Θα περίμενε κανείς να υπάρξει μία γενικευμένη έκφραση ανακούφισης για το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών. Το μεγάλο κακό, η ανάδειξη της άκρας δεξιάς σε πρώτη δύναμη στη γαλλική βουλή αποφεύχθηκε. Αντίθετα μάλιστα, το αντίπαλον δέος, μια συμμαχία σοσιαλδημοκρατικών, οικολογικών και αντινεοφιλελεύθερων αριστερών δυνάμεων κατάφερε να υψώσει συνεργαζόμενη το τείχος που έφραξε το δρόμο της άκρας δεξιάς. Ακριβώς όμως η ισχυρή παρουσία μιας αντινεοφιλελεύθερης συνιστώσας στη συμμαχία του Νέου Λαϊκού μετώπου της Γαλλίας, η «Ανυπότακτη Γαλλία» του Ζαν-Λυκ Μελανσόν είναι αυτή που δεν επιτρέπει στους πολιτικούς κύκλους της Γερμανίας να δείξουν πραγματική ανακούφιση.
Ο καγκελάριος, σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς δεν ανήκει αναγκαστικά και σε πρώτη φάση σε αυτή τη χορεία. Όντας επικεφαλής του κόμματός του εξέφρασε ακριβώς αυτό το συναίσθημα, της ανακούφισης. Το αδελφό του κόμμα στη Γαλλία ανήκει στη συμμαχία των νικητών και προφανώς ο Σολτς επέτρεψε στο εαυτό του να εκφραστεί έτσι για πολλαπλούς λόγους. Αφενός η «Εθνική Συσπείρωση» δε θα μπορέσει να κυβερνήσει και άρα αποσοβείται ο αντιευρωπαϊκός κίνδυνος που θα αποτελούσε μια τέτοια κυβέρνηση. Παράλληλα υπάρχει ελπίδα πως το αντιακροδεξιό ρεύμα μπορεί να επηρεάσει και τα γερμανικά πράγματα: στις ευρωεκλογές η ξενόφοβη, υπερσυντηρητική και με ακροδεξιές τάσεις AfD αναδείχθηκε σε δεύτερη δύναμη, ενώ το φθινόπωρο γίνονται κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις σε τρία κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Και στα τρία αυτά κρατίδια η AfD μπορεί να ξαναβγεί πρώτη και να θέλει να ασκήσει εξουσία.
Από την άλλη, ο Σολτς, έχοντας μόλις συμφωνήσει με τους άλλους δύο κυβερνητικούς εταίρους σε ένα σχέδιο προϋπολογισμού για το 2025 που χαρακτηρίζεται από σκληρή λιτότητα και μέτρα εις βάρος ανέργων και συνταξιούχων, αλλά και σε σημαντική αύξηση των δαπανών για στρατιωτικούς σκοπούς, βλέπει την παρουσία των σοσιαλδημοκρατών μέσα στη νικήτρια συμμαχία των γαλλικών εκλογών ως έναν παράγοντα που δε θα επιτρέψει στις αντινεοφιλελεύθερες δυνάμεις να πάρουν μέτρα ουσιαστικής κοινωνικής πολιτικής. Έτσι δε θα αποτελέσει η Γαλλία το πρότυπο μιας κοινωνικής στροφής, κάτι που θα οδηγούσε σε πιέσεις πανευρωπαϊκά, αλλά και μέσα στη Γερμανία. Αυτό προφανώς δε λέγεται έτσι αλλά κρύβεται πίσω από μια ρητορική περί τήρησης της «δημοσιονομικής σταθερότητας».
Αριστερά και δεξιά; Λαϊκιστές!
Την άποψη του Σολτς, που δείχνει να συμμερίζεται η μεγάλη πλειοψηφία στο κόμμα του, αλλά και σημαντικό κομμάτι της γερμανικής κοινής γνώμης, δεν συμμερίζονται οι χριστιανοδημοκράτες. Ο αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο, στο Μπούντεσταγκ, Γιόχαν Βάντεπουλ, προέβη στη διαπίστωση με δημοσίευσή του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης πως η Γαλλία δεν έχει πια στη βουλή της μια πλειοψηφία υπέρ της Ευρώπης και υπέρ του ΝΑΤΟ. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι στον πυρήνα της ταυτότητας ολόκληρου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Από τη χριστιανοδημοκρατία πάντως έρχεται και στήριξη προς το πρόσωπο του Μακρόν. Το κορυφαίο στέλεχος του κόμματος που υπήρξε και υποψήφιος καγκελάριος το 2021, ο μετριοπαθής ακόμα και σε σχέση με το ουκρανικό Άρμιν Λάσετ έδωσε τα εύσημα στον Γάλλο πρόεδρο για την κίνησή του να κάνει εκλογές. Σύμφωνα με τον Λάσετ αυτή η κίνηση έδωσε την ευκαιρία να φανεί η πραγματική δύναμη της «Εθνικής Συσπείρωσης». Πριν τις εκλογές υπήρχε η αίσθηση πως η «Εθνική Συσπείρωση» είναι πλειοψηφία. Αυτό αποδείχτηκε αναληθές και αλλάζει το κλίμα.
Εξ αυτού ο Λάσετ επισημαίνει πως κάτι παρόμοιο μπορεί να συμβεί και στα κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας που έχουν εκλογές το φθινόπωρο: «Κινούμαστε σαν να έχει πέσει η Ανατολική Γερμανία ήδη στα χέρια της AfD. Στην πραγματικότητα όμως αυτό το κόμμα υποστηρίζεται μόνο από το ένα τρίτο των πολιτών που πάνε στην κάλπη». Αυτό ίσως μπορεί να εκληφθεί και ως άνοιγμα μιας συζήτησης για συνεργασίες με το κόμμα της Βάγκενκνεχτ, καθώς σε αυτά τα κρατίδια στις ευρωεκλογές η AfD ήρθε πρώτη, η χριστιανοδημοκρατία δεύτερη και η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ τρίτη. Ήδη στο προηγούμενο διάστημα κύκλοι της χριστιανοδημοκρατίας έλεγαν πως από θέση αρχής δεν αποκλείονται θεωρητικά συνεργασίες των δύο κομμάτων.
Ο μπαμπούλας Μελανσόν
Από την άλλη, ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός Μίχαελ Ροτ, επικεφαλής της επιτροπής του κοινοβουλίου για εξωτερικές υποθέσεις που ανήκει στα λεγόμενα «γεράκια», αναφανδόν υποστηρικτής του ΝΑΤΟ και του πολέμου -λόγος για τον οποίο έχει σημαντικά προβλήματα μέσα στο κόμμα του και γι’ αυτό έχει δηλώσει πως δε θα ξαναείναι υποψήφιος- κρούει στην εφημερίδα του Βερολίνου Tagesspiegel τον κώδωνα του κινδύνου: Σημαντικό μεν το ότι μπλοκαρίστηκε ο δρόμος της Λεπέν και του Μπαρντελά προς την εξουσία, αλλά η Γαλλία πλέον έχει πλειοψηφικό ρεύμα «λαϊκιστών», δεξιών και αριστερών.«Ο Μελανσόν είναι αντιγερμανός και δε διαφέρει ουσιαστικά από τη Λεπέν στην αντιγερμανική και αντιευρωπαϊκή συνθηματολογία». Ο Ροτ τα λέει αυτά, χωρίς ακόμα να είναι καν σαφές αν ο Μελανσόν θα γίνει πρωθυπουργός. «Το ζούμε και στη Γερμανία αυτό, με το κόμμα της Βάγκενκνεχτ» συνεχίζει ο Ροτ. «Ο Μελανσόν δεν πρέπει να γίνει πρωθυπουργός σε μια χώρα τόσο σημαντική όσο η Γαλλία» καταλήγει.
Από το κόμμα της Βάγκενκνεχτ πάντως δεν υπάρχει μέχρι τώρα επίσημος σχολιασμός των αποτελεσμάτων στη Γαλλία. Ίσως παίζει έναν ρόλο το γεγονός πως το κόμμα του Μελανσόν δε συνεργάζεται μαζί της σε επίπεδο ευρωκοινοβουλίου αλλά παραμένει στην ίδια ομάδα βουλευτών με το αριστερό κόμμα DieLinke. Η Γερμανία πάντως κοιτά με αγωνία τι συμβαίνει στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, στην πυρηνική δύναμη και στο κοινωνικό εργαστήριο που ονομάζεται Γαλλία. Όπως και όλη η Ευρώπη, αλλά και ο κόσμος.