Η είδηση της έναρξης εχθροπραξιών μεταξύ παλαιστινιακών ενόπλων δυνάμεων και του στρατού του Ισραήλ το πρωί του προηγούμενου Σαββάτου καθώς και οι ποιοτικές διαφορές που παρουσιάζει αυτή η πολεμική σύγκρουση σε σχέση με προηγούμενες έχει φέρει αναταραχή μέσα στην καρδιά της Ευρώπης. Στη Γερμανία το ζήτημα δημιουργεί πολλαπλά προβλήματα που έχουν να κάνουν, πέρα από την εξωτερική και την εσωτερική πολιτική κυβέρνησης και αντιπολίτευση, με την κοινωνία, την οποία το θέμα απασχολεί με έντονο τρόπο.
Η γερμανική κοινωνία απέναντι στο Παλαιστινιακό
Όσον αφορά σε μεγάλο τμήμα της κοινωνίας και συγκεκριμένα στο μη μουσουλμανικό κομμάτι το ερώτημα είναι αυτό του δικαίου: έχουν δίκιο οι Παλαιστίνιοι να μάχονται ενάντια στην κατοχή και το καθεστώς του Απαρτχάιντ ή όχι; Οι γνώμες, όπως είναι φυσικό διίστανται. Σημαντικό κομμάτι της κοινής γνώμης αναγνωρίζει το δικαίωμα των Παλαιστινίων στο να έχουν το δικό τους κράτος, κάτι που απορρέει εξάλλου από το διεθνές δίκαιο, ενώ οι ρατσιστικές πολιτικές και η συνεχής καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από πλευράς του Ισραήλ δημιουργεί και μια ηθική ανάγκη να υποστηριχθεί ο αγώνας του έθνους αυτού προς την απελευθέρωση.
Είναι προφανές, από την άλλη, πως ο λόγος γίνεται και με το σκεπτικό της φρίκης που προξενεί η κατοχή και η βία και αυτή η βία δεν επικροτείται γενικά όταν προέρχεται από την παλαιστινιακή πλευρά. Οι υποστηρικτές των Παλαιστινίων δεν χειροκροτούν, κατά κανόνα, τα όπλα και τις απώλειες ζωών, τους τραυματισμούς ανθρώπων και τις ομηρίες. Την ευθύνη όμως, τελικά την επιρρίπτουν στη συνέχιση της καταπάτησης του διεθνούς δικαίου από πλευράς Ισραήλ. Αυτές οι απόψεις είναι έντονα πολιτικά τοποθετημένες στα αριστερά του πολιτικού φάσματος αλλά και στα πλαίσια του ειρηνιστικού κινήματος καθώς και σε χριστιανικούς, ευαγγελικούς ως επί το πλείστον, κύκλους.
Στη μέση βρίσκονται οι άνθρωποι που θέλουν αποφυγή της βίας με κάθε μέσο. Δεν τοποθετούνται στο πλευρό της μίας ή της άλλης πλευράς και εκφράζουν τον αποτροπιασμό τους για κάθε πράξη βίας, χωρίς να υπεισέρχονται στο τι προκαλεί αυτή τη βία.
Από την άλλη πλευρά βρίσκονται οι υποστηρικτές του Ισραήλ. Αυτή η πλευρά διαχέεται σε όλο το πολιτικό φάσμα εντός της κοινωνίας. Η σχέση της Γερμανίας με το Ισραήλ είναι ιστορικά πολύ στενή, πρώτα απ’ όλα λόγω ιστορίας. Όπως λέγεται επίσημα, η ύπαρξη και στήριξη του κράτους του Ισραήλ είναι «βασική κρατική υπόθεση» (Staatsräson) της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Ο λόγος για αυτό είναι η προφανής ιστορική ευθύνη που φέρει η Γερμανία για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ευρώπης επί ναζισμού. Αυτή η ιστορική ευθύνη διαχέεται στη κοινωνία, υπενθυμίζεται σε όλα τα επίπεδα, στα σχολεία, στα ΜΜΕ, στο δημόσιο διάλογο. Η Γερμανία, πέρα από αυτό, και ήδη από τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, όσον αφορά την Δυτική Γερμανία του τότε, είναι ίσως ο δεύτερος πιο στενός σύμμαχος του Ισραήλ μετά τις ΗΠΑ, σε όλα τα επίπεδα. Εδώ πρέπει να συμπεριλάβει κανείς και την ειδική σχέση που έχει η ίδια η Γερμανία με τις ΗΠΑ, οι οποίες λειτουργούν ως ηγεμονική δύναμη πάνω από το Βερολίνο.
Ένταση στη κοινωνία
Η πλευρά αυτή δικαιολογεί και στηρίζει κατά βάση τις πολιτικές του Ισραήλ και η λογική της αναπτύσσεται σε ένα ευρύ πεδίο που ξεκινά από την ανάγκη να προστατευθεί το εβραϊκό κράτος πάση θυσία από οποιονδήποτε και φτάνει μέχρι την ανάδειξη του ότι το Ισραήλ είναι φορέας του δυτικού πολιτισμού και αξιών και δέχεται επίθεση από το Ισλάμ, το οποίο αποτελεί φορέα βαρβαρότητας. Από την ευθύνη λοιπόν των Γερμανών να υπάρχει Ισραήλ φτάνουμε μέχρι την ανοιχτή ισλαμοφοβία, όλων των αποχρώσεων.
Ήδη στις αρχές τις εβδομάδας ήταν σαφές πως το πέρασμα του πολέμου σε νέα φάση θα έχει αντίκτυπο στη γερμανική κοινωνία. Είναι ενδεικτικό πως οι εβραϊκές οργανώσεις της χώρας συνιστούν στους Εβραίους να μην κυκλοφορούν με εμφανή χαρακτηριστικά της θρησκευτικής τους πίστης στο δημόσιο χώρο, προειδοποιώντας πως μπορούν να γίνουν θύματα επιθέσεων από αντισημιτικά στοιχεία.
Ενδεικτικό είναι, από την άλλη, το περιστατικό σε σχολείο του Βερολίνου, στην περιοχή του Νόικελν, περιοχή με έντονο το μουσουλμανικό στοιχείο. Εκεί λοιπόν σε ένα σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εμφανίστηκε ένας 14χρονος μαθητής με μια παλαιστινιακή σημαία στους ώμους. Ένας εκπαιδευτικός, 61 ετών, προσπάθησε να του την αποσπάσει με αποτέλεσμα να παρέμβει 15χρονος συμμαθητής και -όπως ισχυρίζεται ο εκπαιδευτικός- να χτυπήσει τον καθηγητή στο κεφάλι. Αυτός ανταπέδωσε με ένα χαστούκι και ο 15χρονος τον κλώτσησε. Ενώ δε δόθηκε συνέχεια, στο σχολείο ήρθε η αστυνομία, κατατέθηκαν εκατέρωθεν μηνύσεις, ενώ η διεύθυνση του σχολείου απέβαλε τον 15χρονο για όλη την εβδομάδα, αρχικά και τον καθηγητή ο οποίος αναμένει να ακούσει τις τυχόν κυρώσεις.
Απαγόρευση διαδηλώσεων
Το περιστατικό έφερε αναστάτωση στους γονείς, οι οποίοι καταδίκασαν μεν τη βία που ασκήθηκε, επεσήμαναν όμως πως ο καθηγητής λειτούργησε με ρατσιστικό κίνητρο, ενώ με βάση τις μαρτυρίες των παιδιών και με βάση το οπτικοακουστικό υλικό που είναι διαθέσιμο, ο καθηγητής χτύπησε πρώτος. Οι γονείς θέλησαν προχτές Τετάρτη να κάνουν συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το σχολείο με σύνθημα «Όχι στη βία, όχι στο ρατσισμό» αλλά η αστυνομία την απαγόρευσε.
Αυτό το περιστατικό δείχνει με ανάγλυφο τρόπο την ένταση που υπάρχει μέσα στα αστικά κέντρα της Γερμανίας: οι μουσουλμάνοι στη χώρα φτάνουν τα 5,5 εκατομμύρια και αποτελούν περίπου το 6,5% του πληθυσμού. Είναι σαφές πως η αλληλεγγύη τους προς τον αγώνα των Παλαιστινίων αλλά και η οργή για τις επαναλαμβανόμενες προσβολές του Ισραήλ προς το θρησκευτικό αίσθημα διαπερνούν με έντονο τρόπο και αυτήν την ετερόκλητη θρησκευτική ομάδα μέσα στη γερμανική κοινωνία. (Λέμε «ετερόκλητη» καθώς η σύνθεση αφορά τόσο ανθρώπους τουρκικής, όσο και αραβικής αλλά και βαλκανικής καταγωγής, κατά κύριο λόγο.)
Η απαγόρευση της συγκέντρωσης των γονέων ήρθε σαν προοίμιο της απαγόρευσης συγκεντρώσεων αλληλεγγύης προς την Παλαιστίνη συνολικά. Έτσι, η γερμανική κυβέρνηση και τα κρατίδια, μέσω της αστυνομίας, έχουν αναστείλει επί της ουσίας το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, αν αυτό θέλουν να το ασκήσουν αλληλέγγυοι προς τους μαχητές και προς τους Παλαιστινίους γενικά. Αυτή η απαγόρευση δεν αφορά μόνο μουσουλμάνους αλλά και αλληλέγγυους κάθε εθνικότητας και κυρίως αριστερούς. Προφανώς αυτή η απαγόρευση που έχει τεθεί σε ισχύ τόσο στο Βερολίνο, όπου είχαμε και προσαγωγές, όσο και στο Μόναχο γεννά ένα νέο πρόβλημα: πως νομιμοποιείται το κράτος να αναστέλλει ένα θεμελιώδες πολιτικό δικαίωμα;