Προδημοσίευση από το Newsletter: Μετά τα Social Media του Ματθαίου Τσιμιτάκη
Πού βρίσκεται το “moderαδικο”;
H συζήτηση περί «λογοκρισίας» του Facebook είναι παραπλανητική. Το κοινωνικό δίκτυο διαχειρίζεται τον λόγο που διακινείται σε αυτό ήδη με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Στην πραγματικότητα, όλα όσα διαβάζουμε για το Facebook εδώ και δέκα χρόνια έγιναν ζώσα πραγματικότητα και στη γλώσσα μας, σε μια υπόθεση που δεν μπορεί να θεωρηθεί καν η πιο σοβαρή των τελευταίων χρόνων, συγκριτικά με παρόμοιες υποθέσεις στο εξωτερικό, ήταν όμως μια απαραίτητη αφύπνιση… Η μήπως δεν ήταν;
Το βασικό πρόβλημα με την προσπάθεια να καταλάβει και ακόμα περισσότερο να εξηγήσει κάποιος πως λειτουργεί ο μηχανισμός εποπτείας της εφαρμογής των όρων κοινότητας του Facebook, αφορά τόσο στην πολυπλοκότητα του θέματος όσο και στο γεγονός ότι το έχουμε αγνοήσει για χρόνια, παρότι έχει συζητηθεί επί μακρόν σε Ευρώπη και Αμερική. Αυτό οφείλεται στη γενικότερη καθυστέρηση της χώρας, εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της (μικρή αγορά και συνεπώς τα ελληνικά είναι γλώσσα “αδιάφορη” για το facebook) που απέδωσε ένα σχετικά ελεύθερο πεδίο έκφρασης, όπως αποτυπώνεται στις έρευνες εμπιστοσύνης των Μέσων. Οφείλεται όμως και στις μεταβολές ρύθμισης της λειτουργίας των Social Media σε παγκόσμια, ευρωπαϊκή και εθνική κλίμακα που φαίνεται πως μπορεί να διαταράξουν την ισορροπία μεταξύ των τοπικών και των υπερεθνικών εξουσιών που ασκούνται εντός τους. Η ανάδυση μιας νέας προσπάθειας δημοσιογράφων που φαίνονται διατεθειμένοι να αποκαταστήσουν την αξιοπρέπεια του επαγγέλματος στη χώρα συναντά μια γενικότερη τάση στον φιλελεύθερο, δημοκρατικό και συντηρητικό κόσμο στη Δύση να βάλει κάποια όρια στη λειτουργία των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ), τα οποία μετέτρεψαν την δημόσια επικοινωνία σε μια χοντροκομμένη υπηρεσία με υποτιμημένες διαδικασίες λειτουργίας. Υπό αυτό το πρίσμα η εφαρμογή νέων μεθόδων ρύθμισης στην ελληνική γλώσσα, είτε μιλάμε για το moderation αναρτήσεων, είτε για πιο αυστηρούς κανόνες ρύθμισης της πολιτικής διαφήμισης, τη νέα ευρωπαϊκή ρύθμιση για τον σεβασμό της ιδιωτικότητας, ή μια φημολογούμενη αναβάθμιση στην εποπτεία των fake news και την πληρωμή αξιόπιστου δημοσιογραφικού περιεχομένου που θα στηρίξει την παραπάνω τάση, θα έρθει μοιραία σε σύγκρουση με τοπικούς μηχανισμούς επιβολής και προπαγάνδας. Η αναφορά Μητσοτάκη στη Βουλή πρόσφατα περί της λειτουργίας των Social Media που βλάπτει τον δημόσιο διάλογο, θα πρέπει να ερμηνευτεί σαν μια προσπάθεια εξισορρόπησης των σχέσεων μεταξύ διαφορετικών κέντρων εξουσίας. Η αγορά διαφημιστικού χώρου, τόσο προσωπικά του ιδίου, όσο και της Νέας Δημοκρατίας στο δίκτυο φαίνεται πως δεν θα μπορεί εφεξής να καλύψει ικανοποιητικά την συστηματική παραβίαση των κανόνων δεοντολογίας μέσω των τρολ, των ψεύτικων λογαριασμών, της δολοφονίας χαρακτήρων και της ανεξέλεγκτης παραπληροφόρησης, αλλά θα πρέπει να βρεθεί μια νέα ισορροπία.
Το παρόν κείμενο δεν επιχειρεί μια εξαντλητική ανάλυση, αλλά μια κατά το δυνατόν εκτενέστερη περιγραφή του moderation και της οργάνωσης του κοινωνικού δικτύου με σκοπό να γίνει κατανοητός ο τρόπος λειτουργίας και η φιλοσοφία της εταιρείας. Πρώτα θα παρατεθούν λοιπόν τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας και στην συνέχεια θα εξηγηθούν.
Το άδυτο του Facebook
Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει ακριβώς με ποιο τρόπο λειτουργεί ο μηχανισμός moderation του Facebook, μάλλον ούτε καν το ίδιο το Facebook, αφού από το 2018 (αλλά σταδιακά ήδη από το 2009) εισάγονται διαρκώς καινούργιες λειτουργίες ελέγχου του λόγου κατ’ απαίτησιν της ΕΕ (κυρίως). Η πολυπλοκότητα του είναι πλέον τέτοια, ώστε ανεπίσημα τα ίδια τα στελέχη του κοινωνικού δικτύου με τα οποία ήρθαμε σε επαφή παραδέχονται ότι δεν μπορούν να ελέγξουν αποτελεσματικά το λόγο σε όλη του την έκταση. Το ίδιο το Facebook ισχυρίζεται ότι η εποπτεία γίνεται όλο και περισσότερο αλγοριθμικά, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις σοβαρής παραβίασης των όρων κοινότητας, όπως η τρομοκρατία, όμως ρεπορτάζ και αναφορές λένε ότι – ιδίως από το ξέσπασμα της πανδημίας κι έπειτα – μάλλον ισχύει το αντίθετο.
Από την άλλη πλευρά η εντύπωση ότι μπορεί μια κρυφή κυβερνητική παρέμβαση να υπερβεί τις βιομηχανικές διαδικασίες μιας πολυεθνικής όπως το Facebook εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν φαίνεται σωστή εκ πρώτης όψεως, παρότι δεν μπορεί να αποκλειστεί. Κυβερνητικός και εταιρικός αυταρχισμός όπως ο τελευταίος εκφράστηκε στην “εφαρμογή των όρων χρήσης” που είδαμε πρόσφατα, τέμνονται σε πολλά σημεία, αλλά δεν ταυτίζονται πάντοτε. Είναι άλλη η κυβερνητική λογοκρισία στον δημόσιο και ιδιωτικό Τύπο και άλλη η «λογοκρισία» του Facebook. Το επιχειρηματικό μοντέλο του μονοπωλίου κοινωνικής δικτύωσης είναι αποκεντρωμένο και στηρίζεται στο outsourcing διαφόρων λειτουργιών όπως το moderation, για λόγους νομικούς, φορολογικούς, οικονομικούς και λόγους οικονομίας κλίμακας. Ωστόσο, και εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι αυτή είναι η γενική εικόνα και ότι δεν είναι βέβαιο ότι ισχύει σε καταστάσεις εξαίρεσης, όπως είναι αυτή της πανδημίας. Οι κυβερνήσεις έχουν πολλούς τρόπους να παρεμβαίνουν στη λειτουργία του δικτύου και δεν είναι όλοι τυπικά θεμιτοί. Ακόμα και στην ΕΕ, όπου τηρούνται οι αρχές του κράτους δικαίου, υπάρχουν περιθώρια συναλλαγής και δυνητικών παραβιάσεων των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών. Για παράδειγμα, η πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα των πολιτών η οποία είναι τώρα υπό διαπραγμάτευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, φαίνεται πως ήταν μέχρι πρότινος πιο εύκολη για τις υπηρεσίες ασφαλείας, ενώ τώρα ετοιμάζεται ένα λίγο πιο αυστηρό πλαίσιο. Δεν μπορεί να δοθεί ξεκάθαρη απάντηση αν οι βιομηχανικές διαδικασίες του facebook αποκλείουν την χειραγώγηση από κυβερνητικές ενέργειες ή σε ποιο βαθμό την επιτρέπουν. Φαίνεται πιο εύκολο να «χακαριστεί» το δίκτυο με τις ίδιους τους κανόνες του (για παράδειγμα μπαράζ αναφορών) από την ευθεία παρέμβαση. Ωστόσο, καθώς γίνεται ξεκάθαρο ότι μιλάμε για ένα Παγκόσμιο Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά το ερώτημα καθίσταται κρίσιμο.Το πρώτιστο συμφέρον του Facebook είναι να μην φαίνεται, να μην δεσμεύεται από καμία νομοθεσία, ει δυνατόν, αλλά αντίθετα να ορίζει το ίδιο τις διαδικασίες του, κάτι που έως σήμερα εν πολλοίς συμβαίνει. Αν δεν το εμπόδισε τίποτα να ρίξει τους λογαριασμούς του Προέδρου των ΗΠΑ, αν εξακολουθεί να απαιτεί από το Κογκρέσο να απαλλαγεί από όποιες ευθύνες για τη μετάδοση λόγου που μπορεί να παραβιάζει νόμους και δικαιώματα, αν μπορεί να κάνει επιτυχημένο lobbying μέχρι στιγμής με τις GAFAM για τις επικείμενες Ευρωπαϊκές οδηγίες (digital services act, digital markets act), αν χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα για τη χειραγώγηση εκλογικών διαδικασιών με προεξάρχουσα την εκλογική νίκη Τραμπ και το δημοψήφισμα του Brexit, χωρίς να υπάρξουν συνέπειες… τότε η ανύπαρκτη ελληνική νομοθεσία μάλλον δεν μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα σε κανένα επίπεδο.
Το Facebook χαίρει ασυλίας στις ΗΠΑ μέχρι στιγμής για το περιεχόμενο που δημοσιεύεται στην πλατφόρμα του (section 230) ενώ χρησιμοποιεί την Ευρωπαϊκή νομοθεσία για να εδραιώσει την μονοπωλιακή του θέση. Το επιχειρηματικό του μοντέλο στηρίζεται στην επιτήρηση, και στην εξ’αυτής παραγωγή και πώληση ανωνυμοποιημένων προσωπικών δεδομένων για την δημιουργία στοχευμένων διαφημίσεων. Αναπτύχθηκε, όπως όλες οι ψηφιακές επιχειρήσεις, πατώντας πάνω στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης» των τηλεπικοινωνιών που επικράτησε κατά τη δεκαετία του ‘90, την συνένωση τηλεπικοινωνιών και εμπορίου, αλλά σήμερα μπορεί να προστατευθεί μονάχα με θεσμική ρύθμιση και χάρη στο μέγεθος του. Τόσο το GDPR όσο και το Digital Services Act που συζητείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό που επιδιώκουν είναι να ρυθμίσουν καλύτερα το εμπόριο δεδομένων, στο οποίο δεσπόζουσα θέση έχουν τα Αμερικανικά μονοπώλια (Facebook, Google, Amazon, Microsoft). Μόνη πιθανότητα να αλλάξει αυτό είναι αν η Αμερικανική επιτροπή ανταγωνισμού αποφασίσει να σπάσει αυτές τις εταιρείες και ειδικά το Facebook. Στην Ελλάδα με εξαίρεση τις συνεχείς καταγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κινητοποιηθεί θεσμικά κανένας ακόμα – και επιτρέψτε μου να προδικάσω ότι ούτε στο μέλλον κανένας κρατικός θεσμός πρόκειται να αντιδράσει. Η δε αναφορά Μητσοτάκη στη Βουλή πρόσφατα, περί της βλάβης που προκαλούν τα social media στη δημόσια συζήτηση, μόνο ως προσχηματική μπορεί να ιδωθεί – για να το πούμε ευγενικά.
Λεωφόρος χωρίς φανάρια και τροχονόμους;
Σε μία ανύποπτη στιγμή, ο Νίκος Μουμούρης, δημοσιογράφος που ασχολείται με θέματα τεχνολογίας περισσότερα από 20 χρόνια, έγραψε κάτι λογικό, αλλά όχι αυταπόδεικτο – τουλάχιστον στην Ευρώπη. «Το FB δεν είναι το Internet. Κατ’ αναλογία με τον φυσικό κόσμο είναι μια περιτειχισμένη μητρόπολη αλλά όχι η Γη. Το τι μπορεί να λέγεται στις πλατείες της μητρόπολης το ορίζει ο φεουδάρχης ιδιοκτήτης της». Ο δημοσιογράφος μάλλον ήθελε να διασκεδάσει με αυτόν τον τρόπο τις αυξημένες ευαισθησίες για την ελευθερία του λόγου σε ιδιωτικά δίκτυα, λέγοντας μας ότι στον Αμερικανικό, πουριτανικό, ρεπουμπλικανικό κόσμο του Μάρκ Ζούκερμπεργκ που μας δεξιώνεται στον κώδικα του δεν ισχύουν αυτά που γνωρίζουμε. Το μεταφορικό σχήμα που χρησιμοποιούμε συνήθως για να περιγράψουμε το διαδίκτυο και τις επιμέρους υπηρεσίες του, είναι εκείνο της ψηφιακής λεωφόρου. Παγκόσμιες τηλεπικοινωνιακές γραμμές, δίκτυα ανθρώπων και μηχανών μεταφέρουν πληροφορίες με την ταχύτητα του φωτός από τη μια άκρη του πλανήτη στην άλλη. Ο Νίκος Μουμούρης έχει δίκιο ότι μιλάμε πάντα για μια Αμερικανική εταιρεία, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι πρέπει να αποδεχτούμε την «περίφραξη κοινοτήτων λόγου» στις οποίες είμαστε όλοι «φυλακισμένοι» και ότι δεν οφείλουμε να επιμείνουμε στην υποχρέωση μιας ιδιωτικής εταιρείας να λειτουργεί σε πλαίσιο νομικών περιορισμών, όταν διαχειρίζεται έναν δημόσιο πόρο. Μπορείς να ζητήσεις ευθύνες από τον ανάδοχο που λειτουργεί έναν ανεξάντλητο πόρο όπως ο κυβερνοχώρος, για όσα συμβαίνουν σε αυτόν; Κατά τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη που επικράτησε εδώ και μια εικοσαετία όχι, όμως ακριβώς επειδή ο πόρος που εκμεταλλεύονται αυτές οι εταιρείες είναι τα δεδομένα που παράγουμε για αυτές, δηλαδή ο δημόσιος λόγος, κρίθηκε σταδιακά πως χρειάζονται ρυθμίσεις που θα περιορίζουν τη ρητορική μίσους, θα προστατεύουν τα παιδιά, θα προστατεύουν την πνευματική ιδιοκτησία, θα αποτρέπουν την διευκόλυνση τρομοκρατικών ενεργειών και πλέον θα προστατεύουν και θα αμείβουν (σε κάποιο βαθμό) το δημοσιογραφικό περιεχόμενο. Έτσι τα δίκτυα υποχρεώνονται όχι μόνο να παίξουν το ρόλο του τροχονόμου, αλλά και εκείνον του «αστυνόμου του λόγου», όπως εξήγησε πρόσφατα ο καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας των Μέσων στο Πανεπιστήμιο της Τουλούζης, Νίκος Σμυρναίος σε συνέντευξή του στο Documento.
Το Facebook ρυθμίζει τον λόγο που διατυπώνεται στα δίκτυα του με πολλούς τρόπους. Ορισμένοι από αυτούς είναι αλγοριθμικοί, ενώ άλλοι είναι εποπτικοί, κάποιοι είναι προληπτικοί ενώ άλλοι τιμωρητικοί. Παραδείγματος χάριν ο αλγόριθμος edgerank φροντίζει να βλέπετε αναρτήσεις από έναν περιορισμένο αριθμό επαφών με τις οποίες έχετε συχνότερη διάδραση και όχι από το σύνολο τους αφού αυτό είναι πιο εθιστικό και σας κρατάει στην πλατφόρμα περισσότερο χρόνο. Τα στοιχεία που εξετάζει ο αλγόριθμος είναι η σχέση με την ανάρτηση και το πρόσωπο (affinity) το είδος (βίντεο, κείμενο ή άλλο), η διαδραστικότητα, η δημοφιλία του αντικειμένου και το engagement που τελικά παράγει (πόσα like, share, comments παίρνει). Αντίστοιχα, το facebook δεν συμπαθεί τα εξωτερικά links κι έτσι μειώνει την διασπορά ενός post ή μιας σελίδας που παραπέμπει στο site μιας εφημερίδας για παράδειγμα αν δεν καταγράψει έντονη διάδραση των χρηστών με την συγκεκριμένη ανάρτηση. Ο σκοπός δεν είναι άλλος από την στροφή στη διαφήμιση που αποτελεί και την κύρια πηγή εσόδων του facebook. Ενώ όμως, ο θετικός λόγος μπορεί να ρυθμιστεί αλγοριθμικά με ποσοτικές παραμέτρους, όπως οι παραπάνω, δεν μπορεί να γίνει το ίδιο με τον αρνητικά φορτισμένο λόγο.
Από την ίδια τη φύση του, το facebook μετατρέπει σε κέρδος οτιδήποτε δημιουργεί πόλωση, έντονα συναισθήματα, παράγει διάδραση και άρα δεδομένα, εξορύσσοντας χρήσιμα στοιχεία τα οποία πουλάει σε διαφημιστές για τη στόχευση των ειδικών κοινών που τους ενδιαφέρουν. Η διάδραση και η αλληλεπίδραση δημιουργούν τα κοινά και εκείνα αποφέρουν κέρδος μέσω της διαφήμισης (για αυτό το ιδιωτικό απόρρητο δεν αντιμετωπίζεται από τις εταιρείες του διαδικτύου σαν μείζον ψηφιακό δικαίωμα). Οι ουδέτεροι τεχνικοί όροι διάδραση-αλληλεπίδραση αποκρύπτουν τις ποιότητες του λόγου που επικοινωνείται μεταξύ των χρηστών της υπηρεσίας ή κατά τον αμερικάνικο όρο, των μελών μιας κοινότητας. Έτσι τα μέλη μιας κοινότητας αλληλεπιδρούν με θετικό πρόσημο με πρόσωπα που συμφωνούν ή έχουν αμοιβαίο συμφέρον, διαδρούν θετικά με το περιεχόμενο που επιβεβαιώνει τις αντιλήψεις τους για τον κόσμο, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με εκείνους που διαφωνούν, αλληλεπιδρούν αρνητικά. Οι γενικοί όροι των κανόνων κοινότητας αφορούν στην αυθεντικότητα του περιεχομένου (να μην είναι κλεμμένο, ειδικά αν υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα), την ασφάλεια του (να μη θέτει σε κίνδυνο κάποιον), το ιδιωτικό απόρρητο και την αξιοπρέπεια. Περιφρουρώντας αυτούς τους κανόνες το Facebook προσπαθεί να αντιμετωπίσει το λόγο μίσους, την παραπληροφόρηση, τις κατασκευασμενες ειδησεις, την πορνογραφία, τους εκβιασμούς κατά ανηλίκων, την απάτη, την κλοπή προσωπικών δεδομένων, τα τρολ κ.α. Αλλά και τα νομικά μπλεξίματα…
Το facebook είναι Μαζικό Μέσο Επικοινωνίας
Προκειμένου να περιφρουρηθεί η φυσιογνωμία του κοινωνικού δικτύου ως μη-Μέσου, αλλά και να παραμείνει θελκτικό για τους επενδυτές του και τις τεράστιες κερδοφορίες με τις οποίες έχει συνδεθεί, γίνεται ήδη από το 2017 προσπάθεια να αναπτύξει την αλγοριθμική επιτήρηση των κανόνων του. Όμως η φυσική γλώσσα είναι προς το παρόν αδύνατον να κωδικοποιηθεί σε σημείο που να μπορεί να επιτηρηθεί μονάχα από μηχανές, γι’ αυτό το Facebook απασχολεί περισσότερους από 15.000 υπαλλήλους σε call centers εταιρειών εργολάβων σε όλο τον κόσμο. Ακόμη, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, οι οποίες φέρεται να έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην χειραγώγηση ιδιαίτερα σημαντικών εκλογικών αναμετρήσεων κινητοποιώντας τον μηχανισμό που περιγράφεται συνοπτικά εδώ, απασχολεί 60 εταιρείες σε όλο τον κόσμο. Στην Ευρώπη ο πιο μεγάλος συνεργάτης fact checking του δικτύου είναι το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ενώ moderators είναι εταιρείες όπως οι Accenture, Cognizant, Arvato και φυσικά η Teleperformance. Σύμφωνα με ερευνητές που έχουν ασχοληθεί επισταμένα με το θέμα μεγάλα κέντρα moderation για την Ευρώπη είναι η Βαρκελώνη, το Βερολίνο, η Βουδαπέστη, ενώ μεγάλα γραφεία του ίδιου του Facebook βρίσκονται στη Ρώμη και τη Βαρσοβία. Η τελευταία φαίνεται πως έχει την ευθύνη για την νοτιοανατολική Ευρώπη συνολικά.
Το πρόβλημα με την ελληνική γλώσσα και αγορά είναι πως είναι τόσο μικρές ώστε να ακολουθούν τις εξελίξεις με μεγάλη καθυστέρηση. Όλα τα παραπάνω όμως λένε και κάτι άλλο, πιο σημαντικό. Οι δημόσιες επικοινωνίες μας στα κοινωνικά δίκτυα ρυθμίζονται ήδη εντατικά με ποικίλους τρόπους από ένα μίγμα αλγορίθμων, υπαλλήλων σε τηλεφωνικά κέντρα, ειδικών κέντρων υποστήριξης που παρέχει το Facebook (πχ δημόσια πρόσωπα, πολιτικοί), υπηρεσιών δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας επεξεργασίας δημοσιεύσεων και υπηρεσιών ασφαλείας (η δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος διαθέτει ανοιχτή γραμμή και εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες των πολιτών που ελέγχει). Αν το Facebook μπόρεσε να κόψει τις αναρτήσεις του Προέδρου Τραμπ είναι γιατί φέρει ευθύνη για το περιεχόμενο που μεταδίδεται από το δίκτυο του, επομένως δεν αποτελεί ουδέτερο πάροχο ψηφιακών υπηρεσιών αλλά, όπως λέει η Νατάσα Χτενά, Η Νατασα Χτενά, διευθύντρια του Harvard Kennedy School (HKS) Misinformation Review, δημοσιογράφος και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο πεδίο των μιντιακών σπουδών στο Harvard, ένα Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας «που απλώς δεν μοιάζει με τα εθνικά Μέσα γιατί είναι παγκόσμιο». Η ίδια επισημαίνει ότι εφόσον υπάρχει παρέμβαση (curation) στο timeline των χρηστών του FB και λαμβάνονται εκδοτικές αποφάσεις (π.χ. κόψιμο Προέδρου Τραμπ) τότε θα πρέπει να υπόκειται και σε ανάλογη ρύθμιση. Μόλις πριν λίγες ημέρες η Τζοαν Ντονοβαν, ερευνήτρια στο Χάρβαρντ και ο Τρίσταν Χάρις που ασχολείται με ζητήματα ηθικής της τεχνολογίας μίλησαν σε επιτροπή του Κογκρέσου, όπου εξετάζεται το ενδεχόμενο να γίνει υποχρεωτική η δημοσίευση των αλγορίθμων των εταιρειών social media, οι οποίοι σήμερα αντιμετωπίζονται σαν εμπορικό μυστικό, όμως συνιστούν τη βασική μέθοδο curation του περιεχομένου στις πλατφόρμες. Τον περασμένο μήνα σε μια άλλη ακρόαση, οι εκπρόσωποι των εταιρειών αυτών ζήτησαν να παραμείνει σε ισχύ το άρθρο 230 (section 230), το οποίο θεσπίστηκε με τον Αμερικανικό νόμο για τις τηλεπικοινωνίες του 1996 (communications decency act) και τις απαλλάσσει από ευθύνες για περιεχόμενο που διανέμεται στις πλατφόρμες τους από τρίτους. Το άρθρο 230 έχει χαρακτηριστεί ως η ιδρυτική παράγραφος του Internet και προβλέπει ότι κανένας πάροχος η χρήστης μιας διαδραστικής υπηρεσίας υπολογιστών δεν θα μεταχειρίζεται ως εκδότης η αντιπρόσωπος της πληροφορίας που μεταδίδει εφόσον αυτή παρέχεται από άλλο πάροχο πληροφοριών περιεχομένου. Η εποχή αυτή, ωστόσο, έχει έρθει πλέον στο τέλος της.
Χαρακτηριστική περίπτωση της νέας “αρχισυντακτικής” αρμοδιότητας του fb, είναι εκείνη της δίκης του δολοφόνου του George Floyd, του αστυνομικού Derek Chauvin η οποία ολοκληρώθηκε με την καταδίκη του και για την οποία το Facebook είχε εκδώσει το κείμενο της πολιτικής που πρόκειται να ακολουθήσει προκειμένου να ρυθμίσει το διάλογο σχετικά με αυτήν στην πλατφόρμα του. Όπως και στην περίπτωση Κουφοντίνα και σε πλείστες άλλες περιπτώσεις η υπηρεσία διακηρύττει ότι θα επιτρέψει με τη συζήτηση αλλά θα αποκλείσει αναφορές οι οποίες επικροτούν τη δολοφονία του George Floyd ή δημοσιεύουν περιεχόμενο το οποίο ωθεί σε βία…
[Το μέρος 2 θα δημοσιευτεί αύριο)