ΑΘΗΝΑ
01:22
|
04.05.2024
Η επικράτηση Τουσκ χαιρετίστηκε με ανακούφιση στη Δύση, καθώς μάλλον σηματοδοτεί μία ανακοπή του ρεύματος του κυριαρχισμού, που είχε επικρατήσει στην Ανατολική Ευρώπη.
Ντόναλντ Τουσκ
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Στην Πολωνία οι πρόσφατες εκλογές της 15ης Οκτωβρίου για το διθάλαμο νομοθετικό σώμα της χώρας, που περιλαμβάνει Κάτω Βουλή (Sejm) και Γερουσία, ανέδειξαν στην πρώτη θέση τον δεξιό συνασπισμό Ενωμένη Δεξιά (Zjednoczona Prawica) με κύριο συντελεστή το ήδη κυβερνών κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη (PiSPrawo i Sprawiedliwość) του Γιαρόσουαφ Κατσίνσκι, με 35,38 % και 194 από τις 460 έδρες στην Κάτω Βουλή και δεύτερο τον κεντροδεξιό Συνασπισμό των Πολιτών (ΚΟKoalicja Obywatelska) με κύριο συντελεστή την Πλατφόρμα των Πολιτών (PO: Platforma Obywatelska) του Ντόναλντ Τουσκ με 30,7% και 157 έδρες. Ακολούθησαν το κεντρώο κόμμα με αγροτική συνιστώσα Τρίτος Δρόμος (Trzecia Droga) με 14,4% και 65 έδρες, o συνασπισμός της Αριστεράς (Lewica) με 8,61 % και 26 έδρες και η ακροδεξιά Συνομοσπονδία Ελευθερία και Ανεξαρτησία (Konfederacja Wolność i Niepodległość) με 7,16% και 18 έδρες.

Παρά το γεγονός ότι η Ενωμένη Δεξιά ήρθε πρώτη, η πιθανότερη πλέον εξέλιξη είναι ένας κυβερνητικός συνασπισμός μεταξύ κεντροδεξιών, κεντρώων και αριστερών αντιπολιτευόμενων κομμάτων με κορμό τον Συνασπισμό των Πολιτών, ο οποίος θα ανατρέψει το κυβερνών δεξιό κόμμα, που δεν έχει τη δυνατότητα να σχηματίσει κυβερνητικό συνασπισμό. Η ως τώρα αντιπολίτευση, αντιθέτως, έχει τη δυνατότητα να σχηματίσει έναν συνασπισμό που θα εξασφάλισε 248 από τις 460 έδρες, εφόσον συμμαχήσουν η Πλατφόρμα των Πολιτών, ο Τρίτος Δρόμος και η Αριστερά. Ένας δεξιός συνασπισμός, αντιθέτως ,δεν θα μπορούσε να συγκεντρώσει πάνω από 212 έδρες, οι οποίες δεν επαρκούν για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Η αντιπολίτευση ενίσχυσε την παρουσία της και στη Γερουσία με συνολικά 66 έδρες έναντι 34 για το μέχρι πρότινος κυβερνών κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη. Ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα, προερχόμενος από τη Δεξιά, θα πρέπει τώρα να προχωρήσει στον ορισμό πρωθυπουργού, μία διαδικασία, όμως, η οποία μπορεί να χρονίσει και να έχει απρόβλεπτες περιπλοκές.

Ένα φορτισμένο πλην άκυρο δημοψήφισμα

Διεξήχθη παράλληλα δημοψήφισμα με τέσσερα ερωτήματα σχετικά με την αποδοχή μεταναστών, το τείχος στα σύνορα με τη Λευκορωσία, την ηλικία συνταξιοδότησης και την πορεία των ιδιωτικοποιήσεων. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης ζήτησαν μποϊκοτάζ εναντίον του δημοψηφίσματος, ώστε να μην προσέλθει το 50% των ψηφοφόρων, που είναι απαραίτητο, προκειμένου να είναι έγκυρο και το πέτυχαν, καθώς μόνο 40% ψήφισε με αποτέλεσμα το δημοψήφισμα να μην είναι δεσμευτικό. Ο τρόπος με τον οποίο είχαν διατυπωθεί οι ερωτήσεις θεωρήθηκε ως υπερβολικά φορτισμένος και κατευθυνόμενος εναντίον των πολιτικών του προέδρου της αντιπολίτευσης Ντόναλντ Τουσκ, καθώς και ότι εργαλειοποιούσαν το μίσος κατά των μεταναστών, προκειμένου να παραμείνει η δεξιά στην εξουσία.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ήταν ένα συντριπτικό «Όχι» σε όλα τα ερωτήματα: 1) Υποστηρίζετε την ιδιωτικοποίηση κρατικών περιουσιακών στοιχείων από ξένες οντότητες με αποτέλεσμα την απώλεια από τους Πολωνούς στρατηγικών τομέων της οικονομίας τους; (Όχι: 97,5%). 2) Υποστηρίζετε την αύξηση στην ηλικία της συνταξιοδότησης, συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης της αυξημένης ηλικίας συνταξιοδότησης των 67 ετών σε άνδρες και γυναίκες; (Όχι: 96%). 3) Υποστηρίζετε την άρση των φραγμών στα σύνορα μεταξύ Πολωνίας και Λευκορωσίας; (Όχι: 97,8%) 4) Υποστηρίζετε την αποδοχή χιλιάδων παράτυπων μεταναστών από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική σε συμφωνία με τον υποχρεωτικό μηχανισμό μετεγκατάστασης της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας; (Όχι: 98,6%). Τα συντριπτικά αυτά αποτελέσματα δεν αντικατοπτρίζουν οπωσδήποτε το σύνολο της πολωνικής κοινωνίας, καθώς υπήρξε οργανωμένο μποϊκοτάζ της αντιπολίτευσης. Είναι όμως ενδεικτικά της έντονης πόλωσης που υπάρχει ιδίως γύρω από τα θέματα των ιδιωτικοποιήσεων, της συνταξιοδότησης, των συνόρων προς Ανατολάς, και του μεταναστευτικού και είναι επίσης χαρακτηριστική η πεποίθηση της Δεξιάς ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτά τα θέματα, για να παραμείνει στην εξουσία.

Η δυτική «ανακούφιση»

Η επικράτηση του Ντόναλντ Τουσκ που ηγείται της Κεντροδεξιάς Πλατφόρμας των Πολιτών χαιρετίστηκε με ανακούφιση από φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις στη Δύση, καθώς μάλλον σηματοδοτεί μία ανακοπή του ρεύματος του κυριαρχισμού, το οποίο είχε επικρατήσει στην Ανατολική Ευρώπη με τελευταία περίπτωση αυτή του Ρόμπερτ Φίκο στη Σλοβακία και με ανάλογα παραδείγματα σε Ουγγαρία, Σερβία, κατά μία έννοια στην Αυστρία, αλλά και στην ίδια την Πολωνία προεκλογικώς. Ο Τουσκ, ο οποίος έχει διατελέσει για πέντε χρόνια πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και είναι υπό αυτήν του την ιδιότητα γνωστός σε όλους τους Έλληνες κυρίως για τον ρόλο του το 2015, αναμένεται να ακολουθήσει τη μονοτροπία των Βρυξελλών τόσο στην οικονομία όσο και στην εξωτερική πολιτική, εφόσον μπορέσει, εργαλειοποιώντας την ανάγκη του αντιδεξιού μετώπου να απορροφήσει τα κεντρώα, αριστερά και αγροτικά κόμματα που έχουν συγκεντρώσει το 54% των ψήφων. Η επιμονή στα εθνικά συμφέροντα και στην κυριαρχία επί της επικράτειας, η οποία αποδίδεται με τον όρο «κυριαρχισμός», δίνει, λοιπόν, τη θέση της σε μία ευθυγράμμιση με τη συλλογική Δύση, όπως αυτή εκφράζεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.

Η «ανακούφιση» που παρατηρήθηκε στις φιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις οφείλεται στα υψηλά ποσοστά που λάμβανε το δεξιό PiS στις δημοσκοπήσεις, καθώς το κυβερνών κόμμα είχε επωφεληθεί από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της Πολωνίας. Η ανάπτυξη, ωστόσο, επιβραδύνθηκε λόγω της ανόδου του πληθωρισμού, το οποίο ίσως εξηγεί από οικονομικής πλευρά την τελική μείωση των ποσοστών του κόμματος που ήλθε μεν πρώτο, αλλά χωρίς δυνατότητα να κυβερνήσει. Η πολιτική του PiS εναντίον των αμβλώσεων θεωρείται επίσης ως ένα από τα στοιχεία που αποξένωσαν συγκεκριμένες ομάδες ψηφοφόρων του, ενώ τα σκάνδαλα διαφθοράς έπληξαν την προβαλλόμενη εικόνα ενός ηθικού κόμματος. Σημειωτέον, εξάλλου, ότι αν σχημάτιζε κυβέρνηση το PiS θα μιλούσαμε για μία πρωτοφανή τρίτη συνεχόμενη θητεία από ένα κόμμα που κυβερνά από το 2015, οπότε η μείωση που υπέστη εξηγείται με όρους κυβερνητικής φθοράς, ενώ φαίνεται να έχει παγιωθεί στην Πολωνία μία εναλλαγή μεταξύ (ακρο)δεξιάς και ακραίου κέντρου που χαρακτηρίζει πλέον τη δυτική κανονικότητα.

Αξίζουν να σημειωθούν εδώ δύο ιδιαιτερότητες της πολωνικής περίπτωσης. Αφενός το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις που διαψεύστηκαν ευνοούσαν τις ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις, ενώ συνήθως οι δημοσκοπήσεις που διαψεύδονται ευνοούν τις φιλοευρωπαϊκές. Αφετέρου, ο κεντροδεξιός υποψήφιος Ντόναλντ Τουσκ ήταν αυτός που κατεξοχήν είχε τα συμβατικώς θεωρούμενα ως «λαϊκιστικά» χαρακτηριστικά, όπως επιτυχή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και καλή αδιαμεσολάβητη επικοινωνία με τους ψηφοφόρους, βασισμένη στο επικοινωνιακό χάρισμα. Πρόκειται βέβαια για ένα γενικότερο φαινόμενο να εγκολπώνουν, έστω με καθυστέρηση, οι κεντρώες πολιτικές δυνάμεις έναν τρόπο επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους που έως τώρα ψέγουν ως «λαϊκιστικό» και «αδιαμεσολάβητο».

Περιορισμός του «κυριαρχισμού»

Ως προς την εξωτερική πολιτική της Πολωνίας, μια ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Ντόναλντ Τουσκ δεν θα σηματοδοτούσε κάποια δραματική αλλαγή ως προς τη στάση της χώρας στο Ουκρανικό, δεδομένου του παραδοσιακού αντιρωσισμού της χώρας, αλλά οπωσδήποτε αποτελεί μια ανακούφιση για τους βορειοατλαντικούς θεσμούς, καθώς ο δεξιός απερχόμενος πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι είχε αναγγείλει αναστολή της αποστολής όπλων στην Ουκρανία στο πλαίσιο εμπορικών διαφωνιών και προκειμένου η Πολωνία να μπορέσει να αναβαθμίσει τη δική της άμυνα. Πλέον, οι πρόσφατες εντάσεις με αφορμή ειδικά τα αγροτικά προϊόντα της Ουκρανίας, τα οποία πλήττουν τους Πολωνούς αγρότες, τείνουν να ξεπεραστούν. Ο Τουσκ έχει τη φήμη πολεμικού γερακιού εναντίον της Ρωσίας, καθώς καλούσε για κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας ακόμη και από τη θέση του στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, συναντώντας την αντίσταση τότε της περισσότερο πραγματίστριας Άνγκελα Μέρκελ. Η επικράτηση Τουσκ θεωρείται ότι λειτουργεί υπέρ του φιλοπόλεμου και αντιρωσικού μετώπου στην Ευρώπη, καθώς θα περιορίσει τις αντιδράσεις από την «ουκρανική κόπωση», η οποία είχε προκληθεί στην Ανατολική Ευρώπη κυρίως λόγω προστατευτισμού προς ουκρανικά προϊόντα, σε μια κρίσιμη στιγμή μετατόπισης του δυτικού ενδιαφέροντος προς το Ισραήλ.

Είναι η Πολωνία υπόδειγμα για την περιφέρεια της Δύσης;

Το γεγονός αυτό είναι σημαντικό, καθώς η Πολωνία είναι η πρωτοπόρος της κατά Ντόναλντ Ράμσφελντ «Νέας Ευρώπης», η είσοδος της οποίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ως σκοπό τη διάρρηξη οποιασδήποτε κατανόησης μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας και πραγματιστικής σύσφιξης των ευρασιατικών δεσμών. Η Πολωνία βρίσκεται στην αιχμή της υποκατάστασης των παραδοσιακών κέντρων της Γαλλίας και της Γερμανίας, τα οποία έστω και αμυδρά επιδιώκουν ενίοτε μια αυτονόμηση από τις ΗΠΑ, από μια ανατολική Ευρώπη, η οποία όντας στο μεταίχμιο μεταξύ Γερμανών και Ρώσων διεκδικεί μια πληρέστερη εξάρτηση από τους βορειoατλαντικούς θεσμούς και τις ντιρεκτίβες τους. Από την άποψη αυτή μια εκλογή του Ντόναλντ Τουσκ στην πρωθυπουργία θα ήταν κομβική. Ο Τουσκ μάλιστα συνδυάζει την εμπειρία του από τους ύψιστους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όπου μεταξύ άλλων ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είχε την ευκαιρία να οικοδομήσει μία σχέση συνεννόησης με τις γαλλικές κυβερνήσεις, με έναν περισσότερο φιλοαμερικανικό προσανατολισμό. Η κυβέρνησή του πιθανότατα θα εμπεδώσει το είδος πολεμοχαρούς νεοφιλελευθερισμού (και μάλιστα με πράσινο πρόσχημα, καθώς στον κομματικό συνασπισμό συμπεριλαμβάνεται και οικολογικό κόμμα) που έχουμε βιώσει τα τελευταία χρόνια και το οποίο περνούσε το τελευταίο διάστημα μία κρίση λόγω της τελμάτωσης του πολέμου στην Ουκρανία. Λόγω της ευρωπαϊκής εμπειρίας του ο Ντόναλντ Τουσκ θα μπορούσε μάλιστα να ισορροπήσει στη φιλία του προς τις Βρυξέλλες και την Ουάσινγκτον. Και θα αποτελούσε επίσης ένα πολύ σημαντικό αντίβαρο στον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν και στον νεοεκλεγέντα Σλοβάκο πρωθυπουργό Ρόμπερτ Φίκο.

Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται να λάβει χώρα η ίδια η διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης, η οποία μπορεί να διαρκέσει για ένα πολύ μεγάλο διάστημα με πολλές απρόβλεπτες περιπλοκές, που μπορεί να δυσχεράνουν την κατάληψη της πρωθυπουργίας από τον Ντόναλντ Τουσκ. Μία περαιτέρω πρόκληση που θα αντιμετωπίσει η οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση θα είναι ότι η οκταετής κυβερνητική θητεία του PiS έχει οδηγήσει σε μια κατάληψη του βαθέος κράτους, η οποία θα είναι δύσκολο να ανατραπεί. Τα εκλογικά αποτελέσματα δείχνουν πάντως ότι έχει πλέον εμπεδωθεί στην Πολωνία η νέα «κανονικότητα» εναλλαγής δεξιάς με ακροδεξιά εθνικιστικά στοιχεία και νεοφιλελεύθερου ακραίου κέντρου με φιλοπόλεμο νατοϊκό προσανατολισμό, μια «κανονικότητα» η οποία προωθείται γενικά στον δυτικό κόσμο και έχει την Πολωνία ως ανατολικοευρωπαϊκή αιχμή της.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Καναδάς: Συλλήψεις για τη δολοφονία διακεκριμένου ακτιβιστή Σιχ

Υεμένη: Εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές υπέρ της Γάζας

ΑΝΤΑΡΣΥΑ για αποφυλάκιση Μιχαλολιάκου: Στη φυλακή οι ναζί της Χρυσής Αυγής

Παναμάς: Ομαλοποιείται η εκλογική κούρσα με αποδοχή της υποψηφιότητας Μουλίνο

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα