ΑΘΗΝΑ
01:52
|
25.04.2024
Και έτσι, ο Ίλον Μασκ αγόρασε το Twitter...
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η στρατηγική που ακολούθησε για να το κάνει δικό του, μαζί με τα τουίτς που ο ίδιος έγραψε σχετικά, αποδεικνύουν μάλλον ότι δεν είχε απολύτως καμιά στρατηγική, ή, σε απλά ελληνικά, ότι δεν είχε ιδέα τι έκανε. Ο Ίλον, που με βάση την αποτίμησή του στο χρηματιστήριο (και όχι πραγματική περιουσία) είναι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, έχει τη φήμη του ιδιοφυούς επιχειρηματία και αναμορφωτή που θα αλλάξει προς το καλύτερο το μέλλον του καπιταλισμού – άρα και της ανθρωπότητας, αφού στο κάτω κάτω η τελευταία δεν είναι παρά ένα εξάρτημα του πρώτου.

Η ταπεινή γνώμη του υπογράφοντος, γνώμη που ανήκει φυσικά στην μειοψηφία, είναι ότι ο Ίλον είναι ένα τυχερό κάθαρμα (lucky son of a bitch) που η μόνη πραγματική του ικανότητα είναι να χασομεράει στο twitter, και να κάνει λεφτά εκμεταλλευόμενος τις επαφές με τους φίλους και συνομήλικους δισεκατομμυριούχους της γενιάς του. Ένα ενδιαφέρον ιστορικό στοιχείο είναι ότι αυτή η γενιά είναι γεμάτη με δισεκατομμυριούχους, μια ιδιότητα που δεν την παρατηρούμε στην αμέσως προηγούμενη ή επόμενη γενιά: ο Μασκ και οι συνομήλικοί του βρίσκονταν στο σωστό μέρος την σωστή εποχή, όταν έγινε το πρώτο μπουμ του διαδικτύου στο γύρισμα της χιλιετίας.

Η ιστορία της εξαγοράς του twitter τώρα, έχει ένα παρελθόν. Ο Μασκ έχει περίπου 80 εκατομμύρια ακόλουθους στο twitter: το φωτοστέφανο της κυρίαρχης ιδεολογίας που περιβάλλει το κεφάλι του είναι αρκετό για να προσελκύει πιστούς οπαδούς που ελπίζουν ότι ο καπιταλισμός θα σώσει όχι την ψυχή τους, αλλά μάλλον την τσέπη τους, αν κάνουν καθημερινές προσευχές στον άγιο μεγιστάνα. Ένας από αυτά τα εκατομμύρια πιστών, του πρότεινε το 2017 να αγοράσει το twitter. Ο Μασκ που, παρά τις άπειρες υποχρεώσεις του και τα διευθυντικά του καθήκοντα και τα εργοστάσια που διαρκώς θεμελιώνει κλπ,, πάντα βρίσκει καιρό να διαβάζει ό,τι βλακεία δημοσιευτεί στο προφίλ του, απάντησε «Πόσο πάει;».

Πολύ αργότερα, τον Ιανουάριο του ’22, άρχισε να αγοράζει μανιωδώς μετοχές της εταιρίας από το χρηματιστήριο, με αποτέλεσμα να γίνει ο μεγαλύτερος μέτοχος με μερίδιο 9,1% τον Απρίλιο. Σε αυτό το στάδιο ξεκίνησε μια διελκυστίνδα με το Δ.Σ. της εταιρίας: «Έλα στο Συμβούλιο» είπαν από το Δ.Σ. «Εντάξει, έρχομαι», είπε ο Ίλον για να το κάνει αμέσως μετά «Πριτς, δεν έρχομαι!». Κατόπιν τους έστειλε μια πρόταση εξαγοράς όλης της εταιρίας για 43 δισ. δολάρια, που αποδείχτηκε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Και αυτό επειδή οι άλλοι, αντί να του πουν και αυτοί «Πριτς, το twitter βγάζει λεφτά και δεν είναι για πούλημα», του αντιπρότειναν με ύποπτη ταχύτητα αυτό που στην πιάτσα το λένε «δηλητηριασμένο χάπι», ένα πλάνο εξαγοράς στο οποίο θα κράταγαν και αυτοί τα δικαιώματά τους, υπονομεύοντας την εξαγορά, σαν να ήταν έτοιμοι από καιρό. Για να μην πολυλογούμε, είχαν βρει έναν ωραίο τρόπο να περνάνε την ώρα τους σαν καθώς πρέπει δισεκατομμυριούχοι, μιλώντας για δισεκατομμύρια…

Τα δις και τα Social Media

Ο Ίλον πέρασε ένα εξάμηνο, από τον Απρίλιο και μετά, προσπαθώντας να ακυρώσει την συμφωνία. Αυτό το ξέρουμε από τα παιδαριώδη επιχειρήματα που διατύπωνε ο ίδιος στον λογαριασμό του στο twitter. Από την άλλη μεριά, η παλιά ιδιοκτησία συμπεριφερόταν και αυτή με κάπως περίεργο τρόπο, λες και είχαν ανακαλύψει το κορόιδο στο οποίο επιτέλους θα ξεφόρτωναν τον κουβά. Να σημειωθεί μάλιστα ότι ο συνιδρυτής του twitter, Jack Dorsey (πέντε χρόνια μικρότερος του Μασκ), είχε ήδη αποχωρήσει από τη θέση του CEO από πέρσι τον Νοέμβριο, ενώ τον Απρίλιο αποχώρησε και από το Δ.Σ., μια στάση που μάλλον δεν σημαίνει ότι ο ίδιος πίστευε στο λαμπρό μέλλον της εταιρείας.

Εν πάση περιπτώσει, το καλοκαίρι, Μασκ και twitter πήγαιναν προς τα δικαστήρια, έχοντας ανταλλάξει πάνω από 100 (εκατό) εξώδικα, με τον Μασκ να ισχυρίζεται ότι τον κορόιδεψαν και ότι το twitter είναι γεμάτο με ψεύτικους ρομποτικούς λογαριασμούς και το twitter να απαιτεί από τον μεγιστάνα να τηρήσει τον λόγο του και να το αγοράσει. Με τα πολλά και ύστερα από τις όχι ευχάριστες για τον ίδιο αποκαλύψεις περί των διαπραγματεύσεων που έγιναν κατά τη διάρκεια της δικονομικής διαμάχης, ο Μασκ συμφώνησε να δώσει το ποσό που είχε υποσχεθεί και κάτι παραπάνω: 44 δισ. δολάρια, δηλαδή περίπου το ένα τέταρτο του ΑΕΠ της χώρας μας.

Σε κανένα στάδιο της διαδικασίας, ούτε και σήμερα, δεν είναι εμφανές κάποιο σχέδιο για το τι θέλει να κάνει ο Μασκ με την εταιρεία, εκτός από τους νεφελώδεις πομφόλυγες περί «ελευθερίας του λόγου» και ταυτόχρονα «κερδοφορίας» που διαρκώς εκπέμπει από (πού αλλού;) τον λογαριασμό του στο twitter. Αυτό που φαίνεται να υπάρχει είναι μάλλον η αυτοπαγίδευση του Μασκ και μάλιστα σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον που αρχίζει να γίνεται όλο και λιγότερο δεκτικό στις υπερβολές των «νέων» τεχνολογιών.

Το twitter είναι το μικρότερο από τα «μεγάλα» κοινωνικά δίκτυα του δυτικού κόσμου. Να διευκρινίσουμε ότι στη Δύση υπάρχουν μερικές εκατοντάδες μικρά και άγνωστα κοινωνικά δίκτυα χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία τα περισσότερα. Στην ανατολή, πάλι, έχουν τα δικά τους δίκτυα όπως το κινέζικο weibo. Στις τρέχουσες συνθήκες, δεν είναι προφανές στον εξωτερικό παρατηρητή αν υπάρχουν πολλά περιθώρια ώστε το twitter να διεκδικήσει μια καλύτερη θέση και να μεγαλώσει την βάση των χρηστών του, κάτι που θα του έδινε οικονομικές ανάσες. Σύμφωνα με τους New York Times (που υποστηρίζουν τους Δημοκρατικούς), το twitter πέρσι έδινε περί τα 60 εκατ. δολάρια τον χρόνο για χρεολύσια επί των τόκων.

Η συμφωνία εξαγοράς όμως χρειάστηκε έναν επιπλέον δανεισμό 13 δισ., που σημαίνει ότι από του χρόνου η εταιρεία θα πρέπει να δίνει ένα δισ. ετησίως για την εξυπηρέτηση των δανείων της. Και αυτό τη στιγμή που το σύνολο των κερδών πέρσι (που ήταν η καλύτερη χρονιά στην ιστορία του μέσου) ήταν 630 εκατ. δολάρια. Το σύνολο του διαφημιστικού τζίρου πέρσι ήταν 4,5 δισ.: για σύγκριση το meta (πρώην facebook) κάνει τζίρους της τάξης των 200 δισ. δολαρίων. Όπως ειπώθηκε, η διαφημιστική μπίζνα του twitter δεν αξίζει ούτε ένα τουίτ…

Γενικά το twitter έχει μπει μέσα 8 στις 10 χρονιές λειτουργίας του ως τώρα. Επίσης οι προσπάθειες που έχουν γίνει για τη δημιουργία μιας συνδρομητικής υπηρεσίας έχουν αποτύχει οικτρά. Έτσι, το γεγονός ότι πέρσι ήταν κερδοφόρο, αποτελεί εξαίρεση. Το ότι σήμερα, μετά τη συμφωνία, η εταιρία χάνει 4,4 εκατομμύρια τη μέρα, είναι εν μέρει οφειλόμενο στην εξαγορά και την επίδραση του Μασκ, εν μέρει όμως είναι και κανονικό. Μάλιστα το twitter δεν ειναι η χειρότερη περίπτωση πεταμένων χρημάτων στον χώρο. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και ειδικά μετά την φούσκα dot.com στο γύρισμα της χιλιετίας, πολλές από τις εταιρίες «νέων» τεχνολογιών δεν είναι αυτό που δηλώνουν οι ίδιες, αλλά είναι κατά βάση κενά παραγωγικά σχήματα που ο βασικός λόγος ύπαρξής τους είναι η κατανάλωση δολαρίων. Ας δούμε γιατί.

Με την εξαίρεση των ελάχιστων ισχυρά κερδοφόρων γιγάντων (όπως λ.χ. η alphabet, δηλαδή το google, του οποίου ο ιδρυτής Larry Page είναι δύο χρόνια μικρότερος του Μασκ), οι περισσότερες πολυεθνικές εταιρείες «νέων τεχνολογιών» δεν έχουν να επιδείξουν καμιά εξαιρετική κερδοφορία. Μερικές από αυτές έχουν χρόνια ολόκληρα που λειτουργούν «καίγοντας» διαρκώς δισεκατομμύρια, χωρίς δηλαδή να έχουν κερδοφορήσει ούτε μια φορά, με κορυφαίο παράδειγμα την Uber (και τη μικρότερη Lyft). Τίποτε το αμιγώς τεχνολογικά «νέο» δεν έχουν αυτές οι εταιρείες που ουσιαστικά δεν είναι παρά μια εφαρμογή για να καλείς ταξί (που όμως δεν είναι ταξί, αλλά ιδιωτικό αυτοκίνητο). Η όποια «νέα» τεχνολογία προσφέρουν οι εταιρείες αυτές έχει να κάνει με την ελαστικοποίηση και πρεκαριοποίηση των σχέσεων εργασίας, μια τεχνολογία τόσο παλιά ακριβώς όσο και ο καπιταλισμός. Όμως, σε καιρούς χρηματιστηριακής φούσκας και ποσοτικής χαλάρωσης υπάρχουν δισεκατομμύρια δολάρια που κυκλοφορούν αδέσποτα, κεφάλαια που διψούν για μελλοντικές αποδόσεις. Το τυράκι που προσφέρουν ως υπόσχεση αυτές οι εταιρείες είναι η μελλοντική κερδοφορία λόγω «νέων» τεχνολογιών, διάβαζε νέων τρόπων εκμετάλλευσης απλήρωτης εργασίας ή νέων τρόπων φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής μέσω κίνησης κεφαλαίων σε διεθνείς φοροπαραδείσους κλπ. «Δώστε μας τα λεφτά σας και θα τα πολλαπλασιάσετε πολλές φορές», είναι σαν να λένε, υπόσχεση που σπάνια εκπληρώθηκε και είχε περισσότερο το αποτέλεσμα τεράστια κεφάλαια να έχουν ήδη εγκλωβιστεί σε αεριτζίδικες επιχειρήσεις, που όμως δεν τις λέμε αεριτζίδικες λόγω του μεγάλου μεγέθους τους. Η έκρηξη τέτοιων επενδύσεων σε αυτούς τους «νέους» τομείς είναι αυτή τη στιγμή κοντά στο κλείσιμο ενός κύκλου, που συνδυάζεται με το τέλος της «παγκοσμιοποίησης». Οι περισσότερες από αυτές τις επενδύσεις θα καταλήξουν απλώς να είναι εκκαθάριση λιμναζόντων κεφαλαίων όταν οι αντίστοιχες εταιρίες-φούσκες σκάσουν.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον γιγαντώθηκε και ο Μασκ. Έχοντας την τύχη να ξεκινήσει τις δραστηριότητές του αμέσως πριν το σκάσιμο της φούσκας dot.com, κατάφερε να γίνει ο πλουσιότερος άνθρωπος του πλανήτη, αν και όχι ακριβώς ως ο αναμορφωτής που θα σας πουν οι οπαδοί του ότι είναι. Μολονότι δημόσιος θαυμαστής της Θάτσερ, τα καλύτερα συμβόλαιά του τα έχει κλείσει με το αμερικανικό δημόσιο το οποίο τον πλουτίζει συστηματικά είτε άμεσα με τα συμβόλαια της NASA (που έχει γίνει μάσα), είτε έμμεσα με τις θηριώδεις επιδοτήσεις για ηλεκτρικά του αυτοκίνητα. Η εποχή των επιδοτήσεων φτάνει όμως στο τέλος της, δεδομένου ότι οι Κινέζοι μπαίνουν και αυτοί στην ηλεκτρική αγορά. Το αμερικανικό δημόσιο δεν μπορεί να επιδοτεί Κινέζους και επομένως οι επιδοτήσεις αναγκαστικά θα σταματήσουν.

Είμαστε σε μια περίεργη συγκυρία. Είναι πιθανό ο Μασκ να μην έχει ιδέα πώς ακριβώς θα βγει από το διαγραφόμενο αδιέξοδο του twitter. Ίσως όμως, ακόμα χειρότερα, να μην υπάρχει καμιά διέξοδος για το twitter ως επιχείρηση.

Ισολογισμοί, ισολογισμοί…

Το θέμα με όλα τα social media είναι ότι το προϊόν τους είναι ο χρήστης (εμείς που τα χρησιμοποιούμε «δωρεάν», υποτίθεται) και πελάτες τους οι διαφημιστικές εταιρίες. Στην πραγματικότητα δηλαδή είναι ιδιαίτερα παρασιτικές μορφές επιχείρησης, αφού ζουν πουλώντας τις ζωές μας με το κομμάτι – και μάλιστα αγοραστής είναι ένα άλλο παράσιτο, μια κοινωνικά άχρηστη ή και επιβλαβής δραστηριότητα, η διαφήμιση. Η τελευταία θέλει, όπως είναι φυσικό στον καπιταλισμό, να αγοράσει ένα προϊόν κανονικοποιημένο, ομογενοποιημένο, με καλώς γνωστές ιδιότητες, με ISO και QR code. Οι διαφημιστές ζητούν βασικά να απευθύνονται σε έναν σχετικά εύπορο μέσον όρο, στους αυτοπροσδιοριζόμενους ως «καταναλωτές». Αυτό είναι το ευεπίφορο σε διαφημίσεις κοινό. Σε μια εποχή αυξανόμενων ανισοτήτων και φτώχειας, τα άκρα αποτελούνται από όσους δεν υπακούουν στις διαφημίσεις, είτε προφανώς από τα αριστερά, αλλά σε έναν βαθμό και από τα δεξιά. Η λούμπεν ακροδεξιά των απαξιούμενων μικροαστών δεν υπακούει στις διαφημίσεις, όχι επειδή δεν θέλει (το αντίθετο!), αλλά επειδή δεν έχει αρκετά λεφτά για να καταναλώσει, γεγονός που αυξάνει τη λύσσα της.

Ο Μασκ θέλει, λέει, το twitter να κερδοφορήσει εφαρμόζοντας «ελευθερία λόγου». Τώρα, κανείς δεν έχει αντίρρηση με έναν τέτοιο ευγενικό και δημοκρατικό σκοπό, αλλά θα πρέπει να θέσουμε τον όρο στα σωστά συμφραζόμενα του πολιτισμικού πόλεμου που διχάζει αυτή τη στιγμή τις ΗΠΑ και εξ επαγωγής και την Ευρώπη. Η έκλειψη μιας πραγματικής αριστεράς, έχει οδηγήσει σε ένα είδος ιδεολογικού ρήγματος στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών που ανάγει σε πρωτεύουσες πολιτικές διαφορές «αριστεράς» και δεξιάς στοιχεία πολιτικής αποσυζευγμένα από τις βαθύτερες οικονομικές και κοινωνικές τους ρίζες. Οι φεμινιστές Δημοκρατικοί είναι υπέρ της συμπεριληπτικότητας, κατά του ρατσισμού και προσπαθούν να ενσωματώσουν, ακρωτηριάζοντας τα, τα εναλλακτικά κινήματα που διαρκώς αναπτύσσονται για την κλιματική αλλαγή ή τα φυλετικά ζητήματα, την ίδια στιγμή που δεν διστάζουν να προκαλούν μια ραγδαία επιδείνωση των ανισοτήτων στο εσωτερικό των ΗΠΑ και μία παγκόσμια σύγκρουση στο διεθνές πεδίο. Το πόσο αντιφατικό είναι αυτό φαίνεται από το ότι η προεδρία Ομπάμα συνέπεσε με την μεγαλύτερη επιδείνωση της οικονομικής θέσης των μαύρων Αμερικανών τις τελευταίες δεκαετίες. Ο ίδιος ο Ομπάμα έλαβε το Νόμπελ Ειρήνης, όντας ο πλέον φιλοπόλεμος πρόεδρος των τελευταίων ετών – αν και ο Μπάιντεν πάει να τον προσπεράσει. Ο επιφανειακά αντιρατσιστικός, φεμινιστικός, συμπεριληπτικός κλπ. λόγος, αντί να έχει χειραφετητική λειτουργία, συνδέεται έτσι με τις πιο ακραίες και καταπιεστικές οικονομικά και γεωστρατηγικά πολιτικές.

Οι συντηρητικοί πάλι, αποκρούουν τις λεγόμενες «υπερβολές» των κινημάτων, διαδίδοντας λ.χ. συνεχώς ανυπόστατες συνωμοσιολογικές φήμες για το πόσο το παρατραβάνε οι διάφοροι ταυτοτικοί, πολώνοντας ακόμα περισσότερο το κλίμα. Είναι σημαντικό για το πόσο προσχηματικός είναι αυτός ο «διάλογος» το γεγονός ότι στην Βρετανία είναι οι Συντηρητικοί και όχι οι Εργατικοί αυτοί που έχουν ως τώρα βάλει στη θέση του πρωθυπουργού γυναίκες (Θάτσερ και Τρας) και μειονότητες (ο Σουνάκ είναι ινδικής καταγωγής). Φυσικά τίποτε από αυτά δεν έγινε για να βοηθήσει τη θέση των γυναικών ή των μειονοτήτων.

Λογοκρισία και Ελευθερία Λόγου

Πρόκειται λοιπόν για μια βαθιά αντιφατική συνθήκη. Οι διαφημιζόμενοι δεν ενδιαφέρονται για το το φύλο ή το χρώμα του δέρματος, αλλά για το χρώμα του χρήματος. Από τη στιγμή όμως που ένα σημαντικό ποσοστό των ευκατάστατων καταναλωτών στις πόλεις έχουν αποδεχτεί το αφήγημα των Δημοκρατικών περί συμπεριληπτικότητας κλπ., η διαφημιστική δαπάνη πρέπει να είναι πολιτικά (ακρο)κεντρώα, αποφεύγοντας την ταύτιση με μέσα που υπάρχει κίνδυνος να χαρακτηριστούν ρατσιστικά ή μισαλλόδοξα. Ο Μασκ δημοσιοποίησε μια πολύ καλογραμμένη ανοιχτή επιστολή προς τους διαφημιζόμενους δια του twitter, για να τους εξηγήσει ότι οφείλουν να συνεχίσουν να το χρησιμοποιούν. Από τη στιγμή που δεν μπορεί όμως να τους εξασφαλίσει ότι η μάρκα, το brand name τους, αυτό το πολυτιμότατο περιουσιακό τους στοιχείο, θα είναι ασφαλές εκεί και δεν θα συνδεθεί με μη αποδεκτές στάσεις, δεν έχει ελπίδα να δει τα διαφημιστικά του έσοδα να αυξάνονται. Οι μάρκες θα αισθανθούν μεγάλη ανασφάλεια αν το όνομά τους κινδυνέψει να συνδεθεί με άφραγκους λούμπεν. Επομένως αποφεύγουν τον ρατσισμό, τον σεξισμό, την τρανσφοβία κλπ., τα οποία είναι βέβαια συμπτώματα μιας βαθιά άνισης και αντιδημοκρατικής κοινωνίας.

Εάν οι σύγχρονες αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες δεν περνούσαν τη βαθιά κρίση που περνούν (εάν δηλαδή υπήρχε κάπου σε αυτές ένα ψήγμα έστω δημοκρατίας εννοούμενης ως διαμεσολαβημένου λαϊκού ελέγχου), τέτοια φαινόμενα θα μπορούσαν να περιοριστούν με τον διάλογο και την μείωση των ανισοτήτων. Η κρίση των δημοκρατιών συνοδεύεται από την ολική αποστείρωση του πολιτικού πεδίου από την όποια μικρή επιρροή του λαϊκού παράγοντα. Ειρωνικά, την αναφορά στον λαϊκό παράγοντα την κουβαλάει πλέον παραμορφωμένη η ακροδεξιά με την μορφή είτε της εθνικής ομοψυχίας είτε της άναρθρης συνθηματολογίας μίσους κατά του «άλλου». Ο μοναδικός τρόπος που απομένει στην «αριστερή» πτέρυγα του συστήματος για να μειώσει το φαινόμενο της online μισαλλοδοξίας είναι η σκληρή λογοκρισία. Και επειδή στην Αμερική η τελευταία απαγορεύεται αυστηρότατα από το Σύνταγμα, το κράτος δεν έχει εύκολους τρόπους να την εφαρμόσει το ίδιο. Τα χέρια του κράτους τα λύνει η υποκατάσταση της ενημέρωσης από τα ιδιωτικά κοινωνικά μέσα, τα οποία δεν έχουν το νομικό στάτους των μέσων ενημέρωσης – και μάλιστα, ειδικά στην Αμερική, δεν είναι προφανές τι ακριβώς καθεστώς τα διέπει. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το περιεχόμενο των κοινωνικών δικτύων δεν το παράγουν τα ίδια (όπως συμβαίνει στα μέσα ενημέρωσης) αλλά οι χρήστες· και το ποιος από τους χρήστες μπορεί να μιλάει και ποιος όχι το αποφασίζουν τα δίκτυα.

Το twitter τώρα, ειδικά στον αγγλοσαξονικό κόσμο, έχει μιαν όχι υγιή, συμβιωτική σχέση με τα μέσα ενημέρωσης, κάτι που γιγαντώθηκε όταν το facebook, που ήταν αρχικά και αυτό μεγάλος αποδέκτης των ενημερωτικών σάιτ, άλλαξε τον τρόπο που μοιράζει την διαφημιστική δαπάνη. Τα μέσα, αποστερημένα από τον μοναδικό τους οικονομικό πόρο, έφυγαν από αυτό και στράφηκαν στο twitter. Έκτοτε η παραγωγή ειδήσεων διαμεσολαβείται από το twitter. Το δίκτυο έχει ανάμεσα στους χρήστες του όχι μόνο τα ίδια τα μέσα, αλλά και τους δημοσιογράφους, ειδικά τις γενιές των υποαπασχολούμενων μιλένιαλ και GenZ που (δεν) καταξιώθηκαν στα άπειρα ψηφιακά σάιτ στα οποία (κάνουν ότι) δουλεύουν (ή έχουν απολυθεί από αυτά). Η κρίσιμη θέση του twitter ως κόμβου πληροφοριών για τα μέσα ενημέρωσης το καθιστά ιδιαίτερα πολύτιμο για την κρατική αμερικανική προπαγάνδα και το υποχρεώνει να βρίσκεται στην πρωτοπορία του Newspeak (της Νεόγλωσσας), έχοντας μετατραπεί σε κάτι σαν Minitrue (ΥΠ-ΑΛ, Υπουργείο Αλήθειας στο «1984» του Όργουελ).

Με το που ανέλαβε την εταιρία ο Μασκ απέλυσε περίπου το μισό προσωπικό, δηλαδή πάνω από 3500 άτομα. Φυσικά όλοι, Δημοκρατικοί, Ρεπουμπλικάνοι, ακόμα και ο ιδρυτής του twitter, ο Dorsey, δεν μπόρεσαν παρά να συμφωνήσουν ότι πρόκειται για μια κίνηση «εξυγίανσης», η οποία είναι «επώδυνη αλλά δυστυχώς αναγκαία». Και προφανώς η πλειονότητα των απολυμένων δεν ήταν τίποτε προνομιούχοι. Αλλά ας δούμε και τους λίγους προνομιούχους που απολύθηκαν και ποιος ήταν ο καθαρά ιδεολογικός ρόλος τους.

Το πρώτο τμήμα που απολύθηκε ήταν το «Τμήμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» με επικεφαλής την Shannon Raj Singh. Σύμφωνα με tweet της τελευταίας: «Είμαι εξαιρετικά περήφανη για την δουλειά που κάναμε εφαρμόζοντας τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΗΕ για τα Επιχειρηματικά και Ανθρώπινα Δικαιώματα για να προστατέψουμε όσους κινδυνεύουν σε κρίσεις όπως της Αιθιοπίας, του Αφγανιστάν και της Ουκρανίας…». Πέρα από την ειδική αναφορά των επιχειρηματικών δικαιωμάτων πλάι-πλάι με τα ανθρώπινα, είναι ενδιαφέρουσα η επιλογή των συγκρούσεων όπου εφαρμόστηκαν οι κατευθυντήριες. Είναι προφανές ότι αποκλείστηκαν όλες οι φωνές που δεν προσαρμόζονταν στην κυρίαρχη αμερικανο-νατοϊκή αφήγηση, αφήνοντας απέξω κρίσιμες πληροφορίες. Το twitter δεν ήταν το μέσο από το οποίο μάθαμε ότι η Αμερική παρανόμως κατάσχεσε βοήθεια προς το Αφγανιστάν ή τα αποθεματικά της Ρωσίας στην Νέα Υόρκη. Φυσικά αυτό συνδυάζεται πολύ καλά με την ως τώρα καριέρα της κ. Raj Singh. Όπως δείχνει ένα γρήγορο γκουγλάρισμα αυτή έχει προλάβει στην σύντομη καριέρα της να εμπλακεί από την έδρα της στην Χάγη, με τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών στο Αφγανιστάν, το Ειδικό Δικαστήριο του Λιβάνου, την διεθνή επιτροπή για την Ρουάντα και αρκετές ακόμα μη κυβερνητικές οργανώσεις που σχετίζονται με την υποσαχάρια Αφρική.

Άλλες ομάδες που διαλύθηκαν περιλαμβάνουν την «curation team», υπεύθυνη για τις «στιγμές» (moments), ένα χαρακτηριστικό που εμφανίστηκε το 2015, το οποίο θα δούλευε κάπως σαν το χρονολόγιο του facebook, με σκοπό να προσελκύσει τα πλήθη στο twitter. Τα πλήθη δεν ήρθαν, τα moments καταργήθηκαν το 2017. Επίσης έφυγαν η η ομάδα Machine Learning (μηχανικής εκμάθησης) και η ομάδα Ηθικής, Διαφάνειας και Λογοδοσίας. Δεν έχουμε ιδέα ποια ήταν ακριβώς τα καθήκοντα αυτών των ομάδων, αλλά είναι πιθανόν ανάμεσα σε αυτά να ήταν και οι πλείστες όσες έγχρωμες επαναστάσεις (γνωστές και ως «επαναστάσεις του πληκτρολογίου») χρηματοδοτήθηκαν και υποστηρίχτηκαν από την αμερικανική κυβέρνηση με την ευγενική χορηγεία του twitter.

Η Washington Post (που ανήκει στον Jeff Bezos, έξι χρόνια μεγαλύτερο του Μασκ), εφημερίδα που λίγο απέχει από το να είναι το επίσημο κομματικό όργανο των Δημοκρατικών, λέει ότι οι απολύσεις «ξεκοίλιασαν (gutted) ομάδες πληροφορίας που σχετίζονται με τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Οι πολιτικές καμπάνιες έχουν καθηλωθεί από αγωνία για το πώς θα αντιμετωπίσουν την εκλογική παραπληροφόρηση και πιθανές απειλές» στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η «εξωτερική παραπληροφόρηση» και το σπαμάρισμα. Εξωτερική παραπληροφόρηση είναι αναφορά για μια ακόμα φορά στον μύθο της ρώσικης ανάμειξης στις εκλογές υπέρ του Τραμπ. Είναι μύθος όχι επειδή μετά από χρόνια ερευνών δεν έχει βρεθεί ούτε σκιά απόδειξης, αλλά επειδή και αλήθεια να ήταν, οι Ρώσοι πολύ λίγα πράγματα θα μπορούσαν να κάνουν για να νοθεύσουν τις εκλογές σε σχέση με τους ίδιους τους Αμερικανούς. Μόνο στον τρέχοντα εκλογικό κύκλο των ΗΠΑ, οι γνωστές συνεισφορές από ζάπλουτους ιδιώτες προς υποψήφιους ξεπερνούν τα 16,7 δις δολάρια. Παντού αλλού στον κόσμο – και στην Ρωσία, αν αποκαλυπτόταν ότι επιχειρήσεις έδωσαν εκατομμύρια σε υποψηφίους, θα είχαμε σκάνδαλο γιατί αυτή η συναλλαγή θεωρείται δωροδοκία. Όχι στις ΗΠΑ. Οι ιδιωτικές συνεισφορές όχι μόνο είναι γνωστές και νόμιμες, αλλά αποτελούν και τον κύριο τρόπο χρηματοδότησης των υποψηφίων. Προφανώς ο νόμος το θεωρεί σωστό και όχι σκάνδαλο παρέμβασης στις εκλογές, όταν οι εκλεγμένοι πολιτικοί κάνουν «μικρά» χατίρια στους καλύτερους χρηματοδότες τους.

Το Κόστος της Δημοκρατίας

Είναι προφανές λοιπόν ότι σε αυτό το περιβάλλον η «ελευθερία του λόγου» και η κερδοφορία δεν συμβιβάζονται. Όπως επίσης δεν συμβιβάζονται ελευθερία και πολιτική ατζέντα. Απόδειξη τα πολλά κοινωνικά δίκτυα που ιδρύθηκαν στις ΗΠΑ γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ και με την βοήθειά του μετά την έξωσή του από το twitter. Όλα ξεκίνησαν με σημαία τους την «ελευθερία λόγου» και κατέληξαν, ξανά και ξανά, να πετάνε εντελώς αυθαίρετα τους χρήστες έξω όταν διαπίστωναν ότι χωρίς «επίβλεψη» (λογοκρισία) μετατρέπονταν απλώς, για να το πούμε στα ελληνικά, σε χώρους αλύπητου σπαμαρίσματος, online bullying, συνεχούς τρολαρίσματος, alt-right τεχνο-ιδεοληψιών και πορνογραφίας.

Ανεξάρτητα από τις προθέσεις του, ο Ίλον γρήγορα θα ξεχάσει ελευθερίες λόγου και άλλα τέτοια και θα κάνει και αυτός ότι όλοι οι προηγούμενοι: θα λογοκρίνει ότι ξεφεύγει από την λίστα αποδεκτών συμπεριφορών των διαφημιστών, αν είναι να διατηρήσει ελπίδες για ένα κομμάτι της διαφημιστικής πίτας. Αν πάλι θέλει να ακολουθήσει μια πολιτική ατζέντα, κάτι που δεν είναι καθόλου απίθανο λόγω της ιδεολογικής καθήλωσης όλων αυτών των δισεκατομμυριούχων σε παιδαριώδη σχήματα γύρω από το χρήμα και τον καπιταλισμό, τότε θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα των αντιφρονούντων, αυτών που κρυμμένοι πίσω από την ανωνυμία των κοινωνικών μέσων θα τρολάρουν τον αρχηγό.

Αν η ιστορία διδάσκει (hint: ποτέ), τότε ο μεγιστάνας θα έπρεπε να αναλογιστεί τι έχει γίνει το MySpace, το μεγαλύτερο κοινωνικό δίκτυο κόσμου μεταξύ 2005 και 2008, όταν είχε μεγαλύτερη επισκεψιμότητα από το Google. Ή να δει την ιστορία του tumblr που το 2013 αγοράστηκε για 1,1 δις δολάρια (μετρητά) από το yahoo – το οποίο και το ξαναπούλησε το 2019 για 3 εκατομμύρια.

Πάντως, ό,τι κι αν συμβεί, ο Ίλον δεν πρόκειται να γίνει φτωχός. Ούτε και ο Τραμπ, που προφανώς θα ξαναγυρίσει σιγά σιγά στο twitter και κατά πάσα πιθανότητα θα βάλει και υποψηφιότητα για την προεδρία. Ό,τι κι αν συμβεί, αν αύριο κλείσει το twitter (ή αν αντίθετα πάει καλά), αν μεθαύριο ξαναγίνει ο Τραμπ πρόεδρος (ή όχι), θα μιλάμε για σημαντικά γεγονότα για τη ζωή των φτωχών, τα οποία όμως οι τελευταίοι δεν επηρεάζουν καθόλου και ας φαντασιώνονται όσο θέλουν ότι συμμετέχουν στην εξέλιξή τους, μια φαντασίωση που ένα μέρος της δημιουργείται από τα κοινωνικά μίντια.

Όσο και αν οι χρήστες φαντασιώνονται ότι παράγουν το περιεχόμενο (τις αναρτήσεις) των κοινωνικών μέσων, η πραγματικότητα είναι ότι αντίθετα, περιεχόμενο δεν είναι οι αναρτήσεις, αλλά η πολιτική και αυτό το πολιτικό περιεχόμενο των κοινωνικών μέσων παράγει τους χρήστες – και μάλιστα ως βιομηχανικό προϊόν με ISO και barcode και τις σωστές προδιαγραφές.

Και αυτό θα συνεχίσει να συμβαίνει, ακόμα κι αν τα σχέδια του Ίλον (όποια και αν είναι αυτά) αποτύχουν, θα συνεχίσει να συμβαίνει τουλάχιστον μέχρι οι χρήστες όλων των χωρών να ενωθούν. Στο κάτω κάτω το μόνο που έχουν να χάσουν είναι οι ψηφιακές αλυσίδες του ηλεκτρονικού εθισμού τους. 

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς έστειλε ο Μπάιντεν στην Ουκρανία

Πιθανή η παραίτηση του Σάντσεθ στη Μαδρίτη

Κυπριακό, Γάζα, και αμοιβαία συμφέροντα στη συνάντηση Στάνμαγιερ και Ερντογάν

Στη ΓΑΔΑ διανυκτερεύει ο βουλευτής Φλώρος μετά την άσκηση δίωξης για κακούργημα

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα