Η παγκόσμια ακροδεξιά μπορεί να χαίρεται γιατί απέκτησε μία πρωτεύουσα. Ελέω του ακραίου «αναρχοκαπιταλιστή» προέδρου της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι, ο οποίος εξάλλου έχει αυτόκλητα αναλάβει να οδηγήσει τη μάχη σε όποιο σημείο του ορίζοντα -όπως συνέβη με την Ισπανία και την επίθεσή του στον πρωθυπουργό της Πέδρο Σάντσεθ, καταστρατηγώντας όλα τα πρωτόκολλα και διεθνείς δεοντολογίες. Πάλι ο Μιλέι πρωταγωνιστεί σ’ αυτόν τον κατακτητικό πόλεμο της ακροδεξιάς με τις τελευταίες του ηχηρές πρωτοβουλίες: να φιλοξενήσει το ακροδεξιό Φόρουμ της Μαδρίτης του Σαντιάγο Αμπασκάλ και του Vox στο Μπουένος Άιρες και να συλλάβει με σκοπό να «κάνει δώρο» στην ομογάλακτή του Τζόρτζια Μελόνι τον φυγόδικο Λεονάρντο Μπερτουλάτσι, πρώην μέλος της colonna των Ερυθρών Ταξιαρχιών στη Γένοβα.
Δίχως να έχει επιδείξει κανένα επίτευγμα σε οικονομικό ή κοινωνικό επίπεδο, πέρα ίσως από την αλλαγή του ονόματος στο μέρος της διεξαγωγής, το Palacio Libertad (Ελευθερία) και πρώην Πολιτιστικό Κέντρο Κίρτσνερ και το βέτο του στο νομοσχέδιο για τη συνταξιοδότηση, επικαλούμενος τον προϋπολογισμό, ο Μιλέι υποδέχθηκε τα μέλη του ακροδεξιού 3ου Φόρουμ της Μαδρίτης (5-6 Σεπτεμβρίου). Την έναρξη κήρυξε ο αδελφοποιτός του, ιδίως έπειτα από την σταυροφορία του Μιλέι κατά του σοσιαλιστή Σάντσεθ, θα κηρύξει ο ηγέτης του ισπανικού Vox, Σαντιάγο Αμπασκάλ. Μετά και την ομιλία του Μιλέι οι ομάδες συζήτησης, με εκτενή ατζέντα, περιλαμβάνουν πολλούς ακροδεξιούς και λαϊκιστές ηγέτες και υπερσυντηρητικά ινστιτούτα από διάφορες χώρες.
Η αναφορά στην αλλαγή του ονόματος του Κέντρου είναι ενδεικτική του γενικότερου πνεύματος ακροδεξιού ressentiment που επιδιώκει ο Μιλέι. Την αποστροφή στον «κιρτσνερισμό» μεγάλου κι αποκαμωμένου μέρους της κοινωνίας είχε εκμεταλλευθεί και κάνει άλλωστε κύριο σύνθημά του. Το κατάλοιπο τούτο, μάλιστα αποτυπώνεται πρώτο πρώτο στο κάλεσμά τους: «Με τον εορτασμό της III Περιφερειακής Συνάντησης του Φόρουμ της Μαδρίτης-Río de la Plata 2024 στο Palacio Libertad εκπληρώνουμε έναν από τους στόχους του φόρουμ της Μαδρίτης: την ανακατάκτηση των χώρων ελευθερίας».
Αναφορικά με τη μετονομασία τούτη, σε tweet, οι ακροδεξιοί οργανωτές επισημαίνουν πως «τα μέλη των (προοδευτικών) Φόρουμ του Σάο Πάολο και της Ομάδος Puebla συνηθίζουν εξυψώνουν τον εαυτό τους στήνοντας αγάλματα, μετονομάζοντας πλατείες και λεωφόρους και ονομάζοντας κτίρια με τα δικά τους ονόματα». Γιατί να μην πράξουμε κι εμείς οι ακροδεξιοί το ίδιο; Εξάλλου, ο Μιλέι ποντάρει στο γεγονός ότι, για να αναδειχθεί ο νεοφασισμός περισσότερο έχει σημασία το «ύφος» και όχι τα μέτρα, που υπερκαλύπτονται από τη μαυλιστική ρητορεία και το ταξικό μίσος που εκπέμπεται.
Στην ανακοίνωση για τη διοργάνωση του Φόρουμ, πλέκεται ένα εγκώμιο του ακροδεξιού προέδρου -χωρίς βεβαίως να γίνεται αναφορά στα επίσημα στοιχεία αναφορικά με το ότι το 52% του πληθυσμού ζει σε ακραία φτώχεια, αλλά ούτε και τις αλλεπάλληλες ήττες των νομοσχεδίων του στο Κοινοβούλιο. Οι θριαμβολογίες περιορίζονται στο να διακηρύσσουν ότι «αναλαμβάνοντας ο Χαβιέρ Μιλέι ως αρχηγός του κράτους δεν έφερε τάξη μόνο στα οικονομικά του έθνους. Επίσης, έβαλε τέλος στη διαφθορά και τερμάτισε τη θεοποίηση των συμμάχων των καστροκομμουνιστικών δικτατοριών, όπως οι Νέστορ και η Κριστίνα Κίρτσνερ». Θέση που στηρίζουν και πολλοί κονδυλοφόροι, θιασώτες της νεοφασιστικής σύζευξης του εθνικιστικού κι υποκριτικά ηθικολογικού υπερσυντηρητισμού και της ανεμπόδιστης λαίλαπας του νεοφιλελευθερισμού. Όπως αποδεικνύεται από την υποδοχή κι αίνους που του δαψιλεύουν σε ιταλικά μέσα ενημέρωσης, που εν γένει στηρίζουν τις επιλογές (οικονομικές και ‘μεταρρυθμιστικές’) της Μελόνι και οι οποίες ευνοούν τους κεφαλαιούχους.
Τούτη η υποδοχή είναι υπέρ τω δέοντι εγκωμιαστική στην περίπτωση της σύλληψης του Μπερτουλάτσι. Επαναλαμβάνοντας το ίδιο μείγμα από ιστορικά δεδομένα (η συμμετοχή του στην οργάνωση της απαγωγής του δικαστή Κόστα στη Γένοβα) και ανύπαρκτες κατηγορίες (ιθύνων νους στην εξασφάλιση του διαμερίσματος-φυλακή του Άλντο Μόρο), τα υπερσυντηρητικά μέσα ενημέρωσης της Ιταλίας έπιασαν δουλειά. Ο στόχος τους να συντηρήσουν την αφήγηση των «Μολυβένιων Χρόνων» της τρομοκρατίας μόνον στις ευθύνες της Αριστεράς (αποκρύβοντας συστηματικά την αφετηριακή ευθύνη του παρακράτους, των μυστικών υπηρεσιών και των δολοφονικών νεοφασιστών ενεργούμενών τους), τα δεξιά μέσα ενημέρωσης (όπως η Giornale) έσπευσαν να επιτεθούν ενάντια στα αριστερά φύλλα (il Manifesto) που ανέδειξαν τον συστηματικό «ιδεολογικό πόλεμο που έχουν κηρύξει στα σύμβολα της Αριστεράς» και επισήμαιναν τη «συνεννόηση μεταξύ φασιστικών κυβερνήσεων για τη σύλληψή του». Οι ιαχές των εφημερίδων και «πρόθυμων» δημοσιογράφων (όπως αποκαλύπτεται από ανταποκρίσεις τους σε ιταλικά μέσα) δεν μπορούν να αποκρύψουν το γεγονός ότι ο Μιλέι, το απέδειξε στην Ισπανία, το συνεχίζει και με την Ιταλία, έχει επιδοθεί -όπως συμβαίνει πάντα στις τέτοιες ιδεολογικές κι αλλοτριωτικές πολιτικές του ολοκληρωτισμού- σε μία αναθεώρηση -βλέπε ουσιαστικό αναποδογύρισμα– όχι μόνο των οικονομικο-πολιτικο-κοινωνικών, αλλά και των αντικειμενικών ιστορικών συνθηκών και ολάκερων κεφαλαίων της Ιστορίας της Αργεντινής, με υποκειμενικές ιδεολογικές ερμηνείες.
Και τούτο, προφανώς, για να απονομιμοποιήσει τη μαχητική και συνδικαλιστική παράδοση της αντιπολίτευσης, τόσο του προοδευτικού Περονισμού, όσο κυρίως της Αριστεράς. Μέχρι του σημείου να ισχυρίζονται οι συμπολιτευόμενοί του επίδοξοι ιστοριογράφοι, πως οι Μοντονέρος και ο Επαναστατικός Λαϊκός Στρατός (ERP-Ejercito Revolucionario del Pueblo) ευθύνονται με τη δράση τους για την αντικομμουνιστική μεταστροφή του Περόν και την ανάγκη του να συστήσει την δολοφονική ΑΑΑ (Τρία Α-Αντικομμουνιστική Ένωση της Αργεντινής), να προκαλέσει τη δικτατορία και τα τάγματα θανάτου. Αποσιωπώντας τα αυταρχικά χρόνια της αυτοεπιβεβλημένης και αυταρχικής διακυβέρνησης του Σαλβαδόρ Ίγια 1963-66, με τις μεγάλες απεργίες, τους φόνους συνδικαλιστών, που ακολούθησε η στρατιωτική δικτατορία του Ογκάνια (1966-70), οι σφαγές απεργών στην Κόρδοβα και το Ροσάριο, η αντικομμουνιστική λύσσα της β’ περιόδου του Περόν και η αιματηρή δικτατορία που τη διαδέχθηκε με τα χιλιάδες θύματα και desaparecidos. Μάλιστα, πάντοτε μεγεθύνει και τη διαρκή αιτίαση των δεξιών κι ακροδεξιών της χώρας πως οι αριθμοί για τους νεκρούς και αγνοουμένους είναι διογκωμένοι. Οι 30.000 που ο «αστικός μύθος της Αριστεράς» δεν ανταποκρίνεται στα επίσημα στοιχεία (8.300).
Πέρα από τα ιδεολογικά πρωτεία, ο Μιλέι φιλοδοξεί να αναδειχθεί στον στρατηγικό οιακοστρόφο της παγκόσμιας ακροδεξιάς και δεν το κρύβει. Καλύπτει χιλιάδες μίλια για να παραστεί και να μιλά σε όλες τις επίσημες διεθνείς συναντήσεις (Νταβός, Ατζέντα 2030) που η προεδρική του ιδιότητα του επιτρέπει, αλλά και σε οποιαδήποτε εκδήλωση της ακροδεξιάς (όπως στο προεκλογικό Viva 24 του Vox στη Μαδρίτη. Μοιάζει να έχει κλείσει ακράδαντη συμμαχία με συντηρητικά Ινστιτούτα, που προάγουν εξτρεμιστικές απόψεις για την πολιτική στρατηγική, όπως το Milken, στου οποίου την παγκόσμια διάσκεψη μίλησε τον Μάιο. Και με την ευκαιρία φωτογραφήθηκε τυλιγμένος με την ισραηλινή σημαία, εκφράζοντας την αλληλεγγύη του στον ομοϊδεάτη του Νετανιάχου στην γενοκτονική του επιχείρηση στην Παλαιστίνη. Ή το ινστιτούτο Acton, μέλη του οποίου φιγουράρουν στο πρόγραμμα του Foro για να αναπέμψουν ωσαννά στη διακυβέρνησή του στην Αργεντινή και την παγκόσμια σημασία της.
Πέρα από το ιδεολογικό μέτωπο, ο Μιλέι (απηχώντας τον Μουσολίνι με τους μεγαλοβιομήχανους του ιταλικού Βορρά και τον Χίτλερ με τους μεγαλοτραπεζίτες και βιομηχάνους στην Κολωνία), επιδιώκει να πείσει το παγκόσμιο κεφάλαιο, πως η απορρυθμισμένη και φτωχοποιημένη από τα μέτρα του Αργεντινή, είναι το νέο Ελντοράντο του. Και πως μέσω αυτής και της επιρροής, που η δική του επιτυχία θα έχει στη λατινοαμερικανική ακροδεξιά, η επικράτησή του θα είναι πλήρης στην ήπειρο.
Ο Μιλέι φιλοδοξεί να μετατρέψει την Αργεντινή στην αιχμή του δόρατος του τουρμποκαπιταλισμού, με βραχίονα την ακροδεξιά πυγμή, όπως ακριβώς ήταν για τον νεοφιλελευθερισμό η Χιλή του αιμοσταγούς δικτάτορα Αουγκούστο Πινοτσέτ. Προς τούτο, ο Μιλέι διακηρύσσει πως, παράλληλα, επιδιώκει να καταστήσει το Μπουένος Άιρες την παγκόσμια κοιτίδα της Τεχνητής Νοημοσύνης, μειώνοντας δασμούς και περιορισμούς στην εφαρμογή της -όπως φερ’ ειπείν στην Ε.Ε.. Η πρωτεύουσα της Αργεντινής να είναι συνάμα και πρωτεύουσα και του πλέον δεσποτικού κι ιδεολογικά εξτρεμιστικού τμήματος του παγκοσμίου κεφαλαίου: όπως του Ίλον Μασκ. Αυτού που προκειμένου να προάγει τα συμφέροντά του προσεγγίζει ηγέτες σαν τον Τραμπ και τον Μιλέι, που ευνοούν τις επενδυτικές ασυδοσίες του κεφαλαίου, ενώ παράλληλα έχει σαλπίσει, μέσω και του Χ, τη σταυροφορία κατά των προοδευτικών κυβερνήσεων, όπως στη Βολιβία, τη Βραζιλία (για το λίθιο που χρειάζονται τα Tesla του) και τη Βενεζουέλα, των οποίων οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές πολιτικές στέκονται εμπόδιο στα επιχειρηματικά του σχέδια.
Όλα αυτά στο το όνομα της «ελευθερίας», που για ανθρώπους σαν τον Μασκ ή τον Μιλέι ταυτίζεται με την ασυδοσία και τον κυνισμό, τον θρίαμβο της Υπεραξίας εις βάρος των πολιτών και των δικαιωμάτων τους.