Ο κυβερνήτης του ρωσικού θύλακα του Καλίνινγκραντ δήλωσε σήμερα πως λόγω των ποσοστώσεων που έχουν επιβληθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις εισαγωγές από την ηπειρωτική Ρωσία ή την Λευκορωσία μέσω της Λιθουανίας, είναι αδύνατη η εισαγωγή συγκεκριμένων αγαθών.
Η Λιθουανία εξόργισε την Μόσχα τον Ιούνιο απαγορεύοντας την χερσαία διαμετακόμιση αγαθών όπως το σκυρόδεμα και ο χάλυβας στο Καλίνινγκραντ μετά την επιβολή κυρώσεων σε αυτά τα υλικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο πλαίσιο συμφωνίας που επιτεύχθηκε τον Ιούλιο, η ΕΕ επέβαλε όρια στον όγκο των εν λόγω εμπορευμάτων που διέρχονται διά ξηράς μεταξύ Καλίνινγκραντ και ηπειρωτικής Ρωσίας ή Λευκορωσίας, με βάση τους μέσους όγκους των τελευταίων τριών ετών, προκειμένου να αποτρέψει την χρήση του Καλίνινγκραντ για την αποφυγή κυρώσεων.
Ο κυβερνήτης του Καλίνινγκραντ, Άντον Αλιχάνοφ εκτίμησε ότι τα όρια επιτρέπουν στη Ρωσία να αποστέλλει περίπου 500.000 τόνους αγαθών που υπόκεινται σε κυρώσεις και προς τις δύο κατευθύνσεις κάθε χρόνο. Ωστόσο, είπε ότι έχουν ήδη επιτευχθεί ορισμένες ποσοστώσεις, καθιστώντας αδύνατη, για παράδειγμα, την εισαγωγή τσιμέντου από το Καλίνινγκραντ από την Λευκορωσία – η οποία αντιστοιχούσε σε περίπου 200.000 τόνους ετησίως.
«Σήμερα, έχουμε ήδη εξαντλήσει τα όρια που έχουν θέσει οι Ευρωπαίοι για την σιδηροδρομική μεταφορά αγαθών, όπως για παράδειγμα, ορισμένα είδη σιδήρου, χάλυβα, πετρελαϊκών προϊόντων, λιπασμάτων, αντιψυκτικών και ξυλείας», δήλωσε ο Αλιχάνοφ.
Ο πρώην πρεσβευτής της Ρωσίας στη Λιθουανία δήλωσε ότι, ενώ η συμφωνία διαμετακόμισης βοήθησε να αποφευχθεί το «χειρότερο σενάριο», η κατάσταση είναι «κάθε άλλο παρά φυσιολογική». Σύμφωνα με τον Αλεξέι Ισακόφ, που απελάθηκε από τη Λιθουανία τον Μάρτιο, το σύστημα ποσοστώσεων αποτελεί «κατάφωρη παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας μας».