Ύστερα από έναν ταραχώδη χειμώνα, ο λαός της Αρμενίας προσήλθε στις κάλπες την Κυριακή 20 Ιουνίου ώστε να εκλέξει το επόμενο κοινοβούλιο της χώρας.
Νικητής των πρόωρων βουλευτικών εκλογών αναδείχθηκε ο πρωθυπουργός Νικόλ Πασινιάν και το κόμμα του “Κοινωνικό Συμβόλαιο”, καταγράφοντας το αξιοθαύμαστο ποσοστό των 53,92% μονάδων, ενώ δεύτερος με μεγάλη διαφορά ήρθε ο πολιτικός βετεράνος και ηγέτης του συνασπισμού “Συμμαχία Αρμενία”, Ρομπέρτ Κοτσαριάν, με ποσοστό 21,04%.
Η τρίτη και τελευταία πολιτική δύναμη που θα εισέλθει στην Εθνοσυνέλευση, όπως επίσημα χαρακτηρίζεται το αρμένικο κοινοβούλιο, είναι η συμμαχία “Έχω την Τιμή”, η οποία συγκέντρωσε 5,23%, με επικεφαλήςτον Αρτούρ Βανετσιάν.
Στις εκλογές πήραν μέρος 25 πολιτικές δυνάμεις, εκ των οποίων οι τέσσερις ήταν συμμαχίες, ενώ το ποσοστό συμμετοχής στις κάλπες άγγιξε τις 49,4% μονάδες, αριθμός ελάχιστα μεγαλύτερος από το 48,62% των εκλογών του 2018.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, το κόμμα του Πασινιάν διεκδικεί την αυτοδυναμία με 71 έδρες, ενώ ακολουθεί η συμμαχία του Κοτσαριάν με 29 έδρες και του Βανετσιάν με 7.
Οι πρόωρες βουλευτικές εκλογές της Αρμενίας αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου μιας κρίσης πολλαπλών πτυχών που μαστίζει τη χώρα εδώ και πολλούς μήνες με τις ρίζες της να φτάνουν στην άνοιξη του 2018.
Τι συνέβη λοιπόν σε αυτό το διάστημα, ποιοι είναι οι κύριοι παίκτες γύρω από την πολιτική σκακιέρα της Αρμενίας και πώς διαμορφώνεται η επόμενη μέρα των εκλογών;
Στις 16 Απριλίου του 2018 ο ηγέτης του πρώην κυβερνώντος Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Σερζ Σαρκσιάν εξελέγη πρωθυπουργός της Αρμενίας, ύστερα από τροποποίηση του συντάγματος. Η κίνηση αυτή πυροδότησε μία σειρά από μαζικές και πολυήμερες διαδηλώσεις, οι οποίες απαιτούσαν την άμεση παραίτηση του Σαρκσιάν. Η αποκαλούμενη “Βελούδινη Επανάσταση”, όπως βαφτίστηκαν οι διαδηλώσεις από τον ενορχηστρωτή τους Πασινιάν και το κόμμα του, πέτυχαν τελικά τον σκοπό τους και στις 23 Απριλίου ο Σαρκσιάν παραιτήθηκε από τη θέση του πρωθυπουργού. Ύστερα από μία σειρά πολύμηνων πολιτικών ζυμώσεων στις 9 Δεκεμβρίου του 2018 κηρύχθηκαν πρόωρες εκλογές, τις οποίες και κέρδισε σαρωτικά η συμμαχία του Πασινιάν “Το Βήμα Μου” καταγράφοντας 70,44%. Αξίζει να αναφερθεί πως το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το οποίο στις προηγούμενες εκλογές είχε αγγίξει το 49,2%, απέτυχε να συγκεντρώσει το ελάχιστον ποσοστό της τάξης του 5% και ως εκ τούτου να εισέλθει στο κοινοβούλιο για πρώτη φορά στην ιστορία του.
Για να κατανοήσουμε τον θρίαμβο του Πασινιάν τόσο στις εκλογές του του 2018 όσο και σε αυτές του 2021, θα πρέπει πρώτα να εμβαθύνουμε στις πολιτικές του θέσεις και τις υποσχέσεις του προς τον αρμένικο λαό.
Η ιδεολογική τοποθέτηση του Πασινιάν και του κόμματος του, είναι αρκετά θολή εφόσον την μελετήσουμε με δυτικοευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, καθώς ο ίδιος υποστηρίζει πως οι παραδοσιακές πολιτικές ταυτότητες είναι ξεπερασμένες.
Επιπλέον αλλόκοτες είναι και οι θέσεις του Πασινιάν όσον αφορά τη στρατηγική θέση της Αρμενίας στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα. Προεκλογικά υποστήριξε την έξοδο της Αρμενίας από την Ευρασιατική Ένωση και την ενδυνάμωση των σχέσεων της χώρας με τη δυτικό στρατόπεδο. Παρόλα αυτά, ο Πασινιάν μετεκλογικά μετατοπίστηκε σε πιο μετριοπαθείς θέσεις, λέγοντας συχνά πως η χώρα πρέπει να αποτελέσει συνδετικό κρίκο μεταξύ Δύσης και Ανατολής.
Το παζλ της κρίσης
Πρακτικά θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τον Πασινιάν ως έναν κεντρώο φιλελεύθερο με σαφείς φιλοδυτικές τάσεις. Οι χαλαρές ιδεολογικές και πολιτικές θέσεις του έδωσαν τη δυνατότητα στον νέο ακόμα πρωθυπουργό να κινείται πιο ευέλικτα, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και όσον αφορά την εξωτερική πολιτική. Από την άλλη πλευρά βέβαια, η συμπεριφορά αυτή διέγειρε και την καχυποψία στις γείτονες χώρες, όπως την Ρωσία, στο εσωτερικό της οποίας είχαν ήδη θεριέψει οι ανησυχίες για ένα “Μαϊντάν στην καρδιά του Καυκάσου”. Όσον αφορά τους στόχους της νέας κυβέρνησης, η συμμαχία “Το Βήμα Μου” έθεσε ως προτεραιότητα στην πολιτική της ατζέντα την καταπολέμηση της διαφθοράς, την οικονομική μεταρρύθμιση, τον εκδημοκρατισμό και την σταθεροποίηση της χώρας στην περιοχή του Καυκάσου.
Αν και το πρώτο διάστημα ο Πασινιάν περηφανευόταν για την πρόοδο της Αρμενίας, αναφέροντας συχνά την διεύρυνση της ελευθερίας του τύπου, τους ελέγχους και τις διώξεις της παραδοσιακής ολιγαρχίας και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, σύντομα οι υποσχέσεις του θα πέφτανε στο κενό, διαμορφώνοντας ένα εκρηκτικό κλίμα.
Το κυριότερο χτύπημα που υπέστη ο Πασινιάν, ήταν η ήττα της Αρμενίας στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Οι λόγοι που η Αρμενία έχασε τον πόλεμο, αφορούν κάποιο μεταγενέστερο άρθρο. Αυτό όμως θα που πρέπει να σημειώσουμε είναι οι λανθασμένοι υπολογισμοί του Πασινιάν σε μία σειρά από καίρια ζητήματα. Αρχικά, η κυβέρνηση του θεωρούσε πως μία “Βελούδινη Επανάσταση” θα μπορούσε να πλήξει και τη γείτονα χώρα του Αζερμπαϊτζάν, κάτι το οποίο δεν συνέβη ποτέ. Ύστερα, η πίστη πως η δημοκρατική ακτινοβολία της χώρας και η ισχυρή αρμένικη παρουσία εκτός συνόρων θα μπορούσε να στρέψει τη διεθνή κοινότητα εναντίον του επιτιθέμενου Αζερμπαϊτζάν, αποτέλεσε και αυτή μια τρύπα στο νερό, παρά τις αξιόλογες κινητοποιήσεις της Διασποράς. Ο Πασινιάν επέτρεψε από την αρχή να εμπεδωθεί ένα νικηφόρο κλίμα στην αρμένικη κοινωνία με το σλόγκαν “Αχτελούενγκ” που σημαίνει “Θα νικήσουμε” να βρίσκεται παντού. Η πραγματικότητα όμως στο μέτωπο ήταν πολύ διαφορετική.
Παρόλα αυτά η ήττα της Αρμενίας στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν ήταν ο μοναδικός παράγοντας της πολιτικής κρίσης που επήλθε αργότερα. Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο στο παζλ της κρίσης αποτελεί η πανδημία του κορονοϊού. H έναρξη του πολέμου βρήκε τη χώρα βαθιά πληγωμένη από την πανδημία με σχεδόν 50.000 κρούσματα και πάνω από 900 θανάτους συνολικά. Έως τον Οκτώβριο η Αρμενία ήταν η χώρα που είχε υποφέρει περισσότερο από κάθε άλλη στην περιοχή του Καυκάσου. Την ίδια στιγμή, άρχισε να υποφέρει από οικονομική συρρίκνωση, με τον κίνδυνο της φτωχοποίησης δεκάδων χιλιάδων Αρμενίων να είναι ορατός.
Μία ακόμη σημαντική μάχη την οποία έχασε ο Πασινιάν ήταν αυτή κατά της διαρθοράς. Ο πρώτος που βρέθηκε στο στόχαστρο της νέας εξουσίας, ήταν ο δεύτερος πρόεδρος της Αρμενίας, Ρομπέρτ Κοτσαριάν. Ήδη από τον Ιούλιο του 2018 ο Κοτσαριάν είχε κατηγορηθεί για την παρακίνηση βίαιων διαδηλώσεων το 2008, στις οποίες είχαν πεθάνει 10 άτομα. Το 2019 εκκίνησε η λεγόμενη “δίκη της δεκαετίας” με τον Κοτσαριάν να βρίσκεται στο ειδώλιο. Για τον Πασινιάν η δίκη αυτή αποτελούσε το μεγάλο στοίχημα για τον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας, η οποία ακόμη υπάκουε στο προηγούμενο καθεστώς. Τελικά, τον Μάρτιο του 2021 Κοτσαριάν αθωώθηκε, καθώς το δικαστήριο θεώρησε αντισυνταγματικό το άρθρο του ποινικού κώδικα με το οποίο δικαζόταν.
Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα λοιπόν, η κυβέρνηση του Πασινιάν είχε αποτύχει να εκπληρώσει τρεις πολύ σημαντικές υποσχέσεις: αγώνας κατά της διαφθοράς, οικονομική ευημερία και επίλυση των γεωπολιτικών ζητημάτων που άπτονταν στη χώρα.
Οι αδυναμίες του Πασινιάν δεν έμειναν ανεκμετάλλευτες από τις δυνάμεις εκείνες που είχαν βρεθεί στο περιθώριο ύστερα από το 2018. Στις 3 Δεκεμβρίου του 2020, δημιουργήθηκε το κίνημα “Σωτηρία της Πατρίδας” υπό την ηγεσία του Βαζγκέν Μανουκιάν, του πρώτου πρωθυπουργού της Αρμενίας. Το κίνημα στηρίχθηκε από δεκάδες κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου και του πρώην κυβερνώντος Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως τη στηρίξη του στο κίνημα είχε δηλώσει και ο Ρομπέρτ Κοτσαριάν. Η “Σωτηρία της Πατρίδας” καλούσε καθημερινά τον λαό σε κινητοποιήσεις κατακρίνοντας τη συμφωνία που υπεγράφη για τη λήξη του πολέμου και απαιτώντας την παραίτηση του Πασινιάν. Ο ίδιος ο Μανουκιάν είχε χρησιμοποιήσει ακραία ρητορική, τασσόμενος κατά σε πρόωρες εκλογές και καλώντας στην ταχύτατη κατάληψη της εξουσίας με “άλλα μέσα”. Έπειτα από την ανακοίνωση του Πασινιάν για διεξαγωγή εκλογών, το κίνημα άρχισε σταδιακά να αποδυναμώνεται, καθώς όλο και περισσότερα κόμματα ανακοίνωναν τη συμμετοχή τους σε αυτές.
Πώς κατάφερε να θριαμβεύσει ο Πασινιάν
Το ερώτημα παραμένει: πώς κατάφερε να αποδράσει από αυτό το ασφυχτικό περιβάλλον και να θριαμβεύσει στις εκλογές ο Πασινιάν; Για να απαντήσουμε, θα πρέπει πρώτα να εστιάσουμε στους πολιτικούς αντιπάλους του Πασινιάν. Το πρώτο πρόσωπο είναι ο Ρομπέρτ Κοτσαριάν, πρώην πρόεδρος της χώρας, με βαθιές σχέσεις με τη Ρωσία. Άλλωστε το φθινόπωρο του 2020, η σύζυγος του Κοτσαριάν είχε συναντηθεί κατ’ ιδίαν με τον Πούτιν, ενώ και ο ίδιος σχεδίαζε να επισκεφτεί τη Ρωσία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Παρόλα αυτά, η επίσκεψη ματαιώθηκε, καθώς ο Κοτσαριάν βρέθηκε θετικός στον κοροναϊό. Ύστερα από την αθώωση του, ο Κοτσαριάν ανακοίνωσε την συμμετοχή του στις επερχόμενες εκλογές, ενώ σύντομα ανακοινώθηκε πως θα ηγηθεί ενός συνασπισμού ονόματι “Συμμαχία Αρμενία” στην οποία μάλιστα συμμετείχε και η Αρμένικη Επαναστατική Ομοσπονδία, που χαίρει τεράστιας στήριξης από την αρμένικη Διασπορά.
Ήδη από τις πρώτες δημοσκοπήσεις η “Συμμαχία Αρμενία” φαινόταν να ανεβάζει τα ποσοστά της ταχύτατα, ενώ τον τελευταίο μήνα θεωρούνταν το φαβορί, συγκεντρώνοντας 28,7%. Στις ίδιες δημοσκοπήσεις ο Πασινιάν ερχόταν δεύτερος με 25%.
Ένα ακόμη πρόσωπο άξιο αναφοράς είναι ο πρώην πρόεδρος και πρωθυπουργός της χώρας, Σερζ Σαρκσιάν, ο οποίος παραμένει ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Το κόμμα του συμμετείχε και αυτό στις εκλογές με τη συμμαχία “Έχω την Τιμή”. Είναι αξιοπρόσεκτο πως της συμμαχίας ηγήθηκε ο Αρτούρ Βανετσιάν, αρχηγός του κόμματος “Πατρίδα” και όχι ο Σαρκσιάν. Η συμμαχία λάμβανε πάνω από 10% στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, τελικά όμως συγκέντρωσε 5,23%. Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο της Αρμενίας, για να εισέλθει μία συμμαχία στο κοινοβούλιο, θα πρέπει να συγκεντρώσει ποσοστό πάνω από 7%. Αυτό δεν συνέβη στην περίπτωση του “Έχω την Τιμή”, παρόλα αυτά η συμμαχία εισήλθε στο κοινοβούλιο, καθώς για τη διαμόρφωση του, θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον τρία κόμματα ή συνασπισμοί.
Επιστρέφουμε λοιπόν στα παραπάνω ερωτήματα. Ο Πασινιάν, ένας σχετικά νεόκοπος πολιτικός βρέθηκε απέναντι σε παραδοσιακά πρόσωπα που βρίσκονται στην πολιτική σκηνή της χώρα εδώ και τρεις δεκαετίες και έχουν ήδη κριθεί από τον αρμένικο λαό. Επιπλέον, όλοι οι αντίπαλοι εστιάσανε στην πρωτεύουσα, καθώς εκεί βρίσκεται και το μεγαλύτερο εκλογικό κοινό, ενώ την ίδια στιγμή ο Πασινιάν επέλεξε να κερδίσει ψηφοφόρους στην επαρχία. Αξίζει να αναφέρουμε πως στην νότια περιφέρεια του Σιουνίκ, στην οποία πρόσφατα υπήρξαν θερμά επεισόδια με το Αζερμπαϊτζάν, ο Πασινιάν έλαβε 53,51% ενώ ο Κοτσαριάν 27,50%, με τη συμμετοχή να φτάνει στο 60%. Παρόμοια εικόνα βλέπουμε και σε άλλες περιφέρειες που βρίσκονται στα σύνορα.
Γιατί λοιπόν συνέβη αυτό; Στην επαρχία βρίσκονται τα φτωχότερα οικονομικά στρώματα της Αρμενίας, τα οποία ο Πασινιάν έχει ήδη στηρίξει μέσα από οικοδομικά και οδικά έργα. Εκτός αυτού όμως η κυβέρνηση του Πασινιάν κατάφερε να παγώσει τραπεζικά χρέη και κόκκινα δάνεια, γεγονός το οποίο αποτέλεσε στήριγμα για την περιφέρεια της χώρας.
Λίγο αφότου είχαν κλείσει οι κάλπες και ενώ η καταμέτρηση των ψήφων βρισκόταν ακόμα σε αρχικό στάδιο, ο Πασινιάν ανακοίνωσε δημόσια τη νίκη του από τα κεντρικά γραφεία του κόμματος του. Ο Κοτσαριάν δεν δέχτηκε τα αποτελέσματα, κατηγορώντας την κυβέρνηση για νοθεία, παρόλα αυτά όλοι οι διεθνείς παρατηρητές, ανάμεσα τους και Ρώσοι, δέχτηκαν το αποτέλεσμα των εκλογών. Αξίζει να σημειώσουμε πως στην νικητήρια ανακοίνωση του, ο πρώτος αρχηγός κράτους τον οποίο ευχαρίστησε ο Πασινιάν ήταν ο πρόεδρος της Ρωσίας, Πούτιν. Το γεγονός αυτό πιθανόν να υποδηλώνει την περαιτέρω μετατόπιση του Πασινιάν προς τη Ρωσία.
Η “επόμενη μέρα”
Ποια είναι λοιπόν η επόμενη μέρα για την Αρμενία; Ο Πασινιάν νίκησε τις εκλογές συγκεντρώνοντας 53,92%, ποσοστό μικρότερο από αυτό των εκλογών του 2018. Αυτήν την φορά όμως κυβερνάει αυτοδύναμος, χωρίς την ανάγκη μίας “επικίνδυνης” συμμαχίας, ενώ το πρόβλημα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ αποτελεί πλέον παρελθόν ή έτσι τουλάχιστον φαίνεται. Επιπλέον το “Κοινωνικό Συμβόλαιο” φαίνεται να δημιουργήσει πλέον έναν συμπαγή πυρήνα υποστηρικτών.
Από την άλλη, οι αντίπαλοι του Πασινιάν, ο Κοτσαριάν και ο Σαρκσιάν, αν και υπολόγισαν λανθασμένα την ισχύ του Πασινιάν, κατάφεραν να συγκροτηθούν και να βρεθούν ως η μοναδική αντιπολίτευση στο κοινοβούλιο. Αυτό πιθανόν να σημαίνει πως για πρώτη φορά η αρμένικη κοινωνία μπορεί να διαιρεθεί σε δύο διχαστικούς πόλους.
Αν συνυπολογίσουμε σε αυτό το περιβάλλον τόσο τα δάκρυα του πολέμου που δεν έχουν στεγνώσει ακόμα, όσο και τις ένοπλες παραστρατιωτικές ομάδες που δραστηριοποιούνται στη χώρα, ζητώντας εκδίκηση, τότε θα λέγαμε πως η κρίση στην Αρμενία δεν έχει λήξει καθόλου. Αντιθέτως τώρα αποκρυσταλλώνονται τα στρατόπεδα και το βάθος της κρίσης.