Συγκλονισμένοι παρακολουθούμε τις εξελίξεις από τις πρωτοφανείς πλημμύρες στο Θεσσαλικό κάμπο. Όσοι και όσες μπορούμε βοηθάμε με όποιον τρόπο μπορούμε. Με το να πάμε είδη πρώτης ανάγκης στα σημεία συγκεντρώσεως των τόπων που μένουμε, άλλοι ακόμα πιο ενεργά με το να συμμετέχουν στις επιχειρήσεις διάσωσης με βάρκες, με βοήθεια στο να στηθούν αναχώματα, με βοήθεια στο να καθαριστούν σπίτια και δρόμοι, με το να δώσουν ένα χώρο να κοιμηθούν οι άστεγοι. Άλλοι, λίγοι, το έριξαν στην αισχροκέρδεια.
Πολιτικά, τα πρώτα δείγματα μιας αντιπαράθεσης έχουν φανεί. Άρον άρον έφυγε ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, προσκείμενος στη ΝΔ, Κώστας Αγοραστός που προσπάθησε να επισκεφθεί το κατεστραμμένο χωριό Παλαμά στην Καρδίτσα. Άγρια αποδοκιμάστηκε ο βουλευτής Τρικάλων του ίδιου κόμματος, Βασίλης Λιούτας, στα Μεγάλα Καλύβια του νομού του από κατοίκους. Ένταση μεταξύ πλημμυροπαθών και αστυνομίας σημειώθηκε στο Βόλο όταν εκεί ήταν ο πρωθυπουργός σε σύσκεψη για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Η αντιπολίτευση βάλλει με πυρά ομαδόν ενάντια στην κυβέρνηση. Το τι συνέπειες θα έχει πολιτικά η καταστροφή θα φαίνεται ολοένα όσο θα περνάν οι μέρες και οι εβδομάδες.
Τα ερωτήματα είναι πολλά. Ποιες είναι οι άμεσες συνέπειες της πρωτοφανούς καταστροφής για τους ανθρώπους και τη φύση στη Θεσσαλία; Τι επιπτώσεις θα υπάρξουν στην οικονομική και κοινωνική ζωή όλης της επικράτειας από την καταστροφή του μεγαλύτερου κέντρου πρωτογενούς – κυρίως – παραγωγής της χώρας; Η Θεσσαλία εξάλλου δεν είναι μόνο αγροτική περιοχή αλλά και βιομηχανικό και βιοτεχνικό κέντρο.
Έχουν ειπωθεί πολλά και οι σκέψεις τρέχουν. Όχι μόνο στο τι γίνεται με τους ανθρώπους, με τα σπίτια τους, με τις δουλειές τους, με τα υλικά τους μέσα. Αυτό είναι το πρωταρχικό τώρα. Όμως η σκέψη πάει και αλλού. Κάποιος αναρωτιέται: «Τι θα είχε συμβεί αν είχε εκτραπεί ο Αχελώος;» Πάει δηλαδή στα έργα που θα μπορούσαν να γίνουν ώστε να επιτείνουν την καταστροφή, σε αυτά που έγιναν και την μεγάλωσαν, στον ανθρώπινο δηλαδή παράγοντα. Πάει όμως και σε αυτά που έγιναν και δεν τη σταμάτησαν καθώς και σε αυτά που δεν έγιναν για να τη σταματήσουν.
Με στοιχειώνουν οι εικόνες από τη γέφυρα του Ξηριά και από τη διευθέτηση αυτής της υδάτινης οδού στη Μαγνησία. Η γέφυρα έπεσε και ξαναχτίστηκε το 2020. Συγκρίνοντας κανείς τις εικόνες από τα εγκαίνια τότε με το αποτέλεσμα της κίνησης του νερού σήμερα διαπιστώνει πως η περιφέρεια Θεσσαλίας, ο Δήμος Βόλου και όσοι συνέταξαν την μελέτη και εκτέλεσαν το έργο δεν πέτυχαν αυτό που έπρεπε. Στένεψαν την κοίτη και δεν σήκωσαν αναχώματα στις όχθες. Η γέφυρα έπεσε κι ο Ξηριάς πλημμύρισε. Γεμάτη η Ελλάδα Ξηριάδες, γεμάτη η Θεσσαλία με στενεμένες κοίτες ποταμών, χείμαρρων και ρεμάτων.
Είδα το κτίριο που έπεσε στην κοίτη, στο Μουζάκι της Καρδίτσας. Ήταν δίπλα στην κοίτη. Δε χρειάζεται να είσαι μηχανικός για να ξέρεις πως ένα κτίριο στην κοίτη ενός ποταμού, ενός χειμάρρου, ενός ρέματος θα πέσει μια μέρα. Κι όμως, η άδεια δόθηκε. Ποιος ξέρει ποια θα είναι η οικονομική συνέπεια για τους ιδιοκτήτες, οι οποίοι μπορεί να έριξαν στο κτίριο αυτό κόπους μιας ζωής, κόπους γενεών;
Όπως στη Γερμανία
Αν υπάρχει κάτι που ξεπερνά το νου είναι το γεγονός πως η καταστροφή στη Θεσσαλία ήταν προδιαγεγραμμένη και είχε προβλεφθεί. Στους κρατούντες, στο κεντρικό κράτος και στις περιφερειακές αρχές, ήταν γνωστό τι θα συνέβαινε σε μια πολύ έντονη βροχόπτωση και ποιες περιοχές θα πλημμύριζαν. Λέγεται πως η βροχόπτωση αυτού του βαρομετρικού χαμηλού ήταν από τις πιο μεγάλες ιστορικά στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο μας και στην Ευρώπη. Κι εδώ έρχεται η επανάληψη της ιστορίας αυτού που συνέβη στη Γερμανία και στο Βέλγιο προ διετίας.
Τον Ιούλιο του 2021 οι μετεωρολόγοι είχαν δώσει κάποιες μέρες πριν την εκδήλωση του φαινομένου που έφερε το όνομα «Bernd» έντονη προειδοποίηση για τις πλημμύρες που θα συμβούν. Οι πλημμύρες, όσον αφορά τη Γερμανία, χτύπησαν κυρίως το δυτικό τμήμα της χώρας, το κρατίδιο της Ρηνανίας-Παλατινάτου και πιο πολύ την κοιλάδα του ποταμού Άαρ. Οι πολιτικές αρχές, προσκείμενες στο χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, αγνόησαν επί της ουσίας τις προειδοποιήσεις και δεν διέταξαν την άμεση εκκένωση των περιοχών. Το αποτέλεσμα ήταν να πνιγούν 134 άνθρωποι, σε όλη τη Γερμανία 188, να τραυματιστούν πάνω από 750, οικισμοί να αφανιστούν, υποδομές να καταστραφούν. Ακόμα και σήμερα χιλιάδες πληγέντες δεν έχουν βοηθηθεί ώστε να ξαναφτιάξουν τις ρημαγμένες ζωές τους. Στο Βέλγιο οι νεκροί έφτασαν τους 41. Οι ζημιές ανήλθαν στα 33 δισεκατομμύρια ευρώ για τη Γερμανία και στα 46 δισεκατομμύρια συνολικά για τη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη.
Η τοπική αρχή, ο έπαρχος κατά κάποιον τρόπο, αγνόησε τις προειδοποιήσεις. Λέγεται πως υποτίμησε τον κίνδυνο και αναλογίστηκε πως θα είχε πολιτικό κόστος αν ξεκινούσε έγκαιρα και στο μέγεθος που έπρεπε τις εκκενώσεις οικισμών. Θα του κόστιζε πολιτικά στην επανεκλογή του. Τελικά κόστισε τη ζωή 134 ανθρώπων και την τεράστια καταστροφή όλης της περιοχής του. Είναι υπόδικος για φόνους και σωματικές βλάβες εξ’ αμελείας. Έχει υποχωρήσει από την πολιτική, το σπίτι του καταστράφηκε τότε επίσης.
Ανεπίδεκτοι μαθήσεως
Το 2021 τον Οκτώβρη η κρατιδιακή κυβέρνηση έθεσε σε ισχύ το πρόγραμμα ανοικοδόμησης. Πέρα από τις καθυστερήσεις στις ενισχύσεις των πληγέντων, το πρόγραμμα έχει γίνει στόχος κριτικής καθώς αφενός επιτρέπει το ξαναχτίσιμο κτιρίων στα σημεία που είναι επικίνδυνα για νέες πλημμύρες, σε όχθες για παράδειγμα. Ταυτόχρονα, περιβαλλοντικές οργανώσεις καταγγέλλουν πως, ενώ ο ποταμός έδειξε τις οδούς διοχέτευσης του πλεονάζοντος νερού (βραχίονες) του πέρα από την βασική του κοίτη, αυτοί καλύπτονται πάλι με υλικά από τους ανθρώπους περιορίζοντας τις διόδους αποκλειστικά και μόνο στην κοίτη.
Τέλος, η τοπική αμπελουργία και ο κλάδος του οινικού τουρισμού έχει προχωρήσει σε έργα που επίσης τσιμεντάρουν κι εμποδίζουν τη φυσική διάχυση σε περίπτωση υψηλών βροχοπτώσεων, με το επιχείρημα πως αυτές οι παρεμβάσεις είναι απαραίτητες για τη λειτουργία των επιχειρήσεων. Μέχρι, μάλλον, το νέο βαρομετρικό χαμηλό που θα τις εξαφανίσει και πάλι…
Όπως στην Ελλάδα, δεν ακούν τους επιστήμονες
Η συσχέτιση με την Ελλάδα είναι σαφής: από μέρες οι μετεωρολόγοι είχαν προβλέψει και προειδοποιήσει για αυτό που έρχεται. Οι αρχές τους αγνόησαν. Δεν προέβησαν έγκαιρα σε εκκενώσεις, δεν προχώρησαν έγκαιρα σε δράσεις αντιμετώπισης τους κακού. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που έχουμε αρχίσει να βλέπουμε. Δεν έδρασαν όμως ούτε προληπτικά: η κακοκαιρία του Ιανού το 2020 έδειξε ακριβώς τι έρχεται.
Τρία χρόνια πέρασαν από τότε και τα έργα σχετικά με την αντιπλημμυρική θωράκιση της χώρας ήταν επιδερμικά, αν δεν ήταν συχνά και τέτοια που τελικά να εντείνουν τις καταστροφές. Δεν είδαμε χίλια κανάλια νερού στον κάμπο, δεν είδαμε πολλές νέες λεκάνες αποταμίευσης νερού, δεν είδαμε να σπάνε τα μπετά στις κοίτες και να τις διευρύνουν, δεν είδαμε ψηλά χωμάτινα φυτεμένα αναχώματα. Όπως δεν είδαμε να εκτελούνται την ώρα της καταστροφής σχέδια εκκένωσης των οικισμών με βάρκες, δεν είδαμε σημεία συγκεντρώσεως του πληθυσμού σε υψηλά σημεία, δεν είδαμε αποθήκες νερού, φαρμάκων και τροφίμων, δεν είδαμε ομάδες άμεσης δράσης. Δε συζητούμε για την εικόνα στρατού και σωμάτων ασφαλείας.
Η φύση είναι πολύ μεγάλη κι εμείς πολύ μικροί. Η κοίτη του Ξηριά το δείχνει αυτό. Όσοι ανέλαβαν και εκτέλεσαν αντιπλημμυρικά έργα δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους, όσοι τα παρέλαβαν δεν διαχειρίστηκαν σωστά τα λεφτά μας. Όπως και στη Γερμανία. Δεν γίνεται άλλο έτσι. Γιατί το νερό από τις βροχές θα αυξάνεται χρόνο με το χρόνο.