«Πρώτα απ’ όλα έχω μετανιώσει την ώρα και τη στιγμή που βρέθηκα εκεί. Θέλω να ζητήσω συγγνώμη, βέβαια η συγγνώμη δεν φέρνει πίσω το παλικάρι». Με αυτές τις φράσεις ξεκίνησε την απολογία του ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης ο 10ος κατηγορούμενος για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και των τραυματισμό δύο φίλων του από χούλιγκανς του ΠΑΟΚ την 1η Φεβρουαρίου 2022. Πρόκειται για τον 22χρονο Γ.Κ., ο οποίος επέβαινε στο τρίτο αυτοκίνητο και ήταν αυτός ο οποίος κρατούσε το δρεπάνι κατά τη φονική επίθεση.
Στην αρχή της απολογίας του ο 22χρονος, αφού ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια του Άλκη και των φίλων του, περιέγραψε τη σχέση του με το ποδόσφαιρο και τους συνδέσμους, λέγοντας ότι έπαιζε από μικρός ποδόσφαιρο, είναι οπαδός του ΠΑΟΚ, ενώ συνήθιζε να πηγαίνει σε συνδέσμους για να παρακολουθήσει αγώνες αλλά και για να περάσει την ώρα του.
Σχετικά με το μοιραίο βράδυ ανέφερε πως βρισκόταν στον σύνδεσμο της Παλαιών Πατρών. Εκεί, είπε, ήταν κάποιοι από τους συγκατηγορουμένους του ενώ αργότερα έφτασαν και οι υπόλοιποι. Σύμφωνα με τον 22χρονο κατηγορούμενο, στον σύνδεσμο άκουσε την κουβέντα για το οπαδικό επεισόδιο στο Ωραιόκαστρο που είχε προηγηθεί. Εν συνεχεία, ισχυρίστηκε, «είδα τα παιδιά μετά να σηκώνονται και ρώτησα έναν και μου είπε πάμε Χαριλάου». «Δεν μου πρότεινε κανείς να πάω, πήγα αυτοβούλως», ανέφερε και πρόσθεσε πως «κατάλαβα ότι θα πάμε να μαλώσουμε, να κυνηγήσουμε». Ερωτηθείς από την πρόεδρο της έδρας για το αν έχει πάρει μέρος σε ανάλογο συμβάν, ισχυρίστηκε πως «δεν έχω συμμετάσχει ξανά σε τέτοιο συμβάν».
Συνεχίζοντας την απολογία του ο 22χρονος Γ.Κ. είπε ότι το δρεπάνι το βρήκε στον σύνδεσμο και όχι στο αυτοκίνητο, όπως αρχικά είχε πει στην ανακρίτρια. «Κοίταξα σε μια γωνία που είχε σίδερα. Έψαξα στον σύνδεσμο και βρήκα το δρεπάνι. Ψέματα είπα ότι το βρήκα στο αμάξι. Από τον σύνδεσμο το πήρα. Δεν ισχύει αυτό που είχα πει ανακρίτρια», ανέφερε. Πρόσθεσε μάλιστα ότι «στην αρχή νόμιζα ότι ήταν σίδερο. Μετά που το είδα κατάλαβα ότι ήταν δρεπάνι». Αναφορικά με τους λόγους που αποφάσισε να συμμετάσχει στην επίθεση αυτή είπε ότι έγινε εντελώς παρορμητικά.
Περιγράφοντας τις στιγμές που ξεκίνησε η επίθεση είπε ότι το Polo σταμάτησε λόγο πιο μακριά από το σημείο και πως εκείνος ήταν ο πρώτος που κατέβηκε. Πηγαίνοντας προς τα σκαλάκια όπου εκτυλίχθηκε η φονική επίθεση, είπε πως έβγαλε το δρεπάνι. «Είδα να ξεκινάει η συμπλοκή με το κράνος στα σκαλιά, αυτό το παιδί που είχε το κράνος να προσπαθεί να χτυπήσει δικό μας παιδί», συνέχισε στην απολογία του. Όπως είπε, στη συνέχεια είδε ένα παιδί να προσπαθεί να πηδήξει τα κάγκελα για να φύγει στη Γαζή. Τότε, όπως είπε, το πλησίασε και το χτύπησε με το δρεπάνι στον γλουτό. «Δεν είχα πρόθεση να χτυπήσω, μου βγήκε ασυναίσθητα», ισχυρίστηκε και τόνισε πως «ήταν λάθος μου, εννοείται».
Ακολούθως, περιέγραψε πως κινήθηκε προς το τοιχάκι. Εκεί δέχθηκε ένα χτύπημα από το κράνος. Στο σημείο είπε πως δεν κατάλαβε κάποιον από τους υπόλοιπους 11 κατηγορούμενους και πως θυμάται κάποιον, χωρίς να τον κατονομάζει, να χτυπάει με στειλιάρι. Έπειτα, όπως είπε, ένιωσε κάτι σαν σπρώξιμο με συνέπεια να του πέσει το δρεπάνι από το χέρι. «Δεν είδα καθόλου τον Άλκη», ανέφερε σε άλλο σημείο της απολογίας του. «1,5 χρόνο είμαι στη φυλακή και το σκέφτομαι κάθε μέρα. Έχει αλλάξει η ζωή μου, των υπολοίπων κατηγορουμένων και της οικογένειας του Άλκη», υπογράμμισε σε άλλο σημείο της απολογίας του. Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίστηκε στην απολογία του ο 10ς κατηγορούμενος, επιχείρησε να βρει το δρεπάνι, ωστόσο δεν τα κατάφερε. Μετά προσπάθησε να βρει το Polo, ωστόσο δεν ήταν στο σημείο που περίμενε να το βρει και το είδε λίγα μέτρα πιο κάτω.
«Δεν είχα δει αίματα δεν κατάλαβα τι έγινε. Όταν έμαθα εν τελεί τι έγινε δεν το χωρούσε το μυαλό μου. Πέρασαν πολλές σκέψεις από το μυαλό μου», ισχυρίστηκε σε άλλο σημείο της απολογίας του ενώ τόνισε πως «με σιγουριά δεν χτύπησα τον Άλκη η τον Ά.Β.». Σε ερώτηση της Εισαγγελέως αν είχε το δρεπάνι μαζί του για εκδίκηση απάντησε πως όχι και πως το είχε μαζί του για άμυνα, για να μην τον πλησιάσει άλλος. Νωρίτερα αναφέρθηκε στην επίθεση με οπαδικά κίνητρα από την οποία απέκτησε πρόβλημα στο μάτι.
«Περίμενα στάση λεωφορείου φορούσα φόρμα ΠΑΟΚ. Σταμάτησαν δυο μηχανάκια με ρώτησαν τι ομάδα είμαι, μου επιτέθηκαν». Απαντώντας σε ερώτηση αν φοβήθηκε για τη ζωή του εκείνη τη στιγμή τόνισε ότι «όχι μόνο εκείνη τη στιγμή. Φοβόμουν και για την οικογένεια μου, τον μικρό μου αδελφό. Δεν ήθελα να κάνω αυτό που μου έκαναν σε άλλο παιδί», είπε. Κλείνοντας την απολογία του ο 10ος κατηγορούμενος είπε πως προσπαθεί να περάσει στο Πανεπιστήμιο μέσα από τη φυλακή, ζήτησε ξανά συγγνώμη από την οικογένεια του Άλκη και αυτές των φίλων του λέγοντας πως «ζητώ μια μεγάλη συγγνώμη και να ξέρουν οι μητέρες αγγέλου Άλκη ότι εγώ τα παιδιά τους δεν τα χτύπησα».
Η δίκη συνεχίζεται με την απολογία του 11ου κατηγορούμενου για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού.