Ευθύνες στις βρετανικές αρμόδιες αρχές για τη διαχείριση της υπόθεσης με το μολυσμένο αίμα που χρησιμοποιούνταν σε μεταγγίσεις και εγχειρίσεις από τη δεκαετία του 1970 ως και τη δεκαετία του 1990 στο Ηνωμένο Βασίλειο επιρρίπτει η έκθεση 2500 του πρώην δικαστή Μπράιαν Λάνγκσταφ.
Ο Λάνγκσταφ που ανέλαβε τη διερεύνηση της υπόθεσης του μολυσμένου αίματος που προκάλεσε τον αχρείαστο θάνατο περίπου 3000 ανθρώπων επί 30 χρόνια, εξετάζοντας χιλιάδες μάρτυρες και χιλιάδες κρατικά και ιατρικά έγραφα επί περίπου επτά χρόνια, κατέληξε στο συμπέρασμα πως «η αλήθεια αποσιωπήθηκε επί δεκαετίες» και ότι «το σκάνδαλο θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί» εάν οι γιατροί, οι υπηρεσίες διαχείρισης του αίματος και οι διαδοχικές κυβερνήσεις έδιναν προτεραιότητα στην ασφάλεια των ασθενών…
Όπως διαπίστωσε, λόγω έλλειψης στις βρετανικές τράπεζες αίματος, το βρετανικό δημόσιο σύστημα υγείας της Βρετανίας, (το κάποτε ζηλευτό NHS) στράφηκε σε Αμερικανούς προμηθευτές. Αυτοί πλήρωναν τους αιμοδότες, μεταξύ αυτών ήταν κρατούμενοι σε φυλακές και μέλη άλλων ομάδων υψηλού κινδύνου. Ο δικαστής τόνισε σε δηλώσεις που έκανε παρουσιάζοντας την έκθεση πως «η αντίδραση των αρχών απλώς επιδείνωσε την οδύνη των θυμάτων».
Just attended an incredibly poignant and moving event with @HepatitisCTrust in Parliament Square. Victims and families gathered on the eve of the @bloodinquiry final report. A minute of silence was held to remember the 3,000 who have died because of contaminated blood. pic.twitter.com/5fBlRrQKf1
— Ella Pickover (@ellapickover) May 19, 2024
Το σκάνδαλο που συνεχιζόταν για δεκαετίες προκαλώντας σοβαρές ασθένειες και θάνατο σε χιλιάδες ανυποψίαστους ανθρώπους αφορά την «χειρότερη ιατρική καταστροφή» στην ιστορία του βρετανικού συστήματος υγείας αφού το NHS δεν ενημέρωσε παρά μόνο όταν ήταν πολύ αργά τους ασθενείς που μολύνθηκαν, κάποιες φορές έπειτα από χρόνια.
Παράλληλα, οι αρχές δεν απέσυραν τα προϊόντα αίματος όταν εκφράστηκαν αμφιβολίες για την ποιότητά τους.
Το NHS δεν επιδίωξε ενεργά να μειώσει τις εισαγωγές αίματος από τις ΗΠΑ και ταυτόχρονα οι δωρεές αίματος στη Βρετανία δεν ελέγχονταν επαρκώς.
Στην έκθεση επισημαίνεται η ευθύνη των διαδοχικών κυβερνήσεων που καθυστέρησαν να αντιδράσουν όταν ξέσπασε το σκάνδαλο.
This week sees the release of the Infected Blood report and AND Paula Vennells giving evidence at the Post Office Inquiry.
— Private Eye Magazine (@PrivateEyeNews) May 20, 2024
The Eye first covered the contaminated blood story in 1987 and the Post Office in 2011.
Want to know what inquiries will be happening ten years from now… pic.twitter.com/pF3tCgsv85
«Είναι καιρός πλέον να αναγνωρίσουμε σε εθνικό επίπεδο αυτήν την καταστροφή και να χορηγήσουμε μια δίκαιη αποζημίωση σε όσους υπέστησαν βλάβη» ανέφερε ο πρώην δικαστής Λάνγκσταφ.
Ορισμένα από τα θύματα έλαβαν μια πρώτη αποζημίωση ύψους 100.000 λιρών το 2022, όταν δημοσιοποιήθηκε μια ενδιάμεση έρευνα. Αλλά το συνολικό ύψος της αποζημίωσης θα ανακοινωθεί αυτήν την εβδομάδα και αναμένεται ότι θα ανέλθει σε πολλά εκατομμύρια.
Η σημερινή είναι μια «αξιομνημόνευτη ημέρα» σχολίασε σε συνέντευξη Τύπου ο Άντριου Έβανς, ο ιδρυτής της οργάνωσης Tainted Blood («Μολυσμένο Αίμα»), αιμορροφιλικός που μολύνθηκε από τον HIV και την ηπατίτιδα C όταν ήταν πέντε ετών.
NHS doctors used Haemophiliac children for reckless medical experiments https://t.co/aQM6BEDnOI thousands are dead – it's time for justice for infected blood victims @cazjwheeler #Haemophilia #ContaminatedBlood @CampaignTB pic.twitter.com/DoTodzOCm6
— Tainted Blood (@CampaignTB) April 20, 2024
«Κάποιες φορές είχαμε την εντύπωση ότι φωνάζαμε στο κενό, αυτά τα τελευταία σαράντα χρόνια. Αυτό που συνέβη σήμερα αποδεικνύει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί στη Βρετανία» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στο θέμα αναμένεται να αναφερθεί αργότερα απόψε στη Βουλή των Κοινοτήτων ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ.