ΑΘΗΝΑ
13:36
|
05.11.2024
Τι εννοούσε ο Πούτιν μιλώντας για το μεγάλο σφάλμα στην ιστορία της Ρωσίας στο διάγγελμά του για τον Πριγκόζιν.
Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω

Το πιθανόν οπερατικό (;) πραξικόπημα Πριγκόζιν είναι μια υπόθεση που, για την ώρα, το μόνο που είναι καθαρό για αυτήν είναι ότι βρωμάει από μακριά. Από την άλλη, για πολλά μπορεί να κατηγορήσει κανείς τον Βλαντίμιρ Πούτιν, αλλά όχι ότι δεν κάνει προσεκτική επιλογή των συμβόλων και των ιστορικών μεταφορών που χρησιμοποιεί στη νεο-αντιδραστική ρητορική του. Στο διάγγελμά του για την υπόθεση Πριγκόζιν ο Πούτιν αναφέρθηκε ξανά σε αυτό που πολλές φορές έχει εξηγήσει ότι είναι το μεγάλο σφάλμα στην ιστορία της Ρωσίας: την Επανάσταση του 1917 και τους μπολσεβίκους.

Συγκεκριμένα είπε: «Και έτσι οι ενέργειες [του Πριγκόζιν] που διέλυσαν την ενότητά μας είναι στην ουσία μια αποστασία από τον λαό μας, από τους συμπολεμιστές μας που τώρα πολεμούν στην πρώτη γραμμή. Είναι μια μαχαιριά στην πλάτη της χώρας και του λαού μας. Αυτό ακριβώς ήταν το πλήγμα που δέχτηκε η Ρωσία το 1917, όταν η χώρα πολέμησε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως της έκλεψαν τη νίκη. Οι ίντριγκες, οι καβγάδες, οι πολιτικοποιήσεις πίσω από τις πλάτες του στρατού και του λαού είχαν ως αποτέλεσμα το μεγαλύτερο σοκ, την καταστροφή του στρατού και τη διάλυση του κράτους, την απώλεια τεράστιων εδαφών. Αποτέλεσμα ήταν η τραγωδία του εμφυλίου. Οι Ρώσοι σκότωσαν τους Ρώσους, τα αδέρφια σκότωσαν τα αδέρφια τους και τα κερδοφόρα συμφέροντα καρπώθηκαν από κάθε είδους πολιτικούς τυχοδιώκτες και ξένες δυνάμεις που χώρισαν τη χώρα και τη διέλυσαν».

Πριν δούμε τι το περίεργο έχει αυτό το απόσπασμα, ας πούμε δυο λόγια για τον εντελώς άσχετο με αυτά Κορνίλοφ, ο οποίος όμως ξαφνικά ξεφύτρωσε στη μέση αυτής της υπόθεσης στα σόσιαλ μίντια. Ο Λαβρ Γκεοργίβιτς Κορνίλοφ ήταν στρατηγός του τσαρικού στρατού κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, του οποίου τα στρατεύματα είχαν καταφέρει και τεράστιες νίκες κατά των Αυστριακών, αλλά επίσης είχαν υποστεί και τεράστιες ήττες (ο ίδιος μάλιστα είχε συλληφθεί από τον εχθρό). Το καλοκαίρι του ’17, το «καλοκαίρι του χάους», ο Κορνίλοφ ήταν αρχηγός του επιτελείου, ενώ πρωθυπουργός της προσωρινής κυβέρνησης ήταν ο Κερένσκι. Ο Κορνίλοφ, θέλοντας κατά τα φαινόμενα να σταθεροποιήσει την παραπαίουσα κεντρική εξουσία, επιτέθηκε εναντίον αυτού που θεωρούσε την μέγιστη απειλή κατά του έθνους: επιτέθηκε στο μεγαλύτερο Σοβιέτ, αυτό της Πετρούπολης. Φαίνεται μάλιστα ότι το έκανε μόνος του, χωρίς την καθαρή εντολή του Κερένσκι, ο οποίος βέβαια δεν ήθελε τα Σοβιέτ, αλλά δεν ήθελε κιόλας να αναμετρηθεί μαζί τους όντας σε αντικειμενικά αδύναμη θέση.

Εν πάση περιπτώσει, ο Κορνίλοφ επιτέθηκε, αλλά το Σοβιέτ (που το ένα τρίτο του ήταν ένοπλοι στρατιώτες που είχαν γυρίσει από το μέτωπο) όχι μόνο αμύνθηκε, αλλά κατάφερε να συλλάβει και αυτό, μετά τους Αυστριακούς, τον Κορνίλοφ. Η υπόθεση αυτή όχι μόνο έδωσε φτερά στα Σοβιέτ, αλλά απέδειξε σε ευρύτερα στρώματα την ανικανότητα και διαφθορά που επικρατούσε στα ανώτατα κλιμάκια, οδηγώντας πολύ γρήγορα στα γεγονότα του Οκτώβρη (δηλαδή Νοέμβρη με το νέο ημερολόγιο) του ’17 και την κατάληψη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους. Ο Κορνίλοφ το έσκασε από την φυλακή και έγινε ο πρώτος «Λευκός» ξεκινώντας εμφύλιο που θα κράταγε για τα επόμενα λίγα χρόνια.

Είναι δύσκολο να βρούμε στα λεγόμενα του Πούτιν μια αναφορά στον Κορνίλοφ, όχι μόνο επειδή αυτό θα σήμαινε ότι ο τελευταίος ταυτίζεται με τους μπολσεβίκους, αλλά κυρίως επειδή το βάρος της παραγράφου βρίσκεται αλλού: στο ότι χρησιμοποίησε έναν επιφανειακά αταίριαστο όρο, κάνοντας τα λεγόμενά του κάπως δυσερμήνευτα, τον όρο «μαχαίρι στην πλάτη του λαού μας».

Η Πισώπλατη Μαχαιριά του 1917

Το περίεργο με την πισώπλατη μαχαιριά είναι ότι την ανακάλυψαν πρώτοι όχι Ρώσοι, αλλά Γερμανοί αντιδραστικοί το 1917. Συγκεκριμένα φαίνεται ότι η έκφραση είναι ανακάλυψη του στρατηγού Εριχ Λούντεντορφ, αλλά την έκανε ευρύτερα γνωστή ο Πάουλ φον Χίντενμπουργκ το 1919.

Ο στρατάρχης Χίντενμπουργκ, ήταν ένας αντιδραστικός Πρώσος γαιοκτήμονας μικρο ευγενής (Γιούνκερ) που ηγείτο του γερμανικού αυτοκρατορικού στρατού, ενώ ο Λούντενορφ (ένας αντιδραστικός Πρώσος γαιοκτήμονας μικρο ευγενής) ήταν το νούμερο δύο του: βασικά η αυτοκρατορία το 1917-18, δεδομένης και της πλήρους πολιτικής ανικανότητας του ντενεκέ που έπαιζε τον ρόλο του Κάιζερ, ήταν μια de facto στρατιωτική δικτατορία με αυτούς τους δύο στο τιμόνι. Ο Λούντεντορφ αργότερα θα συμμαχούσε με τον Χίτλερ και θα συμμετείχε στο αποτυχημένο «πραξικόπημα της μπιραρίας» το 1924. Ο Χίντενμπουργκ θα γινόταν πρόεδρος της Δημοκρατίας και θα ήταν αυτός, σε βαθιά γεράματα, που θα υπέγραφε τις έκτακτες εξουσίες (την κατά Schmitt κατάσταση εξαίρεσης, Ausnahmezustand) της πρώτης κυβέρνησης των Ναζί το 1933, αν και αυτό δεν το έκανε λόγω της συμπάθειάς του για τον Χίτλερ. Οι Γιούνκερ σε γενικές γραμμές τον αντιπαθούσαν και τον θεωρούσαν κατώτερο, ενώ και ο Χίτλερ δεν έτρεφε δα φιλικά αισθήματα για τον στρατάρχη (τον αποκαλούσε, όχι αβάσιμα, γεροξεκούτη). Οι λόγοι που ο Χίντενμπουργκ υπέγραψε το διάταγμα (που θα τον καταργούσε και τον ίδιο) ήταν η κατά τα άλλα ιδεολογική του ταύτιση με τους Ναζί. Μπορεί ανεπίσημα να βρίζονταν, αλλά πολιτικά έλεγαν περίπου τα ίδια.

Πώς προέκυψε η πισώπλατη μαχαιριά; Το 1919 ο Λούντεντορφ έμενε στο ίδιο ξενοδοχείο στο Βερολίνο (το θρυλικό Adlon στην Unter den Linden) με τον μέχρι πρότινος θανάσιμο εχθρό, τον Sir Neill Malcolm, τον αρχηγό της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής. Ενα βραδάκι που οι δύο παλαίμαχοι τα έπιναν φιλικά, ο Γερμανός εκμυστηρεύθηκε στον Άγγλο με πόνο καρδιάς, τι τράβηξε ο καημένος και πώς αυτός και ο στρατάρχης έχασαν έναν πόλεμο που μέχρι τότε τον κέρδιζαν. Ο Σερ Μάλκολμ, έμπλεως βρετανικού φέρ πλέι και συμπάθειας για τον ομοϊδεάτη (οι Βρετανοί ήταν ίσως πιο ρατσιστές και από τους Γερμανούς), δεν άντεξε και αναφώνησε: «Μα εσείς κύριε, δεχτήκατε πισώπλατη μαχαιριά!». Ο Λούντεντορφ μπορεί και να σκέφτηκε: «Μα γιατί δεν το σκέφτηκα εγώ αυτό;».

Λίγες εβδομάδες αργότερα οι δύο ήρωες του έθνους, ο Χίντενμπουργκ και ο Λούντεντορφ, κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον της κοινοβουλευτικής επιτροπής (Η Γερμανία ήταν πλέον δημοκρατία και μάλιστα με εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής – κάτι που δεν εμπόδσε την ακροδεξιά να κερδίσει στο τέλος) που διερευνούσε τα αίτια της ήττας. Ο Χίντενμπουργκ εμφανίστηκε σε αυτήν όχι για να απαντήσει, αλλά για να διαβάσει μια δήλωση και να αποχωρήσει επιδεικτικά. Στη δήλωση αυτή είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται επισήμως «η πισώπλατη μαχαιριά» (Dolchstoßlegende), η συμπύκνωση όλων των θεωριών συνωμοσίας που μας ταλαιπωρούν μέχρι σήμερα και βασικό έκτοτε στοιχείο του ρεβανσιστικού λόγου των Ναζί.

Η πάντα οξύνους και καθόλου συνωμοσιολόγος αναγνώστρια του «Κοσμοδρομίου» έχει προφανώς ήδη αντιληφθεί ότι ο Πριγκόζιν, με τον οποίο ξεκίνησε το άρθρο, είναι ένα απλό και άβουλο πιόνι μιας σκοτεινής διεθνούς συνωμοσίας που εμπλέκει στα δίχτυα της τον Βλάντιμιρ Πούτιν, συνωμοσίας που αποκλειστικός σκοπός της είναι η διαφήμιση του πρόσφατου πονήματος του υπογράφοντος με τίτλο «Θεωρίες Συνωμοσίας», από τις Εκδόσεις Τόπος. Προς απόδειξη των ανωτέρω δεν έχουμε παρά να παραθέσουμε εδώ το χωρίο του βιβλίου που εξηγεί τα της πισώπλατης μαχαιριάς, εκπληρώνοντας έτσι το σκοπό της διεθνούς συνωμοσίας (τη διαφήμιση του βιβλίου):

Η γερμανική δεξιά, οδηγημένη από έναν γηραλέο ευγενή των αγροτικών ανατολικών περιοχών, τον στρατάρχη Paul von Hindenburg, θα ανακάλυπτε μετά την ήττα του Α’ ΠΠ μία ακόμα παραλλαγή της συνωμοσίας των αριστερών κατά του έθνους, αυτή την παραλλαγή που θα γινόταν βασικό στοιχείο του λόγου της μέχρι το τραγικό τέλος του Β’ ΠΠ. Η «Πισώπλατη μαχαιριά» (Dolchstoßlegende) ήταν η θεωρία συνωμοσίας που ισχυριζόταν ότι η Γερμανία έχασε τον πόλεμο όχι στο πεδίο της τιμής, αλλά από άτιμη εσωτερική προδοσία. Η «εθνική προσπάθεια» του στρατού δέχτηκε πισώπλατο χτύπημα από την υποτιθέμενη προδοσία κατόπιν μυστικής συνωμοσίας Εβραίων και Κομμουνιστών (και Μασόνων ενδεχομένως, γιατί όχι), που είχαν το θράσος να κηρύσσουν απεργίες εν μέσω πολεμικής προσπάθειας για να την σαμποτάρουν.

Η θεωρία βασιζόταν στο πραγματικό γεγονός ότι ο γερμανικός στρατός δεν είχε ηττηθεί καθαρά σε καμία από τις μάχες που έδωσε – και κυρίως ο εχθρός ουδέποτε πάτησε τα άγια γερμανικά χώματα. Από την άλλη μεριά ο στατικός χαρακτήρας των πολεμικών επιχειρήσεων δεν άφηνε χώρο για καθαρές ήττες ή νίκες για καμιά από τις παρατάξεις. Ο πόλεμος και η παράλογη αιματοχυσία συνεχιζόταν στα στατικά χαρακώματα του δυτικού μετώπου και κανένας από τους αντιπάλους δεν κατέγραφε εδαφικά κέρδη. Είναι ενδιαφέρον μάλιστα ότι αντίθετα, η αυτοκρατορία του Κάιζερ είχε εδαφικά κέρδη – και μάλιστα μεγάλα – στο ανατολικό μέτωπο, ύστερα από την υπογραφή της συνθήκης Brest Litovsk με τους μπολσεβίκους, στοιχείο που δεν συνάδει με τη «πισώπλατη μαχαιριά».

Η πραγματικότητα ήταν ότι μετά από χρόνια διαρκούς τυχοδιωκτικού πολέμου, ο στρατός είχε καταναλώσει τις εφεδρείες του, είχε υπερεκτείνει τις γραμμές ανεφοδιασμού του και το στράτευμα ήταν εξαντλημένο και χωρίς ηθικό εν μέσω της χειρότερης επιδημίας του 20ου αιώνα, της επιδημίας της γρίπης, τη στιγμή που φρέσκιες δυνάμεις (οι Αμερικανοί) έμπαιναν στη μάχη. Το επιτελείο, όταν αποφάσισε την παράδοση, το έκανε επειδή κατανοούσε ότι η συνέχιση των επιχειρήσεων θα ήταν αυτοκτονική. Υπεύθυνοι για τη συνθηκολόγηση στο Δυτικό Μέτωπο ήταν οι αριστοκράτες του στρατού στις ανώτερες θέσεις της γραφειοκρατίας που απέτυχαν παταγωδώς στους στρατηγικούς τους σχεδιασμούς. Μετά την υπογραφή της συνθηκολόγησης όμως, βρήκαν ως αποδιοπομπαίο τράγο τους «Εβραιομπολσεβίκους» (οι οποίοι ήταν ας μην ξεχνάμε από την πλευρά των χαμένων του πολέμου) κι έριξαν σε αυτούς τις ευθύνες των δικών τους πράξεων. Για μια ακόμα φορά μια θεωρία συνωμοσίας και μάλιστα με ευρύτατες ιστορικές συνέπειες, ξεκίνησε και διαδόθηκε όχι αυθόρμητα στα λαϊκά στρώματα, αλλά ως συνέπεια κεντρικής κρατικής πολιτικής. Ήταν ένας πολιτικός ελιγμός απόσεισης ευθυνών που απλώθηκε αμέσως στα συντηρητικά κομμάτια των λαϊκών στρωμάτων που γύρευαν και αυτά έναν ένοχο για την ήττα και την ταπεινωτική Συνθήκη των Βερσαλλιών. Ο μόνος που δεν μπορούσε να είναι ένοχος ήταν οι πατριδοκάπηλοι των «εθνικών δυνάμεων».

Πώς εμπλέκεται ο Πούτιν;

Αφήνοντας το βιβλίο στην άκρη, μπορούμε εδώ να αναρωτηθούμε τι ήθελε να πει ο Πούτιν με την αναφορά στην πισώπλατη μαχαιριά. Όπως είπαμε, ο Πούτιν διαλέγει προσεκτικά τις λέξεις του και επομένως μπορεί να εννοεί κάτι πιο περίπλοκο, αλλά μια πρώτη εκτίμηση μπορεί να είναι η πλήρης αποδοχή αυτού που εννοούσαν με τον όρο οι Γερμανοί εθνικιστές, αν και μεταφερμένο στα ανατολικά.

Η γερμανική αυτοκρατορία κατέγραψε εδαφικά κέρδη μόνο στο ανατολικό μέτωπο, κέρδη που κατοχυρώθηκαν με την Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, μια συνθήκη που ήταν πολύ πιο σκληρή για τη ρωσική πλευρά από όσο ήταν η μισητή Συνθήκη των Βερσαλλιών για τους Γερμανούς. Τη συνθήκη την υπέγραψε ο υπουργός Εξωτερικών των μπολσεβίκων Γκριγκόρι Σοκόλνικοφ, που πήρε τη θέση του Τρότσκι, όταν ο τελευταίος παραιτήθηκε, λέγοντας ότι η νεότευκτη σοσιαλιστική κυβέρνηση όφειλε να διαλύσει τον στρατό και να αποσυρθεί από κάθε πολεμική επιχείρηση, αλλά να μην υπογράψει την ντροπιαστική συνθήκη. Ο Λένιν έριξε το βάρος του στην Κ.Ε. του κόμματος απειλώντας να παραιτηθεί και αυτός αν δεν υπογραφεί η συνθήκη, υποστηρίζοντας ότι η μη υπογραφή θα σήμαινε την προέλαση των Γερμανών και το τέλος της παγκόσμιας επανάστασης που τότε ακόμα ήταν στην ημερήσια διάταξη. (Αργότερα ο Λένιν θα έκανε την αυτοκριτική του, λέγοντας ότι θα έπρεπε να είχαν περιμένει λίγο ακόμα, δεδομένης της εξίσου άθλιας εσωτερικής κατάστασης των Γερμανών.)

Η συνθήκη αυτομάτως καταλύθηκε με την ήττα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά στο μεταξύ είχε καταγράψει τετελεσμένα που στα μάτια των αντιμπολσεβίκων Ρώσων θα είχαν τεράστιες συνέπειες σε βάθος χρόνου. Το κυριότερο ήταν ότι η συνθήκη αναγνώριζε την Ουκρανία και τις Βαλτικές Χώρες ως «ανεξάρτητα» κράτη (αν και στην πραγματικότητα ήταν γερμανικά προτεκτοράτα). Ο Πούτιν έχει περισσότερες από μία φορές μεμφθεί τον Λένιν για το ζήτημα της Ουκρανίας, αλλά το κυριότερο σφάλμα που του προσάπτει, η μεγαλύτερη προδοσία είναι η συνθήκη αυτή, η οποία μετέτρεψε τους κατοίκους της χώρας από αδελφούς Ρώσους που μιλούν μια διάλεκτο της ρωσικής σε Ουκρανούς. Αυτή είναι η πισώπλατη μαχαιριά· αυτή και ο εμφύλιος που ακολούθησε. Και είναι προδοσία και μαχαιριά στην πλάτη του ρώσικου λαού και στίγμα στην ψυχή του.

Υπάρχει εδώ ένα ενδιαφέρον δίδαγμα. Από την πλευρά της Δύσης η Ρωσία δαιμονοποιείται στο έδαφος της παλιάς εβραιομπολσεβίκικης συνωμοσίας, μόνο που τώρα αυτή έχει αλλάξει όνομα. Η Ρωσία είναι πλέον μια σκοτεινή αυτοκρατορία του κακού που παλεύει για την παγκόσμια κυριαρχία βάζοντας λ.χ. τους πράκτορές της [που παλιά ήταν Εβραίοι, Μασόνοι, πράκτορες των κομμουνιστών αλλά τώρα απλώς τρολ του Πούτιν] να συνωμοτούν κατά της Δύσης, επεμβαίνοντας π.χ. στις αμερικανικές εκλογές υπέρ του Τραμπ και άλλα τέτοια φαιδρά [όπως κάποτε οργάνωναν απεργίες για να σαμποτάρουν την εθνική προσπάθεια].

Από την άλλη μεριά, ο πόλεμος αιτιολογείται μεν εν μέρει στη βάση ενός πραγματικού στοιχείου, της περικύκλωσης της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ, αλλά φαίνεται πως αυτό δεν αρκεί: για να δικαιολογήσει κανείς πολέμους χρειάζεται και μια ιδεολογική πινελιά που να εξηγεί την εχθρότητα. Παλιότερα οι ιδεολογικές διαφορές που προέκυπταν από διαφορετικά συστήματα οργάνωσης της κοινωνίας ήταν επαρκής παράγοντας για δικαιολογηθεί ο ανταγωνισμός των μπλοκ. Το ενδιαφέρον εδώ είναι σε αυτή την φάση Δύση και Ανατολή μοιράζονται την ίδια κοινή πίστη στον θεό χρήμα, στον καπιταλισμό. Επομένως και οι Δυτικοί και οι Ανατολικοί ψάχνουν στα προ του (αν)υπαρκτού σοσιαλισμού χρόνια για να βρούν κάποια ιδεολογικά ερείσματα για την δημιουργημένη έχθρα. Έτσι φτάνουμε στη χρήση από τον Πούτιν ιδεολογημάτων όπως η πισώπλατη μαχαιριά, το πισωγύρισμα στους σκοτεινούς, μισητούς συνωμότες που κάποτε ήταν ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι – και τώρα είναι ο Πριγκόζιν.

Σε όσους από μας τείνουμε να απεχθανόμαστε την συνωμοσιολογική κατασκευή της ιστορίας πάντως, αν χρειάζεται κανείς μια τέτοια αστεία «εξήγηση», τότε μπορούμε να πιθανολογήσουμε ότι τα πράγματα στην Ρωσία, ιδεολογικά μιλώντας, μάλλον δεν είναι σταθερά, μάλλον υπάρχουν αστάθειες στο σύστημα. Μια αστάθεια που ίδια και μεγαλύτερη φαίνεται να υποφώσκει και στα δυτικά ψευτο-ιδεολογήματα που προσπαθούν να δικαιολογήσουν την επιθετικότητα του ΝΑΤΟ, τις διαρκείς αστοχίες του καπιταλισμού, την διαρκή φυγή του προς τα εμπρός.

Ηγεσίες που εκλέγονται με φυσικό τρόπο, επειδή έχουν συνδεθεί με «ανάπτυξη», κοινωνική άνοδο των υποστηρικτών τους, «καλύτερες μέρες» που έλεγε κάποτε το ΠΑΣΟΚ, δεν χρειάζονται φανταστικούς εχθρούς. Παρά την επιφανειακή σταθερότητα του συστήματος, όλα αυτά δεν είναι καλά προμηνύματα ούτε για την Ανατολή, ούτε για την Δύση. 

Το μοιράζομαι:
Το εκτυπώνω
ΣΥΝΑΦΗ

Αγαπητές φεμινίστριες: Είστε ρατσίστριες

Michelin: 1.254 εργαζόμενοι στον δρόμο καθώς κλείνουν δύο εργοστάσια

ΗΠΑ: Στην τελική ευθεία η μητέρα των μαχών (upd)

Εκλογές ΗΠΑ: Επιχειρήσεις και κυβερνητικά κτίρια οχυρώνονται υπό τον φόβο ταραχών

Γραφτείτε συνδρομητές
Ενισχύστε την προσπάθεια του Κοσμοδρομίου με μια συνδρομή από €1/μήνα