Ο Περονισμός απέδειξε μετά τις εκλογές της Κυριακής στην Αργεντινή πως είναι ακόμη εφτάψυχος. Κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, ο υπουργός Οικονομικών και υποψήφιος του κόμματος για τον τελικό γύρο τον Δεκέμβριο, Σέρχιο Μάσα κέρδισε τον πρώτο γύρο με το 36,6% των ψήφων.
Η απρόσμενη επικράτηση αποδείχθηκε εν μέρει ένας ικανός κυματοθραύστης για την επέλαση της δεξιάς. Απέναντί του, στον επόμενο γύρο της 19ης Νοεμβρίου θα τεθεί ο ακροδεξιός Χαβιέρ Μιλέι, που διακηρύσσει πως θα τερματίσει μία και καλή την «πολιτική κάστα» με το αλυσοπρίονο. Ο θριαμβευτής του ανοικτού προκριματικού γύρου τον Αύγουστο, μόλις συγκέντρωσε το 30,06% των ψήφων. Από την πλευρά της η εκπρόσωπος της παραδοσιακής δεξιάς Πατρίσια Μπούλριτς έμεινε εκτός νυμφώνος με 23,8%.
Το κυβερνών περονικό κόμμα σε τούτες τις εκλογές -τις πιο αβέβαιες εδώ και πολλές δεκαετίες και με χαμηλότερη προσέλευση από το 2019- κατόρθωσε να συγκεντρώσει σχεδόν 2,5 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους στις εκλογές από τις προκριματικές εκλογές του Αυγούστου. Ανέκτησε σημαντικό μέρος από το χαμένο έδαφος εκείνης της αναμέτρησης που είχε βάψει μωβ (χρώμα του κόμματος του Μιλέι) 15 από τις 24 επαρχίες της χώρας. Πέντε από αυτές μετά την Κυριακή έχουν βαφτεί με το μπλε χρώμα των Περονιστών (Τουκουμάν, Λα Ριόχα, Λα Πάμπα, Σάντα Κρους, Ρίο Νέγρο).
Για την παραδοσιακή δεξιά η μόνη παρηγοριά μένει πως ο υποψήφιός της για τη δημαρχία του Μπουένος Άιρες για μόλις 0,4% δεν ανακηρύχθηκε νικητής από αυτόν τον γύρο. Ο Χόρχε Μάκρι έμεινε στο 49,61% και θα πρέπει να περιμένει τη 19η Νοεμβρίου για να παραμείνει ο δημαρχικός θώκος στο δεξιό κόμμα του ξαδέλφου του Μαουρίσιο Μάκρι (πρώην δημάρχου του Μπουένος Άιρες και κατοπινού προέδρου), το οποίο επί 15 χρόνια ελέγχει την πρωτεύουσα.
Βέβαια, μπορεί αυτός ο πρώτος γύρος να έκλεισε με την επικράτηση του Μάσα, εντούτοις το εκλογικό τοπίο στην Αργεντινή έχει μεταβληθεί ριζικά, όχι μόνον ως προς την κατανομή των εδρών, αλλά κυρίως ποιοτικά. Η ακροδεξιά που είχε μόλις 3 βουλευτές έως σήμερα από τον Δεκέμβριο θα διαθέτει 39 βουλευτές στην Κάτω Βουλή και θα είναι η τρίτη δύναμη στη χώρα. Το περονικό κόμμα θα μείνει με 107 έδρες, η παραδοσιακή δεξιά με 94 και οι υπόλοιπες δυνάμεις με 17. Η πλειοψηφία που απαιτείται για την κυβέρνηση να ψηφίσει νομοσχέδια είναι 136 βουλευτές.
Παράλληλα, στη Γερουσία, όπου οι ακροδεξιοί δεν είχαν έδρα, πλέον θα έχουν οκτώ. Οι Περονιστές θα έχουν 72 έδρες στο Σώμα, η παραδοσιακή δεξιά 24 και άλλες 6 θα κατανεμηθούν στις υπόλοιπες δυνάμεις. Η αναγκαία πλειοψηφία στη Γερουσία είναι 37 ψήφοι. Συνεπώς, ο νικητής πρόεδρος θα έχει να λύσει και τον δύσκολο γρίφο της αναζήτησης του αναγκαίου αριθμού βουλευτών που θα ψηφίσουν τα νομοσχέδιά του.
Γενικώς η πορεία για την Κάσα Ροσάδα (Προεδρικό Μέγαρο) θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη και για τους δύο, καθώς θα πρέπει να πείσουν το άλλο 34% που δεν τους ψήφισε ότι έχουν λύσεις για τα μεγάλα προβλήματα της Αργεντινής. Μάλιστα στον παράγοντα τούτο εδράζεται και η μεγάλη έκπληξη για το αποτέλεσμα του Μάσα: ο υπουργός Οικονομικών αφήνει στον επόμενο πρόεδρο (ίσως και τον εαυτό του) μία ζοφερή παρακαταθήκη που κανείς δε θα ήθελε. Πληθωρισμό στο 140%, επίπεδα φτώχειας στο 40% , το δολάριο να έχει ξεπεράσει τα 1000 πέσος, την οικονομία να υποχωρεί κατά 3,3% σε ετήσια βάση και τα αποθεματικά της Κεντρικής Τράπεζας σχεδόν εξαντλημένα. Όποιος κερδίσει θα πρέπει να αντιπαρατεθεί με τον αδηφάγο τούτο δράκο, που είναι πλέον το μόνο που απασχολεί τον μέσο Αργεντινό. Η μείωση κατά 7% του ποσοστού προσέλευσης στις κάλπες εν σχέσει προς το 2019 αποδεικνύει πως το εκλογικό σώμα έχει κουραστεί από τον διπολισμό Περονισμού -Αντιπερονιστών και τα μεγάλα ποσοστά του Μιλέι συνηγορούν προς αυτό.
Μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του Μιλέι, αποδεδειγμένα, αδιαφορεί για τις ιδεολογικές του απόψεις (άρνηση της κλιματικής κρίσης, όχι στις αμβλώσεις και ναι στα όπλα). Αντίθετα, νοσταλγώντας την εξωραϊσμένη (polis par les ans, που θα έλεγε κι ο Μπωντλαίρ) εικόνα του πρώην προέδρου Κάρλος Μένεμ και της πολιτικής του, δίνουν μεγαλύτερη πίστη στις διακηρύξεις του για (ξανα)δολαριοποίηση της αργεντίνικης οικονομίας, την κατάργηση της Κεντρικής Τράπεζας και της μείωσης των κρατικών «παρεμβάσεων». Η πολυετής τηλεοπτική δημοσιότητα του Μιλέι έχει εμποτίσει με πολλές νεοφιλελεύθερες ιδέες σημαντικό μέρος από το ακροατήριο της χώρας, το οποίο έχει απογοητευθεί από τα τωρινά λαϊκίστικα πειράματα του Αλβέρτο Φερνάντες και της Κριστίνα Κίρτσνερ και την αντιλαϊκή φιλική στο ΔΝΤ πολιτική του Μαουρίσιο Μάκρι κι ευελπιστεί πως μία σύνδεση του πέσο με το δολάριο θα λύσει τα προβλήματά του. Μόνο που λησμονεί πως η αντίστοιχη πολιτική του Μένεμ βύθισε τη χώρα στη χρεοκοπία του 2001.
Η ακροδεξιά παράταξη La Libertad Avanza του Μιλέι έχει αρχίσει ήδη, μέσω και του ιδίου, αλλά και της υποψήφιας αντιπροέδρου του Βικτόριας Βιζαρουέλ να κάνει ανοίγματα προς τη δεξιά, τονίζοντας πως οι πόρτες είναι ανοικτές για όσους θέλουν να τερματισθεί ο «Κιρτσνερισμός». Όμως αρνήθηκε να τοποθετηθεί σαφώς εάν ο Μιλέι είναι πρόθυμος να προσφέρει κάποιο αξίωμα στον Μαουρίσιο Μάκρι (κι ετούτος ένα μέλος της επάρατης «πολιτικής κάστας»), προκειμένου να δηλώσει υποστήριξη υπέρ του. Είναι λογικό πως στις επόμενες εβδομάδες, ο Μιλέι θα δώσει έμφαση στο πιο συντηρητικό κεφάλαιο του προγράμματός του για να πείσει τους φιλελεύθερους, αλλά και τους πιο συντηρητικούς (η θέση του για τις αμβλώσεις φερ’ ειπείν ηχεί σαγηνευτικά στα αυτιά των πανίσχυρων και εδώ Ευαγγελιστών, ενώ η κριτική του για την «αριστερή» πολιτική του Πάπα Φραγκίσκου χαροποιεί ιδιαίτερα τους φανατικούς Καθολικούς).
Από την πλευρά του ο Μάσα θα πρέπει να αποδείξει πως έχει πολιτικό ειδικό βάρος και επαρκές κύρος για να πείσει τους μετριοπαθείς και πιο προοδευτικούς ψηφοφόρους της παραδοσιακής δεξιάς, αλλά και αυτούς της Αριστεράς, πως θα πρέπει να στηρίξουν αυτόν για την προεδρία. Φυσικά και θα επισείσει τον ακροδεξιό κίνδυνο για να κινητοποιήσει τα αντανακλαστικά της κοινωνίας (η Βιζαρουέλ μάλιστα είχε επισκεφθεί τον αιμοσταγή δικτάτορα Βιντέλα (1976-78) στη φυλακή, ενώ ο Μιλέι αμφισβητεί τους 20.000 «εξαφανισμένους» της δικτατορίας).
Όμως το αγκάθι του πληθωρισμού και η κατάσταση της οικονομίας, για την εικόνα της οποίας ο ίδιος έφερε την ευθύνη, αποτελούν πάντοτε ανασταλτικούς παράγοντες για την αξιοπιστία του. Ο ίδιος πάντως, στην ομιλία του μετά την αναμέτρηση, υποσχέθηκε πως θα σχηματίσει κυβέρνηση εθνικής ενότητας, δίνοντας ένα πάτημα σε όσους ναι μεν αντιπαθούν τον περονισμό, αλλά ταυτόχρονα ο Μιλέι τους είναι αποκρουστικός.
Η 19η Νοεμβρίου είναι σχετικώς κοντά και οι δύο υποψήφιοι καλούνται να ανοίξουν όλα τα χαρτιά τους και να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να πείσουν τους ψηφοφόρους που δεν τους ψήφισαν. Οι δε ψηφοφόροι πλέον βρίσκονται σε μία ιστορική καμπή, όπου χρειάζεται να αποφασίσουν όχι μόνον για το μέλλον της χώρας, αλλά -απέναντι στο φαινόμενο Μιλέι, όπως έγινε στις ΗΠΑ με τον Τραμπ, τη Βραζιλία με τον Μπολσονάρου- για την ίδια την ψυχή τους.
Διαβάστε επίσης: