Οι πλημμύρες ήταν περισσότερο από πιθανές. Ήταν αναμενόμενες και αποτελούσε θέμα χρόνου το πότε το νερό θα σκόρπιζε το θάνατο, την απόγνωση, την καταστροφή. Ήδη την περασμένη Δευτέρα χτυπήθηκε η Βρετανία και στη συνέχεια η πρόβλεψη των μετεωρολόγων για ισχυρότατες καταιγίδες σε όλη την βορειοδυτική και κεντρική Ευρώπη απλώς επαληθεύτηκε. Ολλανδία, Βέλγιο, Ελβετία, Αυστρία, Τσεχία χτυπήθηκαν σκληρά. Οι νεκροί στο Βέλγιο έχουν ήδη φτάσει διαπιστωμένα τους 20. Η καταστροφή στη Γερμανία όμως πήρε πολλαπλάσιες διαστάσεις.
Μέχρι τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές (μεσημέρι Σαββάτου) η δυτική Γερμανία, ήτοι τα κρατίδια της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας και Ρηνανίας-Παλατινάτου μετρούν 120 διαπιστωμένους νεκρούς. Δεν μπορεί να δοθεί ακριβής αριθμός αγνοουμένων, καθώς τα δίκτυα επικοινωνιών έχουν τεθεί εκτός λειτουργίας. Υποθέσεις μιλούν για 1200 αγνοούμενους. Πάνω από 100 χιλιάδες άνθρωποι βρίσκονται χωρίς ρεύμα και χωρίς φυσικό αέριο, και η εκτίμηση είναι πως το έργο της αποκατάστασης θα πάρει εβδομάδες. Χωριά αφανίστηκαν από την ορμή του νερού και από τις κατολισθήσεις, ενώ η γη άνοιξε δημιουργώντας κρατήρες και πήρε στις λάσπες κτίρια και ανθρώπους. Η ένταση της βροχόπτωσης ήταν τέτοια που έφτασε τα 200 λίτρα (όσο το νερό μιας γεμάτης μπανιέρας) ανά τετραγωνικό μέτρο. Δρόμοι και σιδηροδρομικές γραμμές έχουν καταστραφεί. Σχεδόν είκοσι χιλιάδες άτομα συμμετέχουν στις προσπάθειες διάσωσης και αποκατάστασης των ζημιών, ενώ ο καιρός δεν έχει βελτιωθεί σε βαθμό που να αποκλείει νέες πλημμύρες, αυτή τη φορά στα νότια, στη Βαυαρία και τη Βάδη-Βύρτεμβέργη. Ακόμα και η ακτή της Βαλτικής Θάλασσας, που αυτόν τον καιρό είναι γεμάτη με παραθεριστές πλήττεται από την κακοκαιρία.
Στα δυτικά, που χτυπήθηκαν ανελέητα από την καταστροφή βρίσκονται επί τόπου ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Φραν-Βάλτερ Στάινμάιερ και οι υποψήφιοι των κομμάτων για την καγκελαρία στις εκογές του ερχόμενου Σεπτεμβρίου. Ειδικά ο υποψήφιος των Χριστιανοδημοκρατών Άρμιν Λάσετ έχει ιδιαίτερο ρόλο, καθώς είναι και πρωθυπουργός του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, που επλήγη πολύ, ενώ η υποψήφια των Πρασίνων Ανναλένα Μπέρμποκ είπε πως συνειδητά δεν θα προβεί προς ώρας σε δηλώσεις, από σεβασμό στα θύματα και προκειμένου να μην γίνει η καταστροφή πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης εν μέσω προεκλογικής περιόδου.
Οι προειδοποιήσεις δεν ελήφθησαν υπόψη
Το καιρικό φαινόμενο είχε προβλεφθεί. Ήδη από το περασμένο Σαββατοκύριακο τα δελτία καιρού προέβλεπαν την ένταση των βροχοπτώσεων και προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο να πλημμυρίσουν ποτάμια και λίμνες. Οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν με τον πιο τραγικό τρόπο, αλλά δεν υπήρξε άμεση δράση και προετοιμασία – δεν εκκενώθηκαν περιοχές. Η ειδική για θέματα φυσικών καταστροφών του Πανεπιστημίου του Ρέντινγκ της Βρετανίας, καθηγήτρια Χάννα Κλοκ είναι σαφής σε δήλωσή της στο BBC: “Οι θάνατοι και οι καταστροφές στην Ευρώπη, που ήρθαν ως αποτέλεσμα των πλημμυρών, είναι μια τραγωδία που θα έπρεπε να είχε αποφευχθεί. Οι μετεωρολόγοι εξέδωσαν προειδοποιήσεις στις αρχές της εβδομάδας, οι οποίες όμως δεν ελήφθησαν σοβαρά υπόψη από τις αρχές και οι προετοιμασίες δεν ήταν οι δέουσες. Το γεγονός ότι άλλα μέρη του βορείου ημισφαιρίου υποφέρουν αυτή τη στιγμή από πρωτοφανείς καύσωνες και πυρκαγιές θα έπρεπε να υπενθυμίζει το πόσο επικίνδυνες μπορούν να γίνουν οι καιρικές συνθήκες σε έναν κόσμο του οποίου η θερμοκρασία συνεχώς αυξάνει”. Πάντως, όσον αφορά στη Βρετανία, οι σύμβουλοι της κυβέρνησης για θέματα κλιματικής αλλαγής εξέφρασαν την εκτίμηση πως σήμερα το Ηνωμένο Βασίλειο είναι χειρότερα προετοιμασμένο για ακραία καιρικά φαινόμενα από ότι ήταν πριν πέντε χρόνια. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να περιορίσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και ταυτόχρονα να προετοιμαστούν για την αντιμετώπιση ακραίων καιρικών φαινομένων, τα οποία προκαλούνται από την υπερθέρμανση του πλανήτη. Το BBC σημειώνει σε σχέση με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, πως η κυβέρνηση του Τζόνσον τζογάρει επικίνδυνα, καθώς παρακινεί τους πολίτες να χρησιμοποιούν το αεροπλάνο για ταξίδια, αγνοώντας κάθε προτροπή της επιστημονικής κοινότητας που καλεί ακριβώς σε δραστική μείωση των πτήσεων.
Η Ευρώπη είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει τις φυσικές καταστροφές
Πίσω στην ηπειρωτική Ευρώπη, οι φονικές και καταστρεπτικότατες πλημμύρες έχουν ανοίξει όλα τα θέματα σχετικά με το τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει ένα από τα πλέον ανεπτυγμένα τμήματα της ανθρωπότητας. Πλούτος, ισχύς τεχνολογία, γνώση δεν φαίνεται να είναι σε θέση να προστατεύσουν τη ζωή των ανθρώπων ακριβώς στο κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Στέφαν Ράμστορφ, επιστήμονας Φυσικής των Ωκεανών στο γερμανικό Πανεπιστήμιο του Πότσνταμ περιγράφει το φαινόμενο και πώς αυτό συνδέεται με την αύξηση της θερμοκρασίας: ο θερμός αέρας απορροφά υδρατμούς και στη συνέχεια τους μεταβάλλει σε βροχή. Όσο πιο θερμός ο αέρας, τόσο μεγαλύτερη η ποσότητα υδρατμών, άρα και πιο μεγάλος ο όγκος του βρόχινου νερού. Ταυτόχρονα παρατηρεί πως υπάρχει αύξηση στον αριθμό έντονων βροχοπτώσεων και μείωση στις ήπιες.
Την ανάγκη για δράση ενάντια στην κλιματική αλλαγή η Ε.Ε. την έχει αναγνωρίσει από χρόνια και την τελευταία εβδομάδα ανακοινώθηκε το φιλόδοξο πρόγραμμα “Fit for 55”, ώστε να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% μέχρι το 2030. Το πρόγραμμα αυτό όμως δεν αφορά την πραγματική μείωση των εκπομπών αερίων, αλλά ουσιαστικά τη λογιστική τους διαχείριση μέσα από το εμπόριο ρύπων. Έτσι επεκτείνεται και επικαιροποιείται η πρακτική να αγοράζουν οι χώρες της Ε.Ε. ποσότητες ρύπων από τρίτες χώρες του Παγκόσμιου Νότου. Αυτές οι φτωχές χώρες δεν παράγουν πολλούς ρύπους και έτσι οι πλουσιότερες χώρες αγοράζουν το πλεόνασμα και το χρησιμοποιούν, ώστε να μπορούν να συνεχίζουν να μολύνουν την ατμόσφαιρα, την ώρα που στα χαρτιά το ισοζύγιο ανεκτών ρύπων που έχει θεσπιστεί με διεθνείς συμφωνίες θα παραμένει ισοσκελισμένο.
Όπως σημειώνει όμως η κεντροαριστερή και φιλικά προς τους Πράσινους προσκείμενη εφημερίδα του Βερολίνου taz μπορεί μεν η Ε.Ε. να κάνει κάποια δειλά και στην πραγματικότητα ανεπαρκή βήματα προς την κατεύθυνση της μείωσης εκπομπών αερίων, από την άλλη όμως λείπει ένα ενιαίο πρόγραμμα αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή. Οι ζημιές στην οικονομία λόγω φυσικών καταστροφών κοστολογούνται σε 12 δισ. ευρώ κάθε χρόνο, ενώ σε μια περίπτωση αύξησης της θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς αυτό το ποσό θα ανέβαινε στα 170 δισ. ετησίως. Και ενώ ο Φρανς Τίμμερμανς, επίτροπος της Ε.Ε. για την κλιματική αλλαγή, δήλωνε με στόμφο τον περασμένο Φλεβάρη πως δεν υπάρχει μεν κανένα εμβόλιο ενάντια στην κλιματική αλλαγή, υπάρχουν όμως πράγματα που μπορούν να γίνουν για μετριασμό των συνεπειών της, πέντε μήνες μετά η καρδιά της Ευρώπης βρίσκεται πνιγμένη στη λάσπη με εκατοντάδες νεκρούς, ανείπωτο πόνο και τεράστιες υλικές καταστροφές, καθώς δεν έγινε κάτι για να μετριαστούν αυτές οι συνέπειες, για τις οποίες έκανε λόγο ο επίτροπος. Το ίδιο το πρόγραμμα “Fit for 55” δεν περιέχει σχετικές προβλέψεις.
Κολοσσιαίο το έργο για να σωθεί ό,τι είναι δυνατόν
Το τι πρέπει να γίνει ώστε να μειωθούν οι απώλειες σε ζωές και στην οικονομία αποτελεί ένα κολοσσιαίο έργο: ξεκινά με τίποτε λιγότερο από μετεγκατάσταση οικογενειών, γειτονιών ακόμα και ολόκληρων οικισμών που τώρα βρίσκονται σε κοιλάδες ποταμών. Άλλη λύση δεν υπάρχει, σύμφωνα με την Greenpeace. Ταυτόχρονα συνίσταται να απελευθερωθούν οι οδοί απορρόφησης του νερού από το έδαφος. Καθώς κοίτες ποταμών είναι χτισμένες και καλυμμένες με μπετόν, το νερό δεν μπορεί να απορροφηθεί ομαλά από το έδαφός. Χρειάζεται λοιπόν να αφαιρεθούν αυτά τα σφραγίσματα και να αναδιαμορφωθούν οι κοίτες των ποταμών και οι όχθες των λιμνών ώστε να επιστρέψουν σε φυσικότερη κατάσταση. Ταυτόχρονα πρέπει να μελετηθεί το είδος φραγμάτων και τειχών στις όχθες, ώστε αφενός να κρατάν τα νερά αλλά αφετέρου να μην τα εμποδίζουν να διαχυθούν κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Τέλος, χρειάζονται πράσινες στέγες στα κτίρια και αύξηση των χώρων με δέντρα και χώμα. Τα συστήματα αποχέτευσης και διαχείρισης ομβρίων υδάτων στην παραδοσιακή τους μορφή είναι πλέον ανεπαρκή. Αυτά υποστηρίζει ο Κρίστιαν Κούλικε, επιστήμονας του Κέντρου Μελέτης Περιβάλλοντος Χέλμχολτς της Λειψίας.
Η Γερμανία είχε αντιμετωπίσει, μαζί με άλλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, και το 2002 μια μεγάλη καταστροφή από πλημμύρες: 45 νεκροί και 15 δισ. καταστροφές ήταν τότε ο απολογισμός. Ήταν αρχές Αυγούστου, και πάλι εν μέσω προεκλογικής περιόδου. Αυτό που συμβαίνει τώρα, 21 χρόνια μετά δείχνει ξεκάθαρα ότι δε λαμβάνεται όσο σοβαρά θα όφειλε ο κίνδυνος από την ένταση και έκταση αυτών των καταστροφών. Δύο δεκαετίες μετά δεν υπάρχουν μεγάλα και εκτεταμένα έργα θωράκισης, ούτε ενέργειες σχετικά με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Προξενεί σε κάποιον πλέον εντύπωση πως οι τίτλοι των ειδήσεων προ δεκαετίας είναι ίδιοι και απαράλλαχτοι με αυτό που θα γραφτεί αύριο ή σε έναν μήνα; “Χάσαμε τον στόχο. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε νέα ύψη ρεκόρ. Συνεχείς φυσικές καταστροφές σημαίνουν συναγερμό” τιτλοφορούσε δημοσίευμά της ο Tagesspiegel του Βερολίνου ακριβώς πριν δέκα χρόνια. Τον Μάιο φέτος το διοξείδιο του άνθρακα που απελευθερώθηκε στην ατμόσφαιρα ξεπέρασε κάθε προηγούμενο σε όλη την ιστορία των καταγραφών.
Είναι βέβαιο πως η καταστροφή θα αποτελέσει και πολιτικό επίδικο ανάμεσα στους Χριστιανοδημοκράτες και τους Πράσινους σε σχέση με τη δυνατότητα του κράτους να προστατεύει πολίτες και περιουσίες αφενός και το περιβάλλον αφετέρου. Αυτή τη στιγμή όμως η Ευρώπη μετράει πληγές, στέκεται μπροστά στη αδυναμία της και στην ατολμία της να πάρει κατάλληλα μέτρα. Και αντικρίζοντας κανείς τις ελληνικές πόλεις, που αποτελούν το απόλυτο αντι-παράδειγμα για το τι σημαίνει αντιπλημμυρική προστασία εναποθέτει τις όποιες ελπίδες απλά και μόνο στο Θεό ή στην Τύχη. Συν Αθηνά και χείρα κίνει. Κίνηση όμως δεν βλέπουμε…