της έρευνας του, ο Κουόμο έσπευσε να δώσει στη δημοσιότητα μια δήλωση “αποδοχής μερικής ευθύνης” για την ‘’εσφαλμένη παρακράτηση (;) κρίσιμων δεδομένων που αφορούσαν την καταγραφή των νεκρών από Covid-19”. “Δεν έγινε τίποτα το παράνομο ή το ανήθικο, απλώς δεν πέτυχαν στην αποστολή τους ορισμένοι άνθρωποι της διοίκησης μου”, ισχυρίστηκε εν συνεχεία και πάντα εγγράφως ο Κουόμο.

Η δήλωση του κυβερνήτη άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Πολιτειακοί βουλευτές με πρώτον τον Δημοκρατικό Ρον Κιμ κατηγόρησαν τον Κουόμο για διαφθορά, απάτη και παρακώλυση της δικαιοσύνης, απαιτώντας την αναστολή κάθε δραστηριότητας που σχετίζεται με τα κυβερνητικά του καθήκοντα έως ότου ξεκαθαριστεί η κατάσταση. Παράλληλα, απαίτησαν την επαναφορά των έκτακτων νομοθετικών αρμοδιοτήτων με τις οποίες το τελευταίο διάστημα και με πρόσχημα την πανδημία είχε ενισχυθεί ο κυβερνήτης στην πολιτειακή Βουλή των Αντιπροσώπων.

“Μερική ευθύνη για παραχάραξη των στοιχείων που αφορούν τους νεκρούς από Covid-19 δεν σημαίνει ανάληψη της πραγματικής ποινικής ευθύνης για όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας και ωθούν το FBI να πραγματοποιήσει τη δική του έρευνα”, έγραψε ο Κιμ σε σχετικό άρθρο του στην εφημερίδα New York Post, ενώ άλλοι πολιτειακοί βουλευτές βρήκαν φιλόξενη στέγη για να ξεμπροστιάσουν τον Κουόμο στις prime time εκπομπές του Fox News, που κατά τα άλλα στήριξαν σταθερά τα τελευταία χρόνια τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτή η σπουδή ανάδειξης του σκανδάλου απόκρυψης και αλλοίωσης στοιχείων για τους θανάτους από Covid-19 μέσω και των φιλοτραμπικών μέσων ενημέρωσης οδήγησε τον Κουόμο στην αντεπίθεση, μέσω της παλιότερης τακτικής των πολιτικών που πιάνονται επ’ αυτοφώρω: δεν υπήρχε πια κάποιο σκάνδαλο, αλλά μια ενορχηστρωμένη πλεκτάνη των πολιτικών του αντιπάλων που ήθελαν να τον πλήξουν. Προφανώς του είχε διαφύγει πως η όλη υπόθεση είχε έρθει στο φως πρώτα από την εισαγγελία της Νέας Υόρκης και κατόπιν από το FBI, δύο ανεξάρτητες αρχές που δεν λογοδοτούν στην προεδρία, ενώ και ο ίδιος είχε προβεί νωρίτερα από τις κατακλυσμικές ειδήσεις του Fox News σε “μερική παραδοχή ευθύνης” για την “παρακράτηση στοιχείων”. Με άλλα λόγια, ο Κουόμο είχε παραδεχτεί έστω και εν μέρει την ύπαρξη διπλών βιβλίων και την απόκρυψη σημαντικών στοιχείων στην καταγραφή των ηλικιωμένων θυμάτων της πανδημίας.

Την ίδια εκείνη μέρα, 24 Φεβρουαρίου, που ο Κουόμο πάλευε να φιλοτεχνήσει το αφήγημα ενός αδίκως καταδιωκόμενου από τους εχθρούς και αντιπάλους του πολιτικού, έσκασε σαν βόμβα μεγατόνων η δεύτερη υπόθεση ποινικού ενδιαφέροντος που αφορά τον κυβερνήτη και τα πεπραγμένα του. Με άρθρο της στην ιστοσελίδα Medium η δικηγόρος, παλιά συνεργάτιδα του Κουόμο, για κάποιο διάστημα επικεφαλής οικονομικών υπηρεσιών της πολιτείας και υποψήφια για το αξίωμα του τοπικού προέδρου της κοινότητας του Μανχάταν, Λίντσεϊ Μπόιλαν κατηγόρησε τον κυβερνήτη των Δημοκρατικών για χυδαία σεξουαλική επίθεση εναντίον της τον Οκτώβριο του 2017 κατά τη διάρκεια μιας πτήσης με το κρατικό αεροσκάφος. “Ο Άντριου Κουόμο χρησιμοποίησε τη δύναμη του ως κυβερνήτης για να με παρενοχλήσει σεξουαλικά όπως είχε ήδη κάνει με πολλές ακόμη γυναίκες”, τόνισε στο άρθρο της η Μπόιλαν περιγράφοντας δυο διαδοχικές σκηνές πρόσκλησης για ένα “παιχνίδι πόκερ με σταδιακό γδύσιμο του χαμένου στις παρτίδες” και επίθεσης για να αποσπάσει ένα φιλί από την έντρομη υφισταμένη του. Μάλιστα, η Μπόιλαν ισχυρίστηκε ότι ανάλογες επιθέσεις είχαν δεχθεί τουλάχιστον δύο ακόμη εργαζόμενες στο γραφείο του κυβερνήτη, ενώ ο Κουόμο δεν έπαψε να την παρενοχλεί σεξουαλικά έως την οριστική παραίτηση της από τις θέσεις της στην πολιτειακή διοίκηση που έγινε την επόμενη χρονιά.

Το γραφείο του κυβερνήτη της Νέας Υόρκης επιστράτευσε σχεδόν όλους τους άνδρες προϊσταμένους της Μπόιλαν, από τον υπ’ αριθμόν δύο στο Γραφείο Κυβερνήτη, Τζον Μαγκάιορ έως τον επικεφαλής του Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων, Ντάνι Λέβερ προκειμένου να τρωθεί η αξιοπιστία της καταγγέλλουσας. Όλοι τους διέψευσαν τις κατηγορίες ως “φαιδρά αποκυήματα της φαντασίας” και “αυταπόδεικτα ψέματα” μιας “μπερδεμένης κοπέλας”. Η εισαγγελία όμως της Νέας Υόρκης φαίνεται πως έχει άλλη άποψη στο θέμα των καταγγελιών. Έτσι, και για το ζήτημα της σεξουαλικής επίθεσης και παρενόχλησης, η Λετίσια Τζέιμς άνοιξε δεύτερο φάκελο εναντίον του Άντριου Κουόμο δίπλα σε εκείνον των πλαστών και αποσπασματικών στοιχείων για τους νεκρούς της πανδημίας.

Προτού κάνει τον κύκλο του ο πολιτικός και δημοσιογραφικός σάλος για την πρώτη υπόθεση σεξουαλικής παρενόχλησης και επίθεσης, ήρθε και η δεύτερη καταγγελία, αυτή τη φορά από την 25χρονη Σαρλότ Μπένετ που ήταν ειδική σύμβουλος του κυβερνήτη σε θέματα δημόσιας υγείας. Η Μπένετ κατήγγειλε την περασμένη Παρασκευή ότι παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από τον Κουόμο πριν από μερικούς μήνες, την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2020, περιγράφοντας τη δραματική εμπειρία της στις στήλες των New York Times. ‘’Δεν με άγγιξε, αλλά άφηνε υπονοούμενα που με έκαναν να τρομάξω. Κάποια στιγμή με είχε ρωτήσει δήθεν αθώα και ανοιχτά αν θα ενέκρινα μια ερωτική σχέση με έναν πολύ μεγαλύτερο μου άνδρα”, υποστήριξε η 25χρονη πρώην ειδική σύμβουλος. Η δεύτερη μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα καταγγελία εξώθησε τον Κουόμο να αλλάξει γραμμή πλεύσης.

Ενώ στην περίπτωση της Μπόιλαν έβαλε λυτούς και δεμένους (άνδρες) να απαξιώσουν την καταγγελία της, μόλις προέκυψε η συνέντευξη της Μπένετ (και μάλιστα στους New York Times…), πρώτα εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία διαβεβαίωνε σε προσωπικό τόνο όλους του κατοίκους της Νέας Υόρκης ότι “δεν προσέγγισα ερωτικά την κ. Μπένετ, ούτε είχα ποτέ σκοπό να ενεργήσω με οποιονδήποτε ακατάλληλο τρόπο. Αντίθετα προσπάθησα ως μέντορας της να την υποστηρίξω επειδή μου είχε εκμυστηρευτεί πως είχε πέσει θύμα σεξουαλικής επίθεσης”. Εν συνεχεία και πάντα στην ίδια ανακοίνωση, δήλωσε πρόθυμος να συνεργαστεί με τις δικαστικές αρχές προκειμένου να χυθεί άπλετο φως στις καταγγελίες. Ταυτόχρονα, προανήγγειλε τη σύσταση ειδικής επιτροπής με επικεφαλής τnν πρώην ομοσπονδιακή δικαστίνα, Μπάρμπαρα Τζόουνς που θα συνεργαστεί με την επικεφαλής σύμβουλο του Γραφείου Κυβερνήτη, Μπεθ Γκάρβεϊ προκειμένου να αποσαφηνιστεί η αλήθεια των καταγγελιών. Με άλλα λόγια, ο Κουόμο επιστρατεύει γυναίκες και ιδρύει ad hoc επιτροπές εξωδικαστικής έρευνας για να τον απεμπλέξουν από τις νέες περιπέτειες και την πιθανή χιονοστιβάδα καταγγελιών και μηνύσεων που μόλις ξεκίνησε και έχει φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τον για πάνω από δέκα χρόνια κυβερνήτη του “Μεγάλου Μήλου”.

Όπως κι αν εξελιχθούν τα πράγματα και οι δικαστικές και αστυνομικές έρευνες για την πανδημία και τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις, το πολιτικό χαρτί του Κουόμο για τη μελλοντική διεκδίκηση του Λευκού Οίκου δείχνει εντελώς καμένο. Το ίδιο τραυματισμένοι και απαξιωμένοι εμφανίζονται ξανά οι ειδησεογραφικοί μηχανισμοί κατασκευής πολιτικών ειδώλων και “ηρώων” που είχαν προωθήσει τον 63χρονο κυβερνήτη στη βιτρίνα της αμερικανικής πολιτικής. Το 2024 έληξε πρόωρα για τον Κουόμο και τους δημοσιογραφικούς συμπαραστάτες του. Και μπορεί οι καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση να μονοπώλησαν τον αφρό και στις ειδήσεις των διεθνών πρακτορείων, αλλά τα διπλά βιβλία και τα πειραγμένα στοιχεία της πανδημίας και των νεκρών είναι εκείνα που πρώτα και κύρια γκρεμίζουν τον πολιτικό μύθο του Άντριου Κουόμο. Ενίοτε και ο επίδοξος Καίσαρας πρέπει όχι απλώς να είναι, αλλά και να δείχνει τίμιος. Αλλιώς ούτε το CNN δεν μπορεί να του ρίξει ένα σωσίβιο πολιτικής σωτηρίας.  

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

ΠΑΣΟΚ για έκθεση Στέιτ Ντιπάρτμεντ: Η Ν.Δ. να πάψει να παριστάνει το θύμα

Κόντρα Μασκ-Αλμπανίζι: «Νομίζει ότι είναι υπεράνω του νόμου»

Παραμένει στην φυλακή ο Ιρανός πρόσφυγας Χομαγιούν Σαμπετάρα

Νέα Αριστερά για τη φωτιά στη Σούδα: Η κυβέρνηση δεν μαθαίνει από τις αποτυχίες της

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα