Ο ισπανικός προϋπολογισμός, που αποτελούσε ένα κρίσιμο σημείο τριβής ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους, τους Σοσιαλιστές του PSOE και τους Unidas Podemos, τελικά ξεκλείδωσε με επιτυχία και συναίνεση. Και τούτο χάρις στην τελική συμφωνία που επήλθε ανάμεσα στις δύο πλευρές για να εγκριθεί ο μελλοντικός νόμος για την κατοικία και την προστασία των χαμηλών ενοικίων από τις κερδοσκοπικές τάσεις ή την αποψίλωση των λαϊκών κατοικιών από την τουριστική τους χρήση. Η πρόβλεψη τούτη, που αποτελούσε ένα κεντρικό σύνθημα της προεκλογικής εκστρατείας, ιδίως των Podemos, συνιστούσε για μήνες το αγκάθι στο τελικό “τυπωθήτω” του κειμένου του προϋπολογισμού του 2022 και συνάμα ήταν μία τελευταία προσπάθεια της αριστερής παράταξης να πραγματώσει ένα από τα κύρια πολιτικά σχέδιά της και να πείσει τον κόσμο της ότι δεν υποτάχθηκε στον πραγματισμό της επιβίωσης στην εξουσία.
Τα κύρια μέτρα που θα διέπουν τη νέα ρύθμιση για τα ενοίκια, του πρώτου νόμου στην Ισπανία για την κρατική στέγαση, θα εγκριθούν σε μελλοντική συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου. Σε αυτά θα περιλαμβάνονται επίσης οι προτάσεις που είχαν βάλει στο τραπέζι από την αρχή και οι Σοσιαλιστές. Το κύριο και πιο σοβαρό μέτρο είναι η επιδότηση με ένα “ομόλογο” κατοικίας για τους νέους, το οποίο έχει ανακοινωθεί από τον πρόεδρο της κυβέρνησης, Πέδρο Σάντσεθ.
Το μέτρο του κουπονιού ή ομολόγου, ύψους 250 ευρώ τον μήνα και για ένα εξάμηνο σε νέους 18-35 ετών, με εισόδημα μικρότερο από 23.725 ευρώ προτάσσεται ως η πιο δημοφιλής και καίρια πρόνοια του νέου νομοσχεδίου. Το μέτρο ενισχύεται ακόμη περισσότερο για τις περιπτώσεις των πιο ευάλωτων οικογενειών, με μία έκπτωση στο ενοίκιο που θα φθάνει και το 40% της αξίας του.
Το μέτρο τούτο ήταν και το μόνο που συναντούσε τη συναίνεση, τόσο των δύο κομμάτων, όσο και πολλών κοινωνικών εταίρων. Στο σημείο που σκόνταφτε η διαπραγμάτευση ήταν οι διατάξεις για την μεγάλη ακίνητη περιουσία και τις άδειες κατοικίες. Πλέον ως μεγάλη ακίνητη περιουσία θεωρείται η κατοχή δέκα ιδιοκτησιών και πάνω, ενώ για την τάξη αυτή θα περικόπτονται πλέον πολλές φορολογικές ελαφρύνσεις και κίνητρα. Παράλληλα, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η μεγάλη μάστιγα των “κενών” κατοικιών (διαμερισμάτων που δεν νοικιάζονται έως ότου οι ιδιοκτήτες πετύχουν το επιθυμητό τίμημα) αυξάνεται έως και 150% ο ανάλογος φόρος ακινήτων (ΙΒΙ) που μπορούν να εφαρμόσουν οι δημαρχίες, κατά τα πρότυπα ανάλογων μέτρων που έχουν θεσπίσει για την προστασία της λαϊκής κατοικίας το Βερολίνο ή η Βαρκελώνη. Απεναντίας θα προστατεύονται με ευεργετήματα οι μικρο-ιδιοκτήτες, ώστε να εξασφαλίζεται η προσφορά φθηνής κατοικίας.
Πλέον με το νέο νομοσχέδιο θα ρυθμίζονται, ιδίως εκεί όπου τα ενοίκια έχουν εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα επίπεδα, οι τιμές ενοικίασης, με γνώμονα τις περιοχές με “έντονη” ζήτηση ή αγοραστικό ενδιαφέρον. Ενδεικτικό είναι πως στη Μαδρίτη τα τελευταία χρόνια η τιμή των ενοικίων έχει τριπλασιασθεί σε σχέση με τις αυξήσεις στους μισθούς, ενώ ολόκληρες περιοχές (π.χ. Λαβαπιές) μετατρέπονται σε τουριστικά καταλύματα (Airbnb, Boutique Hotel). Οι ρυθμίσεις δεν θα περιλαμβάνουν μόνο τις υπάρχουσες κατοικίες, αλλά και τις μελλοντικές, για τις οποίες προβλέπεται πως το 30% εξ αυτών θα πρέπει να προσφέρονται για προστατευμένες από τη νομοθεσία κατοικίες και από αυτές οι μισές θα αντιστοιχούν σε σπίτια που υπάγονται στο κοινωνικό ενοίκιο.
Βέβαια, η απόσταση από τα λόγια και την πράξη είναι τεράστια: παρά τις νομοθετήσεις, ο άτεγκτος νόμος της αγοράς εφαρμόζει τα δικά του κριτήρια και η συμφωνία μεταξύ των εταίρων της κυβέρνησης για ρύθμιση των ενοικίων μικρόν αντίκτυπο έχει στους ιδιοκτήτες, που δηλώνουν είτε πως θα την αγνοήσουν, είτε αντιμετωπίζουν με διστακτικότητα και σκεπτικισμό την πρόθεση αυτή.
Αδύναμα σημεία που θα επηρεάσουν την αποτελεσματική εφαρμογή του μέτρου, παρ’ όλο που η νομοθεσία κινείται προς την ορθή κατεύθυνση, επισημαίνουν και οι ειδικοί. Το κύριο σημείο αυτής της αδυναμίας για την ορθή εφαρμογή είναι η ανάθεση της ευθύνης για την υλοποίηση της νομοθεσίας στις τοπικές αρχές και κυβερνήσεις: πολλές όμως από αυτές, π.χ. η τοπική κυβέρνηση της Εουσκάδι (Χώρα των Βάσκων) που διαχειρίζεται 250.000 κατοικίες, πλήττονται καθώς θα δουν έσοδά τους να μειώνονται, ενώ άλλες, ιδίως όσες πρόσκεινται στη δεξιά παράταξη, δεν είναι διατεθειμένες να το εφαρμόσουν και ούτε θα το κάνουν, υποκύπτοντας στα συμφέροντα των κύκλων που τις στηρίζουν ή φοβούμενες τις διαρροές ψήφων από τους πληττόμενους ιδιοκτήτες., που θεωρούν πως είναι δικαίωμά τους να κερδίζουν όσο θέλουν από την εκμετάλλευση της περιουσίας τους. Δόγμα που ασπάζεται ούτως ή άλλως η δεξιά παράταξη και ο Πάβλο Κασάδο. Ένας Πάβλο Κασάδο που δηλώνει αντίθετος με το μέτρο και αναγγέλλει προσφυγές στο συνταγματικό δικαστήριο, ενάντια σε μία νομοθεσία που, κατ’ αυτόν, πλήττει το αναφαίρετο δικαίωμα του ιδιοκτήτη να “κάνει ό,τι θέλει με αυτά που του ανήκουν”, όπως τόνισε στην αντίδρασή του.
Βέβαια, ο Κασάδο δεν λαμβάνει υπ’ όψη του τις κοινωνικές διαστάσεις που έχει λάβει πλέον το πρόβλημα της κατοικίας, που πέρα από την τουριστική ή “πολυτελή” μετατροπή της, σε συνδυασμό με την επέκταση σχεδόν σε όλους τους τομείς των νέων μορφών ελαστικής και προσωρινής εργασίας, καθιστά απαγορευτική την αναζήτηση στέγης, ιδίως στις νέες ηλικίες. Επιπλέον, η αυξανόμενη μετακύλιση δημοτικών και δημόσιων υπηρεσιών σε ιδιωτικά συμφέροντα, όπως η πώληση το 2013 (με πενιχρό τίμημα) 1850 δημοτικών κατοικιών στη Μαδρίτη από την τότε δεξιά δήμαρχο Άνα Μποτέλια στο ιδιωτικό κερδοσκοπικό fund Blackstone, σε συνδυασμό με τις αθρόες άδειες σε κατασκευαστικές να οικοδομούν συγκροτήματα ή να μετατρέπουν κατοικίες σε ακριβά διαμερίσματα, μειώνει ακόμη περισσότερο τις ευκαιρίες στα λαϊκά στρώματα να αποκτήσουν πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγη.
Πάντως η κυβέρνηση PSOE/Podemos, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη και με τις μεγάλες αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα και στις τιμές των προϊόντων, φέρεται διατεθειμένη να προβεί έστω και σε άχρωμες αυξήσεις 2% στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και αντίστοιχη αύξηση 2% στις συντάξεις για να αντιμετωπισθεί η λαίλαπα του πληθωρισμού και να στηρίξει το νέο κοινωνικό μέτρο για την κατοικία, μετριάζοντας την λεηλασία του εισοδήματος στα ευάλωτα στρώματα.
Οι αντιδράσεις αναμένεται να είναι ποικίλες και έντονες, τόσο σε επίπεδο πολιτικό, όσο και σε αυτοδιοικητικό, καθώς η τοπική αυτοδιοίκηση θα επιφορτισθεί με την εφαρμογή του και φυσικά θα στοιχίσει και α συναντήσει και τον πόλεμο από τις μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, τα διαχειριστικά funds και τους μεγάλους ιδιοκτήτες. Ένα κόστος πολιτικό που ο Σάντσεθ θα πρέπει να σταθμίσει, μιας κι από πολλές αυτονομικές κυβερνήσεις (Βάσκοι, Καταλωνία) εξαρτάται η στήριξη της κυβέρνησής του, ενώ και ο πόλεμος φθοράς από τα ισχυρά συμφέροντα ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει κάθε μελλοντικό του σχέδιο, ακόμη και την επιτυχία στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση.
Πάντως, η κυβέρνηση του Πέδρο Σάντσεθ, που έχει αποδείξει ότι είναι ικανή να προσορμίζεται παντού, δηλώνει διατεθειμένη να παραχωρήσει ένα moratorium 18 μηνών στις μεγάλες εταιρείες για να εφαρμόσουν το μέτρο της μείωσης των ενοικίων. Η αγορά και η διάθεση κατοικίας, όπως και οι κατασκευές, αποτελούν νευραλγικούς τομείς στην οικονομία της χώρας, όπως κι ο τουρισμός, τα συμφέροντα είναι πολλά κι ο Σάντσεθ δεν ήταν και δεν είναι πρόθυμος να συγκρουσθεί μετωπικά με αυτά.