ΑΘΗΝΑ
16:59
|
25.04.2024
Υπάρχουν κάποιες γεωπολιτικές πλευρές της κλιμάκωσης των τουρκικών επιθετικών κινήσεων που θα πρέπει να τονιστούν. Εν συντομία λοιπόν, τα δεδομένα επί του διεθνούς πεδίου.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Παρά τα γιγαμπάιτ ηλεκτρονικού μελανιού που έχουν χυθεί για το ζήτημα, υπάρχουν κάποιες γεωπολιτικές πλευρές της κλιμάκωσης των τουρκικών επιθετικών κινήσεων που θα πρέπει να τονιστούν. Εν συντομία λοιπόν, τα δεδομένα επί του διεθνούς πεδίου.

Η Ρωσία κερδίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία. Παρά την προπαγάνδα των Δυτικών μέσων και παρά τις προφανείς αδυναμίες του ρώσικου στρατού, τόσο τεχνικές όσο και σε προσωπικό, η νίκη της Ρωσίας ήταν προβλέψιμη από την αρχή. Οι Ρώσοι, αφού κατέλαβαν από τις πρώτες μέρες τους στρατηγικούς κόμβους που χρειάζονταν και αφού έριξαν όλα τα ουκρανικά αεροπλάνα, τα τούρκικα drones και γενικώς ό,τι πετάει στους ουρανούς της Ουκρανίας, άρχισαν τη «δεύτερη φάση» του πολέμου, που δεν περιλάμβανε τα θρυλικά «υπερόπλα» του Πούτιν, αλλά την ιδιαίτερα σύγχρονη (χρησιμοποιήθηκε κατά τον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο) μέθοδο του συστηματικού σφυροκοπήματος των ουκρανικών θέσεων με 50.000 βολές πυροβολικού ημερησίως. Να σημειώσουμε ότι οι 50.000 οβίδες των Ρώσων αντιστοιχούν σε περίπου 2 ως 3 χιλιάδες τόνους ημερησίως, δηλαδή περίπου 300 ως 400 φορτηγά κάθε μέρα. Αν οι βλακείες που λέγονται από τα τμήματα δημοσίων σχέσεων της Δύσης για αντεπίθεση των ουκρανικών δυνάμεων κλπ. είχαν κάποια βάση, θα έπρεπε τουλάχιστον αντίστοιχες ποσότητες πυρομαχικών να είναι διαθέσιμες στις ουκρανικές δυνάμεις. Με δεδομένο ότι «τα πυρομαχικά της Ουκρανίας τελειώνουν» και τέτοιες ποσότητες είναι αδύνατο να εισαχθούν από το εξωτερικό (χώρια να βρεθούν φορτηγά και πετρέλαιο κλπ.), καταλαβαίνουμε γιατί «οι προοπτικές ξεθωριάζουν στο πεδίο».

Οι ουκρανικές αρχές, αν είχαν εμπιστοσύνη στον λαό της χώρας, όφειλαν να αναδιπλωθούν, ώστε διατηρώντας τις δυνάμεις τους και μετριάζοντας κάπως την τεράστια απώλεια ζωών και υποδομών που εξελίσσεται αυτή τη στιγμή, από τη μία να οργανώσουν νέα γραμμή άμυνας στα δυτικά, πίσω από τον Δνείπερο, μειώνοντας το μήκος και έτσι πυκνώνοντας την πολύ εκτεταμένη γραμμή άμυνας και αφετέρου να μετατρέψουν τα μετόπισθεν των Ρώσων σε κόλαση αντάρτικου, χρησιμοποιώντας και τις απίθανες ποσότητες κατάλληλου οπλισμού που κυκλοφορούν στην περιοχή (μόνο τα ελληνικά καλάσνικοφ να σκεφτεί κανείς…). Αναδίπλωση δεν έγινε και οι Ουκρανοί έριξαν το σύνολο των δυνάμεών τους και των εφεδρειών τους στη μάχη για το Ντονμπάς με τραγικά αποτελέσματα. Οι ίδιοι παραδέχονται σε φίλια δυτικά μέσα ότι έχουν γύρω στους 200 νεκρούς την ημέρα. Με τέτοιες απώλειες η οριστική κατάρρευση του μετώπου είναι ζήτημα λίγων εβδομάδων. Όσο για το αντάρτικο, δεν έχουμε δείγματα ότι κάτι τέτοιο είναι μέσα στις δυνατότητες των ντόπιων, τουλάχιστον όχι στις ως τώρα κατειλημμένες από Ρώσους περιοχές, στις οποίες η ζωή φαίνεται να γυρνάει σε κάποιου τύπου κανονικότητα. Αυτό δεν δείχνει τόσο τα φιλορωσικά αισθήματα των κατοίκων, όσο μάλλον το γεγονός ότι ο ουκρανικός εθνικισμός δεν είχε τόσο βαθιές ρίζες, όσο ο ίδιος υποστήριζε.

Ως προς τις ΗΠΑ, τώρα, συνοπτικά θα λέγαμε ότι αφού χάνουν τον πόλεμο στην Ουκρανία και αφού χάνουν και τον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, δεν έχουν το περιθώριο να χάσουν και έναν κανονικό πόλεμο για την Ταϊβάν. Αναλυτικά, ως προς το Ουκρανικό, έχουν πλέον αρχίσει να εμφανίζονται στα αμερικανικά «σοβαρά» μέσα διάδοσης κυβερνητικής προπαγάνδας κάποιες δεύτερες σκέψεις. Το ως τώρα «σχέδιο» ήταν η συνέχιση του πολέμου δι’ ουκρανικού αντιπροσώπου με σκοπό την «εξασθένιση» των Ρώσων, κάτι το οποίο δεν είναι καν πραγματικό «σχέδιο». Πώς μετράται η επιτυχία του; Πώς και πόσο θα πρέπει να εξασθενίσει η Ρωσία, ώστε να έχουμε «επιτυχία»; Μπορεί οτιδήποτε άλλο εκτός από την ανατροπή του Πούτιν (ένα μάλλον απίθανο ενδεχόμενο) να θεωρείται επιτυχία; Ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές που αν διασχίσει ο αντίπαλος υπάρχει είσοδος των αμερικανικών δυνάμεων στη μάχη;

Μπορεί οι Αμερικάνοι να μην είχαν σαφή στρατηγική για τη σύγκρουση αυτή, η επί του πεδίου ήττα όμως είναι σαφέστατη. Ένα πρόσφατο άρθρο των Τάιμς της Νέας Υόρκης το θέτει με πολύ κομψό τρόπο: «Οι ΗΠΑ δεν έχουν καθαρή εικόνα της ουκρανικής στρατηγικής, λένε αξιωματούχοι». Ναι, βέβαια, «δεν έχουν εικόνα», τη στιγμή που τοποθετούν κυβερνήσεις, μοιράζονται δορυφορικές πληροφορίες με τον στρατό και συνεχίζουν την αποστολή όπλων. Η πραγματικότητα είναι ότι έχει απλώς αρχίσει ο διαγκωνισμός για την επίρριψη ευθυνών: Οι Ουκρανοί φταίνε που μας φλόμωσαν στο ψέμα, ο Ζελένσκι δεν είναι και τόσο ήρωας τελικά, εμείς του τα λέγαμε κι αυτός δεν μας άκουγε κλπ. κλπ. Δεν θα πρέπει καθόλου να εκπλαγούμε, αν στο άμεσο μέλλον ο νέος Τσόρτσιλ κρεμαστεί στα μανταλάκια από τους καλούς του υπερπόντιους φίλους, επειδή δήθεν τους ξεγέλασε.

Οι ενδιαφερόμενοι αναγνώστες μπορούν επίσης να ρίξουν μια ματιά στη γνώμη του Stephen M. Twitty, μέχρι το 2020 υποδιοικητή της Ευρωπαϊκής Διοίκησης των Αμερικανικών Δυνάμεων, σε ημερίδα του πολύ ενσωματωμένου στους μηχανισμούς εξουσίας της Ουάσινγκτον Council of Foreign Relations: «Νομίζω ότι ο πόλεμος στο Ντονμπάς γυρνάει με το μέρος των Ρώσων». Και όσον αφορά το σχέδιο της «αποδυνάμωσης» των Ρώσων, «η Ρωσία έχει απίθανα μεγαλύτερη δύναμη πυρός (Russia has a heck of a lot of combat power). Άρα δεν υπάρχει καμιά περίπτωση οι Ουκρανοί να καταστρέψουν ή να νικήσουν τους Ρώσους, επομένως πρέπει να καταλάβουμε τι πάει να πει αποδυνάμωση ως προς την τελική κατάσταση εδώ. […] Και αποκλείεται οι Ουκρανοί να αποκτήσουν ποτέ αρκετή δύναμη πυρός για να διώξουν τους Ρώσους».

Η δεύτερη εν εξελίξει σύγκρουση των Αμερικανών, το κινεζικό εμπορικό μέτωπο, είναι και αυτή δύσκολη. Οι εισαγωγές κινεζικών προϊόντων τον Απρίλιο εκτοξεύτηκαν σε ύψος ρεκόρ, παρά τα λοκντάουν στην Κίνα και παρά τους δασμούς που είχε θέσει ο Τραμπ και δεν κατάργησε ο Μπάιντεν. Τα σημάδια είναι ότι, αν και θα το ήθελαν, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να επεκτείνουν αυτή τη σύγκρουση σε κανονικό πόλεμο με αφορμή την Ταϊβάν, ειδικά δεδομένου του ογκούμενου, ποσοτικά και ποιοτικά, στρατιωτικού δυναμικού που έχει συγκεντρώσει η Κίνα. Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ στην περιοχή δεν φαίνονται ιδιαίτερα πρόθυμοι να πολεμήσουν τον κινέζικο δράκο, ενώ και η Ινδία προτιμά να διατηρήσει μια στρατηγική αυτονομία, έχοντας και αρκετά εσωτερικά προβλήματα που παροξύνονται από την επιθετικά ινδουιστική-εθνικιστική κυβέρνηση Μόντι.

Οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν επιπλέον σοβαρά κωλύματα και στην διαμάχη με το Ιράν. Σε αυτή τη διαμάχη μάλιστα φρόντισε να μας τραβήξει και εμάς έκοντες άκοντες η άφρων κυβέρνηση του Μωυσή – μέχρι που η διακύβευση των συμφερόντων της συμπαθούς τάξης των εφοπλιστών (λόγω καθαρής πολιτικής ηλιθιότητας, αφού η κυβέρνηση ήταν ανίκανη να καταλάβει πόσο ευάλωτα είναι τα τάνκερ μέσα στον Περσικό) προκάλεσε δεύτερες σκέψεις και μίλησε η περίφημη για την ανεξαρτησία της Ελληνική δικαιοσύνη, πριν αυτή η εκ του μηδενός κρίση κλιμακωθεί.

Στο μεταξύ, το μεγάλο μας αποκούμπι, οι σύμμαχοί μας, αυτοί που θέλουν το καλό μας, το σπίτι μας το ίδιο, η Ε.Ε. δηλαδή, είναι ένα σκορποχώρι που αλλού πατεί και αλλού κοιτάζει. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας είναι ένα αστείο που, αν εφαρμόζονταν, θα ήταν χειρότερες για τις ευρωπαϊκές χώρες παρά για τη Ρωσία. Φυσικά, κυρώσεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν. Όχι μόνο επειδή διαφωνεί η Ουγγαρία, που συνεχίζει κανονικά τις εισαγωγές υδρογονανθράκων, αλλά γιατί διαφωνεί και η ίδια η Ε.Ε. με τον εαυτό της. 

Σύμφωνα με τον Economist, η κεντρική και βόρεια Ευρώπη (οι ίδιες χώρες που απαιτούν σκληρές κυρώσεις) εισάγει τώρα περισσότερο πετρέλαιο από τη Ρωσία, παρά πριν τον πόλεμο. Οι εισαγωγές γίνονται μέσω αγωγών, τη στιγμή που οι Έλληνες εφοπλιστές συνεχίζουν ευγενικά να διαθέτουν αφιλοκερδώς τα τάνκερ τους για τις θαλάσσιες μεταφορές του ιδίου υγρού. Η κυβέρνησή μας ισχυρίζεται ότι τιμές βενζίνης που βλέπουμε στα πρατήρια είναι αποτέλεσμα της μικρής προσφοράς πετρελαίου λόγω κυρώσεων. Μάλιστα. Αυτό πρέπει να είναι. Εδώ μέχρι και ο Μπάιντεν κατηγορεί αγανακτισμένος τους πετρελαιάδες για κερδοσκοπία λέγοντας μάλιστα ότι η «Exxon έβγαλε περισσότερα και από τον Θεό φέτος», αλλά στην Ελλάδα φταίει ο Πούτιν.

Τουλάχιστον, έλεγε μέχρι πρόσφατα ο κυρίαρχος λόγος, ο Πούτιν κατάφερε το ακατόρθωτο: συσπείρωσε όλη τη Δύση εναντίον του. Υπήρξαν εκτιμήσεις ότι η Φινλανδία θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ μέσα στον Ιούνιο. Το ΝΑΤΟ είναι εδώ, ενωμένο δυνατό, ο Πούτιν χάνει, ζήτω! Φυσικά η πραγματικότητα είναι διαφορετική από τις ανακοινώσεις των ομιλουσών κεφαλών και τα δελτία τύπου που παρουσιάζονται ως αναλύσεις. [Παρένθεση: οι αναλύσεις, όπως αυτή εδώ, είναι φτηνές και γρήγορες. Το αληθινό, ερευνητικό ρεπορτάζ είναι ακριβό και παίρνει καιρό. Έχουμε γεμίσει «αναλύσεις», σαν αυτήν εδώ, αλλά δεν υπάρχουν λεφτά για πραγματικό ρεπορτάζ – ιδού με λίγα λόγια η παρακμή της δημοσιογραφίας στον 21ο αιώνα].

Η Ευρώπη είναι πάντα ανίκανη να ενωθεί (ευτυχώς), αλλά σε κάθε στιγμή κρίσης διαλύεται ακόμα περισσότερο. Και η κρίση του Ουκρανικού είναι περίπλοκη, βαθιά και πρόκειται να χειροτερέψει πολύ, όταν σύντομα καταφτάσει και το οικονομικό σκέλος, άρα οι διαλυτικές τάσεις τελικά θα ενταθούν. Ο ρωσικός «κίνδυνος» δεν θα δράσει ενοποιητικά για τις δυτικές χώρες, δεδομένου ότι δεν απειλεί ευρωπαϊκά συμφέροντα ή δεν τα απειλεί όλα και στον ίδιο βαθμό. Η Ρωσία απλώς ζητάει να την αφήσουν να ροκανίσει το κομμάτι από τη λεία που της αναλογεί με την ησυχία της και κατά τα λοιπά καμία αντίρρηση δεν έχει να μοιραστεί σε μια καλή τιμή τις πρώτες της ύλες. Εξάλλου, όπως είπαμε, αυτό συνεχίζει να κάνει, παρά την ευρωπαϊκή υποκρισία.

Το δυτικό στρατόπεδο βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μια δύσκολη κατάσταση, αν όχι διάλυσης, πάντως δυσκολίας εύρεσης κοινού βηματισμού σε πολλά επίπεδα. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ο ως τώρα ηγεμόνας ασθενεί βαριά, κάτι που φαίνεται από την δική του άθλια εσωτερική του κατάσταση. Στην Αμερική οι ανισότητες αυξάνονται, οι φούσκες εξακολουθούν να μεγεθύνονται, οι προσπάθειες για επαναπατρισμό της βιομηχανίας σε αμερικανικό έδαφος, τις οποίες ξεκίνησε ο Τραμπ και συνεχίζονται και από τον Μπάιντεν, έχουν αποτύχει παταγωδώς.

Η χώρα αδυνατεί να προσφέρει ένα πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης στον δυτικό κόσμο, κάτι που ήταν μεταπολεμικά ο ρόλος της. Την ίδια στιγμή, υπάρχει πολιτικός διχασμός στο εσωτερικό της, αλλά γύρω από ζητήματα που καίτοι σημαντικά καθαυτά, υποτάσσονται στη δυναμική του «διαλόγου» Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, διαλόγου τηλεοπτικών προδιαγραφών. Μετατρέπονται έτσι σε δευτερεύοντα και τετριμμένα ζητήματα, καλύπτοντας το πραγματικό στρατηγικό κενό που αντιμετωπίζει η φθίνουσα υπερδύναμη. Στην Ευρώπη η αδυναμία εύρεσης κοινών στόχων και στρατηγικών των βασικών δυνάμεων (του γαλλικού και του γερμανικού τομέα) αντιμετωπίζεται με την εκλογή στις «υψηλές» θέσεις της Ε.Ε. διαφόρων μηδενικών, που το μόνο προσόν τους είναι ότι ως παιδιά του ευρωπαϊκού κομματικού σωλήνα, μπορούν μεν να παπαγαλίζουν τις γνωστές νεοφιλελεύθερες σοφίες, αλλά ούτε έχουν καταφέρει ποτέ τίποτα σημαντικό στην πολιτική τους καριέρα, ούτε έχουν διαμορφώσει κάποιο πολιτικό σχέδιο για τίποτα. Επομένως, αφού δεν έχουν να πουν τίποτα το σημαντικό, δεν προκαλούν τριβές.

Η εισβολή στην Ουκρανία έδρασε σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον ως καταλύτης, του οποίου τις συνέπειες δεν τις έχουμε δει ακόμα όλες. Μόλις τελειώσει η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», όπως με μαύρο χιούμορ αποκαλούν την εισβολή οι Ρώσοι, αυτό που θα έχει απομείνει από την Ουκρανία θα είναι η χωρίς πρόσβαση στη θάλασσα Γαλικία στα δυτικά, που και δεν μπορεί να αντέξει ως αυτόνομη χώρα. Θα μπορούσε κανείς να φτιάξει σενάρια στα οποία θα επιχειρήσουν σε ένα βαθμό να την διεκδικήσουν οι Πολωνοί. Η Γαλικία ήταν επαρχία της Πολωνίας μέχρι πριν 100 περίπου χρόνια. Βέβαια, αν κάτι τέτοιο συνέβαινε με κάποιον τρόπο, ξαφνικά δεν θα ήταν παράλογο αν οι Γερμανοί ζητούσαν πίσω τα παραδοσιακά δικά τους εδάφη, το Danzig και το Breslau, που σήμερα λέγονται Gdansk και Wroclau αντίστοιχα, παρά τις συνθήκες που έχουν υπογράψει επί καγκελάριου Κολ ότι δεν πρόκειται ποτέ να ζητήσουν αλλαγή συνόρων. Στο κάτω κάτω αυτά αποδόθηκαν στην Πολωνία μόλις το 1946. Και οι Ούγγροι, γιατί να μην διεκδικήσουν τα Kárpátalja, την Υπερκαρπαθία, που σήμερα είναι η Zarkarpatska της Ουκρανίας; Το μόνο σενάριο που δεν παίζει καθόλου είναι η διεκδίκηση του Königsberg από τους Γερμανούς. Μπορεί η πόλη να είναι αξεδιάλυτα δεμένη με τον γερμανικό πολιτισμό (ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του Kant, του E. T. A. Hoffmann, του D. Hilbert, της H. Arendt και πολλών άλλων), αλλά δυστυχώς σήμερα λέγεται Καλίνινγκραντ και ανήκει στη Ρωσία. Άτιμη τύχη.

Όμως, αφήνοντας στην άκρη τα αστεία, η έμπρακτη αλλαγή συνόρων δεν θα μείνει στο Ντονμπάς. Η εποχή μετά την πτώση του Τείχους ήταν μια ιδιότυπη Pax Americana. Ολόκληρος ο Τρίτος Κόσμος βρισκόταν υπό διαρκείς πολεμικές συρράξεις, αλλά μόνο αν ήταν αναμεμειγμένες οι ΗΠΑ. Ακόμα και στην ειρηνική Ευρώπη, οι πόλεμοι της Γιουγκοσλαβίας δεν θα γίνονταν χωρίς την συμμετοχή των Αμερικάνων. Ακόμα και αν δεν υπήρχε άμεση επέμβαση των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων, υπήρχε καθαρή συμμετοχή των μυστικών δυνάμεων στις έγχρωμες λεγόμενες επαναστάσεις ή και στην ίδια την Ουκρανία το 2014. Η χαρούμενη και ειρηνική αυτή εποχή τέλειωσε με την ρώσικη εισβολή στην Ουκρανία. Είναι η πρώτη επέμβαση στα όρια του ευρωπαϊκού χώρου ευθύνης που δεν γίνεται με αμερικανική πρωτοβουλία. Και η Αμερική δεν μπορεί, παρά τις προφανείς προσπάθειές της, να αλλάξει τη ροή των πραγμάτων. Αυτή η αδυναμία δεν περνάει απαρατήρητη.

Υπάρχουν πολλές διασυνοριακές διαφορές στον κόσμο που είχαν μπει στον πάγο μεταπολεμικά, με την αστυνόμευση των δύο μεγάλων δυνάμεων αρχικά και της μοναδικής υπερδύναμης στη συνέχεια. Η απώλεια του ελέγχου των ΗΠΑ στον διεθνή χάρτη και η μετατόπιση σε ένα πολυπολικό κόσμο με αυξημένο το βάρος της Ασίας δεν θα μείνει χωρίς συνέπειες.

Και προβάλλει ο Ερντογάν

Εδώ είναι που μπαίνει στο παιχνίδι η Τουρκία. Γιατί τα «παζάρια» του Ερντογάν που τόσο πολύ τονίζονται στον ελληνικό Τύπο είναι εκβιασμοί σε δύο μέτωπα. Η Τουρκία όχι μόνο είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, αλλά αυτή τη στιγμή είναι η στρατηγικότερα τοποθετημένη. Ο εκβιασμός προς τις ΗΠΑ δεν έγκειται μόνο στη σημαντικότατη βάση του Ιντσιρλίκ, αλλά στο ότι απώλεια της Τουρκίας σημαίνει αυτόματη απώλεια όλης της Μέσης Ανατολής. Από την άλλη μεριά, η Τουρκία εκβιάζει τη Ρωσία με τα Στενά του Βοσπόρου, τα οποία είναι μοναδικής στρατηγικής σημασίας για την τελευταία, τόσο στρατιωτικά όσο και εμπορικά. Η Ρωσία δεν κατέλαβε την Κριμαία το 2014 για να «απελευθερώσει» τους αδερφούς Ρώσους (και Τατάρους και Έλληνες κλπ.) που ζουν εκεί, αλλά για να εξασφαλίσει πρόσβαση και έλεγχο στα λιμάνια της Αζοφικής. Όλα αυτά, όπως και η «απελευθέρωση» του Ντονμπάς είναι προφανώς άχρηστα, αν κλείσουν τα Στενά. Η Ρωσία θα υποστηρίξει σε τελική ανάλυση τα συμφέροντα της Τουρκίας, όταν ο κόμπος φτάσει στο χτένι, είναι ζήτημα αυτοσυντήρησης.

Η Τουρκία, αντιστρόφως, είναι υποχρεωμένη σε τελική ανάλυση να υποστηρίξει την ακεραιότητα της Ρωσίας σε κάθε κίνηση του ΝΑΤΟ που την απειλεί, ειδικά αν θέλει να μείνει με τη μεριά των νικητών στον πόλεμο της Ουκρανίας. Ήδη η χώρα έχει διαμορφώσει έναν κόμβο διακίνησης φυσικού αερίου που προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες για «ξέπλυμα» ρώσικου αερίου ως λ.χ. προερχόμενου από το Αζερμπαϊτζάν. Είναι μια δουλειά που την κάνει χρόνια (με το αζημίωτο) ήδη η Ινδία ως προς το πετρέλαιο του Ιράν και τώρα και της Ρωσίας. Με το αέριο που διακινείται μάλιστα μέσω αγωγών είναι αδύνατη η παρακολούθηση των πηγών του, επομένως είναι πολύ εύκολο το «ξέπλυμά» του και η υπερπήδηση των όποιων κυρώσεων. Αυτή η δουλειά είναι αρκετά πιο δύσκολη με τα τάνκερ υγρών καυσίμων, που μπορεί κανείς να τα παρακολουθήσει ανά πάσα στιγμή και που χρειάζεται μεταγγίσεις εν πλω και άλλα κόλπα για να επιτευχθεί.

Θα πρέπει στο άμεσο μέλλον να περιμένουμε σύσφιξη των οικονομικών σχέσεων Τουρκίας και Ρωσίας, κάτι που είναι απολύτως απαραίτητο και για τις δύο χώρες. Η Τουρκία για να σταθεροποιήσει την οικονομία της, η Ρωσία για να αποσυνδεθεί όσο μπορεί από την Δύση. Θα πρέπει επίσης να περιμένουμε αύξηση της επιθετικότητας των Τούρκων ως προς τις απαιτήσεις τους από τη Δύση. Αν και η ζημιά ως προς την είσοδο Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ έχει ήδη γίνει, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η Τουρκία να επιμείνει μέχρι τέλους. Δεν πρέπει να μας διαφύγει ότι το ρήγμα είναι υπαρκτό: οι ΗΠΑ δεν φάνηκαν ικανές να επιτύχουν το αυτονόητο, να εξασφαλίσουν ομοφωνία για την εισδοχή νέων μελών. Ο δρόμος για διαρκή αντιπολίτευση μέσα στο ΝΑΤΟ είναι πλέον ανοιχτός. Και μηχανισμός αποπομπής χώρας-μέλους δεν υπάρχει.

Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να δούμε και την κλιμάκωση των τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων. Αυτή τη στιγμή για την Τουρκία δεν υφίσταται το ενδεχόμενο ελεγχόμενης κρίσης με την Ελλάδα, ώστε να μεσολαβήσουν οι ΗΠΑ, όπως έγινε στα Ίμια. Οι φιλοδοξίες της είναι εμφανώς μεγαλύτερες. Η άρχουσα τάξη της χώρας, απασχολημένη με τη διαρκή φυγή προς τα εμπρός που την διακρίνει τα τελευταία χρόνια, έχει πάρει θάρρος από τις περιορισμένες, αλλά υπαρκτές επιτυχίες της στο πολεμικό πεδίο σε Συρία, Λιβύη και Ναγκόρνο Καραμπάχ, έχοντας πιστέψει την ίδια την προπαγάνδα της, ότι δηλ. είναι μια περιφερειακή δύναμη που σύντομα θα ανήκει στις πέντε πιο ισχυρές χώρες του κόσμου – κάτι το ιδιαίτερα αμφίβολο. Τα στοιχεία δείχνουν μάλλον ότι η Τουρκία πάει μεσοπρόθεσμα για υποβάθμιση στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα παρά για αναβάθμιση. Αυτή τη στιγμή όμως η τουρκική κυβέρνηση ζει ένα λελογισμένο παραλήρημα ιμπεριαλιστικού μεγαλείου, προσπαθώντας να προλάβει να κατοχυρώσει κέρδη όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, πριν οι συνθήκες χειροτερέψουν, κάτι προφανώς ιδιαίτερα επικίνδυνο για την ειρήνη.

Οι ΗΠΑ δεν έχουν δείξει ότι μπορούν να «πειθαρχήσουν» τη χώρα. Με βάση την πείρα του πρόσφατου παρελθόντος (λ.χ. Πακιστάν και Σρι Λάνκα) θα πρέπει πάντως να περιμένουμε κάποιες προσπάθειες αποσταθεροποίησης του καθεστώτος με σκοπό την αποπομπή του Ερντογάν μέσα στο αμέσως επόμενο διάστημα. Αν αυτό θα είναι μια ακόμα προσπάθεια πραξικοπήματος ή εκμετάλλευση των εσωτερικών εθνοτικών χασμάτων της χώρας (ειδικά των Κούρδων, που αυτή τη στιγμή είναι ιδιαίτερα φιλοαμερικανοί, για κακό του κεφαλιού τους), ή τέλος κάποια προσπάθεια που θα ξεκινάει από την αρκετά δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή η οικονομία, μένει να το δούμε: όσα ξέρει ο νοικοκύρης των μυστικών υπηρεσιών δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.

Από τη δική μας μεριά, έχουμε μπλέξει. Η ηγεσία της χώρας είναι τυφλά φιλοαμερικανική, κάτι που από μόνο του είναι αρκετό να μας βάλει σε μπελάδες από το πουθενά, όπως με το Ιράν. Την ίδια στιγμή πάμε με το κεφάλι προς τον τοίχο μιας ακόμα κρίσης χρέους. Τα επιτόκια του ελληνικού χρέους έχουν ξεπεράσει το 4% (είμαστε πολύ μπροστά από τις άλλες χώρες του ευρω-Νότου), ο πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος της Ευρωζώνης (και αυτό με νόμισμα που δεν το ελέγχουμε), το εμπορικό έλλειμμα εκτοξεύτηκε όπως και το χρέος – και μάλιστα όχι μόνο το δημόσιο αλλά και το ιδιωτικό χρέος ταυτόχρονα, μια ιδιαίτερα δυσοίωνη εξέλιξη. Αν και οι εκλογές δεν αργούν, αφού η κυβέρνηση δεν αντέχει για πολύ ακόμη, η βόμβα αυτή του χρέους είναι πολύ πιθανό να προλάβει να σκάσει στα χέρια του Μωυσή και όχι της επόμενης κυβέρνησης, όποια και αν είναι αυτή.

Θα είναι βέβαια μια κάποια ποιητική δικαιοσύνη αν συμβεί αυτό· στο κάτω κάτω ο Μωυσής μας έφερε ως εδώ. Από την άλλη μεριά, το αίσθημα δικαιοσύνης δεν είναι αρκετό να ισοφαρίσει το σύγκρυο που νιώθει κανείς αν συνυπολογίσει πάνω από το χρέος την ασταθή διεθνή κατάσταση και το γεγονός ότι τα αποτελέσματα της έκρηξης θα τα υποστούμε εμείς όλοι και όχι ο Μωυσής…

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Ζυμώσεις για διορισμό νέου πρωθυπουργού στην Αϊτή

Στη Χιλή η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου

ΚΚΕ: «Στο στόμα του λύκου» η φρεγάτα Ύδρα

Ελεύθερος ο Φλώρος- Απαγορεύεται να πλησιάσει τον Γραμμένο στα 50 μέτρα

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα