Κανένα κράτος-μέλος της ΕΕ δεν έχει πετύχει την απόλυτη και πλήρη ισότητα των φύλων: Μόλις το 8% των διευθύνοντων συμβούλων στην ενωμένη Ευρώπη είναι γυναίκες, οι οποίες καλύπτουν μόνο το 33% στις θέσεις των διοικητικών συμβουλίων. Κι αυτό, σε μια εποχή που «δεν υπάρχει πραγματική δημοκρατία χωρίς την ισότητα των φύλων».
Τα παραπάνω επισήμανε από τη Θεσσαλονίκη η Επίτροπος για την Ισότητα, Χέλενα Ντάλι, μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ). Κατά την κα. Ντάλι, την τελευταία τριετία σημειώνεται στην Ελλάδα πρόοδος στο πεδίο των ίσων ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών, αφού η χώρα μας αναρριχήθηκε κατά τρεις θέσεις στον Δείκτη για την Ισότητα των Φύλων στην ΕΕ. Ωστόσο, παραμένει στην 24η θέση του δείκτη, μεταξύ 27 χωρών. Ενδεικτικό είναι ότι στην Ελλάδα απασχολούνται μόλις οι μισές, περίπου, γυναίκες ηλικίας 20-65 ετών (έναντι 70% στην ΕΕ), ενώ στην περίπτωση των ανδρών το αντίστοιχο ποσοστό είναι 75%.
Η κα. Ντάλι υπογράμμισε, ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στην προώθηση της ισότητας των φύλων στην αγορά εργασίας, καθώς οι ίσες ευκαιρίες δεν μπορούν να προαχθούν αποκλειστικά μέσω της νομοθεσίας. Πρόσθεσε δε, ότι η ισότητα δεν είναι ζήτημα μόνο ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας, αλλά και ίσων ευκαιριών ανέλιξης, αντικειμενικής αξιολόγησης της απόδοσής τους και πρόβασης σε ανώτερες θέσεις διοίκησης. Ιδιαίτερη μνεία έκανε η κα Ντάλι στη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, που αποτελεί σημείο αναφοράς για τα διεθνή πρότυπα στον συγκεκριμένο τομέα.
Στόχο για μείωση της μισθολογικής διαφοράς μεταξύ ανδρών και γυναικών στο 3% έως το 2030, έναντι ποσοστού άνω του 10% σήμερα, έχει θέσει η κυβέρνηση, όπως γνωστοποίησε η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Σοφία Ζαχαράκη, η οποία διατύπωσε την εκτίμηση, ότι η μάχη για την ισότητα των φύλων θα πρέπει να δοθεί στον ιδιωτικό τομέα.
Η υπουργός τόνισε ακόμα, ότι η κυβέρνηση εισάγει μέτρα όπως η άδεια μητρότητας για τις αυταπασχολούμενες και τις αγρότισσες και η αύξηση του επιδόματος μητρότητας, τα οποία, για να λειτουργήσουν, χρειάζεται και η συμμετοχή των ανδρών. Αναφερόμενη ειδικά στο επίδομα μητρότητας, η κα. Ζαχαράκη υπογράμμισε, ότι απλώνεται δίχτυ προστασίας για τις γυναίκες και στον ιδιωτικό τομέα «Δίνουμε βοηθήματα στα ζευγάρια και στις γυναίκες που αποκτούν παιδιά, για να διευκολύνουμε την επαγγελματική τους δραστηριοποίηση».
«Η Ελλάδα κατέχει χαμηλή θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη ως προς τη συμμετοχή της γυναίκας στην εργασία. Ακόμη και τώρα, που για τον επιχειρηματικό μας κόσμο η εξεύρεση προσωπικού έχει καταστεί ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια στην ανάπτυξη. Αυτό το δεδομένο και μόνο θα δικαιολογούσε απόλυτα την ανάδειξη, από τον επιχειρηματικό κόσμο, της ισότητας των φύλων στην Ελλάδα ως κυρίαρχο θέμα» επισήμανε η επιχειρηματίας Λουκία Σαράντη, πρόεδρος του ΣΒΕ και οικοδέσποινα της εκδήλωσης.
«Το ότι για δεκαετίες δεν φάνηκε να μας απασχολεί ιδιαίτερα ότι έχουμε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής της γυναίκας στην εργασία στην ΕΕ σίγουρα συνέβαλε στη δημοσιονομική κρίση. Δημιουργήσαμε ένα σύστημα όπου η Ελληνίδα περιορίστηκε στον ρόλο της εργαζόμενης με χαμηλές φιλοδοξίες. Κάναμε αυτή την επιλογή, ώστε η Ελληνίδα να είναι σε θέση να είναι ο κύριος φροντιστής παιδιών, ηλικιωμένων και ασθενών, και δεν μεριμνήσαμε για την ύπαρξη των αντίστοιχων κοινωνικών δομών που θα βοηθούσαν τη γυναίκα να εργαστεί περισσότερες ώρες. Νομοθετήσαμε ένα σύστημα που έχει ως βάση τον λιγότερο χρόνο της γυναίκας στην εργασία και επιδοτήσαμε περισσότερο χρόνο στο σπίτι» πρόσθεσε.
«Όλοι πρέπει να μάθουμε να εργαζόμαστε σαν τις γυναίκες» είπε ο Πλάτων Τήνιος, καθηγητής στο Τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά, υποστηρίζοντας ουσιαστικά ότι και οι άντρες θα πρέπει να δουν τον εαυτό τους σαν συνέταιρο σε όλα όσα αφορούν την οικογένεια και να μοιράζονται τις ευθύνες για το σπίτι και τα παιδιά. Υποστήριξε ακόμα, ότι τα στοιχεία καταρρίπτουν την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, ότι οι γυναίκες που βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας κάνουν περισσότερα παιδιά. Πιο πολλά παιδιά, διευκρίνισε, κάνουν οι εργαζόμενες, βορειοευρωπαίες γυναίκες.
Ο καθηγητής επισήμανε ακόμα, ότι οι διακρίσεις σε βάρος των γυναικών παίρνουν ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις όταν αυτές βγαίνουν στη σύνταξη. Ουσιαστικά, σε ό,τι αφορά το εισόδημα, επιστρέφουν στα επίπεδα του 1930, καθώς το χάσμα στις αμοιβές μεγεθύνεται, λόγω δομικών ανισοτήτων. Θα πρέπει λοιπόν να εφαρμοστούν μέτρα για την αναστροφή αυτού του φαινομένου, όπως για παράδειγμα να καταβάλλονται εισφορές κατά τη διάρκεια απουσίας των γυναικών από την εργασία λόγω μητρότητας, κάτι, που όμως είναι θέμα πόρων και άσκησης κοινωνικής πολιτικής από το κράτος.
Η Αντιγόνη Λυμπεράκη, καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στη σημασία των ποσοστώσεων. Τεκμηριώνοντας τη χρησιμότητά τους, ανέφερε το παλαιότερο παράδειγμα των διαγωνισμών για την πρόσληψη μουσικών στις μεγάλες συμφωνικές ορχήστρες των ΗΠΑ. Όπως είπε, όταν οι διαγωνισμοί ήταν «τυφλοί», δηλαδή οι κριτές δεν έβλεπαν τους διαγωνιζόμενους, προσλαμβάνονταν πολύ περισσότερες γυναίκες, από ό,τι όταν γνώριζαν το φύλο τους. Η κα. Λυμπεράκη επισήμανε ακόμα, ότι θα πρέπει να βρεθούν τρόποι ώστε η απασχόληση των γυναικών να μη στοιχίζει ακριβότερα στις επιχειρήσεις (λόγω πχ. της άδειας μητρότητας), ενώ πρόσθεσε ότι ο ηλικιακός ρατσισμός είναι εντονότερος για τις γυναίκες, καθώς μεταξύ άλλων προστίθεται στις διακρίσεις που ήδη υφίστανται λόγω του φύλου τους. Πρόσθεσε δε ότι θα πρέπει να υπάρχει συνεργασία και συντροφικότητα στην οικογένεια.
Στην έμφαση που δίνει στην πολιτική ισότητας ο όμιλος Mytilineos αναφέρθηκε η γενική διευθύντρια επικοινωνίας και στρατηγικής μάρκετινγκ, Βίβιαν Μπουζάλη, υπενθυμίζοντας ότι το 25% των μελών του διοικητικού συμβουλίου είναι γυναίκες. Η κα Μπουζάλη, που υπήρξε η πρώτη υποψήφια γυναίκα βουλευτής στη Δυτική Μακεδονία, επισήμανε ακόμα ότι ο όμιλος Μytilineos εφαρμόζει προγράμματα υποστήριξης των οικογενειών και ενδυνάμωσης των απασχολούμενων, ειδικά των γυναικών. Πρόσθεσε ότι η ανέλιξη σε θέσεις διοικητικών συμβουλίων ή υψηλόβαθμων στελεχών επιπέδου C, απαιτεί σκληρή δουλειά και από τα δύο φύλα, αλλά ακόμα περισσότερο από τις γυναίκες. Επισήμανε ότι, δυστυχώς, οι γυναίκες στελέχη συχνά δεν διεκδικούν όσα αξίζουν. «Πρέπει να διεκδικούμε, να μη σταματάμε να ζητούμε» είπε και συμπλήρωσε πως οι νέες γυναίκες πρέπει να θέτουν στόχους και να μη φοβούνται να τους επιδιώξουν.