ΑΘΗΝΑ
08:52
|
17.11.2024
Ιστορίες Χριστουγέννων στο Κοσμοδρόμιο. Η εποχή των παθών για τα παιδιά στη δουλειά με τον Αη... αφεντικό.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Μισώ τα Χριστούγεννα! Όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι, θα μου πείτε. Η δική μου απέχθεια γι’ αυτή τη γιορτή δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που λένε η «κατάθλιψη των γιορτών» και άλλα τέτοια. Αυτά είναι πολυτέλειες για τους πλούσιους. Άμα είσαι φτωχός, αν δεν έχεις στον ήλιο μοίρα, ούτε κατάθλιψη προλαβαίνεις να πάθεις ούτε τίποτα. Τέλος πάντων…

Τα Χριστούγεννα για μένα είναι η εποχή των παθών! Και όχι μόνο για μένα, αλλά για όλα τα παιδιά που είμαστε στη δουλειά. Με το που μπαίνει ο Δεκέμβρης αρχίζουν τα βάσανα. Δεν είναι οι απλήρωτες υπερωρίες στο εργοστάσιο. Αν ήταν μόνο αυτό, εντάξει, θα τα βολεύαμε κάπως. Κυρίως είναι η πίεση χρόνου, οι φωνές του επιστάτη και το κρύο πάνω στο μηχανάκι… Αχ αυτό το κρύο…

Για να καταλάβετε τι εννοώ πρέπει να σας πω δυο λόγια για τη δουλειά. Όταν είδα την αγγελία «Ζητούνται νέοι με μηχανάκι και δίπλωμα», τι να φανταστώ και εγώ; Ότι ζητούσαν ντελιβερά. Λογικό. Και εγώ αυτό ακριβώς ήμουν, ντελιβεράς σε πιτσαρία και μόλις είχα χάσει τη δουλειά, από τη διαμαρτυρία ενός πελάτη που άργησα να του πάω την πίτσα. Αμ δε ζητούσαν ντελιβερά στην αγγελία! Στο τηλέφωνο μου είπαν ότι πρόκειται για δουλειά σε εργοστάσιο, στο «περίφημο Εργαστήριο Santa Α.Ε.», που κατασκεύαζε παιχνίδια και δώρα. Μακάρι να με πάρουν, σκέφτηκα. Με έχουν φάει οι δρόμοι τόσα χρόνια, πάνω στο μηχανάκι. Πήγα να με δουν με μεγάλο άγχος. Δεν τους είχα πει ότι είμαι μετανάστης, νόμιμος βέβαια, αλλά μετανάστης. Δεν τους ένοιαξε καθόλου. Ούτε που το σχολίασαν.

Με παρέλαβε ένας επιστάτης και μου έδειξε το εργοστάσιο. «Κατασκευάζουμε παιχνίδια και δώρα για παιδιά, κατά παραγγελία», μου εξήγησε. Εγώ είχα μείνει να κοιτάζω με το στόμα ανοιχτό. Δεν είχα δει ποτέ μου κάτι τέτοιο, τόσο όμορφο εργοστάσιο, φωτεινό και λαμπερό. «Και το μηχανάκι; Γιατί ζητάτε μηχανάκι στην αγγελία;», ρώτησα. «Α, αυτό…» απάντησε εκείνος αδιάφορα. «Ε… ξέρεις, όταν το αφεντικό δεν προλαβαίνει να παραδώσει όλες τις παραγγελίες, τότε βάζουν και οι εργάτες ένα χεράκι». Όλα έμοιαζαν τέλεια και ξεκίνησα την επόμενη μέρα με μεγάλη χαρά. Αλλά η χαρά δεν κράτησε πολύ. Πλησίαζαν Χριστούγεννα και μας είχαν πνίξει οι παραγγελίες. Οκτάωρο; Ποιο οκτάωρο; Δώδεκα και δεκατρείς ώρες δουλεύαμε, εννοείται χωρίς να πληρωνόμαστε επιπλέον, με κάτι αόριστες υποσχέσεις για ρεπό και bonus που δεν τα είδαμε ποτέ. Όμως, όσες υπερωρίες και να κάναμε, πάλι δεν έβγαινε η δουλειά. Το αφεντικό δεν ήταν ευχαριστημένο και φώναζε στους επιστάτες, οι επιστάτες φώναζαν σε εμάς και μας απειλούσαν με περικοπές μισθού, αν δεν είχαμε στην ώρα τους τις παραγγελίες. Με άγχος τελείωνε η μια μέρα, με άγχος ξεκινούσε η επόμενη. «Μα δεν το βλέπει ο Σάντα ότι είναι αδύνατον να προλάβουμε τις παραγγελίες μέχρι τα Χριστούγεννα;» αναρωτήθηκα μια μέρα φωναχτά. Για κακή μου τύχη περνούσε δίπλα μου ο επιστάτης και με άκουσε. Ύστερα από λίγο τον είδα στο πατάρι του δεύτερου ορόφου με έναν χοντρό ασπρομάλλη, ντυμένο στα κόκκινα. Του μιλούσε και έδειχνε προς το μέρος μου.

«Ωχ, φίλε, το αφεντικό κοιτάζει προς τα εδώ” μου είπε ο διπλανός μου. “Σκύψε το κεφάλι και δούλευε».

«Αυτός ο χοντρός είναι το αφεντικό;».

«Ναι, αυτός είναι ο Αη».

“Σάντα δεν τον λένε;».

«Εμείς εδώ τον λέμε Αη».

Τις επόμενες μέρες η πίεση για μεγαλύτερη απόδοση διπλασιάστηκε, αλλά αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά σε όσα ακολούθησαν. Ήταν παραμονή Χριστουγέννων, μας είχε βγει η πίστη όλη μέρα να παραδώσουμε τις παραγγελίες της τελευταίας στιγμής και το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πότε θα ερχόταν η ώρα να γυρίσω σπίτι, να φάω δυο σουβλάκια και να πέσω για ύπνο. Τότε μας φώναξε ο επιστάτης. Χάρηκα, σκέφτηκα ότι ίσως μας έδιναν το bonus που μας είχαν υποσχεθεί και αναρωτιόμουν γιατί οι άλλοι ήταν κατσουφιασμένοι.

Ο επιστάτης άρχισε να λέει κάτι για το πνεύμα των Χριστουγέννων, για τα παιδιά που περιμένουν τα δώρα τους και άλλα τέτοια, μέχρι που μας έσκασε το νέο. Δεν θα σχολούσαμε, είχαμε μια αποστολή να εκτελέσουμε. Να μοιράσουμε στα παιδιά τα δώρα!

«Τι εμείς;» ρώτησα χαμηλόφωνα τον διπλανό μου.

«Ε, ναι! Ποιος νομίζεις ότι τα μοιράζει κάθε χρόνο; Πιστεύεις ότι τα πηγαίνει όλα ο Αη; Μερικά πηγαίνει, έτσι για να φαίνεται. Κάνει χο, χο χο, παριστάνει τον καλό στα παιδάκια και εμάς μας πατάει κάτω! Μας ξεζουμίζει για ένα κομμάτι ψωμί». Τον κοίταξα σαστισμένος.

«Δηλαδή, θέλεις να πεις…»

«Θέλω να πω, φίλε, ότι ο Αη Βασίλης είναι σκέτη λέρα!»

Καταλαβαίνετε τώρα γιατί μισώ τα Χριστούγεννα;

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Ιστορίες για βιβλία #1: Ο Ναύτης του Γιβραλτάρ

Παρίσι: Συναγερμός στις αρχές για άντρα που έχει κλειδωθεί σε εστιατόριο

Πολυτεχνείο: Επιπρόσθετες κυκλοφοριακές ρυθμίσεις την Κυριακή–Ποιοι δρόμοι κλείνουν

Αμπχαζία: Η αντιπολίτευση καλεί τον Πρόεδρο να παραιτηθεί-«Όχι» σε πρόωρες εκλογές (upd)

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα