Η ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τζο Μπάιντεν είχε αυξήσει τις προσδοκίες των Κουβανών για επιστροφή των διμερών σχέσεων των δύο χωρών στις μέρες του Ομπάμα, όταν οι ΗΠΑ προσπάθησαν να θάψουν το τελευταίο ίχνος του Ψυχρού Πολέμου αποκαθιστώντας τις διπλωματικές σχέσεις με την Αβάνα και ζητώντας να σταματήσει το εμπάργκο, αναφέρουν οι Times της Νέας Υόρκης.
Αντ’ αυτού, ο Μπάιντεν υιοθετεί σκληρότερη στάση απέναντι στην Κούβα ακόμη και από τον προκάτοχό του, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ενίσχυσε τους περιορισμούς στις μετακινήσεις και τις οικονομικές συναλλαγές.
Το νησί αποτέλεσε μία πρώιμη κρίση στην εξωτερική πολιτική για τη διοίκηση Μπάιντεν όταν οι Κουβανοί ξεχύθηκαν στους δρόμους για να καταγγείλουν τις ελλείψεις τροφίμων και φαρμάκων από την πανδημία.
Οι ΗΠΑ είδαν τις διαδηλώσεις ως μία πράξη εξέγερσης που καταστάλθηκαν βίαια. Ο Κουβανός πρόεδρος Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ, δήλωσε ότι οι αναταραχές έχουν τα σημάδια ενός “μη συμβατικού πολέμου” και είναι ενέργειες που αποσκοπούν στην προετοιμασία ενός “βελούδινου” πραξικοπήματος.
Έτσι, ο Λευκός Οίκος επέβαλε νέες κυρώσεις κατά των Κουβανών αξιωματούχων τις τελευταίες εβδομάδες προφασιζόμενος τη σύλληψη εκατοντάδων διαδηλωτών που βγήκαν στους δρόμους σε πόλεις σε όλο το νησιωτικό έθνος στις 11 Ιουλίου. Στις 25 Ιουλίου το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, δημοσίευσε κοινή δήλωση 21 χωρών, που καταδίκαζε “τις μαζικές συλλήψεις και κρατήσεις” διαδηλωτών στην Κούβα και καλούσε την κυβέρνηση της χώρας “να σεβαστεί τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του Κουβανικού λαού, συμπεριλαμβανομένης και της ελεύθερης διακίνησης της πληροφορίας”. Ο Μπάιντεν ζήτησε επίσης από κυβερνητικούς εμπειρογνώμονες να καταρτίσουν σχέδια ώστε οι ΗΠΑ να επεκτείνουν μονομερώς την πρόσβαση στο Διαδίκτυο στο νησί. Δεσμεύτηκε επίσης να αυξήσει την υποστήριξη προς τους Κουβανούς αντιφρονούντες.
Η κοινή αυτή δήλωση, απ’ ότι αποδείχθηκε, αποτέλεσε προεόρτιο της υιοθέτησης από την κυβέρνηση Μπάιντεν της νέας αμερικανικής επιθετικότητας εναντίον της Κούβας, την ίδια στιγμή που χώρες όπως το Μεξικό, η Ρωσία και η Βολιβία έσπευδαν να στείλουν ανθρωπιστική βοήθεια στο νησί.
“Ακούμε τις κραυγές ελευθερίας που έρχονται από το νησί”, είχε δηλώσει ο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνάντησής του με Κουβανούς Αμερικανούς στον Λευκό Οίκο.
Για πολλούς Κουβανούς που είχαν δει στην εκλογή του Δημοκρατικού προέδρου λόγους να ελπίζουν στην αποκατάσταση των διμερών σχέσεων των δύο κρατών – με περισσότερες πτήσεις προς στο νησί και περισσότερα κανάλια για την αποστολή μετρητών, φαρμάκων και τροφίμων στους αγαπημένους τους – η προσέγγιση του Μπάιντεν αποτέλεσε πλήγμα.
“Ο τελευταίος μήνας ήταν πολύ, πολύ δύσκολος”, δήλωσε ο Μανουέλ Μπαρσία Παθ, Κουβανός ακαδημαϊκός στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο οποίος πασχίζει να στείλει χρήματα στους άρρωστους γονείς του στην Κούβα.
Πολλοί Κουβανοί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ήλπιζαν ότι ο Μπάιντεν και ο Κουβανός ομόλογός του, Μιγκέλ Ντίας-Κανέλ θα έκαναν βήματα για να επιστρέψουν στον δρόμο της εξομάλυνσης των διμερών σχέσεων.
Η κυβέρνηση Ομπάμα ξεκίνησε αυτόν τον δρόμο στα τέλη του 2014, μετά από μήνες μυστικών διαπραγματεύσεων που περιελάμβαναν ανταλλαγή κρατουμένων. Ο Ομπάμα υποστήριξε ότι το να διευκολύνει τους Αμερικανούς να ταξιδέψουν στην Κούβα και να επενδύσουν στον ιδιωτικό τομέα ήταν μία καλή ευκαιρία για να προωθηθούν οι οικονομικές και πολιτικές αλλαγές στο νησί απ’ ότι η πολιτική αλλαγής καθεστώτος στην οποία επιμένει η Ουάσινγκτον από τη δεκαετία του 1960.
Εμπειρογνώμονες και Αμερικανοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι λένε ότι η αλλαγή πολιτικής του Μπάιντεν αντανακλά την ανοδική επιρροή του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ, επικεφαλής της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας.
Ο Μενέντεζ, γιος Κουβανών μεταναστών, ο οποίος ήταν ένθερμος επικριτής της πολιτικής Ομπάμα προς το νησί, ικανοποιείται από τα σκληρά μέτρα και την στρατηγική του “καρότου-μαστίγιου” του νέου Δημοκρατικού προέδρου έναντι της Κούβας.
“Ας μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος”, είπε ο Μενέντεζ σε ομιλία του στη Γερουσία την περασμένη εβδομάδα, στην οποία επαίνεσε τον Μπάιντεν ζητώντας ένα ακόμη πιο σκληρό πακέτο μέτρων. “Ας μην πέσουμε θύματα στερεοτυπικών μύθων” απεφάνθη.
Η πρόσφατη αύξηση της έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες έρχεται σε μια εποχή που οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν ένα σκελετικό προσωπικό στην πρεσβεία τους στην Αβάνα. Οι περισσότεροι Αμερικανοί διπλωμάτες ανακλήθηκαν το 2017.
Αυτό έχει δημιουργήσει μια τεράστια εκκρεμότητα στη θεώρηση των αιτήσεων για βίζα. Επί του παρόντος οι Κουβανοί πρέπει να υποβάλουν αίτηση για βίζα στη Γουιάνα, η πρόσβαση στην οποία σε μια εποχή περιορισμών και μειωμένων πτήσεων, απαιτεί μια κυκλική διαδρομή με στάσεις στη Ρωσία, την Τουρκία και τον Παναμά.
“Πιστεύαμε ότι θα είχε βρει κάποιον τρόπο να τα διαχειριστεί όλα αυτά”, λέει η Yaite, μια 26χρονη μητέρα δύο παιδιών, για τον Μπάιντεν. Περίμενε πάνω από ένα χρόνο για το ραντεβού της για βίζα και ζήτησε να μην δημοσιευτεί το επώνυμό της,
“Έχει επιβάλει κυρώσεις στην αστυνομία, αλλά ας είμαστε ρεαλιστές: Αυτό δεν πρόκειται να τους φτάσει. Δεν τους επηρεάζει καθόλου. Οι κυρώσεις του δεν περνούν τη θάλασσα”, συνέχισε η ίδια.
Ο κ. Μπαρσία, είπε ότι τις τελευταίες εβδομάδες αισθάνεται απογοητευμένος από την αμερικανική απάντηση, τονίζοντας ότι τα αποτελέσματα της πολιτικής Μπάιντεν είναι ακόμη πιο έντονα σε φτωχές οικογένειες με άρρωστα μέλη όπως η δική του. Ο πατέρας του αναρρώνει από εγκεφαλικό επεισόδιο και χρειάζεται αραιωτικά αίματος ενώ η μητέρα του νοσηλεύεται.
Όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν τους περιορισμούς στην αποστολή χρημάτων στην Κούβα ως αντίποινα στην κουβανική κυβέρνηση και περιόρισαν τον αριθμό των πτήσεων, δημιούργησαν ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα στους Κουβανούς στο εξωτερικό που θέλουν να βοηθήσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα στο νησί.
“Είμαι απογοητευμένος από τον Μπάιντεν, γιατί δεν έχει κάνει τίποτα”, δήλωσε ο κ. Μπαρσία, καθηγητής παγκόσμιας ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Λιντς. “Πρέπει να υπάρχει ένας τρόπος για να φτάσουν τα χρήματα στην Κούβα” δήλωσε.
Ο Αντόνιο Καμάτσο, ιδιοκτήτης ενός φούρνου στην Αβάνα, ήταν μεταξύ μιας νέας γενιάς επιχειρηματιών που ευημερούσαν εν μέσω της αύξησης των τουριστών και των επενδύσεων που πλημμύρισαν στην Κούβα μετά το 2014. Οι νέοι αμερικανικοί περιορισμοί σε συνδυασμό με την πανδημία του κορονοϊού, έχουν καταστρέψει την τουριστική βιομηχανία αφήνοντας τους Κουβανούς πάμφτωχους.
“Είναι απογοητευτικό”, είπε ο κ. Καμάτσο αναφερόμενος στο νέο εμπάργκο του Μπάιντεν, τονίζοντας ότι θα έπρεπε να είχε συνεχίσει το σχέδιο του Ομπάμα και να επιμείνει στο “άνοιγμα” μεταξύ των δύο χωρών.
Οι Κουβανοί ηγέτες από την πλευρά τους τονίζουν ότι οι ελλείψεις τροφίμων και φαρμάκων έχουν επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19-από το αμερικανικό εμπάργκο. Και επισημαίνουν ότι ευθύνεται για την καθυστέρηση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην ιδιοκτησία και τη διαχείριση μιας μικρής επιχείρησης.
“Ο αποκλεισμός σε αναγκάζει να ενεργείς σαν να υπερασπίζεσε τον εαυτό σου και να αναλύεις προσεκτικά κάθε βήμα που θα κάνεις ώστε να μην σε καταστρέψουν”, είπε ο Ντιαζ-Κανέλ σε συνέντευξή του το 2018, εξηγώντας τον αργό ρυθμό των αλλαγών που προσπαθούσε να προωθήσει το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα.
Οι ελλείψεις σε βασικά αγαθά στην Κούβα είναι ένα πρόβλημα δεκαετιών για το νησί εξαιτίας του συνεχιζόμενου εμπάργκο από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η οικονομική κρίση επιδεινώθηκε λόγω της πανδημίας αλλά και της απόφασης της προεδρίας Τραμπ στις ΗΠΑ να επαναφέρει την Κούβα στη λίστα “των κρατών που υποστηρίζουν την τρομοκρατία”. Παρά τις πιέσεις και την οικονομική απομόνωση η Κούβα έγινε η πρώτη χώρα στην Καραϊβική και στη Λατινική Αμερική, η οποία κατάφερε να αναπτύξει τουλάχιστον δύο εμβόλια κατά της νόσου Covid-19. Πάνω από το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού της Κούβας έχει εμβολιαστεί τουλάχιστον με μία δόση παρά τις σημαντικές ελλείψεις σε σύριγγες λόγω των αμερικανικών κυρώσεων.
Με πληροφορίες από NY Times