Ο Βρετανός μεγιστάνας, δημιουργός του antivirus λογισμικού Τζον ΜακΆφι, βρέθηκε νεκρός στο κελί του στη Βαρκελώνη λίγες ώρες αφότου η ισπανική δικαιοσύνη είχε εγκρίνει την έκδοσή του στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου θα δικαζόταν για φορολογικές παραβάσεις.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης της Καταλονίας ανακοίνωσε ότι σωφρονιστικοί υπάλληλοι και νοσηλευτικό προσωπικό της φυλακής προσπάθησαν να του κάνουν ανάνηψη, αλλά ο 75χρονος Τζον ΜακΆφι δεν κατάφερε να επανέλθει στη ζωή. Στην ανακοίνωση του το καταλανικό υπουργείο Δικαιοσύνης σημειώνει ότι όλες οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο Τζον ΜακΆφι έβαλε τέλος στη ζωή του. “Η δικαστική επιτροπή μετέβη στο σωφρονιστικό κέντρο και ερευνά τα αίτια του θανάτου. Όλα δείχνουν ότι ενδέχεται να πρόκειται για αυτοκτονία”, αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Ο Τζον ΜακΆφι ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στον κόσμο της τεχνολογίας. Η εταιρεία του ήταν η πρώτη που δημιούργησε το λογισμικό προστασίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών από ιούς. Το πρόγραμμα “VirusScan” μετέτρεψε την εταιρεία του ΜακΆφι σε μια βιομηχανία δισεκατομμυρίων μέχρι την εξαγορά της από τον τεχνολογικό κολοσσό “Intel” έναντι του ποσού των 7,6 και πλέον δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Τον Οκτώβριο του 2000, ο Τζον ΜακΆφι συνελήφθη στην Ισπανία ενώ ήταν έτοιμος να επιβιβαστεί σε πτήση με προορισμό την Τουρκία. Ο Βρετανός είχε παραλείψει να δηλώσει έσοδα εκατομμυρίων δολαρίων που προήλθαν από την προώθηση κρυπτονομισμάτων, συμβουλευτικές υπηρεσίες, συνέδρια και πώληση δικαιωμάτων για την υλοποίηση ενός ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. Σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ο ΜακΆφι κατηγορούταν επίσης για απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων, όπως ενός γιότ και ενός μεγάλου ακινήτου, τα οποία τα είχε δηλωμένα σε ονόματα άλλων προσώπων. Το Εθνικό Δικαστήριο της Ισπανίας έδωσε χθες το “πράσινο φως” για την έκδοσή του στις ΗΠΑ. Σε περίπτωση καταδίκης του ο Τζον ΜακΆφι θα βρισκόταν αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο φυλάκισης έως και 30 έτη.
Μετά τη δεκαετία του 1980, έγινε “γκουρού” των κρυπτονομισμάτων χάρη στα οποία δήλωνε ότι κερδίζει 2.000 δολάρια ημερησίως, ενώ μετρούσε ένα εκατομμύριο followers στο Twitter. Τα τελευταία χρόνια ο Αμερικανός δήλωνε ότι σε βάρος του κατηγορίες είναι μια “σκευωρία” αλλά δεν κατάφερε ποτέ να πείσει τις δικαστικές αρχές ότι διωκόταν για πολιτικούς και ιδεολογικούς λόγους, αναφέρει δημοσίευμα στην ισπανική εφημερίδα “Ελ Παΐς”.
Νωρίτερα, αυτόν τον μήνα κατά τη διάρκεια μιας ακροαματικής διαδικασίας ο τζον ΜακΆφι υποστήριξε ότι τα κίνητρα της δίωξής του στις ΗΠΑ είναι πολιτικά και ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στην πατρίδα του θα φυλακιστεί για το υπόλοιπο της ζωής του. Ωστόσο, ο συνήγορός του, Νισάι Σανάν, είχε δηλώσει ότι εντολέας του ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει όλες τις σε βάρος του κατηγορίες. “Είναι άλλη μια προσπάθεια της αμερικανικής κυβέρνησης να σβήσει τον Τζον ΜακΆφι”, είχε δηλώσει χθες Τετάρτη ο δικηγόρος στο δίκτυο NPR. “Αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας αγωνιστής. Και όλοι όσοι τον γνώριζαν θα τον θυμούνται ως έναν αγωνιστή”, πρόσθεσε ο Σανάν.
Ο Τζον ΜακΆφι γεννήθηκε στο Γκλοστερσάιρ της Αγγλίας το 1945. Αν και πρωτοπόρος στον τομέα της προστασίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών ο ΜακΆφι είχε δηλώσει στο BBC ότι ουδέποτε χρησιμοποίησε το αντιικό του στους δικούς του υπολογιστές. “Προστατεύω τους υπολογιστές μου αλλάζοντας συνέχεια τη διεύθυνση IP (Πρωτόκολλο Διαδικτύου), αποφεύγοντας τις ύποπτες ιστοσελίδες, όπως για παράδειγμα τις ιστοσελίδες με πορνογραφικό περιεχόμενο. Ποτέ δεν μπαίνω σε αυτές”.
Το 2019 ο Βρετανός είχε δηλώσει σε ανάρτησή του στο Twitter ότι έχει οκτώ χρόνια να πληρώσει φόρους διότι θεωρεί τη “φορολογία παράνομη”. Την ίδια χρονιά τέθηκε για μικρό χρονικό διάστημα υπό κράτηση στη Δομινικανή Δημοκρατία με την κατηγορία της διακίνησης και εμπορίας όπλων στη χώρα.
Πηγή: BBC