Η λέξη kuzushi (εκ του ρήματος kuzusu, που σημαίνει τράβηγμα ή κατεδάφιση) είναι ένας ιαπωνικός όρος για την αποδυνάμωση της σωματικής πρωτίστως και πνευματικής έπειτα ισορροπίας ενός αντιπάλου στις ιαπωνικές πολεμικές τέχνες.
Η συγκεκριμένη τεχνική, από τις αγαπημένες του Ρώσου προέδρου και ρέκτη του τζούντο Βλαντίμιρ Πούτιν, φαίνεται πια πως έχει ξεφύγει από τα όρια της αθλητικής ορολογίας και είναι σήμερα ικανή να περιγράψει τη στρατηγική της Μόσχας ως προς το ουκρανικό ζήτημα.
Στη γεωπολιτική εκδοχή του σπορ ήταν ο ένοικος του Κρεμλίνου που ξεκίνησε το ιδιότυπο παιχνίδι της μπλόφας με τις προτάσεις-τελεσίγραφο στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, που δημοσιοποιήθηκαν στις 17 Δεκεμβρίου, ενώ 100.000 Ρώσοι στρατιώτες παρατάσσονταν κοντά στα ουκρανικά σύνορα, σε μια προσπάθεια αποσυντονισμού ΗΠΑ και ΝΑΤΟ. Τον ακολούθησαν με «ρελάνς» διάρκειας πάνω από ένα μήνα τα αμερικανικά και βρετανικά συγκροτήματα του Τύπου βομβαρδίζουν το κοινό με χάρτες, γεμάτους τανκς και αεροπλάνα, περί επικείμενης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Στη συνέχεια αυτού του ιδιότυπου μπρος-πίσω, το οποίο περιλαμβάνει την εκατέρωθεν καταφυγή σε εξάρσεις εμπρηστικής ρητορικής, λίγες ημέρες αφότου o Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έριξε λάδι στη φωτιά προβλέποντας δημοσίως ότι «ο Πούτιν θα κινηθεί» στρατιωτικά τις αμέσως επόμενες ημέρες ή εβδομάδες η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζεν Ψάκι, διαβεβαίωνε μόλις την Παρασκευή πως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν είναι πλέον επικείμενη.
Στο περιθώριο του ιδιότυπου αυτού μπρα ντε φερ η Ε.Ε. εμφανιζόταν για ακόμη μία φορά ως ο μεγάλος απών μιας μείζονος διεθνούς κρίσης, διχασμένη ανάμεσα στο ρωσοφοβικό μπλοκ (Ολλανδία, Πολωνία, Βαλτικές) και τις χώρες που διατηρούν ισχυρούς οικονομικούς ή ενεργειακούς δεσμούς με τη Ρωσία –Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Αυστρία-και επιθυμούν διάλογο και όχι σύγκρουση.
Την απροθυμία των Μεγάλων για σύγκρουση φαίνεται πως έχει καταλάβει και ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος προ ολίγων ημερών είπε στο πλαίσιο διαγγέλματός του πως «δεν έχουμε ψευδαισθήσεις, αλλά υπάρχει ελπίδα». Είναι αμφίβολο ωστόσο πόση ευελιξία μπορεί να επιδείξει η σημερινή ηγεσία της Ουκρανίας, η οποία γνωρίζει άριστα πως η παραμονή της στην εξουσία συνδέεται με την συντήρηση ενός ψυχροπολεμικού κλίματος που δεν ευνοεί κλείσιμο της πληγής που άνοιξε το 2014.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω φαντάζει αναπόδραστη εξέλιξη η μετάλλαξη του σεναρίου της σύγκρουσης σε διπλωματικό πόλεμο φθοράς, ο οποίος ωστόσο δεν έχει την πολυτέλεια να παραταθεί υπό τις παρούσες συνθήκες. Στη σκιά της εξελισσόμενης πανδημικής κρίσης και με το ενεργειακό και επενδυτικό κόστος της ανάκαμψης να αναθεωρείται διαρκώς σε ανοδική τροχιά μια παράταση της ουκρανικής κρίσης δεν εξυπηρετεί τα ζωτικά συμφέροντα καμίας πλευράς. Για την Ουάσιγκτον το 2022 είναι εκλογικό έτος και η προοπτική να αφιερωθεί πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο σε μια μακρά αντιπαράθεση που λίγο απασχολεί την αμερικανική κοινωνία μόνο επιζήμια είναι για το ήδη πληγωμένο από τη στασιμότητα της κοινωνικής του ατζέντας Δημοκρατικό Κόμμα. Για τη δε Μόσχα, το κόστος μιας εισβολής –πολλώ δε μάλλον μιας κατοχής- μιας χώρα με το μέγεθος της Ουκρανίας είναι απολύτως μη διαχειρίσιμο τόσο σε οικονομικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο.
Σε αυτό το σύνθετο διπλωματικό παζλ, Μπάιντεν και Πούτιν φαίνεται να παίζουν μια ριψοκίνδυνη παρτίδα πόκερ, καταφέρνοντας σταδιακά να απομακρύνουν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων τους ασθενέστερους παίκτες στη λογική της παράδοσης που θέλει τις δυο υπερδυνάμεις, αν έχουν τη βούληση να μη συγκρουσθούν, έχουν τη δυνατότητα να ελέγξουν τις εντάσεις με πιθανότερο σημείο συνάντησης να θεωρείται ενός είδους φινλανδοποίηση της Ανατολικής Ευρώπης. Όμως ο κίνδυνος αυτή η ελεγχόμενη αλληλουχία να εκτραπεί σε ανεξέλεγκτη κρίση είναι πάντοτε παρών, ιδίως όταν διακυβεύεται το γόητρο δύο μεγάλων δυνάμεων. Μόνο βέβαιο είναι το εξής: οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις που βρίσκονται κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία δεν πρόκειται να αποσυρθούν αν δεν υπάρξει αποτέλεσμα στις διμερείς διαπραγματεύσεις ΗΠΑ – Ρωσίας, παραπέμποντας μάλλον σε ένα άλλο είδος παιχνιδιού στενά συνδεδεμένου με τη Ρωσία, όπου οι κινήσεις των δρώντων απαιτούν από τον νικητή να σκέφτεται την επόμενη κίνηση του σε σχέση με εκείνη του αντιπάλου.