Η αλλαγή “ύφους” της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής μετά την αλλαγή κυβέρνησης στις ΗΠΑ και οι πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν περί δήθεν ενίσχυσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ελευθερίας έκφρασης και λόγου στη χώρα του, προκαλούν κάτι σαν…νευρικό γέλιο στους αρθρογράφους της ισραηλινής γνωστής εφημερίδας Χαάρετζ.
Θεωρούν ότι η Τουρκία για να πείσει τους συνομιλητές της περί της σοβαρότητας προθέσεων θα πρέπει να καταβάλλει έμπρακτες σοβαρές προσπάθειες και όχι φθηνά λόγια.
“Ακόμη και εάν η Τουρκία σταματήσει τις έρευνες για κοιτάσματα υδρογονανθράκων σε θαλάσσιες περιοχές που διεκδικεί η Ελλάδα και η Κύπρος, ακόμη και εάν υποχωρήσει στο θέμα των (σ.σ. ρωσικών πυραύλων) S400, κάνει συμβιασμούς με Κούρδους μαχητές που μάχονται το “Ισλαμικό Κράτος”, αποχωρήσει από τη Λιβύη και σταματήσει να χρησιμοποιεί εκατομμύρια πρόσφυγες στο έδαφός της σαν όπλο κατά της Ευρώπης, ακόμη και τότε, η Τουρκία θα έχει να κάνει πολλή δουλειά για να πείσει τη Δύση ότι μετά από δεκαετίες αδιαλλαξίας μπορεί ξαφνικά να λογιστεί αξιόπιστος, στρατηγικός εταίρος” γράφει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος Δρ. Σάιμον Α. Βάλντμαν, που είναι λέκτωρας στο King College του Λονδίνου.
Και συνεχίζει: “Η Τουρκία θα πρέπει επίσης να βελτιώσει τις επιδόσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα και να αναστρέψει την προβληματική δημοκρατία που αναφέρεται σχεδόν σε κάθε σύνοδο κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και η οποία επισημάνθηκε την περασμένη βδομάδα σε επιστολή 170 Αμερικανών βουλευτών προς τον πρόεδρο Μπάιντεν, ο οποίος έχει “ξεχάσει” να πιάσει το ακουστικό και να πάρει στον τηλέφωνο τον Τούρκο ομόλογό του.
Προχωρώντας σε μία “γενναιόδωρη” εκτίμηση των “δυτικών” αξιών της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ο αρθρογράφος της Χαάρετζ επισημαίνει πως συνιστούν έναν “κεντρικό πυλώνα για τις θεσμικές σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση” (αν και οι αρκετοί εδώ στην Ελλάδα αντιλαμβανόμαστε ως βασικό γνώμονα αυτών των σχέσεων γεωπολιτικά και ισχυρά οικονομικά συμφέροντα…).
Παρόλα αυτά ο Ισραηλινός αρθρογράφος κάνει τα στραβά μάτια, μπροστά στην προσπάθειά του να αναδείξει πόσο “αταίριαστες” αν όχι “ανάρμοστες” καταντούν πλέον οι σχέσεις ανάμεσα σε “Δύση” και Τουρκία.
Αξιοποιεί έτσι την περίπτωση του ΝΑΤΟ υπενθυμίζοντας ότι στα πρώτα άρθρα καταστατικού του Βορειοατλαντικού Συμφώνου υπάρχει σαφής αναφορά σε μέλη που είναι “αποφασισμένα να προασπίσουν την ελευθερία, την κοινή κληρονομιά και τον πολιτισμό των λαών τους , στη βάση των αρχών της δημοκρατίας, της ατομικής ελευθερίας και της έννομης τάξης”. Και τονίζει: “Ειλικρινά τώρα εάν το ΝΑΤΟ ιδρυόταν ξανά σήμερα, η Τουρκία δεν θα είχε τα προσόντα για να γίνει μέλος”.
Παρόμοια άποψη έχει και για τις σχέσεις της Τουρκίας με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), εκτιμώντας πως εάν η Άγκυρα έκανε σήμερα αίτηση “δεν θα γινόταν μέλος”. “Ο ΟΟΣΑ τώρα ζητά από τα νέα μέλη να δεσμευτούν σε μία κοινωνία χωρών υπό τις αξίες της δημοκρατίας, στη βάση έννομης τάξης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων”.
Το ίδιο εκτιμά και για το Συμβούλιο της Ευρώπης στο οποίο η Τουρκία εντάχθηκε το 1950.
Εν κατακλείδα, ο αρθρογράφος εκτιμά ότι όποιο σχέδιο δράσης και εάν παρουσιάσει η Τουρκία, η κατάσταση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων “βρίσκεται στα τάρταρα καθιστώντας αδύνατη την πιθανότητα ουσιαστικής επαναπροσέγγισης με την Δύση”.