Του Τζόζεφ Μασάντ
Η δυτική ρωσοφοβική υστερία βρίσκεται πλέον σε πλήρη ισχύ. Η γερμανική πολιτική κουλτούρα, κληρονόμος του πιο ολοκληρωτικού συστήματος που έχει γνωρίσει ποτέ ο κόσμος, οδήγησε στην πρόσφατη απόλυση ενός Ρώσου διευθυντή ορχήστρας που αρνήθηκε να καταδικάσει τις στρατιωτικές ενέργειες της Μόσχας στην Ουκρανία, ενώ το ίδιο επιβλήθηκε και στην ρωσίδα τραγουδίστρια της όπερας Άννα Νετρέμπκο.
Όπως μου είπε πρόσφατα ένας φίλος Γερμανός Εβραίος ακτιβιστής, το περιστατικό αυτό δεν είναι εντελώς ασυσχέτιστο με την απόλυση Γερμανών Εβραίων μουσικών το 1933, καθώς και Γερμανών Χριστιανών μουσικών επειδή αρνήθηκαν να υποστηρίξουν τον εθνικοσοσιαλισμό – και αυτό πριν από τους νόμους της Νυρεμβέργης του 1935. Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, η κρατική Deutsche Welle της Γερμανίας ήταν απασχολημένη με την εκκαθάριση του αραβικού προσωπικού που εξέφραζε επικριτικές απόψεις για το Ισραήλ, απόψεις που χαρακτηρίζονται στη λυσσαλέα φιλοϊσραηλινή Γερμανία ως «αντισημιτικές».
Στην Ιταλία, της οποίας η πολιτική κουλτούρα είναι επίσης κληρονόμος του φασισμού, ένα πανεπιστημιακό μάθημα για τον Ντοστογιέφσκι ανεστάλη στο όνομα της νέας ρωσοφοβίας, αν και αργότερα, ως αποτέλεσμα της πίεσης, επανήλθε. Στις ΗΠΑ, ο κολοσσός των βιντεοπαιχνιδιών EA Sports αφαίρεσε τις ρωσικές ομάδες από τη σειρά βιντεοπαιχνιδιών FIFA.
Η ρωσοφοβική εκστρατεία καλύπτει όλο το δυτικό πολιτικό φάσμα και υποστηρίζεται πλήρως από τους δυτικούς φιλελεύθερους και τις πολιτιστικές ελίτ. Η πολιτική ευπιστία της πλειοψηφίας των πληθυσμών των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης με σοκάρει πάντα. Από τότε που έφτασα στις ΗΠΑ για να φοιτήσω στο πανεπιστήμιο το 1982, δεν μπορούσα να πιστέψω πόσο εύπιστοι ήταν οι Αμερικανοί συμμαθητές μου όλων των φυλών στην ακλόνητη πεποίθησή τους πως ό,τι έλεγε η κυβέρνησή τους ή τα εταιρικά μέσα ενημέρωσης, ειδικά για άλλες χώρες, ήταν η απόλυτη αλήθεια.
Έχοντας μεγαλώσει στην Ιορδανία υπό ένα αυταρχικό καθεστώς, έμαθα, όπως πολλοί Ιορδανοί, να πιστεύω ελάχιστα από όσα έλεγε η κυβέρνηση ή τα μέσα ενημέρωσης. Παραμένω προκατειλημμένος στην ιδέα ότι τα αυταρχικά καθεστώτα καλλιεργούν τον δημοκρατικό σκεπτικισμό στους πληθυσμούς τους, ενώ τα δυτικά φιλελεύθερα «δημοκρατικά» καθεστώτα καλλιεργούν την απόλυτη συμμόρφωση και υποταγή στο «Υπουργείο Αλήθειας», όπως το ονόμασε ο Τζορτζ Όργουελ.
Προσθέστε σε αυτό την ψυχολογία του όχλου και την κατά κανόνα απόρριψη των αντίθετων απόψεων από τις επικρατούσες πεποιθήσεις στις περισσότερες δυτικές χώρες, και η κατάσταση δεν διαφέρει και πολύ από τη φασιστική κουλτούρα πολλών ευρωπαϊκών χωρών κατά την περίοδο του μεσοπολέμου.
Οι αδιάκοπες ρατσιστικές επιθέσεις
Τίποτα από αυτά δεν αποτελεί έκπληξη. Στις ΗΠΑ, οι Αμερικανοί πυροβολούσαν σε μεγάλους αριθμούς τα σκυλιά Dachshund, τα λιθοβολούσαν και τα ποδοπατούσαν στους δρόμους κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου λόγω της γερμανικής τους καταγωγής. Μια αμερικανική εκστρατεία εξαπολύθηκε κατά της μπύρας ως γερμανικού ποτού, με το επιχείρημα ότι ήταν «αντιπατριωτικό» να την πίνεις. Οι Αμερικανοί μετονόμασαν ακόμη και το ξινολάχανο (sauerkraut) σε «λάχανο της ελευθερίας».
Αυτό έρχεται να προστεθεί στο γεγονός ότι οι Γερμανοαμερικανοί και οι Γερμανοί κάτοικοι των ΗΠΑ τοποθετήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης (που στην επίσημη γλώσσα ονομάζονται «στρατόπεδα κράτησης») κατά τη διάρκεια του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Στις δεκαετίες του ’70 και του ’80, ο αμερικανικός σωβινισμός βρισκόταν σε υψηλά επίπεδα, με αδιάκοπες ρατσιστικές επιθέσεις κατά της Ιαπωνίας επειδή υπονόμευε δήθεν την αμερικανική οικονομία. Οι εκστρατείες για μποϊκοτάζ ιαπωνικών αυτοκινήτων και ηλεκτρονικών ειδών ήταν ευρέως διαδεδομένες, ενώ ορισμένοι κατηγορούσαν τους Ιάπωνες ότι διέπραξαν ένα «οικονομικό Περλ Χάρμπορ» και προειδοποιούσαν ότι ο «Κίτρινος Κίνδυνος» είχε επιστρέψει (εδώ, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι οι Ιαωνοπαμερικανοί και οι Ιάπωνες κάτοικοι των ΗΠΑ μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και η περιουσία τους κατασχέθηκε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ).
Το 1982, δύο λευκοί άνδρες που εργάζονταν στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου έναν Κινεζοαμερικανό, προφανώς θεωρώντας τον λανθασμένα Ιάπωνα. Στους δύο δολοφόνους επιβλήθηκε πρόστιμο 3.000 δολαρίων και δεν εξέτισαν ποινή φυλάκισης. Αντιπρόσωποι του αμερικανικού Κογκρέσου χρησιμοποίησαν ακόμη και βαριοπούλες για να καταστρέψουν προϊόντα της Toshiba μπροστά από το Καπιτώλιο – και αυτό συνέβη την εποχή του προέδρου Ρόναλντ Ρέιγκαν, πολύ πριν από τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Τζο Μπάιντεν.
Μετά την Ιρανική Επανάσταση, οι ρατσιστικές επιθέσεις και η παρενόχληση των Ιρανών, ή οποιουδήποτε θεωρούσαν λανθασμένα για Ιρανό (όπως έπαθα εγώ από λευκούς συμφοιτητές μια εβδομάδα μετά την άφιξή μου στις ΗΠΑ), ήταν στην ημερήσια διάταξη. Μια αντι-ιρανική αφίσα κρέμεται σε ένα εστιατόριο μπάρμπεκιου στο Χιούστον του Τέξας από το 1979 και δείχνει μια αναπαράσταση λιντσαρίσματος, κάτι που το έκανε αγαπητό στους θαμώνες του μέχρι και το 2011.
Ο ισλαμοφοβικός οίστρος έλαβε πρωτοφανείς διαστάσεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη μετά την 11η Σεπτεμβρίου, με μία από τις πρώτες ρατσιστικές επιθέσεις να έχει ως θύμα της, μαζί με έναν Μουσουλμάνο θύμα, έναν Αιγύπτιο Χριστιανό και έναν Σιχ που προφανώς τον πέρασαν για Μουσουλμάνο.
Η θεατρική εφηβικότητα
Όταν η Γαλλία αρνήθηκε να υποστηρίξει την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003, οι Αμερικανοί εστιάτορες άρχισαν να πετούν το γαλλικό κρασί και να ρίχνουν το περιεχόμενο των φιαλών στους δρόμους. Το Κογκρέσο υπήρξε επίσης πρωτοπόρο σε αυτό το θέμα, όταν η καφετέριά του μετονόμασε τις «γαλλικές πατάτες» σε «πατάτες ελευθερίας».
Στην τρέχουσα ατμόσφαιρα, η ίδια θεατρική εφηβικότητα της αμερικανικής πολιτικής κουλτούρας εκδηλώθηκε με την απόρριψη της ρωσικής βότκας και ακόμη και με το μποϊκοτάζ των ρωσικών εστιατορίων αμερικανικής ιδιοκτησίας. Το Spotify έκλεισε τα γραφεία του στη Μόσχα και η ΙΚΕΑ έκλεισε τα ρωσικά καταστήματά της. Το κινηματογραφικό φεστιβάλ της Γλασκώβης απέσυρε δύο ρωσικές ταινίες.
Η Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης δήλωσε ότι τερματίζει τη συνεργασία της με το θέατρο Μπολσόι της Μόσχας και διέκοψε τους δεσμούς της με την τραγουδίστρια της όπερας Άννα Νετρέμπκο, ενώ η Μπιενάλε της Βενετίας αφαίρεσε το ρωσικό περίπτερο, ανάμεσα σε μια σειρά από μποϊκοτάζ ρωσικών πολιτιστικών προϊόντων.
Και αν τα γερμανικά σκυλιά έπρεπε να σκοτωθούν στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Διεθνής Ομοσπονδία Γάτας με έδρα τη Γαλλία μόλις απαγόρευσε τις ρωσικές γάτες από τους διαγωνισμούς. Η Λιθουανία έφτασε στο σημείο να σταματήσει την αποστολή εμβολίων Covid στο Μπαγκλαντές ως τιμωρία για την απόφαση του τελευταίου να απέχει από την ψηφοφορία στον ΟΗΕ για την καταδίκη της ρωσικής επέμβασης.
Εάν η Δύση δεν ήταν τόσο υποκριτική σχετικά με το ποιες χώρες μπορούν να μποϊκοταριστούν γρήγορα και ποιες όχι, το μποϊκοτάρισμα της Ρωσίας σε επίσημο επίπεδο θα μπορούσε να είναι μια σημαντική πολιτική πράξη, συμπεριλαμβανομένης της ακύρωσης κρατικών επισκέψεων, κοινών στρατιωτικών ασκήσεων, της απόρριψης επίσημων προσκλήσεων σε εκδηλώσεις που χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση, της ακύρωσης προσκλήσεων για ομιλίες Ρώσων κρατικών αξιωματούχων σε ιδιωτικά ή δημόσια ιδρύματα κ.λπ., ωστόσο, το μποϊκοτάρισμα του Ντοστογιέφσκι, της βότκας και των Ρώσων μουσικών δεν είναι.
Η λύδια λίθος που δοκιμάζονται οι Ρώσοι μουσικοί για να διατηρήσουν τη δουλειά τους στις γερμανικές ορχήστρες δεν παραπέμπει σε τίποτα λιγότερο από ολοκληρωτισμό. Σκεφτείτε μόνο πόσο αμφιλεγόμενο ήταν το μποϊκοτάζ, όχι του Ισραήλ, αλλά των παράνομων εποικισμών του στα κατεχόμενα εδάφη τις τελευταίες δύο δεκαετίες, και θα καταλάβετε την εικόνα.
Ο Βλαντίμιρ Λένιν κατηγόρησε ορισμένους Ρώσους κομμουνιστές στις αρχές της δεκαετίας του ’20 για την ελλιπή υποστήριξή τους στα δικαιώματα πολλών μη ρωσικών λαών που κατοικούσαν στη Ρωσία, δηλώνοντας: «Ξύστε μερικούς [Ρώσους] κομμουνιστές και θα βρείτε μεγαλορώσους σωβινιστές».
Καθώς οι συνεχιζόμενες ρωσοφοβικές εκστρατείες έχουν ενώσει τους δυτικούς συντηρητικούς και φιλελεύθερους στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, αισθάνομαι σίγουρος ότι το πιο πιθανό είναι ότι αν ξύσετε πολλούς λευκούς φιλελεύθερους, θα βρείτε έναν υπέρμαχο του Ψυχρού Πολέμου και της λευκής υπεροχής.
Ειρωνικό φαινόμενο
Οι πρόσφατες ποταπές και κατάπτυστες ρωσοφοβικές πράξεις αποκαλύπτουν ότι η παιδαριώδης φύση της αμερικανικής ή δυτικοευρωπαϊκής πολιτικής κουλτούρας υπό καθεστώς φασισμού ή φιλελευθερισμού δεν διαφέρει και πολύ όταν πρόκειται για την διάχυση ρατσιστικής περιφρόνησης και κατασκευασμένων φαντασιώσεων σε επιλεγμένους εχθρούς.
Αυτό επεκτείνεται και στη δυτική ακαδημαϊκή κοινότητα. Η σοβιετολογία, ένας δεξιός ακαδημαϊκός κλάδος που εμφανίστηκε τη δεκαετία του ’50, διέδιδε σοφιστικέ θεωρίες για τη σοβιετική «αντιδημοκρατική» κουλτούρα που οφειλόταν στο γεγονός ότι οι Ρωσίδες μητέρες τύλιγαν τα μωρά τους πιο σφιχτά απ’ ό,τι σε άλλα έθνη, μια πράξη που υποτίθεται ότι τους εμφύσησε την αγάπη για τον πολιτικό περιορισμό. Οι Άραβες και οι Μουσουλμάνοι, μας έλεγαν επί δεκαετίες και συνεχίζουν να μας λένε οι δυτικές ακαδημαϊκές σχολές και τα μέσα ενημέρωσης, αγαπούν τους δικτάτορες και τη βία, καθώς αυτό είναι μέρος της θρησκείας και του πολιτισμού τους.
Το 2000, συνδιοργάνωσα με τον Εντουαρντ Σαΐντ ένα μεγάλο λογοτεχνικό συνέδριο στο οποίο προσκαλέσαμε 40 παγκοσμίου φήμης λογοτέχνες, συμπεριλαμβανομένων 20 μυθιστοριογράφων και ποιητών από τον αραβικό κόσμο. Το συνέδριο χρηματοδοτήθηκε από ένα ιδιωτικό αμερικανικό πολιτιστικό ίδρυμα και θα διεξαγόταν στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, όπου διδάσκαμε και ο Σαΐντ και εγώ.
Εβδομάδες πριν από τη διεξαγωγή του συνεδρίου, σημειώθηκαν οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Η αντι-αραβική και αντι-μουσουλμανική υστερία που κατέκλυσε τις ΗΠΑ μετά τις επιθέσεις ανησύχησε πολύ τον χορηγό και το πανεπιστήμιο όσον αφορά τα θέματα ασφάλειας και τον φόβο ότι το συνέδριο θα βομβαρδιζόταν από φανατικούς των ΗΠΑ. Καθώς οι απαιτήσεις ασφαλείας του πανεπιστημίου αυξάνονταν, η ανησυχία του πολιτιστικού ιδρύματος για τις απειλές αυξανόταν κατακόρυφα. Το συνέδριο, το οποίο προετοιμαζόταν για δύο χρόνια, ακυρώθηκε.
Το ειρωνικό φαινόμενο να είναι η δυτική επικρατούσα πολιτική και λαϊκή κουλτούρα κομφορμιστική και ανεπίδεκτη διαφωνιών, εκτός από ζητήματα για τα οποία οι ίδιες οι δυτικές ελίτ διαφωνούν, διατηρείται παρά τις δυτικές προπαγανδιστικές αντιλήψεις ότι η φιλελεύθερη Δύση είναι ο τόπος όπου «ανθίζουν εκατό λουλούδια», εκτός βέβαια αν ανθίζουν προς μια κατεύθυνση που αντιτίθεται στο πολιτικό μάντρα που εκπέμπουν οι κυβερνήσεις και τα εταιρικά μέσα ενημέρωσης, οπότε εξαπολύονται οι δυτικοί όχλοι.
Πριν από μερικές δεκαετίες, ο Νόαμ Τσόμσκι ανέλυσε τον τρόπο με τον οποίο επιτεύχθηκε η δυτική κατασκευή της συναίνεσης για την παραγωγή ενός πειθήνιου πληθυσμού. Αν η σημερινή δυτική υστερία αποτελεί ένδειξη, ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει στα χρόνια που μεσολάβησαν.
Πηγή: Middle East Eye.
Μετάφραση στα ελληνικά: Ανδρέας Ντουρακόπουλος.
Ο Τζόζεφ Μασάντ είναι καθηγητής Σύγχρονης Αραβικής Πολιτικής και Πνευματικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Στα βιβλία του περιλαμβάνονται τα: Colonial Effects: The Making of National Identity in Jordan, Desiring Arabs, The Persistence of the Palestinian Question: Essays on Zionism and the Palestiniansκαι πιο πρόσφατα Islam in Liberalism (Το Ισλάμ στον Φιλελευθερισμό). Τα βιβλία και τα άρθρα του έχουν μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες.