Καταγγελία για παρακώλυση της δημοσιογραφικής τους δουλειάς και καταστροφή του εξοπλισμού τους στο σεσμόπληκτο Χατάι της Τουρκίας δημοσίευσαν σήμερα τρεις Έλληνες δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ.
Όπως καταγγέλλει σε ανάρτησή του ο Βίκτωρας Αντωνόπουλος, εκείνος και οι συνεργάτες του Κοσμοδρομίου Κωνσταντίνος Ζήλος και Κυριάκος Φίνας παρακωλύθηκαν από τις τουρκικές αρχές και υπέστησαν ζημιά χιλιάδων ευρώ από την καταστροφή του εξοπλισμού τους.
Το περιστατικό έλαβε χώρα στις 16 Φεβρουαρίου, όταν οι Κυριάκος Φίνας, Βίκτωρας Αντωνόπουλος και Κωνσταντίνος Ζήλος, βρέθηκαν στη Ναρλίκα, μία περιοχή λίγο έξω από το Χατάι, όπου είχαν πληροφορηθεί πως διανοίγονται μαζικοί τάφοι. Εκεί, ήρθαν αντιμέτωποι με υπαλλήλους της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας, που συνοδεύονταν από αστυνομικούς και στρατιώτες.
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΠΑΡΑΚΩΛΥΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ
Στις 16 Φεβρουαρίου, ο Kyriakos Finas, ο Konstantinos Zilos κι εγώ, βρισκόμασταν στην Νοτιοανατολική Τουρκία καλύπτοντας ως δημοσιογράφοι και φωτογράφοι τους φονικούς σεισμούς που έπληξαν τη χώρα με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και αμέτρητες ζημιές σε υποδομές και κτίρια.
Ήμασταν και οι 3 freelancers (ελεύθεροι επαγγελματίες) και είχαμε λάβει επίσημη δημοσιογραφική (PRESS) διαπίστευση από το τουρκικό κράτος.
Εκείνη τη μέρα βρεθήκαμε στη Ναρλίκα, μια περιοχή λίγο έξω από το Χατάι, καθώς είχαμε διαβάσει σε αρκετά τούρκικα και διεθνή Μέσα ρεπορτάζ για τη δημιουργία μαζικών τάφων. Είδαμε, επίσης, εικόνες και βίντεο από το σημείο εκείνο.
Ψάχνοντας το μέρος αυτό, βρεθήκαμε σε ένα νεκροταφείο και δύο στρατιώτες μας είπαν ότι ο χώρος με τους μαζικούς τάφους βρίσκεται κοντά και τόνισαν συγκεκριμένα ότι «εκεί επιτρέπεται να φωτογραφίσετε». Μας προέτρεψαν να ακολουθήσουμε ένα άλλο όχημα δημοσιογράφων, καθώς κι εκείνοι πήγαιναν εκεί.
Μόλις φτάσαμε, ο Κυριάκος κι εγώ ενημερωθήκαμε από άτομα που έφεραν διακριτικά μιας ισλαμικής οργάνωσης ότι απαγορεύεται η λήψη εικόνων σε εκείνο το μέρος και ότι δεν μπορούσαμε να μπούμε. Το ίδιο μας είπαν και δύο στρατιώτες. Ο Κωνσταντίνος, ωστόσο, ήταν μπροστά μας και δεν τον αντιλήφθηκαν με αποτέλεσμα να μην γνωρίζει για αυτήν την απαγόρευση και έτσι προχώρησε προς τους μαζικούς τάφους.
Στο μεταξύ, ο Κυριάκος κι εγώ φύγαμε κατευθείαν χωρίς να φωτογραφίσουμε τίποτα και περιμέναμε έξω από το αμάξι να γυρίσει ο Κωνσταντίνος για να φύγουμε. Τότε, τρία άτομα (ένας στρατιώτης, ένας αστυνομικός και ένας από την οργάνωση) ήρθαν προς το μέρος μας και μας διέταξαν να τους δώσουμε τα κινητά μας, όπως και την κάμερα του Κυριάκου, πράγμα που κάναμε. Εγώ είχα αφήσει την κάμερα μου προληπτικά στο αμάξι λίγο πριν και έδωσα μόνο το κινητό μου αφού δεν την αντιλήφθηκαν.
Μας είπαν, ακόμα, να τους ακολουθήσουμε. Μας πήγαν στο χώρο όπου συντονίζουν επιχειρησιακά το μέρος και εκεί βρήκαμε τον Κωνσταντίνο, του οποίου, επίσης, είχαν κατασχέσει την κάμερα και το κινητό του. Εκεί βρίσκονταν και δύο Τούρκοι δημοσιογράφοι, από τους οποίους κατάσχεσαν ένα drone. Μας μετέφρασαν ότι ο άνθρωπος που φαινόταν να είναι ο επικεφαλής, αν και ακόμα δεν ξέρουμε την ιδιότητα του, ανακοίνωσε σε όλους πως ο εξοπλισμός μας κατάσχεται για 3 μήνες.
Βγήκαμε από το μέρος και κάτσαμε απ’ έξω 5 ώρες, καθώς οι Τούρκοι συνάδελφοι μας ήταν σε επικοινωνία με οργανώσεις προσπαθώντας να βρεθεί λύση για όλους μας. Λίγο πριν φύγουν καλέσαμε από ξένο κινητό την πρεσβεία μας και στη συνέχεια αποχωρήσαμε για το ξενοδοχείο προκειμένου να έχουμε σταθερή επικοινωνία με την πρεσβεία μέσω email από τα λάπτοπ μας, αλλά και από το τηλέφωνο του ξενοδοχείου.
Ο Κυριάκος, εν τω μεταξύ, θα γυρνούσε στην Ελλάδα την ίδια μέρα, αλλά μη γνωρίζοντας τι θα γίνει με τα πράγματα του, έχασε την πτήση.
Την επόμενη μέρα προμηθευτήκαμε μια συσκευή και κατευθυνθήκαμε προς το ίδιο μέρος έχοντας ενημερωθεί από την πρεσβεία ότι θα παραλάβουμε τα πράγματα από το ίδιο σημείο που μας τα πήραν. Είχαμε κανονίσει να δούμε τον κύριο Ali Imran Turgut, ο οποίος μας συστήθηκε ως Υπεύθυνος επικοινωνίας στα Άδανα.
Μας υποδέχτηκε «εγκάρδια» και μας πήγε πίσω από ένα φορτηγό όπου υπήρχε ένα τραπέζι γεμάτο φαγητά. «Φάτε φίλοι μου ό,τι θέλετε» είπε μεταξύ άλλων. Κοιτάξαμε λίγο πιο κει και σε μία καρέκλα ήταν όλα μας τα πράγματα διαλυμένα. Τα είχαν καταστρέψει. Επίσης, έλειπαν μπαταρίες και οι SD κάρτες από τις κάμερες των παιδιών, όπως επίσης και οι δύο κάρτες sim (ελληνική και τούρκικη) από το κινητό μου.
Του ζητήσαμε το λόγο, ο ίδιος απάντησε «τους είπα να μην τα σπάσουν. Γιατί τα σπάτε; Απλώς πάρτε τις κάρτες μνήμης, τους είπα». Καλέσαμε την πρεσβεία την ίδια ώρα και μας είπαν αυτολεξεί «είστε και τυχεροί που έκαναν μόνο αυτό».
Η όλη αυτή εμπειρία στοίχισε μερικές χιλιάδες ευρώ στον Κυριάκο και τον Κωνσταντίνο συν τη δουλειά που δεν μπορούσαν να κάνουν τις επόμενες ημέρες. Σε εμένα στοίχισε ένα κινητό, συνεντεύξεις και αρχεία μιας ημέρας, ενώ μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου που θα έφευγα δημιουργήθηκε δυσκολία και στον τρόπο που δούλεψα, αν και είχα ακόμα την κάμερα μου και το κινητό που αγοράσαμε.
Τις υπόλοιπες μέρες που παραμείναμε στην Τουρκία, ενημερώσαμε πολύ λίγα άτομα για το περιστατικό, γνωρίζοντας ότι είναι πολύ πιθανό να συναντήσουμε πρόβλημα ακόμα και στο αεροδρόμιο εάν γίνει αντιληπτό ότι κάνουμε ενέργειες για την αποζημίωση μας. Το θέμα είχε ήδη πάρει έκταση στην Τουρκία, σε σημείο που οι ίδιες οι αρχές (όποιες κι αν είναι αυτές) ενημέρωσαν την ελληνική πρεσβεία στις 19 Φεβρουαρίου, ότι είναι διατεθειμένοι να μας αποζημιώσουν. Ακόμα δεν έχουμε λάβει κάποια πρόταση εκ μέρους τους, φυσικά.
Δεν γνωρίζουμε γιατί και ποιος έδωσε αυτήν την εντολή για να σπάσουν τα πράγματα μας, πιθανώς και να μην μάθουμε ποτέ, ωστόσο μας προξενεί μεγάλη εντύπωση ότι δεν μπήκαν καν στη διαδικασία να ελέγξουν αν έχουμε όντως φωτογραφίσει τίποτα. Έσπασαν τα πράγματα μας προκαταβολικά, αδιαφορώντας για το τί επιπτώσεις μπορεί να έχει αυτό εκ των υστέρων για τους ίδιους και το τί μήνυμα στέλνει για την Ελευθερία του Τύπου στη χώρα.
Το γεγονός ότι είμαστε από την Ελλάδα, πάντως, δεν έπαιξε κανένα ρόλο στην απόφαση τους να μας σπάσουν τα πράγματα. Δεν σχολιάστηκε καν το από πού είμαστε. Εξάλλου, έσπασαν και το drone των Τούρκων συναδέλφων μας.
ΥΓ: Η μεγάλη καθυστέρηση στη δημοσιοποίηση του περιστατικού, ακόμα και μετά την άφιξη μας στην Ελλάδα, έχει να κάνει με το ότι δεν θέλαμε να πάρει μεγάλη διάσταση κατά τη διάρκεια των όποιων ενεργειών έχουμε κάνει μέχρι σήμερα, για την αποζημίωση μας.
Επισημαίνεται ότι η συνολική αξία του κατεστραμμένου εξοπλισμού ανέρχεται σε περίπου 4500 ευρώ.
Στις 21 Φεβρουαρίου, οι τρεις δημοσιογράφοι ενημερώθηκαν από τον υπεύθυνο επικοινωνίας της τουρκικής πρεσβείας στην Αθήνα ότι θα λάβουν δύο νέες κάμερες ως «δώρο» από το πρακτορείο Anadolu, πράγμα που ωστόσο δεν ακόμη συμβεί.
Ο Βεϊσέλ Οκ, δικηγόρος και συνδιευθυντής της τουρκικής Media and Law Studies Association (MLSA), που παρέχει νομική βοήθεια στους τρεις δημοσιογράφους, δήλωσε: «Σε μια εποχή που η αλληλεγγύη και τα μέσα ενημέρωσης είναι τόσο σημαντικά, δεν μπορούν να υπάρχουν νομικά ή ηθικά ερείσματα για την καταστροφή εξοπλισμού δημοσιογράφων. Δεν θα ζητήσουμε μόνο αποζημίωση για τη ζημιά, αλλά θα υποβάλουμε και μήνυση για να εντοπίσουμε και να τιμωρήσουμε τους αξιωματούχους Θρησκευτικών Υποθέσεων που διέπραξαν αυτό το έγκλημα».