«Εκκένωση λόφου Καστέλι, τουρισμός τέλος». Έτσι έγραφε ένα σύνθημα κάπου στα Χανιά και το οποίο αλίευσα από το διαδίκτυο. Κρίμα, πραγματικά κρίμα. Τόσο για τον λόφο Καστέλι, για τη Ρόζα Νέρα, για κάθε εκκενωμένη κατάληψη, όσο και για κάθε άλλο δημόσιο χώρο που έχει γίνει μη προσβάσιμος, είτε λόγω αστυνομικής περιφρούρησης, είτε λόγω εξευγενισμού. Ακόμα μεγαλύτερο κρίμα όμως είναι το να αντιλαμβανόμαστε τη λαίλαπα όχι όταν μαίνεται στον ορίζοντα, αλλά όταν χτυπά την πόρτα μας.
Αν κάτι μας δίδαξε ο μαρξισμός, αυτό είναι το ότι στον καπιταλισμό το κράτος αναλαμβάνει διαχειριστικό ρόλο. Η άρχουσα τάξη, μέσω του κράτος, ελέγχει και οργανώνει όλους τους θεσμούς της κοινωνίας. Από την αστυνόμευση μέχρι την εκπαίδευση, από τα ΜΜΕ μέχρι τα σχέδια πόλεως.
Και μιας που έγραψα «σχέδια πόλεως» ας μπω και στο ψητό, καθώς δεν ξεκίνησα να γράφω αυτό το άρθρο για να εξηγήσω τι είναι το εποικοδόμημα.
Μία εκ των πολιτικών του μεταπολεμικού κράτους ήταν ο διαχωρισμός, ενίοτε και η απόπειρα αυτού, της εργατικής τάξης. Δεν αναφέρομαι στην Ιδεολογία, αλλά στην κυριολεκτική έννοια του διαχωρισμού: του φυσικού διαχωρισμού. Για παράδειγμα, η μεγάλη παρουσία καπνοβιομηχανιών στην Καβάλα, σε μία όχι και τόσο μεγάλη πόλη, οδήγησε στην ανάπτυξη ισχυρού εργατικού κινήματος και συνεπώς ισχυρού κομμουνιστικού κόμματος στην πόλη. Λογικότατο. Η εργασία στον ίδιο χώρο, η συμβίωση στις ίδιες γειτονιές, τα παιδιά τους να παίζουν στις ίδιες πλατείες, αυτοί να κάθονται στα ίδια καφενεία και με την πάντα με την παρουσία πολιτικού λόγου από πολιτική οργάνωση έφερε την ταξική και την πολιτική συνείδηση.
Αργότερα, με την παρακμή και την αποκέντρωση της βιομηχανίας αυτό το φαινόμενο αποδυναμώθηκε, μέχρι που εκμηδενίστηκε. Η δε τριτογενοποίηση της εργασίας στη χώρα και η ραγδαία παρουσία του μικρού κεφαλαίου, χώρισε τους εργαζομένους σε μικρομάγαζα, όπου ναι μεν υπάρχει παρουσία σωματείου, παρόλα αυτά πρόκειται για ενιαίο κλαδικό σωματείο και όχι σωματείο επιχείρησης, όπως συμβαίνει σε μεγάλες επιχειρήσεις (π.χ. στα Public). Απόρροια της οριακής ανυπαρξίας του παραπάνω είναι η απελπιστική κατάσταση που επικρατεί στον επισιτιστικό κλάδο (και όχι μόνο) και ιδιαίτερα στην εποχιακή εργασία.
Παρόλα αυτά, ο συνδικαλισμός δεν είναι το θέμα του κειμένου, οπότε ας ξαναεπιχειρήσω να μπω στο ψητό δίχως παρακάμψεις αυτή τη φορά.
Όσοι/ες μένετε Θεσσαλονίκη, ίσως να έχετε παρατηρήσει ότι δεν υπάρχουν λεωφορεία που να συνδέουν τις «υποβαθμισμένες» γειτονιές απευθείας. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει κάποιο λεωφορείο που να συνδέει τη Μενεμένη ή το Κορδελιό με τη Νεάπολη ή την Πολίχνη. Όλα πάνε προς και από κέντρο και πρέπει να κατεβείτε στην κατάλληλη στάση προκειμένου να πάρετε το αντίστοιχο λεωφορείο για να φτάσετε στον προορισμό σας. Θαρρείς και υπάρχει μία επιτηδευμένη απόπειρα να αναγκαστούν οι Σταυρουπολίτες, οι Νεαπολίτες κλπ, να αναζητήσουν εργασία στο κέντρο εάν δεν βρίσκουν στην περιοχή τους και να βγουν στο κέντρο με άτομα που κατοικούν σε άλλες περιοχές της πόλης.
Για ποιο λόγο στο κέντρο; Γιατί είναι το μέρος της πόλης όπου οι «αβράκωτοι» γίνονται ακίνδυνοι. Είναι το μέρος της πόλης, όπου μπορούν να απολαύσουν λίγη εκ της «ευγενούς προσφοράς» του δυτικού καπιταλισμού στην πόλη τους, η οποία όμως είναι οριακά ανύπαρκτη στις γειτονιές τους. Είναι το μέρος της πόλης όπου υπάρχει μεγαλύτερη φυσική συγκέντρωση κεφαλαίου, άρα και αστυνόμευσης, η οποία πλέον δεν είναι λίγη. Ή τουλάχιστον, έτσι ήταν τα πράγματα μέχρι πρότινος, πλέον όμως έχουν αλλάξει. Η δεκαετής κρίση έφερε μία μεγάλη αναταραχή κατά τα πρώτα 5-6 χρόνια, με το διαταξικό στρώμα που ονομάστηκε «Αγανακτισμένοι» να φαίνεται απειλητικό στα μάτια της άρχουσας τάξης. Προκειμένου να σπάσει αυτή η ενότητα που έμοιαζε με λαϊκό μέτωπο, έπρεπε ένα κομμάτι της να συστρατευτεί με την άρχουσα τάξη. Αυτό φυσικά δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από εκείνο το τμήμα της αστικής τάξης που είχε πληγεί άσχημα από την κρίση.
Η στροφή της ήδη τριτογενοποιημένης ελληνικής οικονομίας προς τον τουρισμό εντατικοποιήθηκε με όλο και περισσότερους ιδιώτες ακινήτων να στρέφονται από την μακροχρόνια, στην βραχυχρόνια μίσθωση, αγροτεμάχια να μετατρέπονται σε εν. δωμάτια/ξενοδοχεία και η μαζική άνοδος του airbnb έφερε τον εξευγενισμό ακόμα και σε γειτονιές που μέχρι πρότινος θεωρούταν «άβατες» από τον «φιλήσυχο» μεσοαστό του κέντρου (π.χ. Βαρδάρης). Ο δε Εύοσμος αποπειράται να γίνει το «κέντρο των Δυτικών», με τον σύσταση του πληθυσμού αλλά και την ταξική διαστρωμάτωση να έχει αλλάξει αρκετά σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.
Ουσιαστικά η εργατική τάξη περιορίζεται σε ορισμένες και συγκεκριμένες γειτονιές και το «βραδινό ποτό» λαμβάνει τόπο σε κάποια πλατεία ή κάποιο σπίτι, ιδιαίτερα για το νεαρής ηλικίας προλεταριάτο. Μην με παρεξηγείτε, δεν είμαι καθόλου κατά του αράγματος σε πλατεία, ίσα ίσα που μ’ αρέσει καθώς σε αντίθεση με τη βαβούρα ενός νυχτερινού μαγαζιού ή ακόμα και μεζεδοπωλείου μπορεί να γίνει πιο εύκολα συζήτηση και πιο ανοιχτά, με τυχαίο κόσμο. Το ζητούμενο όμως δεν είναι να καταργήσουμε την πρώτη θέση αλλά να την κάνουμε προσβάσιμη σε όλους.
-Γιατί τα γράφεις όλα αυτά όμως;
-Επειδή αν δεν αντισταθούμε σε όλες τις γειτονιές…
Ο κορονοϊός ήταν ένα μεγάλο μάθημα, τόσο για την άρχουσα τάξη όσο και για μας. Ένα από αυτά τα πολλά που μάθαμε εμείς είναι ότι το ταξικό lockout πλέον έχει γίνει η νέα κανονικότητα για όλους, όχι μόνο για μετανάστες και μειονότητες όπως ίσχυε παλαιότερα. Οι μαζικές επιχειρήσεις σκούπας εναντίον μικροπωλητών σε κεντρικά σημεία, οι εκκενώσεις καταλήψεων του κέντρου συγκεκριμένα (Mundo, Terra, 111), η αυξημένη αστυνόμευση και φυσικά η κατακόρυφη αύξηση ενοικίων αλλά και τιμών σε καταστήματα εστίασης, μέρη κοινωνικοποίησης δηλαδή, είναι απλά το προοίμιο αυτού που έρχεται. Η περίοδος του ταξικά συμπεριληπτικού καπιταλισμού έχει λάβει τέλος και επιστρέψαμε σε έναν πιο άγριο καπιταλισμό που μόνο παίρνει και δεν μπορεί να δώσει.
Λογικό άλλωστε, εφόσον οι εθνικές αστικές τάξεις του δυτικού μπλοκ – στο οποίο ανήκει και η χώρα μας – ηττώνται σχεδόν σε κάθε μέτωπο, είτε αυτό λέγεται Μέση Ανατολή, είτε Σαχέλ, είτε Ουκρανία. Εφόσον η εξαγωγή κεφαλαίου και η ασφαλής διεξαγωγή αυτής πλέον έχει γίνει οριακά αδύνατη στις πρώην αποικίες, το κεφάλαιο πρέπει να αντλήσει από κάπου την υπεραξία που το κρατά στην εξουσία και ποιο άλλο θα μπορούσε να ήταν το θύμα από το προλεταριάτο της ίδιας του της χώρας;
Ο εξευγενισμός δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, ούτε έλαβε χώρα εν μία νυκτί. Όλες αυτές οι ιδιωτικές επενδύσεις που καταλήγουν να μας διώχνουν από τις γειτονιές μας και τους χώρους μας, που φέρνουν εισαγόμενους μεσοαστούς παραθεριστές για να μας βγάλουν την ψυχή, είναι απλά ένα κομμάτι ενός μεγαλύτερου παζλ και όχι ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Στα πλαίσια λοιπόν της ταξικής πάλης, ο «αντιεξευγενισμός» και -για τα δεδομένα της χώρας μας τουλάχιστον- ο «αντιτουρισμός» γίνεται νομοτέλεια. Η Ρόζα Νέρα είναι ένα παράδειγμα ενός πολιτικού χώρου που έπεσε θύμα αυτής της διαδικασίας που περιγράφτηκε παραπάνω. Υπάρχουν κι άλλα και θα υπάρξουν κι άλλα εκτός και αν μπει ένας φραγμός. Ο χρόνος κυλά.