Σε μία σειρά από νομοθετικές μεταρρυθμίσεις προχωρά η ουκρανική κυβέρνηση στο περιθώριο του πολέμου, μεταβάλλοντας πλήρως τις εργασιακές σχέσεις στη χώρα. Συγκεκριμένα, στις 15 Μαρτίου το ουκρανικό κοινοβούλιο ενέκρινε νόμο, ο οποίος περιορίζει σημαντικά τη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων και καταπατά μία σειρά από εργασιακά δικαιώματα, με πρόσχημα τις πολεμικές απαιτήσεις και τον στρατιωτικό νόμο.
Σύμφωνα με τον νέο νόμο «Περί Οργάνωσης Εργασιακών Σχέσεων στο Στρατιωτικό Νόμο», παραχωρούνται στους εργοδότες μία σειρά από διευκολύνσεις, όπως είναι η δυνατότητα απόλυσης εργαζομένων με προειδοποίηση μόνο δέκα ημερών, αντί για δύο μήνες όπως ήταν μέχρι τώρα, ακόμη και αν βρίσκονται σε αναρρωτική άδεια ή σε διακοπές. Την ίδια στιγμή, παρέχεται η επιλογή αναστολής της εργασιακής σύμβασης, με τον εργοδότη να απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής των αμοιβών, χωρίς όμως να λύνεται η εργασιακή σχέση. Μάλιστα δίνεται το παραθυράκι στον εργοδότη να αποφύγει τελείως τη πληρωμή μισθών και αποζημιώσεων, καθώς αυτοί μπορούν να ανατεθούν στην επιτιθέμενη χώρα. Επιπλέον, οι εργοδότες αποκτούν την ελευθερία να αυξήσουν τις ώρες εργασίας σε 60 από 40 χωρίς περιορισμό στις υπερωρίες, να ακυρώσουν συλλογικές συμβάσεις κατά την κρίση τους και να μεταφέρουν τους εργαζόμενους σε άλλες εργασίες που δεν καλύπτονται από τη σύμβαση εργασίας, για λόγους άμυνας.
Όπως είναι αναμενόμενο, ο πόλεμος έχει φέρει την οικονομία της Ουκρανίας στα όρια της, καταστρέφοντας υποδομές και πλήττοντας τους εργαζομένους. Ήδη περίπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τις δουλειές τους, καθώς πολλές επιχειρήσεις έχουν σταματήσει να λειτουργούν ή έχουν καταστραφεί. Ακόμα περισσότεροι έχουν φύγει από τη χώρα, ενώ όσοι έχουν μείνει πίσω αντιμετωπίζουν προβλήματα με καθυστερήσεις μισθών, ανασφάλεια και με ορατό τον κίνδυνο μείωσης των αποδοχών τους. Η πρώτη αντίδραση της ουκρανικής κυβέρνησης αφορούσε την παροχή 6.500 γρίβνα, δηλαδή περίπου 200 ευρώ σε όσους χάσανε τις δουλειές τους λόγω του πολέμου, ενώ οι αιτήσεις για το επίδομα ξεπέρασαν τα 4 εκατομμύρια.
Θα περίμενε κανείς λοιπόν πως εν μέσω πολέμου, μία νομοθετική παρέμβαση σχετικά με τη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, θα είχε ως πρωταρχικό σκοπό τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, την προστασία τους από φαινόμενα εργοδοτικής αυθαιρεσίας και την απαγόρευση των απολύσεων. Παρόλα αυτά, η ουκρανική κυβέρνηση πήρε τα ακριβώς αντίθετα μέτρα. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις θα βρίσκονται σε ισχύ για όσο χρόνο η χώρα παραμένει σε κατάσταση στρατιωτικού νόμου. Το πνεύμα του νόμου όμως διαθέτει μακρά ιστορία.
Η Ουκρανή Θάτσερ και οι Βρετανοί
Σύμφωνα με αποκαλύψεις του OpenDemocracy, από το 2020 η βρετανική κυβέρνηση εμπλεκόταν άμεσα σε ένα σχέδιο μεταρρύθμισης της εργασιακής νομοθεσίας στην Ουκρανία. Συγκεκριμένα το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών είχε αποστείλει συμβούλους στην ουκρανική κυβέρνηση, με σκοπό τη διαμόρφωση μίας στρατηγικής για την προώθηση εργατικών νομοθετημάτων ενάντια στα συνδικάτα της χώρας. Πράγματι, από το 2020 η ουκρανική κυβέρνηση επιχειρεί μία σειρά από νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν στην απελευθέρωση της εργασιακής νομοθεσίας. Μάλιστα, η Γκαλίνα Τρετιάκοβα, βουλευτής του κυβερνώντος κόμματους του Ζελέσνκι (Υπηρέτης του Λαού) και το πρόσωπο που προώθησε τον πρόσφατο νόμο «Περί Οργάνωσης Εργασιακών Σχέσεων στο Στρατιωτικό Νόμο», είχε βρεθεί στο στόχαστρο των συνδικάτων το 2020, τη χρονιά που εκκίνησαν οι μεταρρυθμίσεις. Συγκεκριμένα, σε ομιλία της, η Τρετιάκοβα είχε υποστηρίξει το 2020 πως οι «φτωχοί άνθρωποι πρέπει να στειρωθούν για να μειωθεί ο λογαριασμός της πρόνοιας στη χώρα». Οι δηλώσεις αυτές οδήγησαν τότε τα ουκρανικά συνδικάτα να απαιτήσουν την παραίτηση της Τρετιάκοβα, κάτι το οποίο δεν συνέβη ποτέ βέβαια.
Η απαγόρευση του κόμματος της αντιπολίτευσης «Πλατφόρμα Αντιπολίτευσης – Για τη Ζωή», που κατείχε 44 από τις 450 κοινοβουλευτικές έδρες χάρισε στην κυβέρνηση Ζελένσκι την αναγκαία παντοδυναμία, ώστε να προωθήσει με μεγαλύτερη ευκολία τα νομοσχέδια του. Έτσι λοιπόν, παρόλο που το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της κυβέρνησης, με τις πλάτες της Βρετανίας και πρωτεργάτρια την Ουκρανή Θάτσερ, δρομολογήθηκε ήδη από το 2020, χρειάστηκε τελικά να φτάσουμε στον πόλεμο για να ανοίξει ο δρόμος της πραγματοποίησης των νέων μεταρρυθμίσεων.
Ο νέος νόμος δίνει πλέον την δυνατότητα στον εργοδότη να ορίζει όπως ο ίδιος επιθυμεί τη σύμβαση εργασίας. Η εργοδοσία έχει το δικαίωμα να απολύει απροειδοποίητα, να καθυστερεί πληρωμές, να απαιτεί ακόμα και 60 ώρες εργασίας την εβδομάδα, να αναστείλει συμβάσεις και να μεταφέρει εργαζόμενους σε όποια πόστα επιθυμεί. Ήδη η ουκρανική οργάνωση Social Movement, έχει δημιουργήσει μία μαύρη λίστα με εργοδοσίες που χρησιμοποιούν διατάξεις του νέου νόμου. Μεταξύ των επιχειρήσεων που μπαίνουν στο στόχαστρο της οργάνωσης είναι αυτές που δραστηριοποιούνται στο Μετρό του Κιέβου, στον σταθμό του Τσερνόμπιλ, στο λιμάνι της Οδησσού και πολλές ακόμη που καλύπτουν χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Με την καθοδήγηση της Βρετανίας, η Ουκρανία στοχεύει σε μία αποσοβιετικοποιήση του εργασιακού δικαίου. Όπως άλλωστε υποστηρίζει και η Τρετιάκοβα, οι εργασιακές σχέσεις στη χώρα συνεχίζουν να ρυθμίζονται από τον, απαρχαιωμένο για αυτήν, εργατικό κώδικα του 1971. Έτσι λοιπόν σε συνέχεια του έκτακτου εργασιακού νόμου, η ουκρανική κυβέρνηση προχωρά τώρα σε ένα νέο νομοσχέδιο, με το οποίο σχεδιάζει να εισάγει ατομικές συμβάσεις εργασίας για άτομα που εργάζονται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή θα δοθεί πλέον η δυνατότητα στην εργοδοσία να απολύει εργαζόμενους άνευ αιτιολόγησης. Αυτό που ξεκίνησε με έναν έκτακτο νόμο λοιπόν, έρχεται να εδραιωθεί ως κανονικότητα για το εργασιακό τοπίο της Ουκρανίας. Ανάμεσα στους συντάκτες του νόμου, ήταν και μία ΜΚΟ, ιδρυτής της οποίας είναι ο πρώην πρόεδρος της Γεωργίας, Μιχαήλ Σαακασβίλι.
Η κυβέρνηση Ζελένσκι, καταθέτει βιαστικά το ένα νομοσχέδιο μετά το άλλο στη βουλή, εκμεταλλευόμενο τα πλεονεκτήματα που του παρέχει το πολεμικό τοπίο και η απαγόρευση των αντίπαλων κομμάτων. Με αυτόν τον τρόπο φαίνεται να σχεδιάζει πλέον το status quo της μεταπολεμικής Ουκρανίας. Αναμφίβολα πολλά από αυτά τα νομοσχέδια βρίσκονταν υπό προετοιμασία ήδη πριν ξεκινήσει ο πόλεμος και όπως αποκαλύπτεται συμμετείχαν ενεργά και δυτικοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Το τελευταίο γεγονός μαρτυρά πως η Δύση, με κυρίαρχη τη Βρετανία, προετοιμάζει το έδαφος ενός ακραίου νεοφιλελευθερισμού στην Ουκρανία, ενώ αν προσθέσουμε τις αντιλήψεις περί στείρωσης φτωχών από την Τρετιάκοβα, δημιουργείται ένα τρομακτικό μείγμα ευγονικής και θατσερισμού. Η επόμενη μέρα για τα εργατικά συνδικάτα στην Ουκρανία φαίνεται ήδη αρκετά δύσκολη. Ίσως να λέγαμε πως ο Ζελένσκι θυμίζει τη Θάτσερ, μάλλον όμως μοιάζει περισσότερο πλέον με τον Πινοτσέτ.