Η κρίση στην οποία εισέρχεται η μεγαλύτερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει κύριες εκφάνσεις την κυβερνητική κρίση και την ολοένα αυξανόμενη ύφεση στην οικονομία. Η πολιτική κρίση εκδηλώνεται λόγω της μέχρι τώρα αδυναμίας ψήφισης κυβερνητικού προϋπολογισμού – κάτι που σύμφωνα με την οργανωτική επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο, Κάτια Μαστ, δεν θα μπορέσει να γίνει πριν τον ερχομό του νέου έτους.
Ταυτόχρονα, τα νέα από την οικονομία είναι άσχημα και δεν περνά μέρα που να μην δημοσιοποιούνται αποκαρδιωτικά στοιχεία σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γερμανικές επιχειρήσεις, σε πολλούς κλάδους, με βαριές συνέπειες όπως χρεοκοπίες, επαπειλούμενες απολύσεις, προβλήματα στην εξεύρεση προσωπικού, αύξηση φορολογίας, μειωμένες πωλήσεις, πτώση των επενδύσεων.
Σε αυτό το περιβάλλον έρχονται οι εργαζόμενοι στους σιδηροδρόμους να χρησιμοποιήσουν το μέσο πίεσης που έχουν, την οργανωμένη απεργία εν μέσω διαπραγματεύσεων για την υπογραφή νέας συλλογικής σύμβασης ώστε όχι μόνο να βελτιώσουν τους μισθούς τους αλλά και να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας. Στόχος της συνδικαλιστικής οργάνωσης GdL, η οποία εκφράζει τμήμα των εργαζομένων στους σιδηροδρόμους, οργανώνει την απεργία και έχει επιτυχημένες κινητοποιήσεις στο ενεργητικό της τα τελευταία χρόνια.
Τα αιτήματα των εργαζομένων στην πολύπαθη εταιρεία DeutscheBahn, σε έναν κρίσιμο τομέα των υποδομών που μαστίζεται από πολύπλευρη και βαθιά κρίση εδώ και αρκετά χρόνια, η οποία κλιμακώνεται ολοένα, είναι κατά βάση δύο και αφορούν αφενός στις μισθολογικές αυξήσεις τόσο στο μηνιάτικο όσο και σε ένα εφάπαξ ποσό που θα ισοφαρίσει τις απώλειες από την ακρίβεια, την οποία προκαλεί ο πληθωρισμός.
Αφετέρου προβάλλεται το αίτημα της πραγματικής μείωσης του χρόνου εργασίας. Εδώ το συνδικάτο έχει μια διπλή επιχειρηματολογία: επιστρατεύει το δεδομένο πως ο μικρότερος χρόνος εργασίας δίνει οφέλη στους εργαζόμενους ώστε να οργανώνουν καλύτερα τον ελεύθερο χρόνο τους, να αναπαύονται ποιοτικότερα, να φροντίζουν τον εαυτό τους και τα άτομα που μοιράζονται μαζί τους τη ζωή τους (οικογένεια, σύντροφοι). Όλα αυτά οδηγούν σε καλύτερη σχέση με το αντικείμενο εργασίας, καλύτερο περιβάλλον εργασίας και τελικά πιο συγκεντρωμένη δουλειά που αυξάνει την παραγωγικότητα. Ταυτόχρονα, μια μείωση του χρόνου εργασίας θα αποτελούσε κίνητρο για τις νέες γενιές ώστε να ενδιαφερθούν για να εκπαιδευτούν σε επαγγέλματα σχετικά με τη λειτουργία του σιδηροδρόμου, αυτά θα γίνονταν πιο ελκυστικά, δεδομένης της ιδιαιτερότητας που έχει η δουλειά σε βάρδιες και τις δυσκολίες που φέρνει αυτό. Έτσι θα μπορούσε να αμβλυνθεί το κορυφαίο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο σιδηρόδρομος, αυτό της εύρεσης εργατικού δυναμικού. Αυτό το ζήτημα βέβαια δεν ταλανίζει μόνο τους σιδηροδρόμους, αλλά συνολικά τη γερμανική -και όχι μόνο- οικονομία
Όπως επισημαίνει το συνδικάτο στην επιχειρηματολογία του, τα επαγγέλματα τα σχετικά με τον σιδηρόδρομο, ειδικά αυτού του μηχανοδηγού, παρόλο που θεωρούνται καλοπληρωμένα, δεν ελκύουν ικανό αριθμό νέων και αυτό συμβαίνει λόγω του γεγονότος πως οι νέες γενιές δίνουν πολλή μεγάλη σημασία σε μια εξισορροπημένη σχέση μεταξύ χρόνου εργασίας και διαθέσιμου προσωπικού χρόνου. Η συνολική ποιότητα ζωής δηλαδή αποτελεί σημαντικό κριτήριο για την επιλογή του επαγγέλματος από τη νεολαία και αυτό το χρησιμοποιεί στην επιχειρηματολογία του το συνδικάτο.
Η εργοδοσία από την πλευρά της, δια στόματος του εκπροσώπου της Άχιμ Στάους, κατηγορεί το συνδικάτο για ανευθυνότητα καθώς η απεργία προκηρύχθηκε αιφνιδιαστικά, ενώ χαρακτηρίζει την πράξη «αντισυναδελφική», εννοώντας τα προβλήματα που θα έχουν σήμερα στις μετακινήσεις τους οι εργαζόμενοι αλλά και όσοι θα ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τα τρένα ώστε να πάνε κάπου για σαββατοκύριακο. Πάντως, η εταιρεία ενώ προτίθεται να δώσει αυξήσεις στους μισθούς, μικρότερες από αυτές που ζητά το συνδικάτο, αλλά σε ύψος 11% σε βάθος 32 μηνών και επιπλέον τα χρήματα για την κάλυψη των απωλειών από την ακρίβεια, δεν συζητά επ’ ουδενί μείωση του χρόνου εργασίας από τις 38 στις 35 ώρες εβδομαδιαίως.
Νέο νομοσχέδιο για τα ταχυδρομεία
Σε μια άλλη εξέλιξη, το υπουργείο Οικονομίας που διευθύνει ο Πράσινος Ρόμπερτ Χάμπεκ, φέρνει για συζήτηση νομοσχέδιο που ρυθμίζει τον τρόπο λειτουργίας των εταιρειών μεταφοράς δεμάτων (κούριερ). Το νέο νομοσχέδιο προβλέπει πιο αυστηρές προδιαγραφές για την λειτουργία και οργάνωση αυτών των εταιρειών. Σκοπός είναι να βελτιωθούν οι εργασιακές συνθήκες στον κλάδο, οι οποίες είναι κατά κανόνα άσχημες, τόσο από πλευράς σχέσεων εργασίας και μισθού, όσο και όσον αφορά τον φόρτο εργασίας, τα ωράρια και την ατομική προστασία.
Με το νέο νομοσχέδιο προβλέπεται οι εταιρείες αυτές να είναι υποχρεωμένες να αποδεικνύουν πως γνωρίζουν νόμους, ρυθμίσεις και νόρμες, ενώ θα πρέπει να έχουν και συγκεκριμένες αναλύσεις επικινδυνότητας της δραστηριότητάς τους, προκειμένου στοχευμένα να προστατεύουν την υγεία των εργαζομένων τους. Αυτό που σχολιάζεται είναι ότι στόχευση αποτελεί το να περιοριστεί η συνθήκη εργασιακής γαλέρας που επικρατεί σε πολλές μικρές εργολαβικού τύπου εταιρίες, οι οποίες συνεργάζονται με μεγάλες εμπορικές και ταχυδρομικές εταιρίες, όπως η Amazonκαι η DeutschePost. Σε αυτές τις μικρές εταιρείες οι μισθοί είναι εξαιρετικά χαμηλοί, πλευρές της εργατικής νομοθεσίας καταστρατηγούνται και επικρατεί η επισφάλεια και κακές συνθήκες εργασίας.
Ήδη από πλευράς των συνδικάτων εδώ και χρόνια γίνεται προσπάθεια να βελτιωθούν οι συνθήκες, ενώ και η κάτω βουλή (Bundesrat), έχει καλέσει το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο (Bundestag) να απαγορεύσει την ύπαρξη επιχειρησιακών συμβάσεων σε τέτοιες εταιρείες, αναγνωρίζοντας έτσι πως αυτού του είδους οι συμβάσεις δεν προάγουν την καλή εργασία και την ευημερία των απασχολούμενων. Τώρα λοιπόν οι Πράσινοι έρχονται να βάλουν γραφειοκρατικές δυσκολίες, τέτοιες που, σύμφωνα με τους επικριτές του νομοσχεδίου, δε θα μπορούν να ξεπεραστούν από αρκετές μικρές εταιρίες και θα οδηγήσουν στο κλείσιμο ενός 5 με 10% εξ αυτών. Οι μικρές επιχειρήσεις από την άλλη είναι αυτές που εξαιτίας του μικρού αριθμού προσωπικού εμφανίζουν και δυσκολίες συνδικαλιστικής οργάνωσης, εν αντιθέσει με αυτό που συμβαίνει σε επιχειρήσεις με πιο μεγάλες συγκεντρώσεις εργαζομένων. Πάντως, και σαν απότοκο της ύφεσης η μεγάλη μεταφορική εταιρεία DPD ανακοίνωσε πως θα απολύσει έναν στους επτά εργαζόμενους της. Όχι όμως λόγω γραφειοκρατίας, αλλά επειδή το κόστος είναι υψηλό κι οι μεταφορές μειωμένες, καθώς ο κόσμος δεν ψωνίζει πολύ.