Το 2023 αποτέλεσε για τη Γερμανία ένα έτος καμπής σε όλα τα επίπεδα, πρωτίστως στη βιομηχανία.
Στην οικονομία: η χρονιά που μας άφησε έφερε στην επιφάνεια τα τεράστια προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί με τα χρόνια πάνω στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Ύφεση ή και κρίση είναι οι λέξεις που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν την κατάσταση μέσα στην οποία κινήθηκε η γερμανική οικονομία και που δίνουν την εικόνα της δραστηριότητας αυτής της οικονομίας. Αν επιλέγαμε τη λέξη της χρονιάς που πέρασε σχετικά με την οικονομία τότε θα επιλέγαμε την αδιανόητη: αποβιομηχάνιση.
Χαρακτηρίζουμε τη λέξη «αποβιομηχάνιση» για τη Γερμανία με το επίθετο «αδιανόητη» καθώς η βιομηχανική δραστηριότητα είναι ο παραγωγικός τομέας νούμερο 1 ιστορικά για τη χώρα των 84 εκατομμυρίων ανθρώπων στην καρδιά της Ευρώπης και στη κορυφή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κι όταν λέμε ιστορικά, εννοούμε τη φύση της γερμανικής οικονομίας από το 1850 περίπου. Ανθρακωρυχεία και βιομηχανία μετάλλου, πρώτα απ’ όλα του χάλυβα, αποτέλεσαν τη βάση της βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας. Αυτό συνέβαινε ακόμα τότε που δεν ήταν μία ενιαία χώρα, αλλά ένα σύνολο κρατών και κρατιδίων. Αυτά ενώθηκαν κάτω από τη θέληση της πλειοψηφίας των υπηκόων αυτών των κρατών και κρατιδίων για εθνική ολοκλήρωση και την ισχύ των -βιομηχανικά κατασκευασμένων- όπλων της Πρωσίας που ενώνοντας τη Γερμανία κάτω από την ισχύ του βασιλιά του Βερολίνου. Απότοκο αυτής της ένωσης ήταν και η ήττα της Γαλλίας στον πόλεμο του 1870.
Η ένωση αυτή ενεργοποίησε τέτοιου μεγέθους δυνάμεις που είκοσι χρόνια μετά ο γερμανικός χώρος ήταν στην κορυφή της βιομηχανικής παραγωγής και επίσης στην κορυφή της καινοτομίας όχι πια με τα κάρβουνα, τα σίδερα και τα ατσάλια, αλλά σε κάθε σχεδόν τομέα. Χημική βιομηχανία, σιδηρόδρομοι, αυτοκίνηση και ναυπηγική, εφαρμογές του ηλεκτρισμού και παραπέρα, ιατρική πρόοδος, αγροτική παραγωγή, πολεοδομία. Αν αυτή η εκτίναξη σας θυμίζει για παράδειγμα την Κίνα του σήμερα, δεν κάνετε λάθος. Βέβαια, για το πως ο πλούτος που παράγονταν από αυτήν την ορμητική ανάπτυξη μοιράζονταν στο σύνολο του πληθυσμού, εκεί θα πρέπει να δούμε τους αγώνες των σοσιαλδημοκρατών. Πλούτος δε σήμαινε αναγκαστικά και ευημερία για όλους ή για όσους περισσότερους γίνεται, εν αντιθέσει με την Κίνα του σήμερα. Ας αφήσουμε όμως εδώ την ιστορία και το θέμα της κοινωνικής συνοχής και ας επιστρέψουμε στη βιομηχανία των πραγμάτων και των κεφαλαίων.
Αυτή λοιπόν η βιομηχανία, που εντυπωσίαζε το 1890 και το 1930 και το 1990, είναι σε ύφεση. Σε τέτοια ύφεση, μάλιστα, που οδηγεί ειδικούς και μη να μιλούν για «αποβιομηχάνιση». Για την ασθενική χώρα μας, το εστιατόριο και το ξενοδοχείο της Ευρώπης, θα ήταν σα να μιλάμε για «αποτουριστικοποίηση». Ο συνδυασμός που οδηγεί σε αυτήν την τάση για μείωση της βιομηχανικής παραγωγής είναι πολλαπλός. Έχει να κάνει πρώτα απ’ όλα με την ανάγκη των επιχειρηματιών να φέρνουν στην αγορά προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές ώστε να τα πωλούν και να βγάζουν κέρδος. Γι’ αυτό ήδη από το 1990 και μετά οι επιχειρήσεις σταδιακά άνοιγαν εργοστάσια εκεί που οι μισθοί ήταν και είναι χαμηλοί. Στην Ανατολική Ευρώπη πρώτα, στην Ασία στη συνέχεια.
Κι όμως αυτό δεν οδήγησε τότε σε αποβιομηχάνιση καθώς παρά τις μετεγκαταστάσεις παρέμενε μεγάλος, τεράστιος αριθμός βιομηχανικών μονάδων σε γερμανικό έδαφος. Και παραμένει. Δείτε το γάλα που πίνετε ή το κρέας που τρώτε: συχνά είναι Μade in Germany και είναι βιομηχανικά παραγμένο. Αυτό που έκανε τη διαφορά ήταν η πανδημία. Εκεί η Γερμανία, πρωτοπόρα κάποτε στην παραγωγή ιατρικού υλικού (χανζαπλάστ έχετε στο σπίτι;) είδε τη βιομηχανία της να μην παράγει μάσκες και να πρέπει να τις φέρει από την Κίνα. Κι όταν η Κίνα είχε την άνεση να λέει στους εργάτες της «μην πάτε στο εργοστάσιο και κολλήσετε κόβιντ, θα δουλέψετε αργότερα» είδε η Γερμανία τις εφοδιαστικές αλυσίδες να μπλοκάρουν και να της λείπουν κάθε λογής υλικά, εξαρτήματα, προϊόντα. Ο Covid ως πανδημία πέρασε και το εργοστάσιο που λέγεται Κίνα ξαναπήρε μπρος. Η ανάγκη σε ενέργεια ήταν τεράστια και αυτό ώθησε τις τιμές προς τα πάνω. Ήρθε η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός.
Η βιομηχανία για να δουλέψει θέλει ενέργεια, ρεύμα, αέριο, πετρέλαιο, κάρβουνο. Κι εκεί η Γερμανία είδε τις δικές της πηγές να μην επαρκούν. Εντωμεταξύ, το παλιό στρατηγικό όνειρο του γερμανικού επεκτατισμού (αν θεωρήσουμε πως κάθε ισχυρό έθνος έχει ένα τέτοιο όνειρο, βρείτε μου αυτό που δεν έχει), η ουκρανική πεδιάδα με τα δημητριακά, τον άνθρακα και ανατολικά με την τεράστια βιομηχανία του Ντονμπάς, είχε ήδη ξαναζωντανέψει από το 2013-14 και οδήγησε τελικά, μετά τον χαμηλής έντασης πόλεμο σε ανοικτή, αν και υβριδική, ένοπλη αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Όμως η Ρωσία τροφοδοτούσε τη γερμανική οικονομία και κοινωνία με φθηνή ενέργεια και με πρώτες ύλες για τον τομέα π.χ. των κατασκευών. Οι εξαγωγές από τη Ρωσία προς τη Γερμανία μειώθηκαν. Σα να αφαιρέθηκε ένας πνεύμονας. Βιομηχανίες γυαλιού έκλεισαν, η παραγωγή χάλυβα γίνεται ασύμφορη (δείτε τα μαχαιροπήρουνά σας ή άλλα ανοξείδωτα σκεύη στο σπίτι σας, κάποια θα γράφουν πάνω «Edelstahl»)
Ταυτόχρονα, άρχισαν διάφοροι λεονταρισμοί προς το εργοστάσιο του κόσμου, την Κίνα. Η Κίνα χαρακτηρίζεται ως πρόκληση ασφαλείας και ανταγωνιστής και η σύνδεση των δύο οικονομιών πρέπει να μειωθεί, λένε οι πολιτικοί που κυβερνούν στο Βερολίνο, μαζί με μεγάλο μέρος της αντιπολίτευσης. Κι είπαν για παράδειγμα, να μην δίνουμε πια δουλειές στη Huawei σχετικά με το δίκτυο 5G. Για να διαπιστώσουν στη συνέχεια πως χωρίς την κινέζικη τεχνολογία δεν είναι δυνατόν να αναπτύξεις δίκτυο 5G. Και οι χιλιάδες επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες και μεγάλες που ζουν από τις σχέσεις με την Κίνα, τι θα κάνουν; Πρόκληση ασφάλειας η Κίνα, λοιπόν, και ανταγωνιστής σύμφωνα με την πολιτική ρητορική αλλά πνεύμονας κι αυτή και έδρα παραγωγική για γερμανικές επιχειρήσεις. Αδιέξοδο.
Και είδε η χρονιά που πέρασε γερμανικές επιχειρήσεις να στρέφονται στο να δραστηριοποιηθούν στις ΗΠΑ, ακόμα και να ανοίξουν εργοστάσιο, γιατί αυτές μπορούν και εκεί συμφέρει. Τα ονόματά τους σας είναι γνωστά: Opel, BMW, Siemens,BASF. Οι ΗΠΑ δεν είπαν εξάλλου στον εαυτό τους «Μου δίνω φτηνή ενέργεια και πρώτες ύλες, ας στείλω τα τανκς μου και τους πυραύλους μου να με βομβαρδίσουν» όπως έκανε η Γερμανία με τη Ρωσία.
Τέλος, υπάρχει η κλιματική κρίση. Τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές η βορειοδυτική Γερμανία έχει εικόνα παρόμοια με αυτή της Θεσσαλίας τον Σεπτέμβρη που μας πέρασε. Κι από Τρίτη περιμένουν κι άλλες βροχές. Λειτουργούν τα πλημμυρισμένα εργοστάσια; Πάντως το καλοκαίρι που μας πέρασε, όπως και το προηγούμενο, όπως και τα προηγούμενα εδώ και μια δεκαετία, η κοίτη του Ρήνου είδε τη στάθμη του νερού να πέφτει τόσο που δεν μπορούσαν να κινηθούν πια οι φορτηγίδες, τα εμπορικά ποταμόπλοια. Και δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τις πρώτες ύλες στα εργοστάσια ούτε τα προϊόντα από τα εργοστάσια στις αγορές. Όμως, αυτά τα εργοστάσια φτιάχτηκαν εκεί για να μπορούν να κάνουν μεταφορές με τις φορτηγίδες. Και τα εργοστάσια δεν είναι καρέκλες να της πάρεις από δω, να της πας πιο κει. Ειρήσθω εν παρόδω, το αυτό ισχύει και με τα εργοστάσια που έχουν οι Γερμανοί στην Κίνα.
Η αποβιομηχάνιση της Γερμανίας δεν είναι ένας ξαφνικός θάνατος, αλλά μια διαδικασία που σβήνει ένα φωτάκι εδώ, μια λαμπίτσα εκεί. Οι ΗΠΑ μαζεύουν την μπάνκα. Σιγά σιγά, λίγο λίγο. Και οι εργάτες στα εργοστάσια χάνουν τη δουλειά τους. 50 εδώ, 100 εκεί, 3000 αλλού, 15 παραπέρα. Αντιπρόταση δεν υπάρχει, πέρα από την AfD, η οποία μιμείται τον Ντόναλντ Τραμπ και το σύνθημά του «Πρώτα η Αμερική».
Ο Τραμπ χάραξε την πολιτική του με βάση αυτό το σύνθημα και ο διάδοχός του και αντίπαλός του Μπάιντεν τη συνεχίζει. Η πολιτική αυτή έχει αποτελέσματα για τη βιομηχανία των ΗΠΑ. Η AfD αντίστοιχα θέλει μια πολιτική με σύνθημα «Πρώτα η Γερμανία». Κι εκφράζει πολύ κόσμο και από τη βιομηχανία (εδώ, εννοούμε βιομηχάνους). Αυτό το τελευταίο, το τι λέει η AfD, θα έπρεπε να μας απασχολεί εδώ στη ασθενική Ελλάδα. Γιατί τα ΕΣΠΑ τα πληρώνει (και ή κυρίως) η Γερμανία. Κι αν, για να σταματήσει η αποβιομηχάνιση, πει η Γερμανία, φέτος 2024 ή το 2025, πως δεν πληρώνει πια για το μετρό που θα φτάσει στη Νέα Ερυθραία ή για τη υποθαλάσσια στη Θεσσαλονίκη ή για την ενεργειακή αναβάθμιση των ιδιωτικών κτιρίων που εξάλλου γίνεται με κινέζικα υλικά;