Το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών στην Ιταλία αποδείχθηκε γλυκόπικρο για την ακροδεξιά πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι. Μιας και το στοίχημά της στις Ευρωεκλογές δεν ήταν τόσο να επιτύχει την πρωτιά στην Ιταλία, στόχος εν πολλοίς δεδομένος, η Μελόνι -η οποία ήταν και η μόνη ευρωπαία ηγέτιδα επικεφαλής ευρωψηφοδελτίου- δεν κατάφερε εν τέλει να ξεπεράσει το ψυχολογικό όριο του 30%, μένοντας στο 28,8%. Ένα ποσοστό που αγκαλά και ήταν πολύ μεγαλύτερο από την απόδοσή της στην αντίστοιχη αναμέτρηση το 2019, ιστορικά μένει κάτω από τα ποσοστά, πάντα άνω του 30%, που φέρνει συνήθως ένα κόμμα που πρωτεύει στις ευρωεκλογές στην Ιταλία. Μέχρι και η χαμηλή προσέλευση (49,6%) στις κάλπες έμοιαζε να θέλει να χαλάσει τη θριαμβική εικόνα που ευελπιστούσε η Μελόνι.
Εκείνο, φυσικά, που πρωτίστως ένοιαζε την Μελόνι στις προκείμενες Ευρωεκλογές ήταν να συγκεντρώσει ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό που πέτυχε, ώστε να έχει θέση ισχύος στην ιδιότυπη τούτη course au clocher -όπως στο κυνήγι για τις αποικίες- με τους Σοσιαλιστές, για το ποιος θα προφτάσει να βάλει πρώτος τη σημαία του στην εκλογική επικράτεια κοντά στο ΕΛΚ για να συμπράξει μαζί του στη διακυβέρνηση της Ε.Ε. και να επηρεάζει τις μελλοντικές αποφάσεις στην ήπειρο. Μόνο που η Μελόνι, όσο κι εάν κι οι άλλες ακροδεξιές παρατάξεις τα πήγαν θεαματικά στην Ευρώπη, όσο κι εάν το άθροισμά των δύο ευρωομάδων ERC και ID (148 έδρες) τις κατατάσσει δεύτερη δύναμη στο Ευρωκοινοβούλιο, δεν φαίνεται να μπορεί να υλοποιήσει τα όνειρά της, για συνδιοίκηση της Ε.Ε..
Η κατεστημένη συμμαχία των Δεξιών, Φιλελευθέρων και Σοσιαλιστών στην Ε.Ε. , που στηρίζουν την προεδρία της Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν, φάνηκε πως αντέχει. Μάλιστα, η καλή επίδοση (9,6%) του κυβερνητικού εταίρου της Forza Italia του πρώην προέδρου του Ευρωκοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι, που μετέχει στο ΕΛΚ, όπως και τα εξαίρετα αποτελέσματα από το Δημοκρατικό Κόμμα (PD) της Έλλι Σλάιν, που μετέχει στην σοσιαλιστική ευρωομάδα, εξασφαλίζουν στην Ούρσουλα μία πλειοψηφία δεν θα χρειασθεί το ακροδεξιό δεκανίκι. Το PD (όπως και στην Ισπανία οι Σοσιαλιστές του Πέδρο Σάντσεθ), κατέπληξε τους πάντες, αλλά και τον εαυτό του και συγκέντρωσε ένα ακατόρθωτο πριν λίγο καιρό 24%. Μία επιτυχία που οφείλεται κυρίως στην ανταπόκριση που είχε η αλλαγή τακτικής του κόμματος, που μακριά πλέον από την κυβέρνηση και την εφαρμογή κατά γράμμα των οδηγιών και του προγράμματος που επέβαλαν οι Βρυξέλλες στην Ιταλία, θυμήθηκε κάπως τον παλιό αριστερό χαρακτήρα του. Ορθώνοντας μία πραγματικά αντιπολιτευτική κριτική στη Μελόνι και τον όψιμο ευρωατλαντικό προσανατολισμό της, τις αντεργατικές και αντιλαϊκές πολιτικές της, τις επιθέσεις της ενάντια στο σύστημα υγείας και τις άλλες κοινωνικές κατακτήσεις και τα δικαιώματα (είτε ανθρώπινα, είτε εργασιακά, είτε κοινωνικά, είτε ταυτότητας και φύλου), η Σλάιν κατάφερε να ξαναφέρει στο PD πολλούς απογοητευμένους, αποξενωμένους και μεταπηδήσαντες ψηφοφόρους του. Χάρις στο PD και το PSOE του Σάντσεθ, μάλιστα, οι Ευρωσοσιαλιστές απέφυγαν το μεγάλο debacle μετά την παταγώδη κάθοδο του Όλαφ Σολτς στη Γερμανία. Εάν στην επιτυχημένη πορεία του PD προστεθεί και η εκτόξευση της συμμαχίας αριστερώνοικολόγων του AVS, που με 6,8% κάνει μία δυναμική είσοδο ως υπολογίσιμη δύναμη στο ευρύτερο πολιτικό δίπολο δεξιάς-αριστεράς στην Ιταλία, οι προοπτικές για μία ουσιώδη κι αποτελεσματική αντιπολίτευση στη νεοφασιστική κυβέρνηση αναθαρρεύουν. Με το κόμμα αυτό εξελέγη και η Ιλάρια Σάλις, η ακτιβίστρια που βρίσκεται φυλακισμένη στην Ουγγαρία για επίθεση σε νεοφασίστα και η υπόθεσή της έχει συγκινήσει την κοινή γνώμη κι έχει εξάψει την αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση (μιας και η Μελόνι είναι σύμμαχος του Όρμπαν) και την αντιπολίτευση. Πλέον η αποφυλάκισή της αναμένεται μόλις ορκισθεί ευρωβουλευτής.
Βέβαια, προς ανακούφιση της Μελόνι ο κυβερνητικός συνασπισμός βγαίνει ενισχυμένος από τις Ευρωεκλογές. Ιδίως όσον αφορά την πιο ευρωπαϊκή πλευρά του, γιατί το Forza Italia ξεπέρασε την ξενοφοβική και ευρωσκεπτικιστική Λέγκα του Σαλβίνι, που έμεινε στο 9%. Με δεδομένο τον ευρωπαϊσμό του Ταγιάνι κι εχέγγυο την ευρω-νατοϊκή ταύτιση της Μελόνι, η νεοφασίστρια ηγέτιδα δεν έχει να φοβάται από τις Βρυξέλλες. Απεναντίας, τώρα που η ομογάλακτός της Μαρίν Λεπέν θριάμβευσε στη Γαλλία, η πολιτικο-ιδεολογική ακροβασία της Μελόνι μεταξύ του φιλο-ευρωπαϊσμού και της λαϊκιστικής ακροδεξιάς, μπορεί να της δώσει έναν ρόλο μεσολαβητικό, μίας παράλληλης εξουσίας, παρά τω πλευρώ της φον ντερ Λάιεν. Η Μελόνι θα μπορεί κάλλιστα να παρεμβαίνει σε περιστάσεις όπου η μαγνητική βελόνα της πολιτικής των Βρυξελλών θα δέχεται ακροδεξιές παρεμβολές, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο το προφίλ της, ως επίδοξης διαδόχου της Άνγκελα Μέρκελ στο ευρωπαϊκό στερέωμα.
Εκείνοι που εμφανώς δεν μένουν ικανοποιημένοι από τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών είναι το Κίνημα 5 Αστέρων του πρώην πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε, που με το 9,95% σημείωσε το χειρότερο ποσοστό του κόμματος από το 2013. Πλέον ανοίγει ένας κύκλος αμφισβήτησης της ηγεσίας κι ένας σκεπτικισμός για το μέλλον του, καθώς το κόμμα έχασε ψήφους και στα παραδοσιακά του προπύργια. Από την άλλη πλευρά η Λέγκα του Σαλβίνι έμεινε στο 9%, χωρίς να καταφέρει να κερδίσει ποσοστά από την υποψηφιότητα του αμφιλεγόμενου στρατηγού Βανάτσι, που όλο καταφέρνει -με αρνητικό τρόπο- να στρέφει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας. Οι 500.000 ψήφοι για τον Βανάτσι δεν έκαναν τη διαφορά για τον Σαλβίνι, που κι εκείνος έτρεφε ηγετικές φιλοδοξίες, μέσω και της επιτυχίας της ευρωομάδας του ID και του θριάμβου της ομόσταυλης Λεπέν. Το τελικό αποτέλεσμα όμως είναι καθηλωτικό και μάλιστα μετά την προσπέρασή του από τη Forza Italia και τον αναμενόμενο ενισχυμένο ρόλο του Ταγιάνι και σ’ ευρωπαϊκό επίπεδο , τον υποβιβάζει στον ρόλο του τρίτου και του απλού στρατιώτη στην κυβέρνηση. Το πιο ταπεινωτικό όμως ήταν το αποτέλεσμα στο Μιλάνο, την πόλη του Σαλβίνι, όπου η Λέγκα έμεινε στην έβδομη θέση, καταϊδρωμένη μετά το PD, που πρώτευσε με δέκα μονάδες πάνω από το FdI της Μελόνι. Επιπλέον, η αποτυχία στις ευρωεκλογές αποδυναμώνει και τη θέση του στο κόμμα, όπου ήδη πνέουν άνεμοι αμφισβήτησης ενόψει του συνεδρίου, που ενδέχεται να οδηγήσουν στην σχεδόν δρομολογημένη αποκαθήλωσή του από την ηγεσία. Φήμες θέλουν τον επίδοξο διάδοχό του Λούκα Τζάγια να υπουργοποιείται, προλειαίνοντας το έδαφος για την αντικατάστασή του και μέσα στην κυβέρνηση. Από την επομένη των εκλογών ήδη μάλιστα έχει ξεσπάσει μία πολεμική κι ένας κύκλος ομφαλοσκόπησης στο κόμμα, με αφορμή την επίθεση του Σαλβίνι στον ιδρυτή της Λέγκας Ουμπέρτο Μπόσι, τον οποίο κατηγορεί για προδοσία κι απειλεί να τον διαγράψει από το κόμμα, διότι ο Senatur τάχθηκε υπέρ υποψηφίου της Forza Italia, αμφισβητώντας τις επιλογές του τωρινού leader της παράταξης. Πλέον ο Σαλβίνι μοιάζει να επιβεβαιώνει πως είναι ένας ηγέτης χωρίς παράταξη πίσω του κι η πίστωση που ζητούσε μέχρι τις ευρωεκλογές μάλλον έχει σωθεί.
Ακόμη χειρότερα είναι τα αποτελέσματα για τους μονομάχους του «Κέντρου» Κάρλο Καλέντα και Ματέο Ρέντσι, που οι σχηματισμοί τους ούτε καν έπιασαν το εκλόγιμο όριο και θα απουσιάζουν από την Ευρωβουλή. Είναι εμφανές πως μετά τα αποτελέσματα, το πολιτικό παιχνίδι στην Ιταλία έχει παραμείνει ανάμεσα στη Μελόνι και στη Σλάιν. Η νεοφασίστρια πρωθυπουργός επιβεβαιώνει πως είναι με διαφορά η ηγεμονική δύναμη στον χώρο της δεξιάς και η αδιαμφισβήτητη «Σιδηρά Κυρία» της ιταλικής πολιτικής (προσωπικά την ψήφισαν 2 εκατ. πολίτες). Με προοπτικές να διαδραματίσει κι ακόμη πιο ενεργό ρόλο στα ευρωπαϊκά κι ελέω Αμερικανών και στα διεθνή δεδομένα, ως καλύτερος σημαιοφόρος και πρόθυμος τοποτηρητής των ευρω-ατλαντικών συμφερόντων στην Ε.Ε., την Ουκρανία, τη Λιβύη, την Υεμένη, τον Ειρηνικό. Από την πλευρά της η Σλάιν καταφέρνει να επιβάλει την προσωπικότητά της στον χώρο της Αριστεράς, πείθοντας πως είναι ικανή να συσπειρώνει και να φέροντας εις πέρας δύσκολες εκλογικές προκλήσεις ότι μπορεί να ενσαρκώσει την ελπίδα για ανάκαμψη του χώρου, που επί χρόνια πελαγοδρομεί ανάμεσα στον πραγματιστικό ρεφορμισμό και την άκαρπη σοσιαλδημοκρατική ανασκόπηση, που δεν μετουσιώνεται σε πράξεις, καθώς συμβιβάζεται πάντα με τον ευρω-ατλαντισμό (βλέπε κυβερνήσεις Κόντε και Μάριο Ντράγκι) και βυθίζει στην αναξιοπιστία το PD.
Βέβαια, η 10η Ιουνίου, η αποφράς επέτειος για τα εκατό χρόνια μετά τη δολοφονία του σοσιαλιστή ηγέτη Τζάκομο Ματεότι από τους φασίστες μπράβους του Μουσολίνι, βρίσκει την Ιταλία να ηγεμονεύεται και πάλι από μία κυβέρνηση, που κυριαρχείται από τους επιγόνους του (FdI) ή συνοδοιπόρους της μισαλλόδοξης ιδεολογίας του (Λέγκα). Μία ιδεολογία που ανατριχιαστικά μοιάζει να εξαπλώνεται -όπως είχε γίνει και στη δεκαετία του 1930- και στην υπόλοιπη Ευρώπη: νεοναζιστές του AfD στη Γερμανία αναβιώνουν τις μνήμες του Χιτλερισμού, η Λεπέν στη Γαλλία τη βία και το μίσος της Action Française, οι φιλο-ναζί στην Ολλανδία, την Αυστρία και δευτερευόντως στις ανατολικές χώρες. Η εμπειρία του φασισμού μοιάζει μακρινή, η θυσία του Ματεότι μένει σχεδόν άγνωστη σε πολλούς σήμερα και μάλιστα, επισκιασμένη από τον ορυμαγδό των ευρωεκλογών, το μήνυμά της επίκαιρο όσο ποτέ θα μείνει παραμερισμένο.
Δυστυχώς τα σφάλματα του παρελθόντος φαίνεται δεν διδάσκουν, αλλά ακόμη χειρότερα σήμερα δεν υπάρχουν φωνές σαν του Ματεότι για να καταγγείλουν τις ζοφερές εποχές που μέλλουν να ξημερώσουν.