Με μεγάλες και μικρές διαδηλώσεις σε όλη τη Γερμανία εκφράστηκε το Σαββατοκύριακο που πέρασε η υποστήριξη των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού έθνους και η καταδίκη της πολιτικής του κράτους του Ισραήλ καθώς και της στάσης του δυτικού κόσμου μπροστά σε αυτό που συμβαίνει στη Λωρίδα της Γάζας και στη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη ποταμού.
Η έκρηξη του πολέμου ανάμεσα σε παλαιστινιακές ένοπλες οργανώσεις και τις δυνάμεις άμυνας του κράτους του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, μετά τον αιφνιδιασμό που κατάφεραν οι πρώτες ενάντια στις δεύτερες δε θα μπορούσε παρά να κινητοποιήσει όλο αυτό το δυναμικό του πληθυσμού που για λόγους εθνικούς, θρησκευτικούς (και εδώ δεν εννοούμε μόνο μουσουλμάνους αλλά και χριστιανούς, ακόμα και Εβραίους), πολιτικούς, αλλά και με λόγους που έχουν να κάνουν με την τήρηση του Διεθνούς Δικαίου, υποστηρίζουν διαχρονικά – ή και όχι – τον αγώνα των Παλαιστινίων ενάντια στην κατοχή που έχει επιβάλει το Ισραήλ.
Το γερμανικό κράτος προσπάθησε στην αρχή του πολέμου να περιορίσει το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και κυρίως το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, ώστε να μην μπορέσουν όσοι υποστηρίζουν την Παλαιστίνη και καταδικάζουν το Ισραήλ να διαδηλώσουν. Όπως και στη Γαλλία, έγινε μεγάλος λόγος για μια ευρεία απαγόρευση διαδηλώσεων που θα «υποστήριζαν τη Χαμάς». Εν αντιθέσει όμως με το Παρίσι, το Βερολίνο δεν ήταν σε θέση να επιβάλλει μια οριζόντια απαγόρευση καθώς αυτό θα μπορούσε εύκολα να ανατραπεί στα δικαστήρια. Η δικαστική παρέμβαση που ακύρωσε την οριζόντια απαγόρευση συνέβη όντως στη Γαλλία, σημειώνοντας μία σημαντική ήττα του καθεστώτος Μακρόν. Έτσι, είδαμε στη Γαλλία τις τελευταίες εβδομάδες μεγάλες διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης.
Στη Γερμανία τα πράγματα ακολούθησαν διαφορετική πορεία. Εξαρχής το κράτος έκανε λόγο για απαγόρευση διαδηλώσεων κατά τόπους, με αποφάσεις που θα λαμβάνονταν από τις τοπικές αστυνομίες κατά περίπτωση με σκοπό «την εξασφάλιση της τάξης, την αποτροπή του να ακουστούν αντισημιτικά συνθήματα και συνθήματα που εξαίρουν τη βία». Πράγματι, μέσα στον Οκτώβριο πολλές διαδηλώσεις απαγορεύτηκαν και όπου πραγματοποιήθηκαν, διαλύθηκαν. Ιδιαίτερα περιστατικά βίας, είτε από πλευράς διαδηλωτών είτε από πλευράς αστυνομίας, πάντως δεν σημειώθηκαν και αυτό έχει τη σημασία του.
Ήδη από τα μέσα του Οκτωβρίου και ενώ ήταν σε εξέλιξη η προσπάθεια απαγόρευσης των διαδηλώσεων εκφράστηκαν οι απόψεις που κατέκριναν αυτήν την απόφαση του κράτους. Το κύριο επιχείρημα έχει να κάνει με την υπεράσπιση του πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος, τις βασικές ατομικές και πολιτικές ελευθερίες. Η εφημερίδα tazτου Βερολίνου που κινείται στο χώρο μεταξύ της αριστερής πτέρυγας των Πρασίνων και της κινηματικής Αριστεράς και οικολογίας φιλοξένησε σχετικό σχόλιο του Τεσέο Λα Μάρκα με τον εύγλωττο τίτλο «Να επιτρέψουμε τη διαφορετική σκέψη». Ο Λα Μάρκα εξέφρασε εκεί τη θέση πως δεν είναι δυνατόν να γίνεται καν λόγος για μια συνολική απαγόρευση διαδηλώσεων καθώς αυτό αντιβαίνει στις θεμελιώδεις αρχές λειτουργίας μιας δημοκρατίας. Αυτήν την άποψη συμμερίζονται πολλοί. Και οι δικαστικοί λειτουργοί.
Ήδη στις 15 Οκτωβρίου η αστυνομία της Κολωνίας απαγόρευσε μια διαδήλωση που είχε ανακοινωθεί από την τοπική παλαιστινιακή κοινότητα. Η απαγόρευση κατέπεσε όμως μετά από επείγουσα προσφυγή των διοργανωτών στο τοπικό δικαστήριο και η διαδήλωση έγινε κανονικά.
Στον δρόμο τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά από το κλίμα που επικρατεί ανάμεσα στους πολιτικούς των κομμάτων και στα στούντιο των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών: ενώ το πολιτικό προσωπικό της χώρας μαζί με τα ΜΜΕ βρίσκονται στη μεγάλη τους πλειοψηφία στο πλευρό του Ισραήλ με διάφορες αποχρώσεις και αποκλίσεις, στους δρόμους φαίνεται πως κερδίζει το φιλοπαλαιστινιακό στρατόπεδο: το τελευταίο Σαββατοκύριακο μεγάλες διαδηλώσεις έγιναν στο Ντίσελντορφ, στο Βερολίνο με συνολικά πάνω από 30 χιλιάδες συμμετέχοντες. Διαδηλώσεις έγιναν επίσης στη Φρανκφούρτη, τη Βρέμη, σε άλλες πόλεις, ακόμα και στη σχετικά μικρή πόλη του Φλένσμπουργκ, κοντά στα σύνορα με τη Δανία.
Εκ νέου συζητήσεις περί απαγορεύσεων πυροδότησε η μεγάλη διαδήλωση στο Έσσεν. Σε αυτήν τη διαδήλωση ακούστηκαν μεταξύ άλλων από κάποιους συνθήματα υπέρ της ίδρυσης χαλιφάτου, κάποιοι διαδηλωτές κρατούσαν ισλαμικές σημαίες με επιγραφές που σύμφωνα με τα ΜΜΕ παρέπεμπαν σε ισλαμιστές ενώ λέγεται πως από τα μικρόφωνα ακούστηκαν συνθήματα υπέρ της εξαφάνισης του Ισραήλ. Ταυτόχρονα, τμήματα της διαδήλωσης εμφάνιζαν σαφή διαχωρισμό μεταξύ ανδρών και γυναικών. Η ομοσπονδιακή υπουργός εσωτερικών Νάνσι Φαίζερ δήλωσε πως τέτοιες πρακτικές ξεπερνούν τις κόκκινες γραμμές και θα αντιμετωπίζονται με καταστολή.
Στον αντίποδα και καθώς οι πρακτικές του ισραηλινού στρατού ενάντια στον άμαχο πληθυσμό, αλλά και η δράση των ακροδεξιών εποίκων, έχουν ξεσηκώσει γενική και παγκόσμια κατακραυγή, διαδηλώσεις υποστήριξης προς το Ισραήλ είναι σαφώς μικρότερες. Η μεγαλύτερη κινητοποίηση που έχει σημειωθεί έγινε στο Βερολίνο, μία μέρα μετά την έκρηξη του πολέμου, και συμμετείχαν όχι περισσότεροι από δύο χιλιάδες άνθρωποι.
Σημαντικό περιστατικό, τέλος, που κινείται στο επίπεδο του συμβολισμού της διεθνούς κατακραυγής ήταν η επιλογή πολλών διαδηλωτών στην γερμανική πρωτεύουσα να σταματήσουν μπροστά από ένα κατάστημα της αλυσίδας Starbucks στο Βερολίνο φωνάζοντας «ντροπή». Η κίνηση έγινε καθώς τα Starbucks, που ανήκουν σε έναν αμερικανοεβραϊκής καταγωγής και ένθερμο υποστηρικτή της πολιτικής της κατοχής και του απαρτχάιντ, έχουν γίνει πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ αυτού και του συνδικάτου των εργαζομένων της αλυσίδας στις ΗΠΑ. Οι εργαζόμενοι στο πλαίσιο των στενών εργατικών διεκδικήσεών τους καταδικάζουν και αυτήν τη στάση του εργοδότη τους και καλούν σε διαμαρτυρίες σε όλον τον κόσμο.