…Και ξανφικά η “βαρετή” πανδημική καθημερινότητά μας συνταράχτηκε από τον ανταγωνισμό πολιτικών γιγάντων για το ποιος από τους δύο είναι Μπαϊντενικότερος του Μπάιντεν, ποιος είναι ο πιο πατενταρισμένος οπαδός του αμερικάνικου μετα-Τραμπ ονείρου…
Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με τους δύο εγχώριους μονομάχους της εμβολιαστικής πατέντας. Η μεν παλιότερη σχετική πρόταση Τσίπρα μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι ήταν απλώς κοπανιστός αντιπολιτευτικός αέρας με μια ιδέα αριστεροσύνης· αλλά ο Τσίπρας στην αντιπολίτευση είναι, ό,τι θέλει λέει. Η ρελάνς του “ο-Μπάιντεν-με-αντιγράφει” Μητσοτάκη, τη στιγμή που όντως είχε προσπαθήσει να κάνει χιούμορ με την “έωλη” και “αστεία” (δικά του λόγια) πρόταση Τσίπρα (“Πάλι καλά που δεν ζητήσατε να κρατικοποιηθούν Pfizer και Astra Zeneca με ένα νόμο και ένα άρθρο”) υπερβαίνει ακόμα και τα ως τώρα εσκαμμένα αυτής της άριστης κυβέρνησης στην ασχετοσύνη, την βιαστική μπουρδολογία, την γλοιώδη σοφυοκαμπτική έλλειψη οιασδήποτε πολιτικής τσίπας.
(Παρενθετικά μόνο, το γεγονός ότι το πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης της χώρας είναι κάτι, για να το θέσουμε ευγενικά. μικρονοϊκοί πουθενάδες με πατέντα που όχι για στρατηγική σκέψη δεν είναι ικανοί, αλλά ακόμα και σε μια συζήτηση καφενείου μπερδεύονται, βάζουν τρικλοποδιές στον εαυτό τους και αυτοτραυματίζονται, είναι, όσο να πει κανείς, απογοητευτικό: για να μένουμε επί δεκαετίες τώρα υπό τη διακυβέρνηση τέτοιων καταγέλαστων σκιών πολιτικών ανδρών και γυναικών, δεν μπορεί, κάποιο τεράστιο λάθος κάνουμε ως λαός…)
Όπως και αν έχει, θέμα μας δεν είναι οι μπαρούφες του Μωυσή και του Τσίπρα, αλλά η πρόταση της κυβέρνησης Μπάιντεν για απελευθέρωση των πατεντών που αφορούν τα εμβόλια του κορονοϊού και τα σχετικά ερωτήματα: πρώτον, πόσο “μνημειώδης”, όπως τη χαρακτήρισε ο επικεφαλής του ΠΟΥ, πόσο πολύ επαναστατική είναι αυτή η πρόταση; Και δεύτερο, πόσο πιο γρήγορα θα βγούμε από την πανδημική κρίση εξαιτίας της;
Σύντομη απάντηση και στα δύο: Καθόλου.
Περί πατεντών
Οι πατέντες είναι ανακάλυψη της νεωτερικότητας, του καπιταλισμού. Η κυρίαρχη αφήγηση είναι ότι οι πατέντες είναι απαραίτητες για την καινοτομία: ένας εφευρέτης δεν έχει κίνητρο να ανακαλύψει πράγματα, αν δεν πρόκειται να έχει οικονομικό όφελος από την εφεύρεσή του. Έτσι παρεμβαίνει το κράτος και του δίνει ένα μονοπώλιο διάρκειας μερικών δεκαετιών, ώστε να την αναπτύξει, να την εμπορευματοποιήσει και να κερδίσει από αυτήν. Οι ευγενείς, σιωπηλές ιδιοφυΐες που δουλεύουν άοκνα στα σκοτεινά εργαστήριά τους για το καλό της ανθρωπότητας, δεν θα το έκαναν αν αυτή η θεϊκή σπίθα της έμπνευσης που έρχεται τόσο σπάνια και λύνει τα πιο δύσκολα προβλήματα δεν είχε το κίνητρο του υλικού οφέλους. Με τα λόγια του προέδρου των ΗΠΑ που πρώτος εκπροσώπησε αυτήν την αντίληψη, του Αβραάμ Λίνκολν, “το σύστημα των πατεντών ρίχνει λάδι στη φωτιά της ιδιοφυίας”. Επομένως η απελευθέρωσή των πατεντών, εκτός από κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας είναι και μακροπρόθεσμα καταστροφική για την ίδια την τεχνική πρόοδο. Καλύτερα τα εμβόλια να μείνουν στα χέρια των εταιρειών, παρά να ανοίξουν οι πατέντες: ακόμα και να έχουμε μια κάποια επιτάχυνση της παραγωγής τώρα, μακροπρόθεσμα θα σταματήσουμε να έχουμε γενικά εμβόλια όταν τα χρειαζόμαστε. Γιατί ποιος θα κάτσει να τα ανακαλύψει αν ξέρει ότι σε πρώτη ευκαιρία το κράτος θα του απελευθερώσει την πατέντα;
Όλα τα παραπάνω, που είναι η επιχειρηματολογία άλλωστε της γερμανικής πλευράς κατά της απελευθέρωσης των πατεντών, φυσικά δεν είναι παρά περισπούδαστες κενολογίες χωρίς θεωρητική ή εμπειρική θεμελίωση, οι οποίες δευτερευόντως είναι και αυτοαντιφατικές: αν η υπέρτατη αξία είναι η “ελεύθερη” αγορά, τα τεχνητά μονοπώλια, όπως οι πατέντες, θα έπρεπε να είναι αυθωρεί και παραχρήμα καταδικαστέες. Και όμως, διεθνώς, το νομικό καθεστώς της απόδοσης αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμετάλλευσης πνευματικής ιδιοκτησίας έχει αυστηροποιηθεί εκπληκτικά από την δεκαετία του ’80 και μετά, την εποχή δηλαδή ακριβώς της απελευθέρωσης των αγορών και του νεοφιλελευθερισμού. Παράλογο;
Εν πάση περιπτώσει, δεν θα σας κουράσουμε με τον αυξανόμενο όγκο ακαδημαϊκών δημοσιεύσεων (από ήκιστα σοσιαλιστικών πεποιθήσεων ιδρύματα όπως το Harvard Business School και το Sloan School of Management του ΜΙΤ ή η Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κάνσας) που δείχνουν ότι οι πατέντες καθυστερούν, αντί να επιταγχύνουν την τεχνική πρόοδο και ότι αντίθετα, οι εφευρέτες, τόσο άτομα όσο και εταιρείες, είναι διατεθειμένες να παραιτηθούν των δικαιωμάτων τους στις ανακαλύψεις τους αν αυτό σημαίνει ότι μπορούν έτσι να εκμεταλλευτούν τις ανακαλύψεις των υπόλοιπων ερευνητών του κλάδου για να εξελίξουν ταχύτερα τις ιδέες τους. Αντίθετα με την σχετική παραφιλολογία, τα ανοιχτά συνεργατικά πρότυπα κερδίζουν έδαφος σε σχέση με τα κλειστά πρότυπα της πατενταρισμένης έρευνας στους περισσότερους τομείς.
Πιο επιτυχημένο σχετικό παράδειγμα είναι το ανοιχτό λογισμικό που δεν υπόκειται γενικά σε περιορισμούς ευρεσιτεχνιών. Το λογισμικό αυτό έχει πολλά γνωρίσματα, αλλά οι σοσιαλιστικές τάσεις δεν είναι ένα από αυτά. Αντίθετα, η καπιταλιστική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών βασίζεται κυρίως σε τέτοιο λογισμικό. Ανοιχτού κώδικα είναι το λογισμικό που βρίσκεται πίσω από όλη την υποδομή του Διαδικτύου, αφού αυτή είναι βασισμένη σχεδόν εξολοκλήρου σε τέτοια εργαλεία· τέτοιο λογισμικό επίσης βρίσκεται πίσω από την επιτυχία θηριωδών πολυεθνικών με εξαιρετική κερδοφορία (η Google έχει τις υποδομές της να τρέχουν γενικά σε δωρεάν Linux, πάνω στο οποίο βασίζεται επίσης και το Android των κινητών, ενώ η καρδιά του iOS της Apple είναι το επίσης ανοιχτό BSD). Oι μεγαλύτεροι υπερυπολογιστές του πλανήτη, αυτοί που προβλέπουν τον καιρό, σχεδιάζουν φάρμακα και υποστηρίζουν την κερδοφορία γενικά των επιχειρήσεων του πλανήτη, τρέχουν τέτοιου τύπου λογισμικό. Ακόμα και η Microsoft, μέχρι πρόσφατα ο μεγάλος υπέρμαχος του κλειστού και πατενταρισμένου λογισμικού που υποστήριζε ότι το Linux είναι “καρκίνωμα” τώρα λέει ότι “αγαπά το Linux”. Τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να συμμετέχει σε τέτοια ανοιχτά πρότυπα προσφέροντας δωρεάν εργαλεία προκειμένου να βελτιώσει την κερδοφορία της στους αναπτυσσόμενους κλάδους του cloud computing, του machine learning κτλ. Τα πατενταρισμένα Windows είναι για τους ερασιτέχνες και τους μικροεπαγγελματίες, οι μεγάλες εταιρeίες και οι επαγγελματίες των υπολογιστών χρησιμοποιούν συνήθως ανοιχτά λογισμικά για την υποδομή και την έρευνά τους.
Το κράτος, το οποίο λειτουργεί προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον των κεφαλαίων που δρουν μέσα στην επικράτειά του, γνωρίζει πολύ καλά αυτές τις διαδικασίες (αφού αυτό παρέχει τις πατέντες) και επεμβαίνει όταν είναι ανάγκη, όταν δηλαδή το σύστημα της πνευματικής ιδιοκτησίας καταλήγει να είναι τροχοπέδη. Παραδείγματα υπάρχουν άφθονα από το παρελθόν. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά είναι το αεροπλάνο. Οι αδερφοί Ράιτ δεν εφηύραν το αεροπλάνο, απλώς αυτοί πήραν την αμερικανική πατέντα. Η πατέντα τους αφορούσε το σύνολο των πτητικών μηχανών, κάτι το οποίο, δεδομένης της τεχνικής ανεπάρκειας του αεροπλάνου των Ράιτ (π.χ. δεν μπορούσε να στρίψει), σήμαινε ότι η αεροναυπηγική βιομηχανία στις ΗΠΑ δεν μπορούσε να απογειωθεί. Στην Ευρώπη, που δεν ίσχυαν οι αμερικανικές πατέντες και όπου κανείς δεν είχε πάρει την μία συνολική πατέντα για το αεροπλάνο, οι σχετικές βιομηχανίες μπορούσαν να δράσουν σχετικά ελεύθερες, με αποτέλεσμα στην αρχή η αεροναυπηγική να είναι αποκλειστικά ευρωπαϊκή υπόθεση. Το αμερικανικό κράτος απελευθέρωσε την πατέντα των Ράιτ, όταν κατά τη διάρκεια του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου έγινε φανερό πόσο σημαντικά όπλα ήταν τα αεροπλάνα και πόσο πίσω είχαν μείνει οι ΗΠΑ. Η απελευθέρωση ανακάτωσε την τράπουλα και από αυτό το ανακάτωμα βγήκαν εκτός οι Ράιτ και προέκυψαν οι γίγαντες της αμερικανικής αεροναυπηγικής.
Το τέλος του πολέμου είδε επίσης την απελευθέρωση της πατέντας του Μαρκόνι πάνω στο ράδιο. Από αυτό το ανακάτωμα της τράπουλας προέκυψε η RCA, η μεγαλύτερη τότε σχετική πολυεθνική. Ο Μαρκόνι είχε επίσης εμπλακεί και σε μία δικαστική διαμάχη με τον Τέσλα για το ποιος είχε πρώτος ανακαλύψει το ραδιόφωνο. Αυτή η δίκη κατέληξε σε τελική ετυμηγορία το 1943 και το σκεπτικό (που δεν δικαιώνει ούτε τον έναν ούτε τον άλλον) είναι ενδιαφέρον ακόμα και σήμερα: “Οι ανακαλύψεις της επιστήμης […] δεν προχωρούν με άλματα. [Οι επιστήμονες] χτίζουν πάνω στο παρελθόν και στους προκατόχους τους. […] Οι μεγάλες εφευρέσεις είναι η κατάληξη μιας διαδικασίας σε μια συγκεκριμένη στιγμή, σε τέτοιο βαθμό που συχνά υπάρχει πληθώρα ταυτόχρονων ανακαλύψεων, κάτι που δείχνει ότι η ενόραση [insight] που ανακοινώνεται πρώτη φορά από ένα άτομο, πλανώνταν ‘στον αέρα’ και ήταν ώριμη για ανακάλυψη”.
Πράγματι, η απονομή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας από τον 19ο αιώνα και μετά, όχι μόνο λειτούργησε ως εμπόδιο για την ανάπτυξη της τεχνολογίας, αλλά δημιουργεί και τον μύθο του εφευρέτη ως παντογνώστη φωστήρα, είτε αυτός είναι ο Τέσλα (δεν ανακάλυψε τον ηλεκτρικό κινητήρα), οι Ράιτ (δεν έκαναν την πρώτη πτήση), ο Γκράχαμ Μπελ (δεν ανακάλυψε το τηλέφωνο), ο Έντισον (δεν ανακάλυψε τον ηλεκτρικό λαμπτήρα) ή η Pfizer που θα μας σώσει από τον ιό (δεν ανακάλυψε το εμβόλιο).
Σε κάθε περίπτωση το σημαντικό στοιχείο δεν ήταν η μεγαλοφυΐα του εφευρέτη, αλλά οι ευρύτερες οικονομικές, τεχνολογικές και πολιτικές συνθήκες (και το νομικό καθεστώς). Έτσι εξηγείται και το γιατί έχουν πατέντα ταυτόχρονα δύο εταιρείες για εμβόλια ταυτόσημης τεχνολογίας mRNA: οι τεχνικές που είναι απαραίτητες για αυτό ήταν γνωστές εδώ και χρόνια. Οι συνθήκες ήταν ώριμες για την παραγωγή αυτού του εμβολίου, αλλά το περίεργο γεγονός παραμένει ότι όλοι οι κατασκευαστές αυτών των παρόμοιων εμβολίων πήραν πατέντες: μα οι πατέντες υποτίθεται ότι δίνονται στον πρώτο που βρίσκει μια νέα τεχνολογία, όχι στους δύο, τρεις ή περισσότερους πρώτους – εκτός φυσικά αν αποφασίσει αλλιώς το κράτος που αποδίδει τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Κανονικά καμία από τις εταιρείες αυτές δεν δικαιούται πατέντες, αφού η έρευνα δεν έγινε από αυτές, αλλά από πανεπιστήμια. Ούτε χρηματοδοτήθηκε από αυτές: αυτό το έκανε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το κράτος. Αλλά ακόμα και αυτή η έρευνα που έγινε σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, μικρή (αν και φυσικά απαραίτητη) συνεισφορά είχε αυτή καθαυτή στο τελικό προϊόν, αφού ο μεγάλος όγκος της δουλειάς είχε γίνει στα προηγούμενα στάδια, σε προηγούμενες ανακαλύψεις.
Το κράτος των ΗΠΑ, αν όντως τελικά ανοίξει τις πατέντες για τα εμβόλια, όπως έχει το δικαίωμα και όπως έχει κάνει ξανά στο παρελθόν, δύο πράγματα θα έχει κάνει: Πρώτον, θα πει στην Pfizer, “αρκετά τα θηριώδη κέρδη που είχες ως τώρα: με την πατέντα που σου έχω απονείμει κερδίζεις από ένα εμβόλιο για το οποίο την έρευνα την χρηματοδότησε το γερμανικό δημόσιο. Καιρός να φάνε και άλλοι”. Έτσι και αλλιώς, τα εμβόλια ήταν μια βιομηχανία που οι μεγάλες πολυεθνικές την εγκατέλειπαν μέχρι πρόσφατα, λόγω χαμηλής κερδοφορίας. Η Covid-19 αποδείχτηκε κανονική ευλογία, μια μεγάλη ευκαιρία, μια ευτυχής και σπάνια συγκυρία, μια από αυτές τις ανεκτίμητες στιγμές που το χαμόγελο ξαναγυρνά στα κουρασμένα πρόσωπα των σκληρά χτυπημένων από τη μοίρα (και την έλλειψη κερδοφόρων πανδημιών) CEO των μεγάλων πολυεθνικών, όταν εντελώς απρόσμενα η κερδοφορία χτυπά ξανά την πόρτα τους. Είναι κρίμα όλη αυτήν την ευτυχία να την γευτούν μόνες τους η Pfizer και η Moderna.
Δεύτερον, το αμερικανικό κράτος θα ασκήσει τα ηγεμονικά του καθήκοντα. Τώρα που όλοι (ή σχεδόν) έχουν πλέον πειστεί να κάνουν το εμβόλιο, είτε το χρειάζονται είτε όχι, είναι μια καλή ευκαιρία να πει, ειδικά στις φτωχότερες χώρες: “Εγώ, προκειμένου να βρείτε τα εμβόλια που τόσο πολύ τα χρειάζεστε, ανοίγω την πατέντα, κάτι που σημαίνει μικρότερα κέρδη για τις πολυεθνικές μου. Ανοίγει ο ανταγωνισμός, άλλες εταιρείες, ενδεχομένως ινδικές, ή από άλλες χώρες, θα μπορέσουν να πάρουν μέρος σε αυτήν τη μάχη, ενώ και τα κόστη θα είναι μικρότερα για τις φτωχές χώρες. Είδατε πώς φροντίζω για όλες τις πολυεθνικές και όχι μόνο τις δικές μου;”.
Περί ασθενείας
Επομένως όχι μόνο δεν είναι επαναστατική η πρόταση Μπάιντεν για το άνοιγμα των πατεντών, αλλά αντίθετα, είναι κάτι που έχει γίνει ξανά και ξανά στο παρελθόν σε κρίσιμες στιγμές που είχαμε αλλαγές φάσης (πόλεμος, έξοδος από κρίση, αλλαγή υποδείγματος) προς όφελος πάντα της ανάπτυξης του μεγάλου κεφαλαίου. Πρόκειται για στιγμές στην ανάπτυξη του καπιταλισμού που χρειάζεται να σπάσουν οι αλυσίδες των νόμων για τις πατέντες, μαζί με όλη την θρησκευτική αφήγηση περί ιερότητας και αιωνιότητας των πατεντών και της πνευματικής ιδιοκτησίας, αμήν. “Η κυβέρνηση πιστεύει ακράδαντα στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά προκειμένου να τερματιστεί η πανδημία, στηρίζει την άρση αυτής της περιφρούρησης για τα εμβόλια της Covid-19”, είπε η Υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, κλείνοντας τη δήλωσή της για το προσωρινό άνοιγμα της πατέντας.
Όπως και αν έχει πάντως, θα πει ο καλόπιστος παρατηρητής, σίγουρα αυτή η κίνηση θα βοηθήσει στο να ξεπεραστεί γρηγορότερα η πανδημία. Αυτός πρέπει να είναι και ο λόγος που ένας αριστερός πολιτικός σχηματισμός (αναφερόμαστε, για όποιον δεν το κατάλαβε αμέσως, στον ΣΥΡΙΖΑ…) στηρίζει αναφανδόν μια τέτοια απόφαση.
Πρώτα να διευκρινίσουμε ότι, υπό προϋποθέσεις, μια “αριστερή” πολιτική θα υποστήριζε γενικά την κατάργηση των πατεντών και όχι την άρση τους για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα και για ένα μόνο προϊόν, όπως και γενικά θα υποστήριζε την κατάργηση της παραγωγής με σκοπό το κέρδος. Δεύτερον, σε καμία περίπτωση η άρση αυτή δεν έχει ως σκοπό (και δεν θα έχει και ως αποτέλεσμα) το τέλος της επιδημίας. Για πολλούς λόγους.
Πρώτα πρώτα, όσον αφορά τον Πρώτο Κόσμο, μέχρι το φθινόπωρο θα έχει πλέον εμβολιαστεί (με πατενταρισμένα εμβόλια) σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού, άρα η άρση δεν αφορά αυτό το πλουσιότερο τμήμα του πλανήτη ούτως ή άλλως. Μετά, ο εμβολιασμός δεν σημαίνει καθόλου το τέλος της πανδημίας, ή πιο σωστά των μέτρων κατά της πανδημίας: οι Σεϋχέλλες, με πάνω από 60% του πληθυσμού εμβολιασμένο, έβαλαν ξανά σε ισχύ αυστηρά μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων αυτήν την εβδομάδα λόγω έξαρσης των επιδημικών φαινομένων. Οι μιλένιαλς που τρέχουν να κάνουν το εμβόλιο (το οποίο τους είναι άχρηστο) νομίζοντας ότι έτσι θα μπορούν επιτέλους να κάνουν ό,τι θέλουν, ας ετοιμαστούν για μια πικρή έκπληξη.
Ευρύτερα μιλώντας, από την έκφραση πρόθεσης κατάργησης των πατεντών μέχρι την κατάργηση, ο δρόμος είναι μακρύς. Ήδη η Γερμανία, ευθυγραμμισμένη με τις φαρμακοβιομηχανίες εξέφρασε την άρνησή της. Η Γερμανία βέβαια είναι, μαζί με ολόκληρη την Ευρώπη, εγκλωβισμένη σε ένα άκαμπτο πλαίσιο κανόνων, όπως δείχνει και η αδυναμία της να εφαρμόσει σχετικά πιο ελεύθερους δημοσιονομικούς κανόνες σαν τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο αναπτυγμένο κόσμο, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. θα είναι η μόνη περιοχή του πλανήτη σε ύφεση το πρώτο τρίμηνο του 2021. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι το διεθνές πλαίσιο των συμφωνιών για τις πατέντες, πλαίσιο που στηρίζεται από τις συμφωνίες TRIPS, είναι δεσμευτικό και για τις 164 χώρες μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Σε αυτό το πλαίσιο η απελευθέρωση δεν μπορεί να γίνει σε μια στιγμή, θα γίνει διατηρώντας τις ισορροπίες και μετά από διαβούλευση, αφού δηλαδή περάσει κάποιος χρόνος από τη μία και αφού υπάρξουν κάποιες διασφαλίσεις για τα θιγόμενα μέρη (τους κατόχους των πατεντών). Το πιθανότερο σενάριο, που το έχουμε ξαναδεί με διάφορα “generic” φάρμακα στο παρελθόν, είναι η απελευθέρωση να αφορά μόνο τις φτωχές χώρες ενώ στον πρώτο κόσμο τα πράγματα θα συνεχίσουν να είναι όπως ακριβώς είναι τώρα.
Αλλά ακόμα και αν η απελευθέρωση γινόταν αύριο, αυτό δεν σημαίνει ότι ο τρίτος κόσμος θα είχε εμβόλια αμέσως. Η οργάνωση της παραγωγής απαιτεί χρόνο και χρήμα. Η παραγωγή του εμβολίου δεν είναι μόνο θέμα πατέντας, αλλά και μεθόδων μέσα στο εργοστάσιο, μεθόδων που οι εταιρείες καθόλου δεν θα θελήσουν να μοιραστούν με άλλους παραγωγούς. Αυτή τη στιγμή υπάρχει σπάνη πρώτων υλών (μεταξύ των οποίων και… τα γυάλινα μπουκαλάκια για το εμβόλιο), πρόβλημα άσχετο με τις πατέντες· ενδεχόμενη άρση της πατέντας δεν σημαίνει ότι ξαφνικά θα βρεθούν και μπουκαλάκια.
Με άλλα λόγια η απελευθέρωση των πατεντών, ούτε απελευθέρωση είναι, ούτε το κλείσιμο της πανδημίας σημαίνει (η πανδημία ενδεχομένως να κάνει τον κύκλο της μόνη της), ούτε σημαντική επίδραση θα έχει επάνω μας. Για την ώρα τουλάχιστον και μιλώντας για τη χώρα μας, η σημαντικότερη επίδραση της απελευθέρωσης είναι οι βλακώδεις (με πατέντα) λογομαχίες των δύο μονομάχων: του άριστου με πατέντα και του αριστερού με πατέντα.
Με τις (πατενταρισμένες) υγείες μας.