Δεν μπορεί κανείς να πει ότι βαριέται στην περιοχή μας. Αντιθέτως, όλες οι εξελίξεις έχουν συγχρονιστεί, ώστε να παράγουν όσο το δυνατόν πιο σύνθετες καταστάσεις και δισεπίλυτες συγκρούσεις – και η Τουρκία δεν θα μπορούσε να είναι η εξαίρεση. Η ασθένεια Ερντογάν (παραμένει άγνωστο από τι ακριβώς υποφέρει) περιπλέκει μιαν ήδη επισφαλής σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις, εκλογική μάχη. Οι φήμες δίνουν και παίρνουν, παρόλα αυτά ο Τούρκος ηγέτης εμφανίστηκε σε διαδικτυακή συνάντηση με τον πρόεδρο της Ρωσίας για τα εγκαίνια του πυρηνικού σταθμού του Ακούγιου.
Με τα εγκαίνια του εν λόγω σταθμού (είτε μας αρέσει, είτε όχι και παρά το γεγονός ότι στην πραγματικότητα το εργοστάσιο θα το λειτουργεί ρωσική εταιρεία σε τουρκικό έδαφος) η Τουρκία εισέρχεται στο κλαμπ των πυρηνικών δυνάμεων σε ό,τι αφορά την χρήση πυρηνικής ενέργειας για πολιτικούς σκοπούς. Σε συνδυασμό με την κατασκευή κόμβου διακίνησης του ρωσικού φυσικού αερίου που έχει προαναγγελθεί και τους ήδη υπάρχοντες αγωγούς διακίνησης για το αζέρικο φυσικό αέριο, αλλά και τις τουρκικές υποθαλάσσιες έρευνες, η Τουρκία αναδεικνύεται επί Ερντογάν σε ανερχόμενη ενεργειακή δύναμη στην περιοχή. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο ίδιος ο Ερντογάν, εμμέσως πλην σαφώς έχει υπονοήσει την απόκτηση πυρηνικών όπλων ως στόχο του.
Η κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου στο Ακούγιου δεν συνεπάγεται ευθύγραμμα μεγαλύτερες πιθανότητες απόκτησης πυρηνικού οπλοστασίου, ωστόσο δίνει υπό όρους ένα ορισμένο πλεονέκτημα στην Τουρκία και προς την κατεύθυνση της απόκτησης πυρηνικού οπλοστασίου. Σε κάθε περίπτωση, παραμονές των εκλογών, η Τουρκία του Ερντογάν προβάλλεται ως μια χώρα, στρατηγικώς αναβαθμισμένη ως προς τους γείτονές της. Το γεγονός δε ότι τα δικά μας μέσα ενημέρωσης αποφεύγουν να αναλύσουν τη σημασία του Ακούγιου προδίδει το βαθύ αίσθημα στρατηγικής μειονεξίας και ανημπόριας του ελληνικού κατεστημένου έναντι της Τουρκίας.
Επιπλέον, σε αντίθεση με την περίοδο μετά τους φονικούς σεισμούς, ο Κιλιντσάρογλου κάθε άλλο παρά μια εύκολη νίκη φαίνεται να πετυχαίνει. Σε κάποιες δημοσκοπήσεις δείχνει να προηγείται οριακώς, ενώ σε άλλες οι δύο κύριοι διεκδικητές εμφανίζονται ισόπαλοι ή ο Ερντογάν έχει «πάρει κεφάλι». Ο δεύτερος γύρος, εφόσον, όπως όλα δείχνουν, απαιτηθεί, μας επιφυλάσσει δύο εβδομάδες όξυνσης και σύγκρουσης μέχρι τέλους. Ακόμα περισσότερο ως προς την πιθανότητα όξυνσης, σε όλες τις δημοσκοπήσεις το AKP του Ταγίπ Ερντογάν εμφανίζεται πρώτο έναντι των υπολοίπων κομμάτων. Ο Κιλιντσάρογλου μπορεί να εκλεγεί (αν θα τα καταφέρει) έχοντας μια εχθρική Εθνοσυνέλευση. Ο δε δικός του συνασπισμός είναι καταφανώς ετερόκλητος. Εάν επικρατήσει του Ερντογάν, δεν θα υπάρχει σχεδόν τίποτα που να τον συνέχει, ενώ και το σύστημα των δύο αντιπροέδρων υπό τον Κιλιντσάρογλου κάθε άλλο παρά υπόσχεται μετεκλογική σταθερότητα και αποτελεσματικότητα.
Την ίδια στιγμή, η ηγεμονική επιρροή του Ερντογάν φαίνεται στο πώς επηρεάζει και την αντιπολίτευση. Ο φιλοδυτικός Κιλιντσάρογλου προσπαθεί να πείσει ότι δεν θα αναιρέσει βασικές πτυχές της εξωτερικής πολιτικής Ερντογάν, με κυριότερο το άνοιγμα προς τη Ρωσία και προς άλλες δυνάμεις εξ Ανατολών. Ακόμα και η κριτική του προς τις στρατιωτικές εμπλοκές ή και περιπέτειες του Ερντογάν σε μια σειρά αφρικανικών κρατών, όπως και στη Συρία δεν δείχνει να συνεπάγεται συνολική αναίρεση της πολιτικής του τελευταίου, με εναλλακτικό σχέδιο. Οι πιθανότητες είναι ότι αν εκλεγεί, ο κεμαλιστής Κιλιντσάρογλου θα πλησιάσει τις ΗΠΑ και ότι θα ζητήσει μια σειρά ανταλλαγμάτων, πιθανότατα και στο Αιγαίο. Η δε ελληνική κυβέρνηση (εάν θα είναι κάποια εξ αυτών που προμηνύονται) θα σπεύσει ασμένως να κάνει εύκολη τη ζωή και των ΗΠΑ και της Τουρκίας.
Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ πιθανό, μετά τις 14 Μαΐου να έχουμε μια στρατηγικώς ενισχυόμενη Τουρκία, πλην όμως σε μικρότερη ή μεγαλύτερη αστάθεια, είτε εκλεγεί ο Κιλιντσάρογλου, είτε επανεκλεγεί ο ασθενής Ερντογάν. Καλό είναι να κοιτάμε και πέραν των συνόρων μας και μάλιστα όχι μέσα από τα συμφέροντα που εκπροσωπεί ο κ. Μενέντεζ για παράδειγμα.