Η Ελένη Χρονά είναι Διευθύντρια Αναισθησιολόγος & Υπεύθυνη Ιατρείου Πόνου στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας-Πειραιά αλλά και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αλγολογίας, μετρώντας στο επάγγελμα τρεις δεκαετίες αδιάκοπης ενασχόλησης με το θέμα του χρόνιου άλγους.
Σημειώνεται πως η Ελληνική Εταιρεία Αλγολογίας ιδρύθηκε το 1994 από αναισθησιολόγους και έκτοτε αποτελεί επίσημο μέλος της IASP (International Association for the Study of Pain) και της EFIC (European Federation of IASP Chapters). Αριθμεί πάνω από 600 μέλη, κυρίως αναισθησιολόγους εργαζόμενους στα αναισθησιολογικά τμήματα και στα Ιατρεία Πόνου στην Ελλάδα. Σκοπός της ΕΕΑ είναι η προαγωγή της επιστημονικής αντιμετώπισης και θεραπείας του οξέος και χρόνιου πόνου, καθώς και η πρόληψη και αντιμετώπιση των συνεπειών του. Αυτήν τη στιγμή τα Ιατρεία-Μονάδες ή Κέντρα πόνου & Παρηγορητικής Αγωγής που λειτουργούν στην Ελλάδα σε Δημόσια Νοσοκομεία είναι περίπου 65 (υπάρχουν αναρτημένα στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Εταιρείας Αλγολογίας- algologia.gr). Οι καταγεγραμμένοι αναισθησιολόγοι που προσφέρουν υπηρεσίες αυτή τη στιγμή είναι περίπου 130 σε όλη τη χώρα, αλλά αυτό αλλάζει διαρκώς λόγω της διαθεσιμότητάς τους.
Δυστυχώς, οι μέρες και ώρες λειτουργίας του κάθε ιατρείου αλλάζουν συχνά καθώς οι αναισθησιολόγοι καλούνται πια να καλύψουν πάρα πολλές ανάγκες λειτουργίας των δημόσιων νοσοκομείων. Για αυτή τη μετ’ εμποδίων λειτουργία τους αλλά και τη σπουδαία σημασία της αντιμετώπισης του πόνου στους ασθενείς που υποφέρουν από κάποιον χρόνο πόνο μίλησε στο «Κοσμοδρόμιο» η κ. Χρονά.
Κα Χρονά ποια είναι τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή οι γιατροί στα δημόσια ιατρεία πόνου;
Είναι πολλά: η μη ένταξη των ιατρείων στους οργανισμούς των νοσοκομείων, η έλλειψη διεπιστημονικής προσέγγισης του θέματος μέσα στα νοσοκομεία, η έλλειψη αναγνώρισης του έργου που επιτελούν τα ιατρεία πόνου και οι αναισθησιολόγοι, η μη ανάθεση τίτλου αλγολόγου στους αναισθησιολόγους, η ελλιπής δυνατότητα παροχών παρηγορητικής φροντίδας όπως οι ξενώνες και η κατ’ οίκον νοσηλεία για καρκινοπαθείς ασθενείς. Στην πραγματικότητα, τα ιατρεία πόνου λειτουργούν όλα αυτά τα χρόνια χάρη στην εθελοντική εργασία και ευαισθησία των αναισθησιολόγων, με πολύ προσωπική δουλειά.
Παρά το πολύτιμο έργο που προσφέρουν, από ορισμένους αυτό θεωρείται πάρεργο κάτι που εκτός του ότι υποτιμά την προσφορά των αναισθησιολόγων, κυρίως υποτιμά την ταλαιπωρία που υφίστανται οι ασθενείς, αλλά και την ανάγκη ανακούφισης του πόνου τους. Επιπροσθέτως, παρά τα τόσα χρόνια λειτουργίας των ιατρείων πόνου, πολλοί πολίτες δεν γνωρίζουν την ύπαρξή τους, αλλά και πολλοί συνάδελφοι δεν παραπέμπουν έγκαιρα τους ασθενείς προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά ο πόνος τους.
Εμείς έχουμε εκφράσει τις επιφυλάξεις και ενστάσεις μας για το νομοσχέδιο που ψηφίσθηκε πρόσφατα φερόμενο ως «Ολοκληρωμένο Σύστημα Παροχής Ανακουφιστικής Φροντίδας». Αναμφισβήτητα η: «διασφάλιση και η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών που πάσχουν από απειλητική για τη ζωή τους ασθένεια ή από χρόνια εξελικτική ασθένεια», όπως αναφέρεται στον σκοπό του νομοσχεδίου, είναι επιθυμία όλων όσων υπηρετούν το Σύστημα Υγείας.
Ο όρος ανακουφιστική φροντίδα, στο πλαίσιο της ολιστικής διαχείρισης, εμπεριέχει και την έννοια της ελάττωσης έως εξάλειψης του πόνου σε όλες τις εκφάνσεις του, σωματικού και ψυχικού. Ωστόσο ουδεμία αναφορά γίνεται στην λέξη «πόνος» -το χειρότερο ίσως πρόβλημα των χρονίως πασχόντων.
Εκτιμούμε ότι ανάλογο εγχείρημα πρέπει να έχει τη βάση του στις δημόσιες δομές παροχής υπηρεσιών υγείας, οι οποίες ήδη παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης και φροντίδας χρονίως πασχόντων ασθενών με απειλητικά για τη ζωή νοσήματα ή νοσήματα που επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό την ποιότητα ζωής τους, και θα πρέπει αυτές να ενισχυθούν. Πρέπει να λειτουργεί μέσα από τις υφιστάμενες δομές και όχι «συνδυαστικά με τις λοιπές υφιστάμενες δομές του Εθνικού Συστήματος Υγείας».
Έχουν τη δυνατότητα οι γιατροί των Ιατρείων πόνου να συνταγογραφούν αναλγητικά φάρμακα και αρκεί αυτό από μόνο του;
Οι αναισθησιολόγοι μπορούν να συνταγογραφούν κανονικά όλα τα αναλγητικά φάρμακα (οπιοειδή ή μη). Είναι από τις ελάχιστες ειδικότητες που μπορούν πολύ στοχευμένα να χειρίζονται τα φάρμακα αυτά προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον πόνο, είτε καλοήθους είτε κακοήθους αιτιολογίας, με ορθό και αποτελεσματικό τρόπο. Σημαντικό πρόβλημα όμως αποτελεί το γεγονός ότι δεν μπορούν να συνταγογραφήσουν παραπεμπτικά για εξετάσεις εργαστηριακές ή και απεικονιστικές που θα βοηθούσαν πολύ στη διάγνωση του προβλήματος των ασθενών με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόβλημα στη διαχείριση τους. Συχνά επίσης, υπάρχουν ζητήματα με τη διαθεσιμότητα των αναλγητικών φαρμάκων που κυκλοφορούν στην αγορά.
Στη πράξη, βάσει του νόμου του 2019, δεν υπάρχει πρόβλημα στη συνταγογράφηση των οπιοειδών φαρμάκων για τη διαχείριση των καρκινοπαθών ασθενών για τους αναισθησιολόγους που εργάζονται σε ιατρεία πόνου και γνωρίζουν πάρα πολύ καλά πως να διαχειρίζονται το πόνο. Μπορεί όμως να προκύψουν προβλήματα κατά τη συνταγογράφηση αναλγητικών από συναδέλφους άλλων ειδικοτήτων που δεν έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε κακή χρήση των αναλγητικών σκευασμάτων, σε πρόκληση παρενεργειών και αναποτελεσματική αντιμετώπιση του πόνου των ασθενών. Επίσης, υπάρχει πρόβλημα με τη διαθεσιμότητα των οπιοειδών κατά καιρούς, λόγω καθυστερήσεων που διαπιστώνονται στη ταχεία προμήθεια των χαρακτηρισμένων ως «φάρμακα του κρατικού Μονοπωλίου της Χώρας», όπως τα σκευάσματα μορφίνη, πεθιδίνη .Ο θεσμός ελέγχου των οπιοειδών αναλγητικών μέσω Κρατικού Μονοπωλίου είναι καθαρά αναχρονιστικό και ελληνικό φαινόμενο!
Ποια είναι η δική σας εμπειρία στο Ιατρείο όπου εργάζεστε;
Τον τελευταίο χρόνο καταβάλω συστηματική προσπάθεια για την ένταξη του Ιατρείου Πόνου στον οργανισμό του νοσοκομείου στο οποίο εργάζομαι. Η Μονάδα Ανακούφισης Χρόνιου Πόνου (ΜΑΧΠ) που επιδιώκουμε να δημιουργηθεί στο νοσοκομείο, αφορά ουσιαστικά στη μετονομασία του υπάρχοντος Τακτικού Εξωτερικού Ιατρείου Πόνου και ηστελέχωση θα γίνει από το υπάρχον προσωπικό του ιατρείου χωρίς περαιτέρω επιβάρυνση του νοσοκομείου, ενώ το κόστος λειτουργίας θα παραμείνει το ίδιο. Ωστόσο, η πρόσφατη απάντηση που έλαβα από το υπουργείο Υγείας, είναι ότιτο θέμα δεν εντάσσεται στις άκρως επείγουσες και αναγκαίες περιπτώσεις τροποποίησης του οργανισμού, καθώς στην παρούσα φάση και σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, οι τροποποιήσεις διενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, διαδικασία ιδιαίτερα πολύπλοκη και χρονοβόρα.
Αυτό δημιουργεί πολλαπλά προβλήματα, καθώς αφενός δεν μας επιτρέπεται να χορηγούμε εισιτήριο και εξιτήριο ημερήσιας συνήθως νοσηλείας προκειμένου να χρεωθούν υλικά παρεμβατικών πράξεων για τη διαχείριση του χρόνιου πόνου των ασθενών και αφετέρου αποτελεί ουσιαστική τροχοπέδη στις εφαρμόσιμες θεραπευτικές τεχνικές, εις βάρος των ασθενών.
Τα κριτήρια με τα οποία χαρακτηρίζεται ή όχι ως επείγουσα και αναγκαία περίπτωση, θα πρέπει να τα εξηγήσουμε και στους ασθενείς μας, που περιμένουν από εμάς ανακούφιση. Τελικά, οι ασθενείς αυτοί συχνά καταφεύγουν σε ιδιωτικές δομές με ιδιαίτερα υψηλό κόστος προκειμένου να υποβληθούν σε ειδικότερες παρεμβατικές αναλγητικές τεχνικές.
Ο λόγος που δεν εντάσσονται στο ΕΣΥ αυτά τα ιατρεία, πιστεύω ότι είναι το γεγονός ότι δεν έχει αξιολογηθεί ο πόνος, ο οποίος βασανίζει τον άρρωστο, όσο κάποιοι δεν μπορούν να φανταστούν. Καρκινοπαθείς και άλλοι πάσχοντες από χρόνιο πόνο, αντιμετωπίζονται από αναισθησιολόγους οι οποίοι τρέχουν ακατάπαυστα μεταξύ χειρουργείων, κλινικών, μονάδων εντατικής θεραπείας, μονάδων COVID, ΤΕΠ, διακομιδών κι εργαστηρίων. Κι όλα αυτά σε μια εποχή που η έλλειψη αναισθησιολόγων αποτελεί ίσως την μεγαλύτερη απειλή του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Τι συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
Σε όλα τα ευνομούμενα κράτη η παροχή υπηρεσιών αντιμετώπισης πόνου είναι ενταγμένη στο δημόσιο σύστημα υγείας. Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, η αλγολογία είναι εξειδίκευση και μάλιστα σε πολλές αποτελεί και ανεξάρτητη ειδικότητα. Στην Αμερική αποτελεί ξεχωριστή ειδικότητα από το 1986. Στην Αγγλία μάλιστα η ειδικότητα της παρηγορητικής είναι κύρια ειδικότητα.
Ποια είναι τα συνηθέστερα προβλήματα που αναφέρουν οι άνθρωποι που επισκέπτονται τα ιατρεία πόνου;
Καταρχάς να ξεκαθαρίσουμε πως χρόνιος είναι ο πόνος ο οποίος παραμένει για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από δύο έως έξι μήνες. Είναι ο πόνος που γίνεται βασανιστικός, οδηγεί τον ασθενή σε συν-νοσηρότητες όπως κατάθλιψη, ανορεξία, κοινωνική απόσυρση. Είναι ο πόνος ο οποίος πρέπει να αντιμετωπίζεται στα ειδικά κέντρα πόνου, όπως αποφάσισε και η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας από το 1986.
Τα συνηθέστερα προβλήματα για τα οποία παραπονούνται οι ασθενείς είναι οσφυαλγία, αυχεναλγία, ραχιαλγία, οστεοαρθρίτιδα, μυοσκελετικά σύνδρομα, κεφαλαλγίες, μεθερπητική νευραλγία, νευραλγία τριδύμου, ινομυαλγία, νευροπάθειες που δημιουργούνται από σακχαρώδη διαβήτη,πόνοι που προκύπτουν από σκλήρυνση κατά πλάκας, parkinson, εγκεφαλικά επεισόδια, ογκολογικά περιστατικά κ.α. Σήμερα οι ογκολογικοί ασθενείς είναι μόλις το 1/3 ίσως και λιγότερο, ενώ οι ασθενείς με χρόνιο καλοήθη πόνο είναι πολύ περισσότεροι και συνήθως γυναίκες.
Ποιοι γιατροί επιδεικνύουν τη λιγότερη ευαισθησία και ενσυναίσθηση απέναντι στον πόνο των ασθενών;
Θεωρώ πως η ευαισθησία ή όχι για την αναγνώριση και τη διαχείριση του πόνου είναι περισσότερο προσωπικό θέμα παρά θέμα ιατρικής ειδικότητας. Ωστόσο, κάποιες ειδικότητες όπως οι ογκολόγοι, ρευματολόγοι, νευροχειρουργοί, ορθοπεδικοί και νευρολόγοι θα πρέπει να διαθέτουν μεγαλύτερη ενσυναίσθηση λόγω και της φύσης των προβλημάτων των ασθενών που διαχειρίζονται. Το σίγουρο είναι πως η διαρκής προσπάθεια ενημέρωσης και εκπαίδευσης που γίνεται από τις συναφείς επιστημονικές εταιρείες προς όλους τους επαγγελματίες υγείας, είναι πάρα πολύ σημαντική γιατί η αιτιολόγηση των επώδυνων καταστάσεων είναι πολυπαραγοντική και η διαχείριση τους διεπιστημονική. Οπότε όλοι χρειαζόμαστε όλους προκειμένου να βελτιώσουμε τη ποιότητα ζωής των ασθενών μας. Το ιδανικό ιατρείο πόνου θα πρέπει να είναι στελεχωμένο με πολλούς εξειδικευμένους επιστήμονες: τον έμπειρο αλγολόγο, τον θεράποντα ανάλογα με το κύριο αίτιο του πόνου, ψυχολόγο, νοσηλευτή, κοινωνική λειτουργό και φυσιοθεραπευτή. Είναι απαραίτητη η εμπλοκή όλων με τρόπο τέτοιο ώστε να υπάρχει μια ολιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση του ασθενούς.
Ποιο είναι για εσάς το πιο σημαντικό μάθημα/γνώση που σας έχει δώσει η εργασία σας στα ιατρεία πόνου;
Το ότι έμαθα να αφουγκράζομαι και να σέβομαι αυτό που μου καταθέτουν οι ασθενείς μας και να θεωρώ δεδομένο το ότι αυτό που μου περιγράφουν ως εμπειρία πόνου αυτό και είναι, χωρίς καμία διάθεση αμφισβήτησης ή επικριτικής ματιάς, γιατί το βίωμα του πόνου είναι πολύ προσωπικό θέμα και χρήζει ανάλογης αντιμετώπισης.
Επίσης, αυτό που εισπράττω είναι ικανοποίηση και αναγνώριση για την επιλογή μου να ασχοληθώ με το αντικείμενο αυτό, μέσα από την επαφή μου με τους ασθενείς και την ευγνωμοσύνη που βλέπω στα μάτια τους όταν παίρνω λίγο από τον βασανιστικό πόνο τους που καθιστά τη καθημερινότητα τους άκρως δυσλειτουργική. Και αυτό για το οποίο μάχομαι και μέσα από τη θέση της προέδρου της Ελληνικής Εταιρείας Αλγολογίας είναι για την εκπαίδευση γιατρών και ασθενών, για την επάρκεια οπιοειδών φαρμάκων και για θεσμοθέτηση των ιατρείων πόνου και παρηγορητικής θεραπείας σε ένα πλαίσιο που θα σέβεται τον ασθενή και θα έχει ως στόχο την ανακούφισή τους.