ΑΘΗΝΑ
14:02
|
28.04.2024
Δύο γεγονότα πιστοποιούν γοερά, το πόσο η κρατούσα «διανόηση» υποδέχεται αυτή την ιδεολογική παραποίηση: η παράσταση του δουλικού Μπενίνι και η τιμή στον ακροδεξιό Ταταρέλα.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Η θλιβερή εικόνα μίας Αριστεράς στην Ιταλία, απούσας από κάθε αγωνιστική πρωτοβουλία απέναντι στο καθεστώς της ακροδεξιάς κυβέρνησης της Τζόρτζια Μελόνι, παίρνει ακόμη οικτρότερες διαστάσεις εάν αναλογισθεί κάποιος πόσο μέσα στις πρώτες 100 ημέρες της διακυβέρνησής της έχει κατορθώσει να επιβάλει, σχεδόν αναίμακτα, τη δική της εκδοχή ακόμη και για τα ιστορικά δεδομένα. Μία εκδοχή στην οποία, φευ!, προσαρτώνται ακόμη και προσωπικότητες που παλαιοτέρα πιστώνονταν στην ευρύτερη Αριστερά, ενώ έντυπα, που μόλις πριν από τις εκλογές ξεσήκωναν πόλεμο κατά της ακροδεξιάς προοπτικής, εάν δεν σιγοντάρουν, τουλάχιστον αντιμετωπίζουν χλιαρά τις διαστάσεις αυτές.

Τις τελευταίες ημέρες, δύο γεγονότα πιστοποιούν γοερά, το πόσο η κρατούσα «οργανική διανόηση» και ο Τύπος υποδέχονται αυτή την ηθική και ιδεολογική παραποίηση, που η παρούσα κυβερνητική και ηγεμονική τάξη πασχίζει να επιβάλλει στην κοινωνία. Από τη μία η φαρσοκωμωδία στο Φεστιβάλ του Σαν Ρέμο, όπου μετά την απροσδιόνυση βίντεο-εμφάνιση του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, να ξαναζητεί από το πάλκο ενός φεστιβάλ ποπ τραγουδιού όπλα για να συνεχίσει έναν πόλεμό του εις βάρος των Ιταλών φορολογουμένων, ένας άλλος κωμικός, ο δουλικός Ρομπέρτο Μπενίνι έδωσε ρεσιτάλ κολακείας στην εξουσία. Δίνοντας τα συστημικά διαπιστευτήριά του (ακόμη μία φορά μετά την απόδοση της απελευθέρωσης του Άουσβιτς στους Αμερικανούς, αντί στους Σοβιετικούς, στην ταινία του «Η ζωή είναι ωραία») έβγαλε τον πρόεδρο Σέρτζο Ματαρέλα, αυτό το ανδρείκελο της οικονομικο-πολιτικής ελίτ, «αδελφό του Συντάγματος», συνδέοντας τον πατέρα του Μπερνάρντο με τη σύνθεση του Καταστατικού Χάρτη της χώρας, ενώ παραποίησε εντελώς το Άρθρο 11 του Συντάγματος, προκειμένου να δικαιολογήσει τη βοήθεια προς τον συνάδελφό του Ουκρανό κωμικό.

Από την άλλη, η πρωτοφανής για τα κοινοβουλευτικά δεδομένα να τιμηθεί με ημέρα μνήμης ο ακροδεξιός πρώην υπουργός Πίνο Ταταρέλα, δοξολογώντας την προσφορά του(!) χάρις στην «κατευναστική» του πολιτική και την προσπάθειά του για μεταποίηση του Νεοφασιστικού «MSI» στην πιο ήπια εκδοχή της (Λεπενικού ύφους) Εθνικής Συμμαχίας, «AN». Για άλλη μία φορά η πολιτική τάξη στην Ιταλία, ενάντια σε κάθε ιστορική αντικειμενικότητα και πολιτικό ορθολογισμό, επιδεικνύει έναν καθεστωτισμό, που συμφύρει αυτό που (απηχώντας τον Καντ) ο Αντόνιο Γκράμσι ονόμαζε «αυθαίρετη επέκταση και σύγχυση της πολιτικής ηθικής με την ιδιωτική ηθική».

Πίνο Ταταρέλα

Το πλέον θλιβερό όμως είναι πως και στις δύο περιπτώσεις, τα αντανακλαστικά της ιταλικής κοινωνίας επιμαρτυρούν τη στερεότυπη τάση της (κι εδώ ας ξαναθυμηθούμε τον Γκράμσι) για αυτοσχεδιασμό, «ταλεντισμό», μοιρολατρική νωθρότητα, ανόητο ερασιτεχνισμό, απουσία πνευματικής πειθαρχίας και ανευθυνότητα, αντάμα με ηθική και πνευματική απιστία. Όπως η επικίνδυνη, φιλοκυβερνητική, αυθαιρεσία του Μπενίνι, έτσι οι υποτιθέμενες και εκ του ασφαλούς αντιδράσεις των πολέμιων στη Μελόνι αντιστοιχούν μία προς μία στην πιο πάνω περιγραφή.

Οι σκιαμαχούσες αντιδράσεις του παρουσιαστή Αμαντέους απέναντι στον Ματέο Σαλβίνι, ο φιλιππικός του ποπ τραγουδιστή Fedez, που έσκισε από σκηνής τη σκανδαλώδη φωτογραφία του υφυπουργού, Γκαλεάτσο Μπινιάμι των «Αδελφιών της Ιταλίας» με χιτλερική στολή από το bachelor πάρτι του, αποτελούν μόνο γελοιογραφικές καρικατούρες μίας αντιπολίτευσης, που δεν αναμετράται στις ιδέες, ούτε στον κατεξοχήν πολιτικό τους στίβο, αλλά στην αρένα των λαϊκών φεστιβάλ και στην ακροαματικότητα. Με αποτέλεσμα, πολλές φορές το μήνυμα να θεωρείται πως απλώς γίνεται για λόγους διαφημιστικούς και εντυπωσιασμού. Άλλωστε πουθενά, σε καμία αποστροφή, όσων έβγαλαν λογύδρια με περιεχόμενο υπέρ της κουλτούρας της «συμπερίληψης» και της νέας μόδας, δεν ειπώθηκε έστω μια φορά η λέξη: «Δημοκρατία». Δηλαδή, εάν η Μελόνι δεν διατύπωνε τόσο γοερά τη γραμμή «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» και κάπου περιελάμβανε την ανοχή και τη συμπερίληψη, το εμφανές έλλειμμα δημοκρατικότητας δεν θα είχε μεγάλη σημασία. Αλλά και οι δήθεν αντιδράσεις των «Αδελφιών της Ιταλίας» για τη «χαλαρότητα» της RAI δημιουργούν την εντύπωση μίας μάχης περί όνου σκιάς, που σύντομα θα λησμονηθεί, καθώς τα επιχειρήματα είναι ευκαιριακά και κουτσά. Όπως έλεγε και ο Μπρεχτ «στους καιρούς της αδυναμίας συχνά δε λείπει η σωστή γραμμή, αλλά μία γραμμή…».

Στις 8 Φεβρουαρίου στο ιταλικό Κοινοβούλιο, με πρωτοβουλία του ακροδεξιού προέδρου της Γερουσίας Ινιάτσιο Λα Ρούσα και του (δεξιού) πρώην προέδρου της Βουλής Λουτσάνο Βιολάντε, τιμήθηκε με επαινετικές ομιλίες η μνήμη του ακροδεξιού Πινούτσο Ταταρέλα, πρώην αντιπροέδρου της πρώτης κυβέρνησης Μπερλουσκόνι. Είναι ενδεικτικό πως δεν υπήρξε σχεδόν καμία αντίδραση για την ανάδειξη ενός ανθρώπου, που σχεδόν σε όλο του τον βίο στρατεύθηκε στις τάξεις του σκληροπυρηνικού νεοφασιστικού MSI του Τζόρτζο Αλμιράντε. Του κόμματος, που υπέθαλψε στους κόλπους του όλα τα ακραία στοιχεία που κλιμάκωσαν τη «στρατηγική της έντασης» και εκτέλεσαν τις πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις στην περίοδο 1969-1980.

Όπως έγραφε ο Μαρξ «οι αντιδραστικοί κάθε καιρού είναι ένα καλό βαρόμετρο των διαθέσεων κάθε εποχής». Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να κρίνουμε και τη «στροφή», που είχε πραγματοποιήσει ο Τζανφράνκο Φίνι (και ο Ταταρέλα) την εποχή μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Με το κομμουνιστικό μπλοκ να μην αποτελεί πλέον τον «αντίπαλο» και την Αριστερά να έχει εγκολπωθεί στις μετακομμουνιστικές της μεταλλάξεις, η ακροδεξιά διέβλεψε τη δυνατότητα για απρόσκοπτη ένταξή της στους κρατικούς μηχανισμούς και στους μοχλούς ελέγχου της κοινωνίας, παρουσιάζοντας ένα ήπιο προσωπείο και αναλαμβάνοντας τον ρόλο του «ρυθμιστή». Χωρίς να έχει αποποιηθεί τη φασιστική καταγωγή της (παράδειγμα ο Ινιάτσιο Λα Ρούσα και η ίδια η Μελόνι) η ακροδεξιά μεταποίησε το λεξιλόγιό της και το πρόγραμμά της. Με δεδομένο δε, ότι μέσα σε μία κυβέρνηση με αντι-κομμουνιστικό χαρακτήρα (που πάντα πρόβαλε και ο ίδιος ο Μπερλουσκόνι) και όπου συνυπήρχαν ακραία προγράμματα όπως της Λέγκας (του Βορρά, τότε), η Εθνική Συμμαχία (ΑΝ) πρόβαλε τότε το χαρτί της «ενότητας του έθνους», της (ανυπόστατης) καθαρότητάς της και της μη συμμετοχής της στα σκάνδαλα, που οδήγησαν στην επιχείρηση «Καθαρά Χέρια», η οποία αναδιάταξε τον ιταλικό πολιτικό χάρτη και έφερε στην επιφάνεια τον λαϊκισμό του Μπερλουσκόνι και του Ουμπέρτο Μπόσι (Λέγκα του Βορρά).

Αίφνης, μετά την αποκάθαρση της ιταλικής ακροδεξιάς (ΑΝ και τότε της Λέγκας του Βορρά) μέσω της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι, ο Ταταρέλα αναβαθμίσθηκε σε «υπουργό της Αρμονίας» για τον ρόλο του στην εναρμόνιση των δεξιών και ακροδεξιών παραμέτρων σε εκείνο το σχήμα, που τόσο ευθύνεται για την κατοπινή οικονομική και κοινωνική κατάντια της χώρας. Οι Ιταλοί μοιάζουν να έχουν λησμονήσει εκείνην την εποχή, που η νομοθετική εξουσία κι έλεγχος ευτελίστηκαν και υπάχθηκαν ολοκληρωτικά στην αυθαιρεσία της βούλησης της εκτελεστικής εξουσίας (νόμοι για την διάσωση του Μπερλουσκόνι). Κι ενώ συνεχίζονται οι αλαλαγμοί για τη σύλληψη του αρχιμαφιόζου Μεσίνα Ντενάρο, ουδείς ανακαλεί πως στην τότε κυβέρνηση παγιώθηκε η διείσδυση της Μαφίας σε όλους τους τομείς της ιταλικής πολιτικής και οικονομίας (μόνο να δούμε πως πολλοί από τους καταδικασμένους πρώην υπουργούς και στενούς συνεργάτες του Μπερλουσκόνι παραπέμφθηκαν για σχέσεις με την εγκληματική οργάνωση και διευκόλυνσή της εκείνη ακριβώς την εποχή).

Το θλιβερό είναι πόσο και πώς ο ιταλικός Τύπος, ακόμη και ο πιο μετριοπαθής ή ο πιο φιλελεύθερος, ασπάσθηκε την αυθαίρετη και καθεστωτική τούτη αναθεώρηση. H επαναφορά μάλιστα στην ημερήσια πολιτική διάταξη του θέματος της εκλογής Προέδρου από τον λαό (presidenzialismo), που αποτελούσε πάγιο αίτημα των ακροδεξιών από τον Αλμιράντε έως τη Μελόνι, έμμεσα χρησιμοποιεί την προσωπικότητα του Ταταρέλα για να προωθήσει ένα μέτρο, που θα πολιτικοποιεί απόλυτα τη θεσμική ιδιότητα του προέδρου της Ιταλίας. Δυνητική συνέπεια θα ήταν η (ούτως ή άλλως) παρεμβατική εξουσία, που το Σύνταγμα δίνει στον πρόεδρο να καταλήγει να αναιρέσει αποτελέσματα εκλογών, την ίδια τη λαϊκή βούληση, να επιβάλει κράτος εξαίρεσης κλπ. παρακάμπτοντας τους νόμους.

Εάν η προσπάθεια να κατασκευασθεί μία ακροδεξιά επίφαση κοινοβουλευτικής νομιμότητας (που θα πείθει μέσω λιγότερο ακραίων προσωπικοτήτων, όπως ο Ταταρέλα, πως ο νεοφασισμός δεν είναι επικίνδυνος) η προσπάθεια σφετερισμού και φαλκίδευσης της αντικειμενικής πραγματικότητας και της πολιτικής ιστορίας της Ιταλίας, μέσω του εύπεπτου μιντιακού λόγου του Μπενίνι, είναι ακόμη πιο επικίνδυνη. Και τούτο γιατί η παραποίηση της μορφής και της ιστορίας του Συντάγματος της Ιταλίας διεισδύει πολύ πιο άμεσα και επιπολάζει ως ιδέα πολύ περισσότερο στα μυαλά ενός απαίδευτου ιστορικά και ανενημέρωτου κοινού. 

Εξυπηρετώντας τα «κέντρα» (οικονομικής και ιδεολογικής εξουσίας) ο Μπενίνι πέρα από την αντι-ιστορική απελευθέρωση του Άουσβιτς από τους Αμερικανούς («γιατί έτσι παίρνουν τα Όσκαρ» είχε εύστοχα παρατηρήσει τότε ο μεγάλος σκηνοθέτης Μάριο Μονιτσέλι), ηθελημένα ξαναμαγείρεψε την ιστορική αλήθεια για το Σύνταγμα. Ένα Σύνταγμα, που η Μελόνι έχει βαλθεί να τροποποιήσει στα μέτρα της, αρχίζοντας από τον τρόπο εκλογής του προέδρου, αλλά και απαλείφοντας από το αρχικό του άρθρο τη μοναδική στις συνταγματικές ιστορίες εναρκτήρια φράση του: «η Ιταλία είναι ένα έθνος που θεμελιώθηκε στην εργασία». Μία πρωτοτυπία, που οφείλεται στην επίδραση των κομμουνιστών του Παλμίρο Τολιάτι στην κυβέρνηση ενότητας και στη Συντακτική Συνέλευση. Αυτή την κομμουνιστική πινελιά αποβλέπει να διαγράψει πλέον η Μελόνι -καθώς σε όρους καθημερινότητας το θεμέλιο της εργασίας έχει προ καιρού ανασκαφεί και καταργηθεί. Την ώρα που τελείωνε το σόου στο Σαν Ρέμο στους δρόμους της Ιταλίας διαδήλωναν μαθητές και εργάτες  κατά του επαίσχυντου μέτρου της λυκειακής κατάρτισης με απλήρωτη εργασία, το οποίο έχει στοιχίσει τη ζωή δεκάδων μαθητών σε επισφαλείς χώρους εργασίας.

Στο Σαν Ρέμο, ο Μπενίνι ανέδειξε ως «πατέρα» του ιταλικού Συντάγματος μία δευτερεύουσα προσωπικότητα, αφήνοντας έξω τους πρωτεργάτες του Τολιάτι, Πιέτρο Νένι και Α. Ντε Γκάσπερι, κολοσσούς της ιταλικής πολιτικής και στυλοβάτες της για πολλά χρόνια. Χρίζοντας «πατέρα» του ιταλικού Συντάγματος τον πατέρα Ματαρέλα, ο Μπενίνι, όχι μόνον παραμέρισε τούτες τις μεγάλες πολιτικές προσωπικότητες, αλλά συνάμα αγιοποίησε και μία ύποπτη πολιτική μορφή. Ο Μπερνάρντο Ματαρέλα ήταν ένα ηγετικό στέλεχος των Χριστιανοδημοκρατών, που ολόκληρη η δημοκρατική παράταξη για πολύ καιρό κατηγορούσε αναφορικά με τους δεσμούς, που διατηρούσε με τη Μαφία. Μάλιστα ο σημαιοφόρος της πάλης κατά της εγκληματικής οργάνωσης στη Σικελία, ο  κομμουνιστής βουλευτής Πίο Λα Τόρε, που δολοφονήθηκε από μαφιόζους το 1982, είχε επωνύμως κατηγορήσει τον Μπερνάρντο Ματαρέλα σε καταγγελία του στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή κατά της Μαφίας το 1976. Μάλλον τα στοιχεία που κατέθεσε ο Λα Τόρε και οι εμπεριστατωμένες ιστορικές αναφορές ή τα επιβεβαιωμένα δημοσιεύματα εκείνης της εποχής στον Τύπο είναι πολύ πιο συντριπτικά από την δουλοπρεπή κολακεία του Μπενίνι.

O «αδελφός» του Συντάγματος (μιας και κατά τον Μπενίνι ο πατέρας του ήταν ο «πατέρας» του Καταστατικού Χάρτη), είχε εξάλλου κι έναν άλλο αδελφό τον Πιερσάντι Ματαρέλα, κυβερνήτη της Σικελίας, που δολοφονήθηκε από τη Μαφία, αλλά για άλλους πολλούς (και μαφιόζους) επειδή «άλλαξε γραμμή» από την αρχική του συνεργασία με την εγκληματική οργάνωση και την απόφασή του να συνεργασθεί με το ΙΚΚ στην ιταλική μεγαλόνησο. Άλλωστε, ουκ ολίγοι από την ημέρα της εκλογής του Σέρτζο Ματαρέλα, τονίζουν πως ο νυν πρόεδρος πέρα από τις τυπικές αναφορές στις επίσημες εκδηλώσεις για τη Μαφία, ουδέποτε είχε ταχθεί ή είχε βοηθήσει τα θύματά της. Ο δουλικός Μπενίνι όμως δεν πρόκειται ποτέ να αμφισβητήσει την ακεραιότητα του ανδρός που δεν είναι τυχαίο πως χαίρει τέτοιας εκτίμησης από τα κέντρα εξουσίας. Επιπλέον, ο Μπενίνι που στο Σαν Ρέμο υψώθηκε ως υμνητής του Συντάγματος, παρέλειψε να υπενθυμίσει πως λίγα χρόνια πριν σε παρόμοιες εκδηλώσεις τασσόταν υπέρ της τροποποίησής του από τον Ματέο Ρέντσι υπό τη φόρμουλα «δυνατή κυβέρνηση, αδύναμο Σύνταγμα» προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία -μία προσπάθεια που όμως οδήγησε στην πτώση του.

Δεν θα πρέπει επίσης να εκπλήσσει η αυθαίρετη ερμηνεία του κωμικού στο Άρθρο 11 του Συντάγματος -που κάνει αναφορά μάλιστα για την ανάγκη ειρηνικής ουδετερότητας της Ιταλίας-  για να δικαιολογήσει την αποστολή όπλων σε έναν πόλεμο που δεν είναι της Ιταλίας. Και σε αυτό για άλλη μία φορά οι influencer του θεάματος τάσσονται και παίρνουν τον ρόλο του ερμηνευτή των αποφάσεων της εξουσίας και του ιστορικού ρεβιζινισμού της. Λίγο επηρεάζει πως ο Μπενίνι έλαβε 300.000 ευρώ για την «παράστασή» του στο Σαν Ρέμο, όπως καταγγέλλουν οργανώσεις μετά τις σχετικές ανακοινώσεις.

Επάξια ο Μπενίνι αναγνωρίζεται πλέον ως ο επίσημος γελωτοποιός του βασιλιά, ένας κωμικός της εξουσίας και όχι απέναντι στην εξουσία, ένας υπηρέτης της πολιτιστικής ηγεμονίας του καθεστώτος.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

«Η Ευρώπη το σπίτι μας» μένει χωρίς στέγη σε Ισπανία και Πορτογαλία

Τι θα ζυγίσει την ψήφο στις Ευρωεκλογές; Πλημμυρίδα εξώσεων, αύξηση ενοικίων, αντικειμενικών αξιών. Ισπανοί και Πορτογάλοι νιώθουν πως η καθημερινότητα διαψεύδει τις προβλέψεις των Βρυξελλών.

Μπιενάλε: Το Περίπτερο του Ισραήλ κλείνει για τους ομήρους αλλά όχι για τους νεκρούς Παλαιστίνιους

Η γενοκτονία στη Γάζα δεν επιτρέπεται να περνά απαρατήρητη σε ένα παγκόσμιο γεγονός, που υποτίθεται ότι προωθεί τις υψηλές αξίες της ανθρωπότητας.
ΣΥΝΑΦΗ

Εξάρχεια: Μητέρα και δύο παιδιά διασώθηκαν από φλεγόμενο διαμέρισμα

Πέντε κατακτήσεις των γυναικών στην ΕΣΣΔ

Οι πληρωμές από από e-ΕΦΚΑ και ΔΥΠΑ έως τις 2 Μαΐου

ΜέΡΑ25 για έφοδο ΕΛ.ΑΣ σε σπίτι φοιτήτριας: «Η τρομοκρατία δεν θα περάσει»

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα