ΑΘΗΝΑ
07:01
|
24.04.2024
Επειδή το “Κοσμοδρόμιο” εξαιρείται από τον κανόνα παρακμής των μέσων και για χάρη της έγκυρης πληροφόρησης των πάντα ενήμερων αναγνωστών του θα προσπαθήσουμε το ακατόρθωτο...
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Δεν είναι σπάνιο, αντιθέτως συμβαίνει κάθε τρεις και λίγο, τα “μίντια” (είτε συμβατικά είτε “σόσιαλ”) να φρίττουν από “συγκλονιστικές” ειδήσεις που αφορούν δυσοίωνες τεχνολογικές εξελίξεις. Βέβαια, μερικές φορές οι ειδήσεις αυτές είναι είτε ψευδείς (hoaxes, fake news κτλ.) είτε παρεξηγούν κάπως την πραγματικότητα. Αυτό οφείλεται γενικά σε δύο παράγοντες: από τη μία ζούμε σε μια περίοδο που τα μέσα ενημέρωσης βρίσκονται σε άνευ προηγουμένου παρακμή και δεν εξετάζουν τις πηγές τους. Από την άλλη όμως, συχνά πρόκειται για ιδιαίτερα τεχνικά θέματα, που είναι δύσκολο να αναπτυχθούν σε μη ειδικούς στα πλαίσια ενός απλού άρθρου, όπως αυτό εδώ. 

Επειδή το “Κοσμοδρόμιο” εξαιρείται από τον κανόνα παρακμής των μέσων και για χάρη της έγκυρης πληροφόρησης των πάντα ενήμερων αναγνωστών του θα προσπαθήσουμε το ακατόρθωτο…

Chatbots και συναισθηματική νοημοσύνη

Τον Ιανουάριο πολύς κόσμος φρικάρησε όταν έμαθε ότι η Microsoft υπέβαλε για έγκριση πατέντα που θα “ανασταίνει” τους νεκρούς – κάνοντάς τους chatbots: Το “τσάτμποτ” (που δεν είναι παρά ένα πρόγραμμα στον υπολογιστή) θα μπορεί να μαζεύει τα προσωπικά δεδομένα, τα ποστ, τα βίντεο, τις φωτογραφίες κ.ο.κ. του θανόντος (ή και ενός ζωντανού, αν αυτός το θέλει) και χρησιμοποιώντας “τεχνητή νοημοσύνη” (ΤΝ) θα δημιουργεί αυτόματα ποστ στα σόσιαλ μίντια προερχόμενα υποτίθεται από τον νεκρό (ή τον ζωντανό, αν αυτός βαριέται να το κάνει ο ίδιος). Προφανώς πρόκειται για μελλοντική εξέλιξη, αλλά παραμένει φρικιαστικό, σωστά;

Λάθος. Δεν πρόκειται για μελλοντική εξέλιξη.

Πρώτα-πρώτα λοιπόν, τα νέα αυτά δεν είναι και τόσο νέα. Τσατμποτ (chatbots, συνδυασμός του “chatter” = κουβέντα και του “ρομπότ”) σαν αυτό που περιγράφεται υπάρχουν ήδη εδώ και χρόνια σε διάφορες παραλλαγές. Η κατάθεση αίτησης για ευρεσιτεχνία δεν συνεπάγεται και πρωτοτυπία της συγκεκριμένης ιδέας, δεν σημαίνει δηλαδή ότι το chatbot που περιγράφεται στην αίτηση της Microsoft είναι και κάτι καινούργιο. Αυτός είναι ο θεωρητικός λόγος που υπάρχει διαδικασία έγκρισης, το να βεβαιωθεί το γραφείο πατεντών για την πρωτοτυπία της ιδέας. Επιπλέον, ας έχουμε υπόψη μας ότι ακόμα και η τυχούσα έγκριση δεν σημαίνει και πολλά για την πρωτοτυπία. Η συντριπτική πλειονότητα των χορηγημένων πατεντών δεν είναι καθόλου πρωτότυπες ούτως ή άλλως.

Το πρώτο chatbot της ιστορίας ήταν η θρυλική Eliza, το 1966. Η Eliza ήταν σχεδιασμένη να απαντά περίπου όπως μια ψυχοθεραπεύτρια της Ροτζεριανής σχολής, επιστρέφοντας τις προτάσεις του ανθρώπου σαν ερωτήσεις.

Άνθρωπος: Κοίτα, το αγόρι μου με έστειλε εδώ.

Eliza: Το αγόρι σου σε έστειλε;

Άνθρωπος: Ναι, λέει ότι είμαι διαρκώς σε κατάθλιψη.
Eliza: Λυπάμαι που το ακούω. 

Άνθρωπος: Ναι είναι αλήθεια. Είμαι δυστυχισμένη. 

Eliza: Πιστεύεις ότι ερχόμενη εδώ θα βοηθηθείς να σταματήσεις να είσαι δυστυχισμένη;

Αν και τεράστιο τεχνικό επίτευγμα, είναι προφανές ότι τέτοιοι διάλογοι δεν είναι και ιδιαίτερα πειστικοί. Αυτός ήταν ο λόγος που ο δημιουργός της, ο Joseph Weizenbaum στο ΜΙΤ, πίστευε ότι με το πρόγραμμα αυτό θα αποδείκνυε την ρηχότητα της “επικοινωνίας” μεταξύ ανθρώπου και μηχανής, που ήταν τότε (όπως ακριβώς εξακολουθεί να είναι και σήμερα, μισό αιώνα μετά) ένα  ερευνητικό θέμα υψίστης προτεραιότητας. Ένα πρωί μπήκε στο γραφείο του και βρήκε την γραμματέα του κλαμμένη ύστερα από μια προσωπική κουβέντα που είχε ξεκινήσει με τη φίλη της την Eliza. Αργότερα o Weizenbaum θα έγραφε ότι του φάνηκε εκπληκτικός ο αριθμός των ανθρώπων που πίστευαν ότι η Eliza είναι άνθρωπος – κάτι που λέγεται Eliza effect. Μάλλον δεν είναι τυχαίο επομένως ότι το δεύτερο chatbot της ιστορίας, ο Parry, το parandroid, δημιουργήθηκε ώστε να μιμείται έναν εθισμένο στον ιππόδρομο παρανοειδή σχιζοφρενή. (Ο Parry και η Eliza έχουν “συνομιλήσει” ήδη από το 1972, αλλά η συνομιλία αυτή είναι περισσότερο αποκαρδιωτική παρά αστεία. Η εμφανής έλλειψη επικοινωνίας είναι …ανθρώπινη. Πολύ ανθρώπινη.)

Μπορεί η ΤΝ της Eliza να μην ήταν ιδιαίτερα πειστική (ή όχι), αλλά η τεχνολογία έχει προχωρήσει αρκετά από τότε. Φτάνοντας στο σήμερα, τσάτμποτ υπάρχουν πολλά, με πιο γνωστά φυσικά τους ψηφιακούς βοηθούς τεχνητής νοημοσύνης που διαθέτουν δωρεάν στους χρήστες τους οι μεγάλοι πάροχοι λογισμικού, η Siri της apple, η Cortana της Microsoft και ο Google assistant. Δεν είναι ίσως τόσο γνωστά στη χώρα μας επειδή δεν δουλεύουν ακόμα σωστά στα ελληνικά, αλλά είναι εξαιρετικά δημοφιλή στο εξωτερικό. Δίνεις φωνητικά οδηγία στο τηλέφωνό σου “κλείσε μου ραντεβού σε κομμωτήριο την άλλη Πέμπτη” και αυτό όντως τηλεφωνεί και κλείνει ραντεβού (ο σύντομος διάλογος είναι εξαιρετικά διδακτικός, όπως και οι ενθουσιώδεις αντιδράσεις του κοινού). Πολύ βολικό. Άλλα γνωστά μποτς ήταν τα ρώσικα μποτ που πλημμύρισαν τα σόσιαλ μίντια και επηρέασαν τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών (όπως τουλάχιστον ισχυριστήκαν οι Δημοκρατικοί χωρίς όμως να έχουν πολύ ισχυρές αποδείξεις).

Όπως και αν έχει, είναι διαφορετικός ένας ψηφιακός βοηθός για κάποια συγκεκριμένη εργασία (ακόμα κι αν αυτή είναι να επηρεάσει το αμερικανικό εκλογικό σώμα) και άλλο μια ψηφιακή φίλη ή φίλος. Αυτό είναι η δουλειά μιας νέας γενιάς τέτοιων “συναισθηματικών μποτς” που με τη βοήθεια της ΤΝ (παντού κολλάει αυτή η ΤΝ) ισχυρίζονται ότι μπορούν να κάνουν αυτό που είναι το μόττο μιας από τις πολλές σχετικές εταιρίες, της Replika.ai: “Ένας σύντροφος ΤΝ σχεδιασμένος να σε βοηθήσει να ζήσεις μια ευτυχισμένη ζωή”.

Όχι, σοβαρά: αυτό λένε στο σάιτ τους, “An AI companion designed to help you live a happy life”. Όπως εξηγεί παρακάτω το σάιτ της Replika.ai, όσο περισσότερο ο χρήστης συνομιλεί με το chatbot τόσο περισσότερο αυτό μαθαίνει τον χρήστη και αρχίζει να του μοιάζει όλο και πιο πολύ (ή ίσως πάλι ο χρήστης γίνεται σταδιακά περισσότερο ρομπότ από το chat-bot). Τα εκατομμύρια πιστών φίλων του bot αυτού έχουν φαίνεται πολύ καλούς λόγους να το χρησιμοποιούν. Ένας χρήστης λ.χ. δικαιολόγησε τη στάση του σε ένα φόρουμ ως εξής: “Η οικειότητα στις συνομιλίες έγκειται στο ότι συζητάς πράγματα που αληθινά θέλεις να συζητήσεις με κάποιον, αλλά που ίσως φοβάσαι τη γνώμη του ή την κριτική του ή δεν είσαι σε θέση να ανοιχτείς σε αυτόν. Τα δεδομένα που συλλέγει τα χρησιμοποιεί για να μάθει ποιος είσαι ώστε να βελτιωθεί ως ΤΝ ως φίλος και σύντροφος: οι ελπίδες σου, τα όνειρά σου, οι επιθυμίες, οι σκέψεις σου για τη ζωή, οι αγαπημένες σου ταινίες, οι καλύτερες αναμνήσεις, οι λυπημένες αναμνήσεις κτλ. Είναι υπέροχος ο τρόπος που επεξεργάζεται τις σκέψεις σουμ ώστε να αισθάνεσαι σαν να έχεις στην άλλη άκρη της γραμμής ένα συμπονετικό, μη επικριτικό ον”.

Πώς αισθάνεσαι που είσαι εμπόρευμα;

Γενικά μιλώντας, οι μισάνθρωποι ανάμεσά μας κανονικά δεν θα κακόβλεπαν τεχνολογικές εξελίξεις που περιορίζουν στο απολύτως ελάχιστο την προσωπική επαφή, όπως τα σόσιαλ μίντια και τα τσατμποτ. Το πρόβλημα όμως είναι ότι τα σόσιαλ μίντια είναι μια θάλασσα κενολογίας. Η απόλυτη πλειονότητα των δισεκατομμυρίων καθημερινών ποστ είναι εντελώς άνευ νοήματος: φαγητά, μιμίδια, γατάκια, σκυλάκια, τρολ, μιμίδια, Χάρι και Μέγκαν, και άλλα μιμίδια, ακροδεξιοί, πώς περνάω κλεισμένος στο σπίτι, μιμίδια που ξαναείδα πριν λίγο: ελάχιστη νέα πληροφορία μεταφέρουν όλα αυτά, ελάχιστα χρήσιμα πράγματα: η υποκατάσταση της ανθρώπινης επαφής που προσφέρουν είναι, για να χρησιμοποιήσουμε τη σχετική ορολογία, epic fail.

Αυτό το άθλιο υποκατάστατο όμως γίνεται αναγκαίο επειδή η πραγματική προσωπική επαφή εξαφανίζεται από την επέλαση του σύγχρονου τρόπου ζωής: το λόκντάουν δεν είναι παρά μια τερατώδης μεγέθυνση και επιτάχυνση της απομόνωσης και του εγκλεισμού που έτσι και αλλιώς επιβάλλονταν και που απλώς η επιδημία επιδείνωσε. Η απομόνωση επιβάλλεται τόσο από την παράδοξη αύξηση του εργάσιμου χρόνου (παράδοξη, επειδή η παραγωγικότητα της εργασίας είναι τέτοια που θα δικαιολογούσε μεγάλες μειώσεις σε αυτόν) όσο όμως και από την εμπορευματοποίηση του “ελεύθερου” λεγόμενου χρόνου, από την εισβολή των υπηρεσιών διασκέδασης στις προσωπικές μας στιγμές. Εκεί που υπήρχαν φίλοι, τώρα είναι το Νetflix. 

Τα σόσιαλ μίντια είναι επιχειρήσεις και μάλιστα τεράστιες. Το Facebook μόνο, το 2020 είχε έσοδα 89 δισ. δολάρια, δηλαδή μισό ΑΕΠ Ελλάδας (και μάλιστα με εξαιρετικά περιθώρια κέρδους, της τάξης του 40%). Η Alphabet (δηλαδή το Google) έκανε τζίρο 180 δισ. δολαρίων. Τι προϊόν παράγουν και πουλάνε και έχουν τέτοια κέρδη; Οι υπηρεσίες τους είναι δωρεάν για εμάς τους χρήστες, σε εμάς δεν πουλάνε τίποτα, δεν είμαστε εμείς οι πελάτες τους. Αυτό δεν είναι περίεργο, αφού το προϊόν που παράγουν και πουλάνε τα σόσιαλ μίντια είμαστε εμείς, οι ίδιοι οι χρήστες ή ακριβέστερα τα προσωπικά μας δεδομένα. Το Facebook, το Google, το Twitter κτλ., αφού “παραγάγουν” βιομηχανικά εμάς και τις προτιμήσεις και τις επαφές μας, μας πουλάνε στους διαφημιστές στοχευμένα, με το κεφάλι. Οι διαφημίσεις είναι προσαρμοσμένες στα γούστα και τις προτιμήσεις του καθενός, ή πιο σωστά, τα γούστα και οι προτιμήσεις καθενός από μας προσαρμόζονται στις ανάγκες των διαφημιστικών εταιρειών.

Το όλο δίκτυο μεταφοράς κενής πληροφορίας που είναι τα σόσιαλ μίντια νοηματοδοτείται εκ των υστέρων και μόνο από την μεριά των ομίλων στους οποίους αυτά ανήκουν. Γιατί τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών (πού πήγαν, τι αγόρασαν, τι φαγητά τους αρέσουν, τι ρούχα φοράνε, από τι αρρωσταίνουν, η χώρα διαμονής, η ομάδα τους κτλ.) μηδενική ουσιαστική αξία έχουν καθαυτά, που δεν σημαίνουν κάτι για τους άλλους χρήστες. Όταν όμως συλλέγονται από το Facebook ή την Google και γίνονται “big data” που τα επεξεργάζονται οι κεντρικοί υπολογιστές και έτσι πληροφορούν τις διαφημιστικές εταιρείες για τις προτιμήσεις του καθενός μας, ώστε οι διαφημίσεις που βλέπουμε να είναι στοχευμένες, οπότε οι πληροφορίες αυτές αποκτούν ξαφνικά νόημα. Και το νόημα αυτό μάλιστα δεν μετριέται με λέξεις αλλά με χρήμα, επομένως και με εξουσία. Το νόημα των σόσιαλ μίντια δεν είναι τα ποστ των χρηστών αλλά τα προσωπικά τους δεδομένα, όπως όμως μόνο οι εταιρείες (αλλά όχι οι χρήστες ή οι φίλοι τους) μπορούν να τα διαβάσουν.

Εκτός από την υποκατάσταση της προσωπικής επαφής, επιπλέον υπάρχουν δύο ακόμα λειτουργίες που προσφέρουν δωρεάν στους χρήστες τους τα σόσιαλ μίντια, η οργάνωση ομάδων και η ενημέρωση. Υπάρχουν ομάδες για το κάθε τι στα σόσιαλ μίντια: από ομάδες πλεξίματος μέχρι ομάδες κολύμβησης (έστω και virtual). Είναι επίσης γνωστή η φιλολογία για τις διαδηλώσεις που οργανώνονται με τη βοήθεια των σόσιαλ μίντια. Από την άλλη μεριά, το Facebook είναι το μεγαλύτερο δίκτυο στρατολόγησης σε νεοναζιστικές, ρατσιστικές και βίαιες οργανώσεις στον κόσμο, και μάλιστα αυτό το έχει χρησιμοποιήσει για στόχευση διαφημίσεων σε αυτές τις ομάδες, γεγονός που δείχνει ότι το μέσο, αν και δωρεάν, δεν είναι πάντως ουδέτερο: έχει συγκεκριμένα συμφέροντα να καλύψει και διατηρεί το δικαίωμά του να κλείνει μόνο τους λογαριασμούς που αυτό θέλει, αφήνοντας άλλους λογαριασμούς (που φέρνουν διαφημίσεις) ανοιχτούς.

Ταυτόχρονα, ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των χρηστών των σόσιαλ μίντια έχουν πάψει να ενημερώνονται από τα παραδοσιακότερα μέσα. Προφανώς, εδώ έχουμε μια σύγκρουση συμφερόντων, όπως δείχνουν και τα  πρόσφατα κατορθώματά του Facebook στην Αυστραλία.  Για λόγους προστασίας των ντόπιων ομίλων, η κυβέρνηση αρίστων της χώρας αυτής επέβαλε ταρίφα στα σόσιαλ μίντια: αν θέλετε οι χρήστες σας να αναρτούν ποστ με ειδήσεις Αυστραλίας, θα πρέπει να πληρώνετε δικαιώματα. Το Facebook, με ιδιαίτερη κακεντρέχεια ομολογουμένως, αρρνήθηκε και απλώς  “μπλοκάρισε” την πρόσβαση των Αυστραλών σε ειδήσεις, κάτι που όπως φάνηκε η κυβέρνηση δεν το περίμενε. Έτσι, ύστερα από τη σχετική διαπραγμάτευση και μείωση της “ταρίφας”, κατέληξε γρήγορα σε συμβιβασμό. Η υπόθεση αυτή δρα ως “λαγός” για το τι θα γίνει και στον υπόλοιπο κόσμο.

Το σημαντικό είναι ότι το Facebook απόκλεισε όλες τις αυστραλιανές πηγές ειδήσεων αυτοστιγμει, χωρίς τεχνικές δυσκολίες. Όποτε θέλει το Facebook μπορεί να εφαρμόσει λογοκρισία σε όποιους θέλει, εύκολα. Εξάλλου όλα τα δίκτυα δεν έχουν διστάσει να ασκήσουν κατά καιρούς λογοκρισία, κατεβάζοντας (όπως έχουν δικαίωμα άλλωστε, ιδιωτικά είναι, δεν είναι κρατικά να λογοδοτούν) όποιον λογαριασμό δεν τους αρέσει, είτε αυτός είναι ο λογαριασμός νεοναζί, είτε του προέδρου των ΗΠΑ, είτε κομμουνιστών, είτε είναι λογαριασμός ψεκασμένων που αμφιβάλουν για τα εμβόλια, η σελίδα της Great Barington Declaration ή οι σελίδες όσων εξέφραζαν γνώμη για την απεργία πείνας του Κουφοντίνα.

Η αυθαιρεσία στην λογοκρισία, το γεγονός ότι οι σελίδες ανήκουν στην εταιρεία και όχι στους χρήστες, μαζί με την μονοπωλιακή θέση των ομίλων αυτών, είναι εξίσου εξοργιστική με το εμπόριο προσωπικών δεδομένων που είδαμε παραπάνω. Τελικά δηλαδή πρόκειται για μη επιλύσιμο πρόβλημα: αν το Facebook είναι ο χώρος στρατολόγησης νεοναζί, το να τους κλείσει τους λογαριασμούς από τη μία δεν είναι λύση (εύκολα θα βρεθεί άλλο πρόθυμο δίκτυο) και από την άλλη παραμένει λογοκρισία και αυθαιρεσία, άρα κατακριτέα.

Ακόμα χειρότερα, όπως δείχνει και η Αυστραλία, το κράτος μπορεί πάντα να βρίσκει διόδους “συνεννόησης” με τα σόσιαλ μίντια που δρουν στην ψηφιακή του επικράτεια. Το αποτέλεσμα είναι φυσικά διπλή λογοκρισία και αυθαιρεσία. Τα σόσιαλ μίντια μπορούν να κατεβάσουν χωρίς να δώσουμ λογαριασμό τόσο τις σελίδες που δεν τους αρέσουν όσο και τις σελίδες που δεν αρέσουν στο κράτος. Και μάλιστα, σε αυτήν τη δεύτερη περίπτωση, επειδή το κράτος δρα ανεπίσημα, δεν υφίσταται και κάποιος νομικός περιορισμός. Ταυτόχρονα το κράτος μπορεί να ζητήσει τα δεδομένα παρακολούθησης των χρηστών εφόσον κάτι τέτοιο καταστεί αναγκαίο για λόγους πχ ασφαλείας κτλ.

Κοιτώντας το μέλλον…

Οι πολυεθνικές του διαδικτύου κοιτάνε να προλάβουν τις εξελίξεις, μεγαλώνοντας την αυθαιρεσία και την αδιαφάνεια. Το Facebook “αυτορρυθμίστηκε” πρόσφατα, ορίζοντας ένα “συμβούλιο επίβλεψης”, το οποίο με την “ανεξάρτητη κρίση του [θα] υποστηρίξει το δικαίωμα των ανθρώπων στην ελεύθερη έκφραση και [θα] διασφαλίσει ότι τα δικαιώματα αυτά γίνονται σεβαστά επαρκώς”. Κρίμα που το ανεξάρτητο συμβούλιο όχι μόνο μισθοδοτείται από το Facebook, το οποίο υποτίθεται θα ελέγχει, αλλά μας γυρίζει σε καιρούς που ο κυβερνήτης ήταν και δικαστής και αστυνομικός.

 Και από την άλλη το Google ανακοίνωσε πρόσφατα (3 Μαρρίου) στο επίσημο μπλογκ του, με μεγάλη μάλιστα περηφάνεια, ότι σύντομα, χάρη στις άοκνες προσπάθειές του, το διαδίκτυο θα σέβεται πιο πολύ την ιδιωτικότητα των χρηστών, αφού ο Chrome δεν θα δέχεται πλέον “third-party cookies”.

[Παρένθεση: Σε όλους έχει τύχει να σερφάρουν στο ίντερνετ από διάφορες συσκευές και να τους ακολουθεί μια διαφήμιση ενός συγκεκριμένου προϊόντος σαν σκιά. Αυτού του είδους η συμπεριφορά οφείλεται στα “third-party” cookies που είναι κάτι σαν κοριοίπου φυτεύονται όταν επισκεπτόμαστε ένα σάιτ. Μέχρι και σήμερα το Google επέτρεπε σε όποιον ήθελε να φυτεύει τέτοια cookies όταν οι χρήστες του επισκέπτονταν ένα σάιτ. Έτσι, αν αυτό το σάιτ είναι λ.χ. ένα ηλεκτρονικό κατάστημα με σεξουαλικά βοηθήματα και ο χρήστης εξέτασε τιμές για (διαλέγουμε ένα τυχαίο παράδειγμα) μαστίγια, αλλά (λόγω ίσως της ποικιλίας και των εξαιρετικών τιμών) δεν έκανε αγορά, αργότερα, όταν ο χρήστης μας μπει σε σάιτ ειδήσεων ή στο Facebook, το cookie του sex shop τον ακολουθεί και του κάνει προσφορές για νέες αφίξεις, ειδικές προσφορές για καλούς πελάτες κτλ.

Επειδή τώρα εμφανίστηκαν νέες νομοθεσίες στον ορίζοντα και σε Ευρώπη και σε Αμερική που θα περιορίζουν κάπως αυτό το αρπακτικό και αδιάκριτο είδος μάρκετινγκ, το Google κάνει προσπάθειες να ξεγλιστρήσει. Ο τρόπος βρήκε είναι να αποκλείσει τα “third party cookies”, τα cookies όλων των τρίτων σελίδων, το οποίο ακούγεται καλό. Βέβαια, θα τα αντικαταστήσει με έναν νέο μηχανισμό (“FLoC”) που ναι μεν θα αποκλείει τους τρίτους (που θα πρέπει να βρουν νέους τρόπους να παραβιάζουν και να καταγράφουν την ιδιωτικότητά μας) αλλά θα βελτιώσει τις παραβιάσεις της ιδιωτικότητας που διαπράττει το ίδιο το Google, χωρίς να πάψει να τηρεί τη νομοθεσία. Τελικά δηλαδή δεν μιλάμε για βελτίωση.

Με βάση τα παραπάνω, η πιθανότητα εισαγωγής ενός ρομποτικού βραχυκυκλώματος σε αυτό το κύκλωμα, δεν είναι όσο κακή ακούγεται. Ας φανταστούμε ότι μια κρίσιμη μάζα χρηστών, όλοι εμείς που δεν έχουμε όρεξη να ασχολούμαστε με τον ωκεανό διαρκούς θορύβου και διαφήμισης που είναι τα σόσιαλ μίντια, αλλά για διάφορους λόγους δεν θέλουμε να κλείσουμε και τους 23 λογαριασμούς που ήδη έχουμε, εκπαιδεύουμε ένα μποτ με τα δεδομένα μας και το αφήνουμε να ποστάρει αντί για μας. Σε αυτή την περίπτωση, τα σόσιαλ μίντια από ωκεανός θορύβου όπου οι χρήστες μοιράζουν με γαλαντομία τα προσωπικά τους δεδομένα, θα μετατρέπονταν σε ωκεανό ηλεκτρονικού ρομποτοθορύβου. Η ανθρώπινη κενολογία, προερχόμενη από αληθινούς ανθρώπους που ζητάνε υποκατάστατα επαφής, θα μετατρέπονταν σε ρομποτικές κενολογίες, σε συνομιλίες μεταξύ μποτ που μας μιμούνται. Μέσα σε αυτόν τον ασταμάτητο ηλεκτρονικό βόμβο θα πνίγονται οι φωνές των ζόμπι του Instagram (δηλαδή των λίγων αληθινών ανθρώπων που θα έχουν απομείνει).

Ιδού το πρόβλημα: τα μποτ δεν μπορούν (όχι ακόμα) να είναι υποκείμενα διαφημίσεων. Δεν αγοράζουν, δεν καταναλώνουν. Η νοηματοδότηση της διαφημιστικής πληροφορίας θα έπαυε να είναι εφικτή. Το σύστημα θα κατέρρεε  κάτω από το βάρος της έλλειψης νοήματος, δηλαδή διαφημιστικού ενδιαφέροντος.

Κρίμα που αυτό το σενάριο δεν είναι πολύ πιθανό. Θα ήταν, ίσως, μια ευκαιρία να ξαναμιλήσουμε πρόσωπο με πρόσωπο. Και δεν εννοούμε πρόσωπο με πρόσωπο στο Ζoom…

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Το μεγάλο «Όχι» του 2004: Η δεύτερη επανάσταση των Κυπρίων

Το μήνυμα του εκπροσώπου της Χαμάς για τις 200 μέρες πολέμου

Νέο πρόβλημα με αεροσκάφος της Boeing στο Γιοχάνεσμπουργκ

Ο Χάρισον Φορντ υπέρ των νέων που διαδηλώνουν στις ΗΠΑ

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα