Την 18η ημέρα του πολέμου Ισραήλ-Παλαιστίνης η ιστορία της πολυετούς αυτής, κακοφορμισμένης κατάστασης, άρχισε να δείχνει πολύ πιο σύνθετη απ’ ό,τι την πρώτη μέρα που επανεκκίνησε. Το μόνο βέβαιο είναι πως αυτή τη φορά το τοπίο είναι πολύ πιο διαφορετικό και βίαιο – οι βομβαρδισμοί είναι οι σφοδρότεροι που έχουν σημειωθεί ποτέ την περιοχή της Γάζας.
Σύμφωνα με τους γιατρούς των ανθρωπιστικών οργανώσεων, πολλοί από τους ασθενείς που φθάνουν στα νοσοκομεία εμφανίζουν συμπτώματα αρρωστιών από τον συνωστισμό και τις ανεπαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής. Οι υπηρεσίες αρωγής έχουν προειδοποιήσει ήδη πολλάκις, εδώ και μέρες για το ενδεχόμενο υγειονομικής κρίσης στον πυκνοκατοικημένο παλαιστινιακό θύλακα που παραμένει στη ζωή χάρις σε μικρές αυτοκινητοπομπές του ΟΗΕ που μεταφέρουν τρόφιμα και φάρμακα, με το σταγονόμετρο.
Δύσκολη (για τις δικές τις αναλογίες) είναι και η κατάσταση στο Ισραήλ, σήμερα, όπου ο αριθμός των ρουκετών που εκτοξεύθηκε από τη Χαμάς ήταν μεγάλος, με πολλά μέσα ενημέρωσης να τον περιγράφουν ως έναν από τους μεγαλύτερους που εξαπολύθηκαν από τη Χαμάς τις τελευταίες τρεις εβδομάδες. Πέντε άνθρωποι τραυματίστηκαν ελαφρά μετά από αυτό το μπαράζ ρουκετών, στο κεντρικό Ισραήλ.
Και ενώ η χερσαία επιχείρηση στη Λωρίδα, εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται «επικείμενη» με τον πόλεμο πια να έχει αποκτήσει μια έντονη υπόσταση ψυχολογικής βίας, η μεγαλύτερης κυκλοφορίας εφημερίδα του Ισραήλ, η Yedioth Ahronoth δημοσίευσε ένα έντονο άρθρο κατά της κυβέρνησης.
Η εφημερίδα λέει πως ανάμεσα στον Νετανιάχου και στη στρατιωτική ηγεσία του Ισραήλ, υπάρχει μεγάλη κρίση εμπιστοσύνης, για τον τρόπο που ο πρωθυπουργός διαχειρίζεται τον πόλεμο κατά της Χαμάς. Ο Νετανιάχου αναγκάστηκε να εκδώσει ανακοίνωση για να διαβεβαιώσει ότι βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με το υπουργείο Άμυνας. Την ίδια στιγμή, έντονες είναι και οι επικρίσεις από δημάρχους του Ισραήλ οι οποίοι έχουν αναλάβει σημαντικό βάρος του έργου ανακούφισης του πληθυσμού μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου που σόκαρε βαθιά το Ισραήλ και όπως όλοι λένε «τον έπιασε στον ύπνο».
Μια μικρή έκπληξη ήρθε για το Ισραήλ και από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, ο οποίος εξέφρασε στο Συμβούλιο Ασφαλείας βαθιά ανησυχία για τις «ξεκάθαρες παραβιάσεις» του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου στη Γάζα, επιμένοντας για μια «άμεση ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός».
Όπως είπε: «Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι οι επιθέσεις της Χαμάς δεν έγιναν στο κενό. Ο παλαιστινιακός λαός έχει υποστεί 56 χρόνια ασφυκτικής κατοχής. Έχουν δει τη γη τους να καταβροχθίζεται σταθερά από εποικισμούς και να μαστίζεται από τη βία. Η οικονομία τους πνίγηκε. Οι άνθρωποί τους εκτοπίστηκαν και τα σπίτια τους κατεδαφίστηκαν. Οι ελπίδες τους για πολιτική λύση έχουν εξαφανιστεί».
Στη Βόρεια Γάζα ο κόσμος δεν συμφωνεί απαραίτητα με τη Χαμάς, αλλά δεν αντέχει κι άλλο
Και ενώ οι πολιτικοί συσχετισμοί για το πότε και πως τελικά θα γίνει η επίθεση στη Γάζα, έχουν περιπλεχτεί πολύ, η κατάσταση για τους Παλαιστινίους εκεί γίνεται κάθε μέρα ολοένα και πιο δραματική.
Την εικόνα μας δίνει ο Χασάν Αχμέτ, γραμματέας της Παλαιστινιακής Κοινότητας στην Ελλάδα. Η αδελφή του και η οικογένεια της μένουν σε καταυλισμό στη Βόρεια Γάζα. Η πατρική οικογένεια του Αχμέτ εκτοπίστηκε από την Παλαιστίνη το 1967 και κατέφυγε στο Αμάν, στην Ιορδανία. Ο Αχμέτ ήρθε στην Ελλάδα το 1988 ενώ η αδελφή του μετακόμισε στη Λωρίδα της Γάζας το 1993, όταν και παντρεύτηκε έναν Παλαιστίνιο. Έκανε τέσσερα παιδιά και απέκτησε εγγόνια.
Αυτή τη στιγμή μένει στο σπίτι της μαζί με τον άντρα της, τρία από τα τέσσερα παιδιά της κι ένα εγγόνι της. Ο ίδιος μας μεταφέρει την εξής εικόνα: «Νερό έχουν ακόμα. Ρεύμα όμως όχι. Παίρνουν καμιά φορά λίγο από ένα διπλανό συγκρότημα κατοικιών, από μία γεννήτρια εκεί. Μαγειρεύουν σε κουζίνα με υγραέριο. Έχουν ακόμα λίγα τρόφιμα. Κάθε μέρα βγαίνουν για λίγη ώρα στην αυλή και κάποιος πηγαίνει μέχρι τα καταστήματα να αγοράσει λίγα είδη διατροφής. Τα καταστήματα προσπαθούν να μένουν ανοιχτά. Και αυτές οι δύο στιγμές είναι η λίγη ώρα που βγαίνουν έξω, παίρνοντας το ρίσκο για τη ζωή τους. Οι βομβαρδισμοί είναι χειρότεροι από κάθε άλλη φορά. Η βία των Ισραηλινών είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά. Ο κόσμος περπατάει στη Γάζα και δεν ξέρει πόσοι νεκροί βρίσκονται κάτω από τα χαλάσματα».
Ο κ. Αχμέτ περιγράφει πως όταν δόθηκε το τελεσίγραφο στους κατοίκους της Βόρειας Γάζας να εγκαταλείψουν τις κατοικίες του, λόγω επικείμενης επίθεσης, έφυγαν και τα 5 άτομα της οικογένειας της αδελφής του, για να πάνε προσωρινά σε ένα σπίτι στη Νότια Γάζα. «Έφτασαν να μένουν εκεί 80 άτομα. Δεν αντεχόταν η κατάσταση. Γύρισαν έτσι πάλι σπίτι τους στη Βόρεια Γάζα. Και το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι που επέλεξαν να μετακινηθούν. Επέστρεψαν σπίτια τους. Και το έκαναν γιατί πια τα πράγματα έχουν φτάσει σε πολύ οριστικό στάδιο για τους Παλαιστίνιους της Γάζας. Τη γη τους, τις εστίες τους δεν θα τα εγκαταλείψουν. Έχουν ζήσει με τις απειλές και τον φόβο δεκαετίες ολόκληρες. Και μπορεί να μην συμφωνούν σε όλα με την Χαμάς, αλλά από την άλλη, δεν έχουν και πολλές άλλες επιλογές. Κάθε νέο παιδί που γεννιέται στην Παλαιστίνη έχει τέσσερις και πέντε νεκρούς στην οικογένεια του, από το χέρι του Ισραήλ. Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, οι Παλαιστίνιοι ωθούνται προς το βαθύ μίσος. Η Γάζα στην ουσία, είναι μια γάτα που βγάζει νύχια. Αλλά ως εκεί».
Ο γραμματέας της Παλαιστινιακής Κοινότητας πιστεύει πάντως πως όσο κι αν έχει δυσκολευτεί τόσο στο κομμάτι της κοινής γνώμης, όσο και στο κομμάτι του πολιτικού κόστους που πληρώνει στο εσωτερικό της χώρας, το Ισραήλ θα πραγματοποιήσει τελικά την «πολυδιαφημισμένη» επίθεση στη Γάζα, με τρόπο όσο μπορεί πιο στοχευμένο και πιο αργό. «O ανταρτοπόλεμος άλλωστε μέσα στη Γάζα δεν μπορεί να τους βγει εύκολα. Θα συνεχίσουν όμως να εξαντλούν τη βαρβαρότητά τους με τυφλά χτυπήματα. Η αδελφή μου, όπως και πολλοί άλλοι Παλαιστίνιοι προτιμούν να μείνουν στα σπίτια τους και να ρισκάρουν να πεθάνουν, από το να φεύγουν χωρίς σκοπό και προορισμό» καταλήγει ο κ. Αχμέτ.