ΑΘΗΝΑ
07:40
|
07.11.2024
Αν ήταν να ποντάρω σε μια κοινωνική αλλαγή, σίγουρα δεν θα βασιζόμουν σε εκείνο τον ανθρωπότυπο που νιώθει άνετα μέσα στα ρούχα του αδικημένου.
Ο Μάο κολυμπά στον ποταμό Yangtze
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Στο «να κάθεσαι και να κοιτάς» είχα επιλέξει ως tagline μια φράση κλεμμένη από εκείνη τη μισάνθρωπο και βαθιά Αυστριακή νομπελίστρια, την Ελφρίνετ Γέλινεκ: «δεν υπάρχουν αθώα θύματα». Ήδη τότε ήταν μια φράση edgy. Σήμερα, κάτω από το φως πολλαπλών ηθικισμών και τσιτάτων που έχουν επιβληθεί της κριτικής σκέψης η φράση αυτή θα ερχόταν αντιμέτωπη με καμπανάκια victim blaming.

Η ιδέα ότι υπάρχει μια παντοδύναμη οντότητα του καλού είναι εξαιρετικά παρηγορητική, και έχει πολύ μεγάλη αντοχή διαχρονικά. Ίσως, δεν είμαι τόσο σίγουρος για το τελευταίο και δεν είναι τριγύρω και ο Έκο για να γράψει την ιστορία του Καλού, μετά από την ιστορία της Ομορφιάς. Δεν ξέρω επίσης, αν όντως έχει αντοχή διαχρονικά, σε τι οφείλεται αυτή. Σίγουρα όχι μόνο στο γεγονός ότι είναι παρηγορητική, πιστεύω ότι έχει ρίζες και στα πολύ βρεφικά και νηπιακά βιώματά μας. Το μόνο που ξέρω με σιγουριά είναι πως αυτή η ιδέα είναι πολύ παρηγορητική. Και κάτι ακόμα ίσως, ότι είναι μια αντίληψη που γίνεται πολιτικά βαρύνουσα. Ο Έριγκελ, σε ένα βιβλίο για τον Μάη του ’68 ως φιλελεύθερη αντεπανάσταση μιλά για τη μετάβαση από την πολιτική στην ηθική.

Κάπου το 2018 ή 19 έπεσε στα χέρια μου το «να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ», του Εντουάρ Λουί. Το 2021 ήταν μια χρονιά που ξεκινούσε με Λιγνάδη και Φουρθιώτη, κάπου πριν είχε εγκαινιαστεί το ελληνικό #metoo από την Μπεκατώρου, αν δεν κάνω λάθος. Ήταν μια ανατροπή σε αυτά που ξέραμε: ότι η λέξη θύμα είναι παγκοσμίως μειωτική, ότι καμία ισχύς – πολιτική ή κοινωνική- δεν πηγάζει από το να δηλώσεις τις ήττες, τις ταπεινώσεις, τη ληστεία που έχεις υποστεί. Στην πρώτη σελίδα του πολύ σημαντικού, αυτοβιογραφικού βιβλίου του Εντουάρ Λουί θα βρούμε αυτό το απόσπασμα:  «Η ροχάλα κυλούσε αργά στο πρόσωπό μου, κίτρινη και παχύρευστη» κλπ. Σπόιλερ αλέρτ: «κυλάει από το μάτι ως τα χείλη μου, μπαίνοντας σιγά-σιγά στο στόμα μου». Με έναν τρόπο φαινόταν τότε ότι η παραδοχή της ήττας, η περιγραφή της ταπείνωσης, έδινε πολιτική ισχύ. Ο Εντουάρ Λουί από παρίας ήταν πια σημαντικός συγγραφέας και διανοούμενος, ο Λιγνάδης έπαυε να είναι διευθυντής του Εθνικού και οδηγούνταν στη φυλακή. Προσπαθούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Μια πιθανή ερμηνεία ήταν ότι σε κοινωνίες ας πούμε ειρηνικές και καλοζωισμένες οι άνθρωποι μπορούσαν να ταυτιστούν με πρότυπα λιγότερο μαχητικά και διεκδικητικά, να παραδεχθούν την αδυναμία τους.

Αυτό κράτησε για λίγο. Ο Λιγνάδης αποφυλακίστηκε, οι δολοφόνοι του Ζακ συνεχίζουν τη ζωή τους. Μετά τις εκλογές και την πανηγυρική νίκη της ΝΔ πετυχαίνω φίλη σε μπαρ της Κυψέλης, η οποία είχε παρακολουθήσει τη δίκη και μου είπε ότι ο Κούγιας πετσόκοψε στην ακροαματική διαδικασία τα θύματα του Λιγνάδη. Η πολιτική ισχύς παρέμεινε ως τέτοια και αντλεί δύναμη από τα φράγκα, το πλέγμα αλληλεξαρτήσεων, τα όπλα και φυσικά και ίσως περισσότερο από όλα, από την εικόνα του άτρωτου που επιβεβαιώθηκε ακόμα μία φορά. Επέστρεψε «η φυσική τάξη των πραγμάτων» και θα έλεγα με σιγουριά ότι όλο αυτό το μπλοκ που συγκροτείται γύρω από τον δικαιωματισμό, τον ηθικισμό και τις ταυτότητες πήγε κουβά μπιγκ τάιμ. Λάθος, αυτοί που κάνουν πολιτική η ακαδημαϊκή καριέρα πάνω σε αυτό θα συνεχίσουν να λένε τις ίδιες μαλακίες και θα φταίει πάντα η καθυστέρηση του λαού και το 41%.

Δεν έμενε παρά να γυρίσω στο σπίτι και να ψάξω θεωρητικές απαντήσεις βάζοντας στο YouTube να ακούσω Ρίτα Σακελλαρίου, το «μια ζωή πληρώνω», προσπαθώντας να κατανοήσω εκείνη την ανάγκη που κάνει την αριστερά να υιοθετεί τα «θύματα», τους «καταπιεσμένους», τους «ευάλωτους». Προφανώς, υπάρχει μια έμφυτη, ίσως εξελικτική απέχθεια στην αδικία, το είδος δεν επιβιώνει αυτό το διάστημα που επιβιώνει χάρη στον βλακώδη νεοφιλελέ δαρβινισμό, είναι ισχυρά ριζωμένη μέσα μας η αλληλεγγύη και το νοιάξιμο για τους άλλους και είναι πολύ λογικό. Ωστόσο, δεν μπορώ να δω πώς αυτό γίνεται ικανό να άρει την αδικία ή τις δυστυχίες εκείνες που απειλούν τα υποτελή στρώματα. Αν ήταν να ποντάρω σε μια κοινωνική αλλαγή, σίγουρα δεν θα βασιζόμουν σε εκείνο τον ανθρωπότυπο που δεν αισθάνεται την υποχρέωση να προστατεύσει ούτε τον εαυτό του, που νιώθει άνετα μέσα στα ρούχα του αδικημένου. Αρνούμενος την υποχρέωση της αντίστασης παραχωρεί κομμάτι της εξουσίας και της ελευθερίας του κοινωνικού συνόλου και επειδή δεν είναι γατάκια, η βαθιά δεξιά νιώθει σε αυτό την επιβεβαίωση ενός καταδικού της αφηγήματος βαθιά πατερναλιστικού, δεσποτικού, πατριαρχικού. Και κάπως έτσι, επιστρέφοντας με το αυτοκίνητο σπίτι, ακούω στο ραδιόφωνο είδηση για κάτι εκατοντάδες δικογραφίες που σχηματίστηκαν για ενδοοικογενειακή βία, αφού ο Χρυσοχοΐδης ανέλαβε προστάτης των ευάλωτων γυναικών.

Όσο και αν είναι παρήγορη και καθησυχαστική η ιδέα ότι είναι οκ να σε αδικήσουν, στην πραγματικότητα είναι ασύγγνωστο το να μην μπορεί κανείς να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Είναι μια αδυναμία πολλές φορές εγκληματική, στον βαθμό που οι ενήλικοι άνθρωποι έχουμε να προστατεύσουμε και κάτι παραπάνω από το σαρκίο μας. Και δεν χρειάζεται κανείς να ανατρέξει στον Μάο και στο «το δίκιο βρίσκεται στις κάννες των όπλων μας», αρκεί η Λένα Πλάτωνος και το «πες, με τρεις λέξεις το πολύ, τι έκανες όταν σε αδικήσανε;». Να σημειώσω εδώ, ότι ο Μάο που μάλλον δεν είχε ακούσει τη λέξη «επιτελεστικότητα» έσπασε παραδόσεις γυναικείας καταπίεσης που κρατούσαν πολλούς αιώνες.

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Όχι, ο Τραμπ δεν μπορεί να τη «φτιάξει»

Υπό κατάρρευση ο κυβερνητικός συνασπισμός στη Γερμανία

Συγκροτημένα, δημοκρατικά και αποφασιστικά θα γίνει το συνέδριο, λέει η Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ

Δύο νέα πυροσβεστικά οχήματα απέκτησε η Ρόδος

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα