Ο Αντώνιος, ο οποίος έμελλε να αποκληθεί Μέγας, δεν γνώριζε ελληνικά – πράγμα λογικό για κάποιον από την περιοχή της Ηρακλεοπόλεως της Αιγύπτου. Οι επιστολές που του αποδίδονται έχουν γραφτεί όλες στα κοπτικά. Όμως τη φήμη του την οφείλει στον «Βίο» του που συνέγραψε στα ελληνικά, λίγο μετά τον θάνατό του, ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αθανάσιος – και έτι περαιτέρω στην μετάφραση αυτού του κειμένου στα λατινικά από τον Ευάγριο της Αντιοχείας. Η τεράστια διάδοση που γνώρισε ανά τους αιώνες το θέμα των Πειρασμών του Αγίου Αντωνίου στην τέχνη της Δύσης, επιτρέποντας με πρόσχημα εποικοδομητικό το ξεδίπλωμα της πιο σουρεαλιστικής φαντασίας, οφείλεται σε αυτήν ακριβώς την μετάφραση.
Παράδοξη μοίρα για κάποιον που κυρίευσε, ούτως ειπείν, τον κόσμο, ενώ αφιερώθηκε ακριβώς στην απάρνησή του. Διότι ο άγιος Αντώνιος της Αιγύπτου υπήρξε το πρώτο, και εσαεί αξεπέραστο, πρότυπο του αναχωρητικού μοναχισμού. Και το ότι άκμασε στην περίοδο του τερματισμού των διωγμών των Χριστιανών δεν είναι τυχαίο. Σε κάποιους η συμφιλίωση του Χριστιανισμού με τον κόσμο και τις εξουσίες του προκαλούσε αφόρητο μετεωρισμό – και η οδός του μαρτυρίου, ως προσωπική κλήση και επιλογή πλέον, τους οδήγησε σε άσκηση εκούσιας ταλαιπωρίας του σώματος, μακριά από το περιβάλλον των πόλεων, εκεί όπου η φύση δείχνει την πιο τραχιά της όψη.
Ο Αθανάσιος έχει άλλο δρόμο. Εδρεύει στην Μεγάλη Πόλη της Αλεξανδρείας, αφοσιώνεται στην εγκόσμια δράση, δίνει μάχες για την ορθή διατύπωση του δόγματος, αναμετριέται αμείλικτα με τους αντιπάλους του, χάνει και εξορίζεται, οικοδομεί συμμαχίες και επιστρέφει, εξορίζεται εκ νέου, μέχρι η καλή τύχη να του χαρίσει τον θάνατο του διώκτη αυτοκράτορα. Και το κυριότερο: βρίσκεται με πρωταγωνιστικό ρόλο στην Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, που συγκαλεί ο Μεγάλος Κωνσταντίνος – δηλ. στο σημείο καμπής της οικειοποίησης και κωδικοποίησης της νέας θρησκείας από μία εξουσία που μέχρι πριν από λίγα χρόνια οδηγούσε στον βασανιστικό θάνατο όσους αρνούνταν να προσφέρουν θυσίες στη λατρεία του αυτοκράτορα.
Και όμως, για έναν τέτοιον «Λένιν» του 4ου π.Χ. αιώνα (αν επιτρέπεται να κάνουμε αναχρονιστικούς παραλληλισμούς) το μάθημα του μεγάλου ασκητή, η επίκληση και η προβολή του παραδείγματός του είχε κεντρική σημασία.
Κάθε Αθανάσιος, φαίνεται, χρειάζεται τον Αντώνιό του – και τανάπαλιν. Η απόφαση της Εκκλησίας να εορτάζει τη μνήμη αυτών των δύο αγίων σε διαδοχικές ημέρες μόνο τυχαία δεν είναι.
Οι σημερινοί χρειάζεται να αναλογιστούμε βαθύτερα αυτές τις αναλογίες – ακόμη περισσότερο αν κινούμαστε έξω από την παλιά γλώσσα πίστης.
Δεν υπάρχει «σωτηρία», δεν υπάρχει η δική μας «βασιλεία», χωρίς τη δαιμονιώδη φαντασία του Αντωνίου της ερήμου, αλλά και την αντίστασή του στους πειρασμούς. Κανείς δεν οδηγείται πουθενά χωρίς μιαν ορισμένη «αναχωρητική» χειρονομία, χωρίς την απαλλαγή από τις τόσες «αποσκευές εαυτού», που περνιούνται παραπλανητικά για μοναδική δυνατότητα πλήρωσης. Το πρώτο βήμα είναι πάντοτε η κήρυξη ασυμφιλίωτου πολέμου σε αυτόν τον κόσμο.