Το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 2020, ο αζέρικος στρατός εξαπέλυσε την πρώτη μαζική επίθεση επανάκτησης των εδαφών που ελέγχονταν από τους Αρμένιους αυτονομιστές, σημαίνοντας έτσι την έναρξη του δεύτερου πολέμου του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Τα μεσάνυχτα της 10ης Νοέμβρη, τέθηκε σε ισχύ η λήξη των εχθροπραξιών, ύστερα από 44 ημέρες ενός άνισου πολέμου, που είχε ως αποτέλεσμα την συντριπτική ήττα των αρμενικών δυνάμεων. Παρά τις υποσχέσεις για ειρήνη και σταθερότητα στον Καύκασο, η κατάσταση παραμένει εύθραυστη στην περιοχή, ενώ φαίνεται να ξεπροβάλλουν νέες οικονομικές συμμαχίες, κυρώσεις και ανταγωνισμοί. Ποιο είναι λοιπόν το νέο τοπίο που διαμορφώνεται ένα χρόνο μετά τον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ;
Η κατάκτηση των εδαφών γύρω από το Ναγκόρνο-Καραμπάχ συνοδεύτηκε με την ελπίδα της επιστροφής των Αζέρων που κατοικούσαν στις περιοχές προτού ξεσπάσει ο πρώτος πόλεμος τη δεκαετία του ’90. Μάλιστα, δεν ήταν λίγοι οι στρατιώτες που βρέθηκαν στα πεδία των μαχών με την πίστη πως μία νίκη του Αζερμπαϊτζάν, θα επέτρεπε τον επαναπατρισμό των οικογενειών τους στις περιοχές που ήλεγχαν οι Αρμένιοι αυτονομιστές. Παρόλα αυτά μέχρι και σήμερα τα συγκεκριμένα εδάφη παραμένουν απονεκρωμένα από κατοίκους, θυμίζοντας περισσότερο μία στρατιωτική ζώνη, ενώ η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν υπόσχεται τεράστια έργα και “έξυπνες πόλεις” με το κόστος αυτών να φτάνει το ΑΕΠ της χώρας. Το Μπακού γνωρίζει πολύ καλά πως δεν διαθέτει αυτά τα ποσά για να κάνει πράξη τα μεγαλειώδη έργα, για αυτό και αναζητεί εξωτερικούς επενδυτές, εργολάβους και κατασκευαστικές εταιρίες με την Τουρκία, το Ισραήλ, την Κίνα και άλλες χώρες να έχουν ήδη εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους να αναλάβουν τα θηριώδη έργα.
Την ίδια ώρα που το Μπακού αναζητεί βιαστικά ξένα κεφάλαια, επιχειρεί να παγιώσει και ένα κυρίαρχο status quo στις ήδη κατακτημένες περιοχές, καλώντας πολιτικούς, διοργανώνοντας φιέστες και ανακοινώνοντας πως θέλει να μετατρέψει την πόλη του Σουσί (ή Σουσά, για το Αζερμπαϊτζάν) σε πολιτιστική πρωτεύουσα της χώρας. Πάντως παρά τις κορώνες της κυβέρνησης και τις μεγαλεπήβολες υποσχέσεις της, φαίνεται να αυξάνεται η δυσαρέσκεια, τόσο εντός του Αζερμπαϊτζάν όσο και εκτός. Τουριστικά πρακτορεία στο Αζερμπαϊτζάν ετοιμάζουν ταξιδιωτικά πακέτα για όσους θέλουν να επισκεφτούν τα κατεκτημένα εδάφη, προκαλώντας δυσφορία στους πολίτες, που μετατρέπονται σε τουρίστες, ενώ πριν από τριάντα κάποιοι από αυτούς διέμεναν εκεί. Ας σημειώσουμε πως για το Αζερμπαϊτζάν η επανάκτηση των εδαφών του Ναγκόρνο-Καραμπάχ αποτελεί σημαντικό πυλώνα στο εθνικό αφήγημα, ενώ έχει και ζωτική σημασία για την παραμονή της κυβέρνησης στην εξουσία. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο η κυβέρνηση επέλεξε να επενδύσει σε εθνικιστικές πρακτικές, όπως είναι τα ντροπιαστικά πάρκα με λάφυρα πολέμου και ομοιώματα Αρμενίων στρατιωτών. Η συγκεκριμένη πολιτική φαίνεται να οξύνει, παρά να βοηθάει τις διμερείς σχέσεις Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν, ενώ βρίσκει αντίθετη ακόμη και την αντιπολίτευση στο Μπακού και προκαλεί οργή στις κοινότητες των Αρμενίων.
Εκτός από την Αρμενία, τριγμοί παρατηρούνται και στις σχέσεις μεταξύ του Ιράν και του Αζερμπαϊτζάν. Πιο συγκεκριμένα, οδηγοί φορτηγών από το Ιράν καταγγέλλουν πως η αζέρικη αστυνομία τους σταματάει ζητώντας τους περίπου 130 δολάρια για να διασχίσουν τους πρόσφατα κατακτημένους δρόμους. Κάποιοι δρόμοι της Αρμενίας περνάνε από τα εδάφη του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και ύστερα εισέρχονται ξανά στην Αρμενία. Μέχρι τον πόλεμο τα οχήματα που περνούσαν από αυτούς τους δρόμους δεν είχαν κανένα πρόβλημα, παρόλα αυτά, αφότου οι Αρμένιοι αυτονομιστές έχασαν τον έλεγχο των συγκεκριμένων περιοχών, το Αζερμπαϊτζάν επιβάλει φόρους υποστηρίζοντας πως οποιοσδήποτε χρησιμοποιεί αυτούς τους δρόμους που είναι πλέον υπό την κυριαρχία του, θα πρέπει να πληρώνει. Τα γεγονότα με τους Ιρανούς οδηγούς που έγιναν γνωστά συνέβησαν κοντά στα αρμενικά συνοριακά χωριά Γκόρις και Καπάν, ενώ έρχονται να προστεθούν στις ήδη οξυμένες σχέσεις μεταξύ Τεχεράνης και Μπακού.
Μιλώντας για διασυνοριακές σχέσεις, φαίνεται το κλίμα στη δυτική πλευρά του Καυκάσου να μοιάζει πιο θετικό. Πιο συγκεκριμένα, εδώ και αρκετούς μήνες Αρμενία και Τουρκία στέλνουν η μία στην άλλη θετικά σήματα για το άνοιγμα των συνόρων τους, έπειτα από σχεδόν τριάντα χρόνια που αυτά παραμένουν κλειστά. Η Τουρκία, η οποία ήταν και το πρώτο κράτος που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Αρμενίας από τη Σοβιετική Ένωση, έκλεισε τα σύνορα τον Απρίλιο του 1993 εξαιτίας του πρώτου πολέμου του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο χώρες έχουν δείξει τη διάθεση τους να ξανανοίξουν τα σύνορα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν οι διαπραγματεύσεις του 2008-09, οι οποίες όμως δεν απέδωσαν τελικά. Έντεκα χρόνια αργότερα η κατάσταση έχει πλέον αλλάξει καθώς, τουλάχιστον για την Τουρκία, έχει λήξει το πρόβλημα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, το οποίο παρεμπόδιζε τις διαπραγματεύσεις. Το άνοιγμα των συνόρων θα λειτουργήσει προωθητικά τόσο για την αρμενική οικονομία, η οποία βρίσκεται υπό σημαντική πίεση, όσο και για την τουρκική και πιο συγκεκριμένα για τις ανατολικές επαρχίες της, όπως είναι το Καρς. Έως τώρα πάντως όλες οι μεταφορές γίνονται μέσω της Γεωργίας, η οποία είναι και η πιο κερδισμένη από όλη αυτή την κατάσταση που επικρατεί. Αν και πολιτικά πρόσωπα και από τις δύο χώρες ανταλλάσσουν μηνύματα προς μία θετική κατεύθυνση, παραμένει από αρμενικής πλευράς μία καχυποψία, η οποία δεν είναι τυχαία. Το Γερεβάν βρίσκεται σε αρκετά αποδυναμωμένη κατάσταση τόσο οικονομικά όσο και γεωπολιτικά, γεγονός που δυσκολεύει τις επί ίσοις όροις διαπραγματεύσεις, ενώ παραμονεύουν και οι λαϊκοί φόβοι για υποχώρηση στις διεκδικήσεις επί του ζητήματος της Αρμένικης Γενοκτονίας.
Επιπλέον ανοικτό παραμένει το ζήτημα της νότιας αρμένικης επαρχίας του Σιουνίκ, την οποία το Αζερμπαϊτζάν επιχειρεί να ελέγξει ώστε να ανοίξει το διάδρομο που θα ενώσει το Μπακού με τον θύλακα του Ναχιτσεβάν και την Τουρκία. Η Άγκυρα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις διαπραγματεύσεις για το άνοιγμα των συνόρων ως μοχλό πίεσης για τον διάδρομο του Σιουνίκ. Πάντως φαίνεται πως από την αρχή του πολέμου του Ναγκόρνο-Καραμπάχ έως και τώρα στόχος της Τουρκίας είναι η διείσδυση προς τον νότιο Καύκασο, εξ’ ου και η ισχυρή στρατιωτική υποστήριξη της Άγκυρας προς το Μπακού τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου, όσο και μετέπειτα με τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και τις βλέψεις για τουρκική στρατιωτική βάση στο Αζερμπαϊτζάν. Κάτι τέτοιο βέβαια προκαλεί ανησυχία τόσο στην Ρωσία όσο και στο Ιράν. Μάλιστα η Τεχεράνη δεν έκρυψε την ενόχλησή της, κάνοντας λόγο για παράνομη τουρκική στρατιωτική παρουσία στην Κασπία Θάλασσα έπειτα από τις πρόσφατες κοινές στρατιωτικές ασκήσεις Τουρκίας-Αζερμπαϊτζάν που έληξαν στις 12 Σεπτέμβρη.
Ένα χρόνο λοιπόν ύστερα από τον δεύτερο πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, φαίνεται να αναπτύσσονται νέες συνθήκες στον Καύκασο, αποδεικνύοντας πως η συγκεκριμένη πολεμική σύγκρουση δεν αφορούσε μονάχα το Γερεβάν και το Μπακού. Αντιθέτως άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, φέρνοντας νέους παίκτες στο προσκήνιο, ενώ στη μέση παραμένει ακόμη το άλυτο ζήτημα του ίδιου του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και της αποδυναμωμένης Αρμενίας.