Το ερώτημα δεν είναι τόσο θεωρητικό και «φιλοσοφικό» όσο ακούγεται. Σύμφωνα με άρθρο του climatebook.gr η στάθμη της τεχνητής λίμνης του Μόρνου, δηλαδή o κύριος ταμιευτήρας ύδρευσης της Αθήνας, βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα. Η σημαντική μείωση της έκτασης της τεχνητής λίμνης του Μόρνου παρατηρείται τους τελευταίους δύο μήνες λόγω της απουσίας βροχών, των υψηλών θερμοκρασιών αλλά και ως αποτέλεσμα του πολύ ήπιου χειμώνα με τις ελάχιστες χιονοπτώσεις στα ορεινά, όπου η τήξη τους δεν πρόσφερε τα μέγιστα στον υδροφόρο ορίζοντα.
Πιο συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη τα δορυφορικά δεδομένα που επεξεργάστηκε το climatebook, από τον δορυφόρο Sentinel-2, στις 2 Ιουλίου 2023 (ένα χρόνο πριν) η συνολική έκταση της επιφάνειας της λίμνης ήταν ~16.5 km², ενώ στις 26 Ιουνίου 2024 υπολογίστηκε ~12.8 km². Τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο η έκταση της λίμνης είναι κατά 15-20% συρρικνωμένη σε σχέση με την μέση τιμή από το 2010.
Στην ουσία, η έλλειψη αξιόλογων βροχοπτώσεων, η επιμονή των πολύ υψηλών θερμοκρασιών αλλά και οι λιγοστές χιονοπτώσεις του χειμώνα αυξάνουν τον κίνδυνο λειψυδρίας για τη συνέχεια του καλοκαιριού σε πολλές περιοχές της χώρας και κυρίως στα νησιά με την Κρήτη να βρίσκεται στην πιο δυσμενή θέση όλων. Με μεγάλο πρόβλημα λειψυδρίας είναι αντιμέτωπη η Κόρινθος, η Πύλος, Καλαμάτα και άλλες περιοχές.
Ο Σταύρος Ντάφης, φυσικός-μετεωρολόγος, συνεργάτης στο meteo.gr στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, σημειώνει μιλώντας στο «Κοσμοδρόμιο» πως μεγάλο μέρος της Μεσογείου δοκιμάζεται από το 2018 από περιόδους έντονης ξηρασίας. Σε μερικές περιπτώσεις αυτό οδήγησε σε σοβαρά προβλήματα λειψυδρίας, κυρίως στο Μαρόκο, στην Ισπανία, και στη Νότια Ιταλία.
Η εικόνα που περιγράφει ο κ. Ντάφης είναι πολύ ανησυχητική και προοικονομεί ένα δυστοπικό μέλλον. «Στη χώρα μας, μέχρι τις αρχές του 2024, μόνο η Θράκη και μερικές περιοχές της Κρήτης αντιμετώπιζαν παρατεταμένη έλλειψη βροχοπτώσεων και υδρολογική ξηρασία. Τους πρώτους 7 μήνες του έτους όμως, σχεδόν το σύνολο της Ελλάδας έχει δεχθεί πολύ λιγότερα ποσά βροχής από τον μέσο όρο της τελευταίας 30ετίας. Ιδιαίτερα περιορισμένες είναι οι βροχοπτώσεις στην ανατολική ηπειρωτική χώρα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τα Νησιά του Αιγαίου, όπου σχεδόν σε όλες τις περιοχές έχει καταγραφεί λιγότερο από το 20% του κανονικού για την εποχή ύψους υετού, σύμφωνα με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών/meteo.gr».
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με επιστημονική έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών/meteo.gr και τα αποτελέσματά της θα δημοσιευτούν στις αρχές του φθινοπώρου, καταγράφεται σημαντική έλλειψη χιονοπτώσεων στα ορεινά της Ελλάδας.
Τα προκαταρκτικά δεδομένα δείχνουν πως την περίοδο από το 2011 μέχρι σήμερα, μεταξύ Νοεμβρίου και Απριλίου οι ημέρες χιονοκάλυψης στη χώρα μας έχουν μειωθεί σε περιοχές της Πίνδου έως και 20 ημέρες σε σχέση με την περίοδο 1991-2010, ιδιαίτερα στην Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία. Το χιόνι πλέον εντοπίζεται σε μεγαλύτερα υψόμετρα και σε μικρότερες ποσότητες, κάτι που έχει άμεση επίπτωση στον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα την άνοιξη.
Ειδικότερα στα ορεινά γύρω από τη Λίμνη Μόρνου, τα Βαρδούσια, την Οίτη, την Γκιώνα και τα υπόλοιπα ορεινά της Ναυπακτίας, οι χιονοπτώσεις μέσα στο έτος ξεκινούν πιο αργά από ό,τι στο παρελθόν, κυρίως μετά τα μέσα Ιανουαρίου, και σπάνια χιονίζει με επαρκή χιονοκάλυψη την τελευταία 10ετία κάτω από τα 1.500 μ υψόμετρο.
Τον φετινό Ιούνιο δεν καταγράφηκε βροχή στους μετεωρολογικούς σταθμούς γύρω από τη Λίμνη Μόρνου, ενώ το μέσο ύψος βροχής την περίοδο 2010-2019 τον Ιούνιο ήταν 44 mm.
Kαμπάνιες πρόληψης από την ΕΥΔΑΠ
Βλέποντας τα ισχυρά καμπανάκια της απειλής για λειψυδρία η ΕΥΔΑΠ παρήγγειλεμια καμπάνια ενημέρωσης βασικό μήνυμα της οποίας είναι το: «Θες νερό; Κλείσε τη βρύση», ξυπνώντας έτσι μνήμες από την πιο απειλητική από άποψη λειψυδρίας διετία της Αθήνας -1991,1993- τότε ήταν και η τελευταία φορά που είχαμε δει καμπάνια πρόληψης για το νερό.
Σημειώνεται πως σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα στην Υποεπιτροπή Υδατικών Πόρων της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Προστασίας Περιβάλλοντος ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ Χάρης Σαχίνης, τον προσεχή Σεπτέμβριο, οπότε ολοκληρώνεται η τρέχουσα υδρολογική περίοδος, αναμένεται οι ταμιευτήρες της ΕΥΔΑΠ να έχουν απόθεμα 700 εκατ. κυβικών μέτρων. Κατά τον κ. Σαχίνη, το απόθεμα επαρκεί για την επόμενη τριετία, ενώ αυτή τη στιγμή υπάρχει έλλειμμα 250 εκατ. κυβικών μέτρων.
Είναι ενδεικτικό πως τον Σεπτέμβριο του 2022 οι ταμιευτήρες περιείχαν 1,1 δισ. κυβικά μέτρα, τα οποία τον Σεπτέμβριο του 2023 έπεσαν στα 950 εκατ. κυβικά. Με τα δεδομένα αυτά, όπως ανέφερε ο κ. Σαχίνης, «είμαστε σε ‘κίτρινο’ συναγερμό». «Θα δούμε τι θα γίνει και τον Σεπτέμβριο με Δεκέμβριο αν θα βρέξει, Δεκέμβριο με Μάρτιο αν θα χιονίσει, για να δούμε αν θα πρέπει να αλλάξουμε, να πάμε πιο γρήγορα σε ‘πορτοκαλί’ συναγερμό», σημείωσε.
Το πρόβλημα εντείνεται από την απώλεια νερού μέσα στο δίκτυο, απώλεια που ανέρχεται στο 23%, δεδομένου ότι ο μέσος όρος ηλικίας του δικτύου ύδρευσης είναι 60 χρόνων ως αποτέλεσμα των διαχρονικά χαμηλών επενδύσεων.
Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα η ΕΥΔΑΠ σκοπεύει να θέσει σε λειτουργία άλλες πηγές, καθώς σήμερα χρησιμοποιούνται πρωτίστως ο Μόρνος και ο Εύηνος και συμπληρωματικά ο Μαραθώνας και η Υλίκη. Πρόκειται για τη Μαυροσουβάλα, πηγή κάτω από την Πάρνηθα αλλά και τις πηγές του μέσου ρου του Βοιωτικού Κηφισού, οι οποίες είναι κοντά στην Υλίκη. «Είναι πηγές οι οποίες αντλούν το νερό από το υπέδαφος, οπότε έχουν ένα παραπάνω κόστος. Αλλά σε αυτή την περίπτωση τα μοντέλα μας λένε ότι πλέον πρέπει να μπουν κι αυτές για να βοηθήσουν, για να έχουμε νερό όχι μόνο για 3 χρόνια, αλλά να μπορέσουμε, αν συνεχιστούν οι ίδιες συνθήκες, να έχουμε νερό για τα επόμενα 4-5 χρόνια», εξήγησε ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ. Στα μακροπρόθεσμα σχέδια της εταιρείας είναι η αξιοποίηση του νερού των κέντρων επεξεργασίας λυμάτων της Ψυτάλλειας και του Θριασίου για βιομηχανική χρήση.