Με νίκη κατέληξε ο μακρύς απεργιακός αγώνας των σιδηροδρομικών της Γερμανίας. Η απεργία που ξεκίνησε τον Αύγουστο με δύο κύματα διάρκειας 56 ωρών κάθε φορά (2 ημέρες και 8 ώρες) και κορυφώθηκε την 1η Σεπτεμβρίου, με την 4ημερη ή και 5ημερη απεργία σε κάποιους τομείς των σιδηροδρόμων, οδήγησε σε υπογραφή νέας σύμβασης εργασίας μεταξύ της κρατικής, εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρίας σιδηροδρόμων Deutsche Bahn AG και του ενός εκ των δύο συνδικάτων που υπάρχουν στον κλάδο, του GDL. Η νέα σύμβαση με ισχύ ως τον Οκτώβριο 2023 και προβλέπει αυξήσεις στους μισθούς των μελών του συγκεκριμένου συνδικάτου κατά 1,5% σε πρώτη φάση, τον Δεκέμβρη, και 1,8% σε δεύτερη φάση το Μάρτιο του 2022.
Παράλληλα θα δοθεί έκτακτη εφάπαξ ενίσχυση για την πανδημία ύψους 600 ευρώ για τους πιο χαμηλόμισθους και 400 ευρώ για τους πιο υψηλόμισθους μαζί με την πρώτη αύξηση, ενώ η δεύτερη αύξηση θα συνοδευτεί από δεύτερη ενίσχυση λόγω πανδημίας ύψους 400 ευρώ για όλους. Για τους εργαζόμενους, μέλη του συνδικάτου, στα τρένα, τους σταθμούς και τα συνεργεία της επιχείρησης αυξάνεται το επίδομα βαριάς εργασίας κατά 12%. Τέλος, η πρόθεση της εταιρίας να καταργήσει την εταιρική σύνταξη που παίρνουν οι εργαζόμενοι μαζί με την κρατική στο τέλος του εργασιακού τους βίου έπεσε στο κενό, τουλάχιστον για όσους είναι εργαζόμενοι στην εταιρία μέχρι το τέλος του έτους. Η εταιρική σύνταξη θα καταργηθεί για τους νεοπροσληφθέντες από την 1η Ιανουαρίου 2022. Εκτός και αν το συνδικάτο θελήσει να την επαναφέρει. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό;
Αν υπολογίσει κανείς πως ο μεικτός μισθός των εργαζομένων στον σιδηρόδρομο κυμαίνεται από 33 μέχρι 55 χιλιάδες ευρώ το χρόνο, έχοντας πάντα κατά νου πως οι ασφαλιστικές εισφορές και οι φόροι μπορούν να φτάσουν μέχρι το 45% του μεικτού μισθού, μπορεί να διαπιστώσει πως πρόκειται για μεγάλα ποσά. Έτσι, ο κατώτατος μισθός αυξάνει κατά περισσότερο από 1000 ευρώ το χρόνο, ενώ ο ανώτατος κατά περίπου 1800 ευρώ το χρόνο. Αν σε αυτά προσμετρηθεί και η έκτακτη ενίσχυση, πρόκειται για μια μεγάλη σε απόλυτα νούμερα αύξηση.
Αυτές οι αυξήσεις προέκυψαν από σκληρό αγώνα του πιο μικρού από τα δύο συνδικάτα του κλάδου. Το GDL είναι το αρχαιότερο συνδικάτο της Γερμανίας και αριθμεί 38 χιλιάδες μέλη. Το ανταγωνιστικό του συνδικάτο, το EVG που ιδρύθηκε το 2010 από τη συνένωση διαφόρων μικρότερων συνδικάτων και σωματείων, έχει πολλαπλάσιο αριθμό μελών που αγγίζει τις 180 χιλιάδες. Δεν έχει όμως την αγωνιστικότητα και την αποφασιστικότητα του GDL. Γιατί το δεύτερο έχει να επιδείξει στο ενεργητικό του αποτελεσματικούς αγώνες, ώστε να εξασφαλίζει τις υλικές απολαβές και τα δικαιώματα των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους. Έτσι, το GDL έχει οργανώσει μεγάλες απεργίες το χειμώνα του 2007/2008 αλλά και το 2014/2015 με επιτυχία και πάλι. Μάλιστα η απεργία του 2007/2008 είχε επεκταθεί και σε εργαζομένους στα μετρό διαφόρων μεγάλων πόλεων, με αποτέλεσμα αφενός την παραπέρα ενίσχυση της πίεσης προς την εργοδοσία και αφετέρου την εγγραφή πολλών νέων μελών στο συνδικάτο.
Η τωρινή απεργία είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας μεγάλης κινητοποίησης στον σιδηρόδρομο και μάλιστα σε μια χώρα όπου οι μετακινήσεις και μεταφορές προσώπων και αγαθών γίνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό πάνω σε ράγες. Η κυκλοφορία παρέλυσε, παραγγελίες καθυστέρησαν, η κίνηση για επαγγελματικούς και προσωπικούς λόγους περιορίστηκε. Ταυτόχρονα έπιασαν δουλειά οι μηχανισμοί συκοφάντησης προς τον επικεφαλής του συνδικάτου Κλάους Βεζέλσκι, καθώς αυτός ήταν η φωνή και το πρόσωπο του συνδικάτου προς την κοινωνία. Οι χαρακτηρισμοί για το πρόσωπό του σε πολλά μέσα ενημέρωσης έδιναν και έπαιρναν: “εγωμανής” και “τζογαδόρος” που προκαλεί ταλαιπωρία στο επιβατηγό κοινό και ανεύθυνος όσον αφορά την εθνική οικονομία σε μια “δύσκολη περίοδο κρίσης”. Πάντως, η προσπάθεια να κηρυχτεί η απεργία παράνομη με δυο απανωτές αποφάσεις δικαστηρίων δεν ευδοκίμησε.
Το συνδικάτο όμως δούλεψε με μεθοδικότητα, πολλά νέα μέλη γράφτηκαν και σε μια διαδικασία ψηφοφορίας βάσης η απόφαση για την απεργία ελήφθη με ποσοστό 95%. Ο Βεζέλσκι αναφερόμενος στη διοίκηση της επιχείρησης μετά το πέρας της απεργίας του Σεπτέμβρη ανέφερε χαρακτηριστικά: “Η εργοδοσία φαίνεται ανεπίδεκτη μαθήσεως. Εμείς τους δίνουμε χρόνο, και ας τον χρησιμοποιήσουν για να συλλογιστούν.” Σαφές ήταν πως σε περίπτωση ναυαγίου η απεργία θα επαναλαμβάνονταν ακόμα πιο έντονη. Η εργοδοσία τελικά κάθισε πάλι στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης και δέχτηκε πολλά και σημαντικά από τα αιτήματα των εργαζομένων.
Η επιτυχία αυτή αφενός λειτουργεί πλέον πολύ πιεστικά πάνω στο μη αγωνιστικό συνδικάτο της EVG. Πως θα αντιδράσουν οι εργαζόμενοι που ανήκουν σε αυτό και άρα καλύπτονται από τη σύμβαση που υπεγράφη από αυτό; Η σύμβαση του EVG ήταν μια σύμβαση που υπολείπεται σαφώς αυτής του GDL και αυτό θα δημιουργήσει (ήδη δημιουργεί) τριγμούς καθώς στην ίδια επιχείρηση, στο ίδιο τρένο, στον ίδιο σταθμό, στο ίδιο συνεργείο, οι μεν θα κοιτούν τα πενιχρά αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης του δικού τους συνδικάτου σε σύγκριση με τα πολύ καλά αποτελέσματα της δουλειάς που έκανε το άλλο.
Τα χειροκροτήματα δεν αρκούν
Την ίδια στιγμή σε εξέλιξη βρίσκονται κινητοποιήσεις των υγειονομικών στο Βερολίνο, με μεγάλη συμμετοχή, οι οποίοι όπως σε όλη την Ευρώπη έλαβαν χειροκρότημα για την προσφορά τους ενάντια στην πανδημία, αλλά όχι την αντίστοιχη βελτίωσης μισθολογικά και εργασιακά. “Δεν αντέχουμε άλλο!”: αυτή είναι η κραυγή αγωνίας των εξαντλημένων υγειονομικών της γερμανικής πρωτεύουσας.
Η νίκη των σιδηροδρομικών της GDL δημιουργεί ένα παράδειγμα και ένα θετικό προηγούμενο, πως ακόμα και σε συνθήκες κρίσης και πανδημίας, αλλά και εν μέσω προεκλογικού αγώνα, η αποφασισμένη δράση των εργαζομένων μπορεί να αντικρούει αποτελεσματικά μηχανισμούς προπαγάνδας και να φέρνει απτά αποτελέσματα. Ήδη το θέμα της απεργίας των υγειονομικών είναι το πρώτο πολιτικό θέμα στο κρατίδιο του Βερολίνου, με πρώτο το ερώτημα, του πώς θα βρεθούν χρήματα για αυξήσεις και πως θα γίνουν νέες προσλήψεις, μιας και υπάρχουν περιορισμοί σε ομοσπονδιακό επίπεδο στα πλαίσια του δόγματος της λιτότητας. Ακόμα και η δεξιά Χριστιανοδημοκρατία της πόλης παραδέχεται πως η απεργία είναι “κατανοητή”.
Σε κάθε περίπτωση, καθώς η σύμβαση της GDL με τους κρατικούς σιδηροδρόμους αφορά μόνο τα μέλη του συγκεκριμένου συνδικάτου, οι δυο πλευρές ξεκινούν μια περίπλοκη προσπάθεια να ορίσουν τι ακριβώς ισχύει για ποιον και που. Τεχνικό ζήτημα, μεν, σπαζοκεφαλιά με μεγάλο όγκο εργασίας δε. Και οι αυξήσεις πρέπει να δοθούν. Το λέει η σύμβαση.