ΑΘΗΝΑ
23:06
|
05.11.2024
Η εξάρτηση της Αρμενίας του Πασινιάν από τη Μόσχα είναι μεγαλύτερη από ποτέ.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Την Τετάρτη 28 Ιουλίου, το υπουργείο Άμυνας της Αρμενίας ανακοίνωσε τον θάνατο τριών στρατιωτών και τον τραυματισμό άλλων τεσσάρων, ύστερα από συγκρούσεις με τον αζέρικο στρατό στα ανατολικά σύνορα της χώρας. Οι δύο πλευρές εξαπέλυσαν αλληλοκατηγορίες για την ως τώρα σκληρότερη μετά τον περσινό πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ επίθεση, με το Μπακού να κάνει λόγο για προβοκάτσιες από το Γερεβάν, ενώ το τελευταίο ανέφερε πως το Αζερμπαϊτζάν παραβίασε την παύση πυρών. Η κατάσταση σταθεροποιήθηκε ύστερα από την ειρηνευτική παρέμβαση της Ρωσίας. Οι συγκρούσεις αυτές φαίνεται να εντατικοποιούνται τους τελευταίους μήνες και συγκεκριμένα από τον Μάιο, όταν και μονάδες του αζερικού στρατού παραβίασαν τα σύνορα και εισήλθαν επί αρμενικού εδάφους.

Αν και σε αυτές τις περιπτώσεις είναι δύσκολο να απαντήσουμε για το ποια πλευρά ξεκινάει τις επιθέσεις, εντούτοις στην πραγματικότητα αυτό έχει μικρή σημασία. Τα δύο πιο κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να κατανοήσουμε είναι αρχικά ο λόγος που προκαλούνται όλες αυτές οι συγκρούσεις και ο ρόλος της Ρωσίας, η οποία για άλλη μία φορά αποτέλεσε τη δύναμη που ηρέμησε τα πνεύματα.

Ύστερα από τη περσινή αζερική νίκη επί των αρμενικών δυνάμεων, το εθνικιστικό αφήγημα περί Μεγάλου Αζερμπαϊτζάν οργίασε. Η ιδέα του Μεγάλου Αζερμπαϊτζάν και των συναφών επεκτατικών βλέψεων είναι αρκετά περίπλοκη: παρόλα αυτά αξίζει να αναφέρουμε επιγραμματικά πως μεταξύ άλλων, θεωρεί και την Αρμενία κομμάτι της. Δεν είναι άλλωστε τυχαίες οι δηλώσεις του προέδρου Αλίεφ που θέλουν τη νότια περιφέρεια της Αρμενίας, το Σιουνίκ, να ανήκει στο Αζερμπαϊτζάν. Οι αναθεωρητικές-επεκτατικές κορώνες του Μπακού δεν έρχονται εν κενώ χρόνου, αλλά βασίζονται στην αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων μετά τον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Η νίκη των Αζέρων στον πόλεμο, προκάλεσε ιδιαίτερη κρίση στην αρμενική πλευρά, όχι μόνο σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, αλλά και σε στρατιωτικό, με το τελευταίο να απογυμνώνεται τελείως. Το Αζερμπαϊτζάν εκμεταλλεύεται αυτήν την κρίση και συνεχίζει να πιέζει με διάφορες τοπικές επιθέσεις στα σύνορα με την Αρμενία.

Βέβαια, τα αφηγήματα περί αρχαίων προγονικών εδαφών αποτελούν απλώς εθνικιστικά προσχήματα. Αν παρατηρήσει κανείς τον χάρτη του νότιου Καυκάσου, θα δει πως η περιφέρεια του Σιουνίκ, αποτελεί έναν διάδρομο που χωρίζει το Αζερμπαϊτζάν από το Ναχιτσεβάν, την ημιαυτόνομη περιοχή νοτιοδυτικά της Αρμενίας, που αποτελεί αποσπασμένο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν. Πίσω στην υπογραφή της συνθήκης για τη λήξη του πολέμου πέρυσι, οι αντιμαχόμενες πλευρές είχαν συμφωνήσει, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία δικτύου που θα ένωνε το Ναχιτσεβάν με το Αζερμπαϊτζάν, με την Αρμενία να εγγυάται την ασφάλεια των μεταφορών από τη μία πλευρά στην άλλη. Οι συγκρούσεις λοιπόν γίνονται για το διάδρομο αυτόν, με το Αζερμπαϊτζάν να επιχειρεί να ελέγξει στρατηγικά σημεία και να πιέζει την Αρμενία εκμεταλλευόμενο τη στρατιωτική της αδυναμία.

Η αδυναμία αυτή της Αρμενίας αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή στη χώρα, για αυτό και οι φωνές που ζητούν στρατιωτική επίλυση των ζητημάτων στα σύνορα και εκδίκηση για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ έχουν αρχίσει πλέον να περιορίζονται τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Βέβαια, η παρουσία παραστρατιωτικών ομάδων παραμένει υπαρκτή και φαίνεται να ενισχύεται περισσότερο το τελευταίο διάστημα, τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και οικονομικά. Στο πεδίο όμως της κεντρικής πολιτικής, η Αρμενία γνωρίζει πως βρίσκεται αρκετά πιεσμένη, για αυτό και ζητάει όλο και πιο συχνά την παρέμβαση της Ρωσίας και του ΟΑΣΑ. Μάλιστα, η αρμενική διπλωματία πλέον δηλώνει ανοιχτά πως επιζητεί την στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας, ώστε η τελευταία να προστατεύσει τα σύνορα της.

Αξίζει να σταθούμε λίγο παραπάνω στις σχέσεις Ρωσίας-Αρμενίας. Ακόμη και πριν τον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η εξάρτηση του Γερεβάν από τη Μόσχα ήταν έντονη. Να σημειώσουμε άλλωστε πως στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αρμενίας, το Γκιουμρί (ή Λενινακάν, όπως λεγόταν κατά τη σοβιετική εποχή) υπάρχει μέχρι και σήμερα ρωσική στρατιωτική βάση με σημαντική δυναμική. Η παρουσία αυτή αποτελεί για τους Αρμένιους εγγύηση σταθερότητας και ασφάλειας. Ας μην ξεχνάμε πως τόσο από τα ανατολικά όσο και από τα δυτικά η Αρμενία είναι περικυκλωμένη από εχθρικές δυνάμεις και η παρουσία των ρωσικών στρατιωτικών μονάδων έχει ζωτική σημασία για τη χώρα. Επιπλέον, μελετώντας την εξάρτηση της Αρμενίας από τη Ρωσία μπορούμε να ερμηνεύσουμε και την ψυχραιμία της Μόσχας, όταν το 2018 στο Γερεβάν άρχισαν να αποσταθεροποιούνται οι έως τότε πολιτικές βάσεις με την άνοδο του Πασινιάν στην εξουσία. Αν και αρκετοί ήταν αυτοί που παρομοίασαν τις τότε κινητοποιήσεις του Πασινιάν με το ουκρανικό Μαϊντάν και στη συνέχεια με τις εξελίξεις στη Λευκορωσία, εντούτοις, υπήρχε μία καταλυτική διαφορά. Όσο και αν φλερτάρει με τη Δύση στην κρίσιμη στιγμή η Αρμενία είναι πάντα αναγκασμένη να επιστρέφει πίσω στην αγκαλιά της Μόσχας. Εξ ου λοιπόν και η ανοχή του Πούτιν στην άνοδο, εκλογή και επανεκλογή του Πασινιάν όσο και στις πολιτικές του κινήσεις.

Αν και ο Πασινιάν φαινόταν ο πλέον δυτικόφιλος ηγέτης, ο οποίος ήθελε να απομακρύνει την Αρμενία από τη ρωσική επιρροή, τελικά ύστερα από την ήττα στον περσινό πόλεμο, η χώρα έχει γίνει ακόμη πιο εξαρτημένη από τη Μόσχα. Ακόμα και αν η Αρμενία εκτοξεύει απειλές προς τον ΟΣΣΑ και τη Ρωσία αναφέροντας πως σε περίπτωση αδιαφορίας για τη προστασία των συνόρων της θα στραφεί προς τη δύση, στην πραγματικότητα αυτές αποτελούν απλώς κραυγές αγωνίας του Γερεβάν. Ακόμη και ο ίδιος ο πρόεδρος της αυτοανακηρυγμένης Δημοκρατίας του Αρτσάχ, Αραγίκ Χαρουτουνιάν, δήλωσε πως η ρωσική παρουσία στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ πρέπει να γίνει μόνιμη και όχι προσωρινή: “Αν οι ρωσικές μονάδες δεν είχαν εισέλθει στην περιοχή, θα είχαμε μία πολύ διαφορετική μοίρα. Υπάρχουν πολλά χαζά σχόλια, κάποιοι άνθρωποι θα πούνε διαφορετικά πράγματα μόνο και μόνο για δικαιώσουν τον εαυτό τους ή για να κατηγορήσουν άλλους”.

Η Αρμενία ζητάει πλέον εμφατικά τη ρωσική στρατιωτική παρουσία για να αναχαιτίσει την αζερική επιθετικότητα στα σύνορα της και όσο δεν την λαμβάνει, το Μπακού συνεχίζει να πιέζει. Παρόλα αυτά, η Μόσχα δεν μένει άπραγη. Στις 11 Αυγούστου οι δυνάμεις του Αρτσάχ ανέφεραν πως αζερικά drones επιτέθηκαν στη γραμμή επαφής του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Την επόμενη ημέρα, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας επιβεβαίωσε την επίθεση αναφέροντας πως “η διοίκηση της ρωσικής ειρηνευτικής δύναμης έλαβε μέτρα για την αποτροπή της περαιτέρω κλιμάκωσης της κατάστασης. Σε εξέλιξη βρίσκεται έρευνα”.

Αν και κοντεύει ένας χρόνος από τον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, φαίνεται πως η κατάσταση στον νότιο Καύκασο παραμένει κρίσιμη με τις ρωσικές δυνάμεις να προσπαθούν να τη συγκρατήσουν σταθερή. Η αρμένικη πλευρά επιχειρεί να εμπλέξει με κάθε τρόπο τη Ρωσία στα σύνορα της ώστε η τελευταία να εγγυηθεί την εδαφική της ακεραιότητα. Παρόλα αυτά, η Ρωσία έχει ήδη να διαχειριστεί αρκετά μέτωπα και η αποστολή επιπλέον στρατιωτικών δυνάμεων στην Αρμενία φαντάζει δύσκολη υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση το μέλλον του Καύκασου παραμένει αβέβαιο και το μόνο σίγουρο είναι πως η ρωσική παρουσία έχει αποκτήσει ζωτική σημασία για την ειρήνη στην περιοχή και η εξάρτηση της Αρμενίας του Πασινιάν από τη Μόσχα είναι μεγαλύτερη από ποτέ.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Ο Νετανιάχου απέπεμψε τον υπουργό Άμυνας

Μάχες με Βορειοκορεάτες βλέπει ο Ζελένσκι

Αύριο στην Κωνσταντινούπολη ο νέος γύρος ελληνοτουρκικού διαλόγου

Προεδρικές Εκλογές 2024: Οι Ηνωμένες Πολιτείες στις κάλπες

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα