ΑΘΗΝΑ
08:54
|
22.11.2024
Ο Μιτς Μακόνελ προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, στην προσπάθειά του να κρατήσει τους οπαδούς του Τραμπ δίχως τον ίδιο.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Ο επικεφαλής της μειοψηφίας των Ρεπουμπλικανών, Μιτς ΜακΚόνελ, καταβάλλει το τελευταίο διάστημα τιτάνια προσπάθεια ώστε να πετύχει το ακατόρθωτο. Τουτέστιν να κρατήσει τους ψηφοφόρους του πρώην προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, εντός κόμματος δίχως όμως να παραδώσει το κόμμα στον ίδιο τον Τραμπ.

Η εκστρατεία του ενόψει των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών του Νοέμβρη είναι ενδεικτική της αποστολής που έχει αναλάβει, μα και των δυσκολιών που καλείται να αντιμετωπίσει. Το σκεπτικό του ΜακΚόνελ, ο οποίος εστιάζει σε μια σειρά από κρίσιμες για την εκλογική κατίσχυση πολιτείες, έγκειται στο να κρατήσει τους τραμπιστές εντός GOP (το προσωνύμιο του κόμματος) δίχως παράλληλα να πριμοδοτεί τις πιο ακραίες φωνές και τάσεις εντός τους, που θεωρείται ότι τρομάζουν τους τόσο απαραίτητους για οποιαδήποτε εκλογική νίκη ανεξάρτητους ψηφοφόρους.

Πρόκειται για μια εμφανώς δύσκολη εξίσωση, που στηρίζεται στην προώθηση αρκετά συντηρητικών υποψηφίων, όχι όμως ακραιφνών ως προς τον φιλοτραμπισμό τους. Σε αυτό το πλαίσιο, μια σύγκρουση με τον ίδιο τον πρώην πρόεδρο -που δεν λησμονεί τη στάση του γερουσιαστή του Κεντάκι κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών- είναι αναπόφευκτη.

Έτσι, σε Αλάσκα και Αριζόνα ο ΜακΚόνελ στηρίζει για τη θέση του γερουσιαστή με όλες του τις δυνάμεις την νυν κυβερνήτη Λίζα Μουρκόφσκι, που ψήφισε υπέρ της παραπομπής Τραμπ πέρυσι και τον κυβερνήτη Νταγκ Ντούσι, ο οποίος έκανε κυριολεκτικά «θηρίο» τον πρώην πρόεδρο όταν αρνήθηκε να ανατρέψει τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2020. Επίσης, ο ΜακΚόνελ έχει ρίξει όλο του το βάρος στην επανεκλογή του στενού συνεργάτη του, Τζον Θουν, στη θέση του γερουσιαστή της Νότιας Ντακότα, με τον Τραμπ να καλεί ανοικτά τους Ρεπουμπλικανούς της πολιτείας να στηρίξουν οποιονδήποτε άλλον εκτός του Θουν. Και οι τρεις περιπτώσεις είναι ενδεικτικές του μεγάλου συντηρητικού συνασπισμού που επιχειρεί να σφυρηλατήσει ο ΜακΚόνελ για το κόμμα του. Η Μουρκόφσκι είναι αρκετά μετριοπαθής σε ό,τι αφορά τα κοινωνικά ζητήματα, ο Ντούσι έχει διαφοροποιηθεί αρκετά από τη χαλαρή «γραμμή» που έχουν υιοθετήσει αρκετοί από το κόμμα του για την υιοθέτηση της πανδημίας, ενώ ο Θουν αποστασιοποιήθηκε από τους ισχυρισμούς του προεδρικού επιτελείου περί νοθείας στις εκλογές του 2020 δίχως να ψηφίζει υπέρ της παραπομπής Τραμπ.

Στον αντίποδα, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αποφασίσει να στηρίξει υποψήφιους απόλυτα ευθυγραμμισμένους με το αφήγημα του «Μεγάλου Ψέματος» και ικανούς να συσπειρώσουν την κομματική βάση γύρω από την επιστροφή του στην εξουσία το 2024. Χαρακτηριστική περίπτωση η Κέλυ Τσιμπάκα στην Αλάσκα, η οποία δεν δίστασε να εξαπολύσει ευθεία επίθεση κατά της Μουρκόφσκι για υπονόμευση της προεδρίας Τραμπ, κάνοντας παράλληλα λόγο για «σκιές σε ό,τι αφορά την εκλογή Μπάιντεν».

H «μάχη» ανάμεσα σε ΜακΚόνελ και Τραμπ -που αναμένεται να ενταθεί στην τελική ευθεία προς τις εκλογές του Νοεμβρίου- γίνεται στο φόντο της βαθιάς απογοήτευσης που επικρατεί στο Δημοκρατικό Κόμμα σε σχέση με την αδυναμία της προεδρίας Μπάιντεν να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των Αμερικανών πολιτών. Η δημοφιλία του ίδιου του Μπάιντεν είναι αυτή τη στιγμή χειρότερη όλων των άλλων προέδρων μεταπολεμικά πλην του προκατόχου του και η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών είναι «στα κάγκελα» με τους γερουσιαστές Κίρτστεν Σίνεμα και Τζο Μάντσιν, με το εν λόγω ντουέτο να λογίζεται ως η βασική αιτία που τα πλέον προωθημένα κοινωνικά νομοθετήματα του Λευκού Οίκου δεν έχουν ψηφισθεί.

Σε μια τέτοια περίσταση, το τελευταίο που χρειάζεται η μεγάλη συντηρητική παράταξη των ΗΠΑ είναι ένας κύκλος εσωστρέφειας, ικανής να δώσει το έναυσμα μιας αντεπίθεσης στον μισητό αντίπαλο και να στερήσει μια νίκη ικανή να «στρώσει» το έδαφος για τις προεδρικές εκλογές του 2024. Είναι αυτό που προσπαθεί ακριβώς να αποτρέψει ο πανίσχυρος ακόμη σε κομματικό επίπεδο γερουσιαστής του Κεντάκι, διαισθανόμενος την αξία του momentum στην πολιτική και αξιολογώντας ως υπαρκτό τον κίνδυνο ένα Ρεπουμπλικανικό κόμμα ταυτισμένο απόλυτα με τον 45ο πρόεδρο να απωθεί περισσότερους από όσους ελκύει.

«Αέρα» στη στρατηγική ΜακΚόνελ φαίνεται πως έδωσε η πρόσφατη εκλογή του Γκλεν Γιάνγκιν στη θέση του κυβερνήτη της Βιρτζίνια, με την εκστρατεία του τελευταίου να υιοθετεί μια κάπως πιο χαλαρή εκδοχή τραμπισμού, εστιασμένη στην χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων και την πολεμική κατά της κριτικής φυλετικής θεωρίας, δίχως όμως να ενστερνίζεται τις φραστικές και ακτιβιστικές ακρότητές της, σε μια τακτική που συνοψίζεται στην παΐσια παραλλαγή «Θα είμαστε σαν τον Τραμπ αλλά δεν θα είμαστε Τραμπ».

«Ένα σπασμένο γέρικο κοράκι». Έτσι αποκάλεσε δημόσια τον ΜακΚόνελ, ο πρώην πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, όταν ο πρώτος βοήθησε τον περασμένο Οκτώβρη τους Δημοκρατικούς να αυξήσουν το «ταβάνι» του χρέους, προκειμένου να συνεχιστεί η ομαλή χρηματοδότηση των ομοσπονδιακών υπηρεσιών. Αν και ο 45ος πρόεδρος είναι πασίγνωστός για την έλλειψη πολιτικού τακτ, δεν επρόκειτο από ό,τι φαίνεται για μια στιγμιαία ένταση μεταξύ των δύο ανδρών αλλά για μια αναμέτρηση αναφορικά με την «ψυχή» του ιστορικού συντηρητικού κόμματος.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Ημερίδα για τις νομικές και πολιτικές όψεις του κινήματος Αντίστασης και Αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ: Να μπει τέλος στους διωγμούς πιστών στην Ουκρανία

Εκδήλωση-Συζήτηση: «Γενοκτονία, Αντίσταση και Αντι-αποικιακότητα στη Μέση Ανατολή/Δυτική Ασία»

Διαπολιτισμικό Σχολείο Ανατολικής Θεσσαλονίκης: Αναγκαστική μετεγκατάσταση μεσούσης της χρονιάς

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα